ΦΥΛΛΟ ΟΔΗΓΙΩΝ ΓΙΑ ΤΟ ΧΡΗΣΤΗ
1. ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ
1.1 Ονομασία: KERLONE
1.2 Σύνθεση: Δραστική ουσία: Betaxolol hydrochloride
Έκδοχα: Lactose anhydrous, Carboxymethylamidon, Cellulose
microcrystalline, Silicon dioxide colloidal, Magnesium stearate,
Hypromellose, Polyoxyethylene glycol, Titanium dioxide E 171.
1.3 Φαρμακοτεχνική μορφή: Επικαλυμμένο με λεπτό υμένιο δισκίο
1.4 Περιεκτικότητα σε δραστική ουσία: Κάθε επικαλυμμένο με
λεπτό υμένιο
δισκίο περιέχει 20 mg Betaxolol hydrochloride
1.5 Περιγραφή - Συσκευασία:
Τα δισκία KERLONE είναι λευκά, στρογγυλά, αμφίκυρτα,
διχοτομούμενα, με διάμετρο 9mm και βάρος 245mm περίπου.
Είναι συσκευασμένα σε 1 ή 2 blisters από PVC/ALUMINIUM FOIL των
14 δεκατεσσάρων δισκίων κάθε ένα.
1.6 Φαρμακοθεραπευτική κατηγορία: Αντιϋπερτασικό,
αντιστηθαγχικό.
1.7 Υπεύθυνος κυκλοφορίας: LAVIPHARM HELLAS A.E.
Aγίας Μαρίνας, 190 02 Παιανία,
Αττική.
Τηλ. 210.66.91.000, Fax:
210.66.42.310
1.8 Παρασκευαστής: SANOFI WINTHROP INDUSTRIE, TOURS,
FRANCE
Συσκευαστής: LAVIPHARM A.E.
2. ΤΙ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΓΝΩΡΙΖΕΤΕ ΓΙΑ ΤΟ ΦΑΡΜΑΚΟ ΠΟΥ ΣΑΣ
ΧΟΡΗΓΗΣΕ
Ο ΓΙΑΤΡΟΣ ΣΑΣ.
2.1 Γενικές πληροφορίες:
Το KERLONE αποτελεί έναν αναστολέα των β
1
αδρενεργικών
υποδοχέων με μακρά διάρκεια δράσης. Στις συνήθεις
θεραπευτικές δόσεις δεν ασκεί κατασταλτική δράση επί της
καρδιάς. Επίσης, το KERLONE δεν παρεμβαίνει στο μεταβολισμό
του σακχάρου ούτε στη βρογχοδιασταλτική δράση των β-
1
συμπαθομιμητικών φαρμάκων. Αποτρέπει τα αιφνίδια υπερτασικά
φαινόμενα που παρατηρούνται κατά την προσπάθεια και το
stress.
Το KERLONE απορροφάται ταχέως και πλήρως μετά τη λήψη του
από το στόμα. Χάρη στην ελάχιστη επίδραση πρώτης διόδου,
εξασφαλίζεται υψηλή βιοδιαθεσιμότητα 85% και αποφεύγονται
διακυμάνσεις των συγκεντρώσεων στο αίμα από άτομο σε άτομο.
Η σύνδεση με τις πρωτεΐνες του πλάσματος, που ανέρχεται σε
50% περιορίζει τη δυνατότητα φαρμακευτικών
αλληλεπιδράσεων.
Η ημιπερίοδος ζωής του KERLONE στο αίμα ανέρχεται σε 15-20
ώρες, γεγονός που επιτρέπει την άσκηση της σταθερής
αντιϋπερτασικής δράσης όλο το 24ωρο με μία μόνο λήψη
ημερησίως.
