Η λασιδιπίνη δεν θα πρέπει να χρησιμοποιείται κατά τη διάρκεια της κύησης παρά μόνο
αν το πιθανό όφελος για τη μητέρα αντισταθμίζει τον πιθανό κίνδυνο ανεπιθύμητων
ενεργειών για το έμβρυο ή το νεογνό.
Θα πρέπει επίσης να λαμβάνεται υπ’ όψη η πιθανότητα ότι η λασιδιπίνη μπορεί να
προκαλέσει χάλαση των λείων μυϊκών ινών της μήτρας κατά τη διάρκεια του τοκετού.
Γαλουχία:
Μελέτες σε ζώα που αφορούσαν την απέκκριση του φαρμάκου στο γάλα, έχουν δείξει ότι
η λασιδιπίνη (ή οι μεταβολίτες της) πιθανόν να απεκκρίνονται στο μητρικό γάλα.
Η λασιδιπίνη δεν θα πρέπει να χρησιμοποιείται κατά τη διάρκεια της γαλουχίας παρά
μόνο αν το πιθανό όφελος για τη μητέρα αντισταθμίζει τον πιθανό κίνδυνο ανεπιθύμητων
ενεργειών για το νεογνό.
2.4.3 Χρήση σε παιδιά
Δεν υπάρχει εμπειρία για τη χρήση της λασιδιπίνης σε παιδιά.
2.4.4 Επιδράσεις στην ικανότητα οδήγησης και χειρισμού μηχανών
Η λασιδιπίνη μπορεί να προκαλέσει ζάλη. Οι ασθενείς θα πρέπει να προειδοποιούνται να
μην οδηγούν και να μην χειρίζονται μηχανές, εάν παρουσιάσουν ζάλη ή παρόμοια
συμπτώματα.
2.5 Αλληλεπιδράσεις με άλλα φάρμακα ή ουσίες
Σύγχρονη χορήγηση λασιδιπίνης με άλλους παράγοντες που είναι γνωστό ότι έχουν
υποτασική δράση περιλαμβανομένων των αντιϋπερτασικών παραγόντων (π.χ.
διουρητικά, και β-αδρενεργικούς αναστολείς ή αναστολείς ΜΕΑ), δύναται να προκαλέσει
επιπρόσθετη υποτασική δράση.
Τα επίπεδα της λασιδιπίνης στο πλάσμα δύναται να αυξηθούν με τη σύγχρονη χορήγηση
σιμετιδίνης.
Η λασιδιπίνη συνδέεται με τις πρωτεΐνες, αλβουμίνη και α
1
-οξυγλυκοπρωτεΐνη, σε μεγάλο
βαθμό (>95%). Σε μελέτες δεν έχουν διαπιστωθεί ειδικά προβλήματα αλληλεπίδρασης με
συνήθεις αντιϋπερτασικούς παράγοντες όπως π.χ. διουρητικά ή με διγοξίνη,
τολβουταμίδη, βαρφαρίνη.
Η λασιδιπίνη, δεν πρέπει να λαμβάνεται με χυμό από grapefruit επειδή μπορεί να
μεταβληθεί η βιοδιαθεσιμότητα της.
Σε κλινικές μελέτες σε ασθενείς με μεταμόσχευση νεφρού στους οποίους χορηγείται
κυκλοσπορίνη, η λασιδιπίνη ανέστρεψε τη μειωμένη νεφρική ροή και σπειραματική
διήθηση που προκαλεί η κυκλοσπορίνη.
Η λασιδιπίνη πρέπει επίσης να χρησιμοποιείται με προσοχή σε ασθενείς οι οποίοι
λαμβάνουν συγχρόνως φάρμακα που είναι γνωστό ότι επιμηκύνουν το QT διάστημα,
όπως αντιαρρυθμικά τάξης Ι και ΙΙΙ, τρικυκλικά αντικαταθλιπτικά, μερικά αντιψυχωσικά,
αντιβιοτικά (π.χ. ερυθρομυκίνη) και μερικά αντιισταμινικά (π.χ. τερφεναδίνη).
Η λασιδιπίνη μεταβολίζεται από το κυττόχρωμα CYP3A4 και, ως εκ τούτου, σύγχρονη
χορήγηση ουσιών που προκαλούν σημαντική αναστολή ή επαγωγή του κυττοχρώματος
CYP3A4 (π.χ ριφαμπικίνη, ιτρακοναζόλη), μπορεί να επηρεάσει το μεταβολισμό και την
αποβολή της λασιδιπίνης.
Η ταυτόχρονη χρήση λασιδιπίνης και κορτικοστεροειδών ή τετρακοσακτίδης μπορεί να
μειώσει την αντιυπερτασική δράση.
3