ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΙΟΝΤΟΣ
1. ΟΝΟΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΟΥ ΠΡΟΙΟΝΤΟΣ
Bezalip
®
2. ΠΟΙΟΤΙΚΗ ΚΑΙ ΠΟΣΟΤΙΚΗ ΣΥΝΘΕΣΗ
Κάθε δισκίο παρατεταμένης αποδέσμευσης περιέχει 400 mg
bezafibrate.
Για τον πλήρη κατάλογο των εκδόχων βλ. παρ. 6.1.
3. ΦΑΡΜΑΚΟΤΕΧΝΙΚΗ ΜΟΡΦΗ
Δισκίο παρατεταμένης αποδέσμευσης.
4. ΚΛΙΝΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
Θεραπευτικές ενδείξεις
To Bezalip
®
ενδείκνυται ως συμπλήρωμα της δίαιτας και άλλων μη
φαρμακολογικών θεραπειών (πχ. άσκησης, μείωσης βάρους) για τις
ακόλουθες περιπτώσεις:
- Θεραπεία της σοβαρής υπερτριγλυκεριδαιμίας με ή χωρίς
χαμηλή HDL χοληστερόλη.
- Μεικτού τύπου υπερλιπιδαιμία, όταν μια στατίνη
αντενδείκνυται ή δε γίνεται ανεκτή.
Υπάρχουν στοιχεία που φανερώνουν ότι η αγωγή με φιβράτες
μπορεί να μειώσει τα επεισόδια στεφανιαίας νόσου, αλλά δεν έχει
αποδειχτεί ότι οι φιβράτες μειώνουν τη θνησιμότητα κάθε αιτίου
στην πρωτογενή ή δευτερογενή πρόληψη της καρδιαγγειακής
νόσου.
Δοσολογία και τρόπος χορήγησης
Εάν δεν έχει δοθεί οδηγία ιατρού, ένα δισκίο παρατεταμένης
αποδέσμευσης μια φορά την ημέρα. Τα δισκία να λαμβάνονται το
πρωί ή το βράδυ μετά τα γεύματα. Τα δισκία λαμβάνονται
ολόκληρα, με τη βοήθεια επαρκούς ποσότητας κάποιου υγρού.
Αντενδείξεις
- Ηπατική νόσος (εκτός επί λιπώδους ήπατος, το οποίο συχνά
συνοδεύει την υπερτριγλυκεριδαιμία).
- Χολοκυστοπάθειες με ή χωρίς χολολιθίαση, δεδομένου ότι δεν
μπορεί να αποκλειστεί ενδεχόμενη συμμετοχή του ήπατος.
- Νεφρωσικό σύνδρομο
1
- Ασθενείς με νεφρική δυσλειτουργία (κρεατινίνη ορού άνω των
1,5 mg/100ml) (135 μmol/l) ή κάθαρση κρεατινίνης μικρότερη
των 60 ml/min και ασθενείς υπό αιμοκάθαρση.
- Ταυτόχρονη λήψη αναστολέων της HMG CoA αναγωγάσης σε
ασθενείς με προδιαθεσικούς παράγοντες για μυοπάθεια, όπως
π.χ. νεφρική δυσλειτουργία, σοβαρή λοίμωξη, κακώσεις,
χειρουργική επέμβαση και διαταραχές του ισοζυγίου ορμονών ή
ηλεκτρολυτών.
- Γνωστή υπερευαισθησία στη βεζαφιβράτη ή σε οποιοδήποτε
συστατικό του φαρμάκου ή σε άλλες φιβράτες.
- Γνωστές φωτοαλλεργικές ή φωτοτοξικές αντιδράσεις στις
φιβράτες.
- Κύηση και γαλουχία (βλέπε παρ. 4.6).
Ειδικές προειδοποιήσεις και προφυλάξεις κατά τη χρήση
- Η συμμόρφωση με τη δίαιτα και με τα άλλα μέτρα βελτίωσης
των διαταραχών των λιπιδίων (όπως η σωματική
δραστηριότητα, η απώλεια σωματικού βάρους, και η επαρκής
αντιμετώπιση άλλων μεταβολικών διαταραχών π.χ. του διαβήτη
ή της ουρικής αρθρίτιδας) είναι εξαιρετικής σημασίας.
- Η ανταπόκριση του ασθενούς στη θεραπεία θα πρέπει να
παρακολουθείται σε τακτά χρονικά διαστήματα. Εάν εντός 3
έως 4 μηνών δεν έχει επιτευχθεί επαρκής ανταπόκριση, η
θεραπεία θα πρέπει να διακόπτεται.