2.2 Ενδείξεις:
- Αρτηριακή υπέρταση, οποιασδήποτε μορφής και βαρύτητας
- Μείωση προσβολών στηθάγχης
2.3 Αντενδείξεις:
- Σοβαρές μορφές άσθματος και χρόνια αποφρακτική
πνευμονοπάθεια,
- Καρδιακή ανεπάρκεια μη ελεγχόμενη με φαρμακευτική αγωγή,
- Καρδιογενές shock,
- Δεύτερου και τρίτου βαθμού κολποκοιλιακός αποκλεισμός σε
ασθενείς που δεν έχουν βηματοδότη,
- Στηθάγχη τύπου Prinzmetal (σε καθαρές μορφές και με
μονοθεραπεία),
- Φλεβοκομβική δυσλειτουργία (συμπεριλαμβανομένου του
φλεβοκομβικού αποκλεισμού),
- Βραδυκαρδία (< 45-50 σφύξεις ανά λεπτό),
- Σοβαρές μορφές φαινομένου Raynaud και περιφερικές
κυκλοφορικές διαταραχές,
- Υπόταση,
- Υπερευαισθησία στη βηταξολόλη
- Ιστορικό αναφυλακτικών αντιδράσεων,
- Μεταβολική οξέωση,
- Συνδυασμός με φλοκταφαινίνη (βλ. παρ. 2.5 Αλληλεπιδράσεις
με άλλα φάρμακα ή ουσίες),
- Συνδυασμός με σουλτοπρίδη (βλ. παρ. 2.5 Αλληλεπιδράσεις με
άλλα φάρμακα ή ουσίες).
2.4 Ειδικές προφυλάξεις και προειδοποιήσεις κατά τη χρήση:
2.4.1 Γενικά:
Η θεραπεία δε θα πρέπει να διακόπτεται απότομα σε ασθενείς
που πάσχουν από στηθάγχη: απότομη διακοπή μπορεί να
προκαλέσει βαριές διαταραχές της καρδιακής συχνότητας,
έμφραγμα του μυοκαρδίου ή αιφνίδιο θάνατο.
2
Για τις ακόλουθες περιπτώσεις, θα πρέπει να λαμβάνονται
ιδιαίτερες προφυλάξεις κατά τη χρήση του KERLONE:
Άσθμα και χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια
Οι β-αναστολείς θα πρέπει να χορηγούνται μόνο για τη θεραπεία
των ήπιων μορφών όπου ένας εκλεκτικός β-αναστολέας
επιλέγεται και χρησιμοποιείται αρχικά σε χαμηλές δοσολογίες.
Συνιστάται ο έλεγχος της πνευμονικής λειτουργίας να διεξάγεται
πριν την έναρξη της θεραπευτικής αγωγής. Βρογχοδιασταλτικά
β
2
-αγωνιστών μπορούν να χρησιμοποιηθούν εάν κατά τη διάρκεια
της αγωγής παρουσιαστούν κρίσεις άσθματος.
Καρδιακή ανεπάρκεια
Σε ασθενείς με καρδιακή ανεπάρκεια η οποία ελέγχεται με
θεραπευτική αγωγή και σε περίπτωση ανάγκης, η βηταξολόλη θα
πρέπει να χορηγηθεί σε πολύ χαμηλή και σταδιακά αυξανόμενη
δοσολογία και μόνο κάτω από αυστηρή ιατρική παρακολούθηση.
Βραδυκαρδία
Η δόση θα πρέπει να μειωθεί εάν η καρδιακή συχνότητα του
ασθενούς κατά την ανάπαυση μειωθεί σε λιγότερες από 50-55
σφύξεις ανά λεπτό και εάν ο ασθενής παρουσιάζει συμπτώματα
που σχετίζονται με βραδυκαρδία.
Κολποκοιλιακός αποκλεισμός 1
ου
βαθμού
Η βηταξολόλη θα πρέπει να χορηγείται με μεγάλη προσοχή στους
ασθενείς εκείνους που εμφανίζουν κολποκοιλιακό αποκλεισμό 1
ου
βαθμού.
Στηθάγχη τύπου
Prinzmetal
Η συχνότητα και η διάρκεια των στηθαγχικών επεισοδίων μπορεί
να αυξηθεί με τους β-αναστολείς στους ασθενείς εκείνους που
πάσχουν από στηθάγχη τύπου Prinzmetal. Ένας καρδιοεκλεκτικός
β
1
-αναστολέας μπορεί να χρησιμοποιηθεί για ήπιες περιπτώσεις,
δεδομένου ότι παράλληλα χορηγείται και ένα αγγειοδιασταλτικό.
Περιφερικές κυκλοφορικές διαταραχές
Οι β-αναστολείς δύναται να οδηγήσουν σε επιδείνωση της
κατάστασης ασθενών που πάσχουν από περιφερικές κυκλοφορικές
διαταραχές (σύνδρομο ή νόσος Raynaud, αρτηρίτιδα ή χρόνια
αποφρακτική αρτηριοπάθεια των κάτω άκρων).
Φαιοχρωμοκύττωμα
Η χρήση των β-αναστολέων στη θεραπεία της υπέρτασης, η
οποία προέρχεται από την αγωγή για φαιοχρωμοκύττωμα απαιτεί
στενή παρακολούθηση της αρτηριακής πίεσης του ασθενούς.
Ψωρίαση
Τα οφέλη από τη χρήση των β-αναστολέων σε ψωριασικούς
ασθενείς θα πρέπει να σταθμίζονται πολύ προσεκτικά λόγω του
ότι έχει αναφερθεί ότι η χρήση β-αναστολέων προκαλεί
επιδείνωση της ψωρίασης.
Αλλεργικές αντιδράσεις
Σε ασθενείς με προδιάθεση εμφάνισης σοβαρών αναφυλακτικών
αντιδράσεων, οποιασδήποτε αιτιολογίας, ιδιαίτερα με
διαγνωστικά μέσα που περιέχουν ιώδιο ή με φλοκταφαινίνη λ.
3
Αλληλεπιδράσεις) ή κατά τη διάρκεια θεραπείας
απευαισθητοποίησης, η θεραπεία με β-αναστολείς μπορεί να
οδηγήσει σε επιδείνωση των αντιδράσεων και ανοχή στη
θεραπεία αυτών με αδρεναλίνη στις συνήθεις δόσεις.
Γενική αναισθησία
Ο αναισθησιολόγος θα πρέπει να ενημερωθεί εάν ο ασθενής
λαμβάνει αγωγή με β-αναστολείς.
Οφθαλμολογικές διαταραχές
Ο β-αδρενεργικός αποκλεισμός μειώνει την ενδοφθάλμια πίεση
και πιθανόν να προκαλέσει παρεμβολές κατά τη διαδικασία της
διάγνωσης του γλαυκώματος. Ο οφθαλμίατρος θα πρέπει να
ενημερωθεί εάν ο ασθενής λαμβάνει βηταξολόλη. Ασθενείς που
λαμβάνουν γενική και ενδοφθαλμική αγωγή με β-αναστολείς θα
πρέπει να παρακολουθούνται λόγω πιθανής εμφάνισης
αθροιστικής δράσης.
Θυρεοτοξίκωση
Οι β-αναστολείς δύναται να καλύψουν τα σημεία
θυρεοτοξίκωσης.
Διαβητικοί ασθενείς (βλ. παρ. 2.5 Αλληλεπιδράσεις με άλλα
φάρμακα ή ουσίες & παρ. 2.9 Ανεπιθύμητες ενέργειες)
Ο ασθενής θα πρέπει ενημερωθεί και να παρακολουθεί πιο
επισταμένα τα επίπεδα της γλυκόζης στο αίμα κατά την έναρξη
της αγωγής. Τα προειδοποιητικά σημεία υπογλυκαιμίας είναι
πιθανόν να παρουσιαστούν σε λανθάνουσα μορφή, ιδιαίτερα η
ταχυκαρδία, το αίσθημα παλμών και η εφίδρωση.
Αθλητές/Αθλήτριες
Η προσοχή των αθλητών/αθλητριών θα πρέπει να στοχεύει στο
γεγονός ότι το φαρμακευτικό αυτό προϊόν περιέχει μια δραστική
ουσία η οποία είναι πιθανόν να προκαλέσει θετική αντίδραση σε
διάφορες μετρήσεις που διεξάγονται για τον έλεγχο λήψης
διεγερτικών ουσιών.
2.4.2 Ηλικιωμένοι (βλ. παρ. 2.6 Δοσολογία και Τρόπος Χορήγησης)
Ιδιαίτερη προσοχή απαιτείται σε ηλικιωμένους ασθενείς ώστε η
αγωγή να ξεκινά με χαμηλή δοσολογία και μόνο κάτω από στενή
παρακολούθηση του ασθενούς.
