Παρακεταμόλη
Δόσεις της παρακεταμόλης οι οποίες είναι υπό άλλες συνθήκες ακίνδυνες, μπορεί να
προκαλέσουν ηπατική βλάβη εάν ληφθούν μαζί με φάρμακα που προκαλούν ενζυμική
επαγωγή όπως συγκεκριμένα υπνωτικά και αντιεπιληπτικά (π.χ. γλουταιθιμίδη,
φαινοβαρβιτάλη, φαινυτοΐνη, καρβαμαζεπίνη) καθώς και με ριφαμπικίνη. Το ίδιο
ισχύει σε σχέση με τις δυνητικά ηπατοτοξικές ουσίες και την κατάχρηση αλκοόλ
(δείτε παράγραφο Εάν πάρετε μεγαλύτερη δόση Lonarid N από την κανονική).
Ο συνδυασμός με χλωραμφαινικόλη μπορεί να προκαλέσει αύξηση του χρόνου
ημίσειας ζωής της χλωραμφαινικόλης με κίνδυνο αυξημένης τοξικότητας.
Η κλινική σχέση των αλληλεπιδράσεων μεταξύ της παρακεταμόλης και της
βαρφαρίνης καθώς και των παραγώγων της κουμαρίνης δεν μπορεί να εκτιμηθεί
ακόμη. Ως εκ τούτου, η μακροχρόνια χρήση παρακεταμόλης σε ασθενείς που
λαμβάνουν από του στόματος αντιπηκτικά συνιστάται μόνο κάτω από ιατρική
παρακολούθηση.
Η ταυτόχρονη χρήση της παρακεταμόλης και της zidovudine (ΑΖΤ ή retrovier) αυξάνει
την τάση μείωσης της λευκοκυττάρων (ουδετεροπενία). Ως εκ τούτου, το Lonarid N θα
πρέπει να λαμβάνεται μαζί με ΑΖΤ κατόπιν ιατρικής συμβουλής.
Η λήψη της προβενεσίδης αναστέλλει τη δέσμευση της παρακεταμόλης στο
γλυκουρονικό οξύ και έτσι μειώνει την κάθαρση της παρακεταμόλης κατά 2 φορές
περίπου. Ως εκ τούτου, η δόση της παρακεταμόλης θα πρέπει να μειώνεται κατά τη
διάρκεια της ταυτόχρονης χορήγησης με προβενεσίδη.
Η χολεστυραμίνη μειώνει την απορρόφηση της παρακεταμόλης.
Επίδραση στις εργαστηριακές τιμές:
Η λήψη της παρακεταμόλης μπορεί να επηρεάσει τον προσδιορισμό του ουρικό οξέος
με χρήση του φωσφοροβολφραμικού οξέος και τη μέτρηση του σακχάρου αίματος με
χρήση γλυκοζοοξειδάσης-υπεροξειδάσης.
Κωδεΐνη
Οι ασθενείς που λαμβάνουν άλλα ναρκωτικά αναλγητικά, αντιψυχωσικά, ηρεμιστικά
ή άλλα κατασταλτικά του ΚΝΣ (συμπεριλαμβανομένου του αλκοόλ) ταυτόχρονα με
το Lonarid N (το οποίο περιέχει κωδεΐνη) μπορεί να εμφανίσουν αυξημένη καταστολή
του ΚΝΣ.
Οι επιδράσεις που σχετίζονται με καταστολή του ΚΝΣ και του αναπνευστικού
μπορεί να αυξηθούν με ταυτόχρονη χορήγηση αλκοόλ ή άλλων κατασταλτικών του
ΚΝΣ φαρμάκων όπως κατασταλτικά, υπνωτικά ή ψυχοτρόπα φάρμακα
(φαινοθειαζίνες π.χ. χλωροπρομαζίνη, θειοριδαζίνη, περφαιναζίνη) και
αντιισταμινικά (π.χ. προμεθαζίνη, μεκλοζίνη) αντιϋπερτασικά και άλλα αναλγητικά.
Καταστολή του αναπνευστικού επαγόμενη από την κωδεΐνη μπορεί να αυξηθεί από
τρικυκλικά αντικαταθλιπτικά (ιμιπραμίνη, αμιτρυπτιλίνη) και οπιπραμόλη.
Εφόσον η ταυτόχρονη χορήγηση αναστολέων της ΜΑΟ π.χ. τρανυλκυπρομίνη, μπορεί
να οδηγήσει σε πρόκληση επιδράσεων από το Κεντρικό Νευρικό Σύστημα και σε
άλλες ανεπιθύμητες ενέργειες απρόβλεπτης βαρύτητας, το Lonarid N δεν πρέπει να
χρησιμοποιείται για χρονικό διάστημα δύο εβδομάδων μετά το τέλος της θεραπείας
με αναστολείς της ΜΑΟ.
Η επίδραση των αναλγητικών μπορεί επίσης να αυξηθεί.
Κατά την ταυτόχρονη χορήγηση με οπιοειδή που είναι μερικοί
αγωνιστές/ανταγωνιστές (π.χ. βουπρενορφίνη, πενταζοκίνη), είναι πιθανό να
εμφανιστεί εξασθένιση της επίδρασης του Lonarid N.
Η σιμετιδίνη και άλλα φάρμακα που επηρεάζουν τον μεταβολισμό από το ήπαρ
μπορεί να αυξήσουν την επίδραση του Lonarid N. Κατά τη διάρκεια αγωγής με
4