
Αναπνευστικό σύστημα: Έχει τεκμηριωθεί ότι η εναλαπρίλη προκαλεί βήχα σε σημαντικό αριθμό
ασθενών. Έχουν αναφερθεί σπάνια δύσπνοια, κολπίτιδα, ρινίτιδα, γλωσσίτιδα, βρογχίτιδα και
βρογχόσπασμος. Σε μεμονωμένες περιπτώσεις, αγγειονευρωτικό οίδημα που περιλαμβάνει τους
ανώτερους αεραγωγούς, έχει προκαλέσει θανατηφόρο απόφραξη.
Γαστρεντερικό σύστημα: Περιστασιακά μπορεί να εμφανιστούν ναυτία, διάρροια, έμετος,
δυσπεψία, κοιλιακό άλγος, δυσκοιλιότητα και ξηροστομία. Έχουν περιγραφεί σε σχέση με τη
θεραπεία με εναλαπρίλη, μεμονωμένες περιπτώσεις χολοστατικού ίκτερου, ηπατίτιδας,
παγκρεατίτιδας και ειλεού.
Δέρμα, αγγεία: Περιστασιακά μπορεί να συμβούν αλλεργικές αντιδράσεις και αντιδράσεις
υπερευαισθησίας όπως εξάνθημα, κνησμός, κνίδωση, πολύμορφο ερύθημα, σύνδρομο Stevens-
Johnson, τοξική επιδερμική νεκρόλυση, εξανθηματική ψωρίαση, αλωπεκία. Αυτά μπορεί να
συνοδεύονται από πυρετό, μυαλγία, αρθραλγία, ηωσινοφιλία, κα/ή αυξημένους τίτλους ΑΝΑ
(αντιπυρηνικών αντισωμάτων). Οι αναστολείς του ΜΕΑ έχουν συσχετισθεί με την έναρξη
αγγειονευρωτικού οιδήματος, το οποίο περιλαμβάνει το πρόσωπο και τους ιστούς του
ρινοφάρυγγα, σε ένα μικρό υποσύνολο ασθενών.
Νευρικό σύστημα: Περιστασιακά πονοκέφαλοι, ζαλάδες, αίσθημα κόπωσης, σπάνια κατάθλιψη,
διαταραχές του ύπνου, παραισθησίες, ανικανότητα, διαταραχές της ισορροπίας, σύγχυση,
εμβοές, θόλωση της όρασης και διαταραχές της γεύσης.
Φαρμακολογικές/Εργαστηριακές παράμετροι: Μπορεί να παρουσιαστεί αύξηση της ουρίας του
αίματος και της κρεατινίνης του πλάσματος, που είναι αναστρέψιμες μετά τη διακοπή του
φαρμάκου, ειδικά σε παρουσία νεφρικής ανεπάρκειας, σοβαρής καρδιακής ανεπάρκειας και
νεφραγγειακής υπέρτασης.
‘Εχουν αναφερθεί σε λίγους ασθενείς μειώσεις των επιπέδων της αιμοσφαιρίνης, του αιματοκρίτη
και του αριθμού των αιμοπεταλίων και των λευκών αιμοσφαιρίων και σε μεμονωμένες
περιπτώσεις ακοκκιοκυττάρωση ή πανκυτταροπενία, καθώς και αύξηση των ενζύμων του ήπατος
και της χολερυθρίνης του ορού. Σε ασθενείς με συγγενή ανεπάρκεια της G-6-PDH έχουν
αναφερθεί μεμονωμένες περιπτώσεις αιμολυτικής αναιμίας.
Υδροχλωροθειαζίδη: Ανορεξία, γαστρικός ερεθισμός, ίκτερος (ενδοηπατικός χολοστατικός
ίκτερος), παγκρεατίτιδα, σιελοαδενίτιδα, ξανθοψία, λευκοπενία, ακοκιοκυτταραιμία, απλαστική
αναιμία, πορφύρα, φωτοευαισθησία, πυρετός, κνίδωση, νεκρωτική αγγειΐτιδα, αιμολυτική αναιμία,
αναπνευστική δυσχέρεια (περιλαμβανομένης της πνευμονίτιδας και του πνευμονικού οιδήματος),
διάμεσος νεφρίτιδα, αναφυλακτική αντίδραση, γλυκοζουρία, διαταραχή των ηλεκτρολυτών
περιλαμβανομένης της υπονατριαιμίας, ανησυχία, μυϊκός σπασμός, παροδικό θάμβος της
όρασης.
Κλινικές ανεπιθύμητες ενέργειες άγνωστης αιτιολογικής συσχέτισης: Άλλες ανεπιθύμητες
ενέργειες έχουν παρατηρηθεί σε κλινικές μελέτες όταν το Penopril
ή η εναλαπρίλη χορηγήθηκαν
μόνα τους ή ταυτόχρονα με άλλα φάρμακα, κάτω από περιστάσεις όπου μια αιτιολογική
συσχέτιση δεν θα μπορούσε να τεκμηριωθεί. Αυτές περιλαμβάνουν περιοδικά ισχαιμικά
επεισόδια, δυστονία, εξελκώσεις στο στόμα, αίσθημα καύσου στο στόμα, πόνο στην πλάτη,
ουρολοιμώξεις.
2.9 Τι πρέπει να γνωρίζετε στην περίπτωση που παραλείψατε να πάρετε κάποια δόση
Εάν παραλείψατε να πάρετε μια δόση θα πρέπει να λάβετε τη δόση αυτή το ταχύτερο δυνατό.
Εάν, όμως πλησιάζει η ώρα για την επόμενη δόση μη λάβετε τη δόση που παραλείψατε, αλλά
συνεχίστε κανονικά τη θεραπεία. Μην διπλασιάζετε τις δόσεις.
2.10 Ημερομηνία λήξης του προϊόντος
Αναγράφεται στην εξωτερική και εσωτερική συσκευασία. Σε περίπτωση που η ημερομηνία αυτή
έχει παρέλθει μην χρησιμοποιήσετε το προϊόν.
6