2.4.3 Παιδιά
Η ασφάλεια και η αποτελεσματικότητα της χρήσης της
βηταξολόλης σε παιδιά δεν έχει τεκμηριωθεί. Για το λόγο αυτό,
δε συνιστάται η χρήση της βηταξολόλης σε παιδιά.
2.4.4 Κύηση:
Η χρήση κατά τη διάρκεια της κύησης δε συνιστάται, εκτός εάν
τα θεραπευτικά οφέλη αντισταθμίζουν τους ενδεχόμενους
κινδύνους, λόγω πιθανής εμφάνισης των κάτωθι:
ενδομήτριος θάνατος εμβρύου
ανώριμος και πρόωρος τοκετός
4
ανεπιθύμητες ενέργειες στο έμβρυο (ιδιαίτερα υπογλυκαιμία
και βραδυκαρδία)
καρδιακές ή πνευμονικές επιπλοκές, βραδυκαρδία,
αναπνευστική δυσφορία και υπογλυκαιμία κατά τη νεογνική
περίοδο.
2.4.5 Γαλουχία:
Η βηταξολόλη απεκκρίνεται στο μητρικό γάλα, συνεπώς ο
θηλασμός δε συνιστάται κατά τη διάρκεια της αγωγής.
2.4.6 Επιδράσεις στην ικανότητα οδήγησης και χειρισμού
μηχανών:
Θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη η πιθανότητα περιστασιακής
εμφάνισης ζάλης ή κόπωσης.
2.5 Αλληλεπιδράσεις με άλλα φάρμακα ή ουσίες:
Συνδυασμοί που αντεδείκνυνται:
Φλοκταφαινίνη, Σουλτοπρίδη.
Συνδυασμοί που δε συνιστώνται:
Αμιωδαρόνη, Δακτυλίτιδα, Βεραπαμίλη.
Συνδυασμοί που απαιτούν προσοχή:
Πτητικά αλογενή αναισθητικά, αποκλειστές των διαύλων
ασβεστίου (βεπριδίλη, διλτιαζέμη βεραπαμίλη και
μεμπεφραδίλη), αντιαρρυθμικά φάρμακα (προπαφαινόνη και
κλάση Ια: κινιδίνη, υδροκινιδίνη και δισοπυραμίδη), βακλοφαίνη,
ινσουλίνη και υπογλυκαιμικές σουλφοναμίδες, λιδοκαΐνη,
διαγνωστικά μέσα που περιέχουν ιώδιο.
Συνδυασμοί που θα πρέπει να ληφθούν υπόψη:
Μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη φάρμακα ΣΑΦ), αποκλειστές
των διαύλων ασβεστίου ιϋδροπυριδίνες όπως η νιφεδιπίνη),
αντικαταθλιπτικά που σχετίζονται με ιμιπραμίνη ρικυκλικά),
νευροληπτικά, κορτικοστεροειδή και τετρακοσακτίδη,
μεφλοκίνη, συμπαθομιμητικοί παράγοντες, κλονιδίνη.
2.6 Δοσολογία και τρόπος χορήγησης:
Τρόπος χορήγησης: Λαμβάνεται από το στόμα.
Η δοσολογία πρέπει να εξατομικεύεται ανάλογα με τις ανάγκες
κάθε ασθενούς.
Συνήθης δοσολογία: 1 δισκίο των 20 mg ημερησίως.
Η ώρα και η φύση των γευμάτων δεν επηρεάζουν την
βιοδιαθεσιμότητα του KERLONE. Στο πίσω μέρος του blister στη
θέση κάθε δισκίου είναι τυπωμένη μια ημέρα της εβδομάδας, για
να διευκολύνεται ο ασθενής στην καθημερινή λήψη του
φαρμάκου.
Δοσολογία σε περιπτώσεις νεφρικής ή ηπατικής ανεπάρκειας:
Σε περιπτώσεις νεφρικής ανεπάρκειας (μέχρι τιμής κάθαρσης
κρεατινίνης 20 ml/min) δεν είναι απαραίτητη η προσαρμογή της
δοσολογίας. Ωστόσο, συνιστάται κλινική παρακολούθηση κατά
5
την έναρξη της θεραπείας μέχρις ότου σταθεροποιηθούν τα
επίπεδα του φαρμάκου στο αίμα (4 ημέρες κατά μέσο όρο).
