Εμβόλια και ανατοξίνες: Λόγω του ότι τα κορτικοστεροειδή αναστέλλουν
την ανοσολογική αντίδραση, το φάρμακο μπορεί να προκαλέσει μειωμένη
ανταπόκριση στις ανατοξίνες και στα εμβόλια, που περιέχουν ζωντανούς ή
αδρανοποιημένους μικροοργανισμούς. Επιπρόσθετα, τα κορτικοστεροειδή
μπορεί να προκαλέσουν πολλαπλασιασμό ορισμένων ζωντανών
μικροοργανισμών που περιέχονται σε αραιωμένα εμβόλια, ενώ δόσεις
μεγαλύτερες των φυσιολογικών μπορεί να επιδεινώσουν νευρολογικές
αντιδράσεις προκαλούμενες από ορισμένα εμβόλια. Κατά τη διάρκεια
θεραπείας με κορτικοστεροειδή οι ασθενείς δεν πρέπει να εμβολιάζονται κατά
της ευλογιάς. Η συνήθης χρήση εμβολίων ή ανατοξινών πρέπει γενικά να
αναβάλλεται μέχρι να διακοπεί η χορήγηση των κορτικοστεροειδών. Εφ' όσον
είναι απαραίτητος ο εμβολιασμός σε ασθενή που υποβάλλεται σε θεραπεία με
κορτικοστεροειδή, μπορεί να χρειαστεί η εκτέλεση ορολογικών δοκιμασιών
προς επιβεβαίωση επαρκούς ανοσολογικής ανταπόκρισης, καθώς και η
επιπρόσθετη χορήγηση δόσεων των εμβολίων ή ανατοξινών.
Άλλες αλληλεπιδράσεις: Με εφεδρίνη μειώνεται η δραστικότητα των
γλυκοκορτικοστεροειδών, με το οινόπνευμα ενισχύεται η ελκογόνος δράση
τους, ενώ με την ινσουλίνη ή αντιδιαβητικά από του στόματος απαιτείται
αύξηση των δόσεών τους, διότι τα κορτικοστεροειδή προκαλούν υπεργλυκαιμία
και απορρυθμίζουν τον σακχαρώδη διαβήτη.
Ασυμβατότητες
Για να αποφεύγονται προβλήµατα συµβατότητας και σταθερότητας, συνιστάται
η νατριοηλεκτρική µεθυλπρεδνιζολόνη να χορηγείται χωριστά από άλλα
φάρµακα που χορηγούνται ενδοφλέβια. Τα φάρμακα που έχουν φυσική
ασυμβατότητα με το διάλυμα νατριοηλεκτρικής μεθυλπρεδνιζολόνης
περιλαμβάνουν αλλά δεν περιορίζονται σε: νατριούχο αλλοπουρινόλη,
υδροχλωρική δοξαπράμη, τιγεκυκλίνη, υδροχλωρική διλτιαζέμη, γλυκονικό
ασβέστιο, βρωμιούχο βεκουρόνιο, βρωμιούχο ροκουρόνιο, βεσυλικό
σιζατρακούριο, γλυκοπυρολάτη και τη προποφόλη. (Για περισσότερες
πληροφορίες, βλ. παράγραφο 6.2.)
4.6 Γονιμότητα, κύηση και γαλουχία
Γονιμότητα
Μελέτες σε ζώα έχουν καταδείξει ότι τα κορτικοστεροειδή επηρεάζουν τη
γονιμότητα (βλ. παράγραφο 5.3).
Κύηση
Μελέτες σε ζώα έχουν καταδείξει ότι όταν τα κορτικοστεροειδή χορηγούνται
στη μητέρα σε υψηλές δόσεις, ενδέχεται να προκαλέσουν δυσπλασίες στο
έμβρυο. Ωστόσο, τα κορτικοστεροειδή δε φαίνεται να προκαλούν συγγενείς
ανωμαλίες όταν χορηγούνται σε έγκυες γυναίκες. Εφόσον δεν έχουν
πραγματοποιηθεί επαρκείς μελέτες αναπαραγωγής με νατριοηλεκτρική
μεθυλπρεδνιζολόνη σε ανθρώπους, αυτό το φαρμακευτικό προϊόν πρέπει να
χρησιμοποιείται κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, μόνο μετά από προσεκτική
αξιολόγηση του λόγου οφέλους-κινδύνου για τη μητέρα και το έμβρυο.
Μερικά κορτικοστεροειδή διαπερνούν εύκολα το φραγμό του πλακούντα. Σε μία
αναδρομική μελέτη υπήρξε αυξημένη συχνότητα εμφάνισης χαμηλού βάρους
γέννησης σε βρέφη που γεννήθηκαν από μητέρες που λάμβαναν
κορτικοστεροειδή. Τα βρέφη που γεννιούνται από μητέρες οι οποίες έχουν λάβει
σημαντικές δόσεις κορτικοστεροειδών κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης