Τικλοπιδίνη (φάρμακο που χρησιμοποιείται ως αναστολέας της
συσσώρευσης αιμοπεταλίων) λόγω
αυξημένου κινδύνου αιμορραγίας.
Εάν δεν μπορεί να αποφευχθεί η συγχορήγηση, συνιστάται κλινική
παρακολούθηση.
Γλυκοκορτικοειδή (π.χ. κορτιζόνη, πρεδνιζολόνη)
(εκτός από
θεραπεία υποκατάστασης της υδροκορτιζόνης) με δόσεις
ακετυλοσαλικυλικού οξέος που χρησιμοποιούνται στη ρευματολογία
(αντιφλεγμονώδεις δόσεις) (≥ 1.000 mg ανά δόση και/ή ≥ 3.000 mg
ημερησίως), λόγω αυξημένου κινδύνου αιμορραγίας.
Πεμετρεξίδη (φάρμακο που χρησιμοποιείται κατά του καρκίνου)
σε ασθενείς με ήπια έως μέτρια νεφρική δυσλειτουργία με δόσεις
ακετυλοσαλικυλικού οξέος που χρησιμοποιούνται στη ρευματολογία
(αντιφλεγμονώδεις δόσεις) (≥ 1.000 mg ανά δόση και/ή ≥ 3.000 mg
ημερησίως), λόγω αυξημένου κινδύνου τοξικότητας.
Συνδυασμοί όπου απαιτούνται προφυλάξεις κατά τη χρήση:
φάρμακα κατά της υψηλής πίεσης του αίματος (π.χ. διουρητικά,
ανταγωνιστές των υποδοχέων της αγγειοτασίνης ΙΙ και
αναστολείς ΜΕΑ),
λόγω κινδύνου εμφάνισης οξείας νεφρικής
ανεπάρκειας, κυρίως εάν δεν είστε καλά ενυδατωμένοι. Επιπλέον, μπορεί
να παρουσιαστεί μείωση της αντιυπερτασικής δράσης. Συμβουλευθείτε
τον γιατρό σας.
Μεθοτρεξάτη (φάρμακο που χρησιμοποιείται για τη θεραπεία του
καρκίνου ή της ρευματοειδούς αρθρίτιδας)
σε δόσεις μικρότερες
από 15 mg την εβδομάδα, λόγω αύξησης της τοξικότητας της
μεθοτρεξάτης. Συμβουλευτείτε τον γιατρό σας.
Κλοπιδογρέλη
(φάρμακο που εμποδίζει τη συσσώρευση
αιμοπεταλίων) στις εγκεκριμένες ενδείξεις ως θεραπεία
συνδυασμού σε ασθενείς με οξύ στεφανιαίο σύνδρομο,
λόγω
αυξημένου κινδύνου αιμορραγίας. Συνιστάται κλινική παρακολούθηση.
Τοπικώς δρώντα του γαστρεντερικού, αντιόξινα και άνθρακας,
λόγω αυξημένης νεφρικής απέκκρισης του ακετυλοσαλικυλικού οξέος.
Συνιστάται η λήψη αυτών των φαρμάκων με διαφορά τουλάχιστον 2
ωρών από τη λήψη ακετυλοσαλικυλικού οξέος.
Πεμετρεξίδη
(φάρμακο που χρησιμοποιείται κατά του καρκίνου)
σε ασθενείς με φυσιολογική νεφρική λειτουργία με δόσεις
ακετυλοσαλικυλικού οξέος που χρησιμοποιούνται στη ρευματολογία
(αντιφλεγμονώδεις δόσεις) (≥ 1.000 mg ανά δόση και/ή ≥ 3.000 mg
ημερησίως), λόγω αυξημένου κινδύνου τοξικότητας. Η νεφρική λειτουργία
πρέπει να παρακολουθείται.
Ηπαρίνες χαμηλού μοριακού βάρους
(και τα σχετικά μόρια) και
μη κλασματοποιημένες ηπαρίνες
με δόσεις πρόληψης σε ασθενείς
κάτω των 65 ετών, λόγω κινδύνου αιμορραγίας. Απαιτείται κλινική και
εργαστηριακή παρακολούθηση, όπου είναι αναγκαίο. Συμβουλευθείτε τον
γιατρό σας.
Λεβοθυροξίνη (αντιθυρεοειδικό φάρμακο),
λόγω κινδύνου μείωσης
της δράσης των θυρεοειδικών ορμονών, όταν συγχορηγούνται με
σαλικυλικά, ειδικά σε δόσεις μεγαλύτερες από 2.000 mg ημερησίως. Τα
επίπεδα των θυρεοειδικών ορμονών πρέπει να παρακολουθούνται (βλέπε
«Προειδοποιήσεις και προφυλάξεις»).
T
ενοφοβίρη (αντιιικό φάρμακο,)
λόγω αυξημένου κινδύνου εμφάνισης
νεφρικής ανεπάρκειας. Η νεφρική λειτουργία θα πρέπει να
παρακολουθείται.