Σε περιπτώσεις χρόνιας αιμοκάθαρσης ιματικής ή
περιτοναϊκής) η συνιστώμενη αρχική δοσολογία ανέρχεται σε 10
mg ημερησίως, που χορηγούνται ανεξάρτητα από το ρυθμό και
τις ώρες των συνεδριών της εξωνεφρικής κάθαρσης.
Σε περιπτώσεις ηπατικής ανεπάρκειας δεν απαιτείται
τροποποίηση της δοσολογίας. Επιθυμητή είναι ωστόσο η κλινική
παρακολούθηση κατά την αρχή της θεραπείας.
2.7 Υπερδοσολογία - Αντιμετώπιση:
Σε περιπτώσεις βραδυκαρδίας ή μεγάλης πτώσης της
αρτηριακής πίεσης, θα πρέπει να χορηγηθούν τα ακόλουθα:
Ατροπίνη: 1 έως 2 mg ενδοφλεβίως
Γλυκαγόνη: 1 mg, κατ’ επανάληψη εάν θεωρηθεί
απαραίτητο
ακολουθούμενη, εάν απαιτείται, από ισοπρεναλίνη 25 μg με
αργή έγχυση ή δοβουταμίνη 2,5 έως 10 μg/kg/min.
Σε περιπτώσεις ανεπάρκειας αντιρροπήσεως της καρδιάς σε
νεογνά που γεννήθηκαν από μητέρες που λάμβαναν αγωγή με β-
αναστολείς κατά την κύηση:
Γλυκαγόνη: 0,3 mg/kg
Νοσοκομειακή περίθαλψη σε μονάδα εντατικής θεραπείας
Ισοπρεναλίνη και δοβουταμίνη: η παρατεταμένη αγωγή και
γενικά οι υψηλές δοσολογίες απαιτούν εξειδικευμένη
νοσοκομειακή παρακολούθηση.
2.8 Τι πρέπει να γνωρίζετε στην περίπτωση που παραλείψατε
να λάβετε κάποια δόση:
Εάν πρέπει να λαμβάνετε το φάρμακο σε τακτά χρονικά
διαστήματα και παραλείψατε μία δόση, θα πρέπει να λάβετε τη
δόση αυτή το συντομότερο δυνατό. Εάν εν’ τούτοις πλησιάζει η
ώρα για την επόμενη δόση, μη λάβετε τη δόση που παραλείψατε,
αλλά συνεχίστε κανονικά τη θεραπεία.
ΜΗ ΔΙΠΛΑΣΙΑΖΕΤΕ ΤΙΣ ΔΟΣΕΙΣ.
2.9 Ανεπιθύμητες ενέργειες:
Συνθήκη συχνότητας βάσει MedDRA
Πολύ συχνές (1/10)
Συχνές (1/100 έως <1/10)
Μη συχνές (1/1000 έως <1/100)
Σπάνιες (1/10000 έως <1/1000)
Πολύ σπάνιες (<1/10000)
μη γνωστέςεν μπορούν να αξιολογηθούν βάσει των διαθέσιμων
δεδομένων)
-
Διαταραχές δέρματος και υποδόριων ιστών:
Σπάνιες: δερματικές αντιδράσεις συμπεριλαμβανομένου του
ψωριασιοειδούς εξανθήματος ή επιδείνωση της ψωρίασης.
6
-
Διαταραχές νευρικού συστήματος:
Συχνές: ζάλη, κεφαλαλγία.
Πολύ σπάνιες: παραισθησία των άκρων.
-
Διαταραχές της όρασης:
Πολύ σπάνιες: αδύνατη όραση.
-
Ψυχιατρικές διαταραχές:
Συχνές: αδυναμία, αϋπνία.
Σπάνιες: καταθλιπτική νόσος.
Πολύ σπάνιες: παραισθήσεις, σύγχυση, εφιάλτες.
-
Γαστρεντερικές διαταραχές:
Συχνές: γαστραλγία, διάρροια, ναυτία και έμετος.
-
Διαταραχές του μεταβολισμού και της θρέψης:
Πολύ σπάνιες: υπογλυκαιμία, υπεργλυκαιμία.
-
Καρδιακές διαταραχές:
Συχνές: βραδυκαρδία, πιθανόν σοβαρή.
Σπάνιες: καρδιακή ανεπάρκεια, πτώση της αρτηριακής
πίεσης, μείωση της κολποκοιλιακής αγωγιμότητας ή ενίσχυση
του υπάρχοντος κολποκοιλιακού αποκλεισμού.
-
Αγγειακές διαταραχές:
Συχνές: κρύα άκρα.
Σπάνιες: σύνδρομο Raynaud, επιδείνωση της υπάρχουσας
διαλείπουσας χωλότητας.
-
Αναπνευστικές διαταραχές:
Σπάνιες: βρογχόσπασμος.
-
Διαταραχές στην αναπαραγωγή:
Συχνές: ανικανότητα.
Εργαστηριακά ευρήματα
Σε σπάνιες περιπτώσεις, έχει παρατηρηθεί εμφάνιση
αντιπυρηνικών αντισωμάτων, που συνοδεύεται από κλινικά σημεία
όπως, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, συστηματικός ερυθηματώδης
λύκος και υποχώρηση κατά τη διακοπή της αγωγής.
2.10 Ημερομηνία λήξης του προϊόντος:
Αναγράφεται στην εξωτερική συσκευασία.
Σε περίπτωση που η ημερομηνία αυτή έχει παρέλθει, μη
χρησιμοποιήσετε το προϊόν.
2.11 Ιδιαίτερες προφυλάξεις για τη φύλαξη του προϊόντος:
7
Διατηρείται σε θερμοκρασία περιβάλλοντος, σε ξηρό και δροσερό
μέρος, αποφεύγοντας την απ’ ευθείας έκθεση στο φως.
2.12 Ημερομηνία τελευταίας αναθεώρησης του φύλλου οδηγιών :
3. ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΟΡΘΟΛΟΓΙΚΗ ΧΡΗΣΗ ΤΩΝ
ΦΑΡΜΑΚΩΝ
Το φάρμακο αυτό σας το έγραψε ο γιατρός σας μόνο για το
συγκεκριμένο ιατρικό σας πρόβλημα. Δε θα πρέπει να το δίνετε
σε άλλα άτομα ή να το χρησιμοποιείτε για κάποια άλλη
πάθηση, χωρίς προηγουμένως να έχετε συμβουλευτεί το
γιατρό σας.
Εάν κατά τη διάρκεια της θεραπείας εμφανιστεί κάποιο
πρόβλημα με το φάρμακο, ενημερώστε αμέσως το γιατρό σας
ή το φαρμακοποιό σας.
Εάν έχετε οποιαδήποτε ερωτηματικά γύρω από τις
πληροφορίες που αφορούν στο φάρμακο που λαμβάνετε ή
χρειάζεστε καλύτερη ενημέρωση για το ιατρικό σας πρόβλημα
μη διστάσετε να ζητήσετε τις πληροφορίες αυτές από το
γιατρό σας ή το φαρμακοποιό σας.
Για να είναι αποτελεσματικό και ασφαλές το φάρμακο που σας
χορηγήθηκε θα πρέπει να λαμβάνεται σύμφωνα με τις οδηγίες
που σας δόθηκαν.
Για την ασφάλειά σας και την υγεία σας είναι απαραίτητο να
διαβάσετε με προσοχή κάθε πληροφορία που αφορά στο
φάρμακο που σας χορηγήθηκε.
Να μη διατηρείτε τα φάρμακα σε ερμάρια του λουτρού, διότι η
ζέστη και η υγρασία μπορεί να αλλοιώσουν το φάρμακο και να
το καταστήσουν επιβλαβές για την υγεία σας.
Να μην κρατάτε φάρμακα που δεν τα χρειάζεστε πλέον ή που
ήδη έχουν λήξει.
Για μεγαλύτερη ασφάλεια κρατάτε όλα τα φάρμακα σε ασφαλές
μέρος μακριά από τα παιδιά.
4. ΤΡΟΠΟΣ ΔΙΑΘΕΣΗΣ
Το φάρμακο αυτό χορηγείται μόνο με ιατρική συνταγή.
8