- Καθώς η κλινική εμπειρία στα παιδιά είναι περιορισμένη, η
απόφαση για χρήση της βεζαφιβράτης στα παιδιά θα πρέπει να
σταθμίζεται με ιδιαίτερη προσοχή. Δεν ορίζεται συνιστώμενη
δοσολογία για τα παιδιά.
- Δεδομένου ότι η λήψη οιστρογόνων μπορεί να οδηγήσει σε
αύξηση των τιμών των λιπιδίων του αίματος, η χορήγηση του
Bezalip
®
σε γυναίκες υπό οιστρογόνα ή αντισυλληπτικά
περιέχοντα οιστρογόνο, θα πρέπει να γίνεται με μεγάλη σκέψη
και σε εξατομικευμένη βάση
- Κατά τη διάρκεια της θεραπείας συνιστάται παρακολούθηση
των επιπέδων των λιπιδίων και των τρανσαμινασών του ορού.
- Σε ασθενείς με υπολευκωματιναιμία π.χ. νεφρωσικό σύνδρομο,
και σε ασθενείς με επηρεασμένη νεφρική λειτουργία, τα δισκία
παρατεταμένης αποδέσμευσης βεζαφιβράτης θα πρέπει να
αντικατασταθούν από δισκία βεζαφιβράτης σε μειωμένη
δοσολογία και η νεφρική λειτουργία πρέπει να παρακολουθείται
συχνά. Σε ασθενείς με υπάρχουσα-νεφρική ανεπάρκεια, μπορεί
να αναπτυχθεί οξεία νεφρική ανεπάρκεια εάν οι συστάσεις
δοσολογίας σύμφωνα με την παρουσίαση της κρεατινίνης ορού
ή της κάθαρσης κρεατινίνης δεν ακολουθούνται
αυστηρά.
- Μπορεί να εμφανιστούν μυϊκή αδυναμία, μυαλγία και μυϊκές
κράμπες, συχνά συνοδευόμενα από αξιόλογη αύξηση της
κρεατινοκινάσης (CK). Σε μεμονωμένες περιπτώσεις έχει
παρατηρηθεί σοβαρή μυϊκή βλάβη (ραβδομυόλυση). Στις
2
περισσότερες περιπτώσεις, το σύνδρομο οφειλόταν σε μη
ενδεδειγμένη χρήση της βεζαφιβράτης παρατεταμένης
αποδέσμευσης, συχνότερα δε επί παρουσίας νεφρικής
δυσλειτουργίας.
- Λόγω του κινδύνου εμφάνισης ραβδομυόλυσης, ο συνδυασμός
της βεζαφιβράτης παρατεταμένης αποδέσμευσης με αναστολείς
της HMGCoA αναγωγάσης δεν συνιστάται, παρά μόνο σε
εξαιρετικές περιπτώσεις, επί αυστηρής ένδειξης. Οι ασθενείς
που λαμβάνουν τη θεραπεία συνδυασμού, θα πρέπει να
ενημερωθούν προσεκτικά για τα συμπτώματα της μυοπάθειας
και να παρακολουθούνται στενά. Συνιστάται τακτική μέτρηση
των επιπέδων της βεζαφιμπράτης. Η θεραπεία συνδυασμού
πρέπει να διακόπτεται αμέσως μόλις εμφανιστούν τα πρώτα
σημεία μυοπάθειας.
- Η βεζαφιβράτη μεταβάλλει τη σύνθεση της χολής. Έχουν
αναφερθεί μεμονωμένες περιπτώσεις ανάπτυξης χολόλιθων. Δεν
είναι βέβαιο εάν πρόκειται για αυξημένη επίπτωση
χολολιθίασης από τη μακροχρόνια αγωγή με βεζαφιβράτη, όπως
έχει παρατηρηθεί με άλλα φάρμακα παρόμοιου τρόπου δράσης, ή
για αύξηση του μεγέθους προϋπαρχόντων χολόλιθων, κατά τη
διάρκεια της θεραπείας με το φάρμακο.
- Δεδομένου ότι η χολολιθίαση δεν μπορεί να αποκλειστεί από
πιθανή ανεπιθύμητη ενέργεια της θεραπείας με βεζαφιβράτη,
εάν εμφανιστούν σημεία και συμπτώματα σχετιζόμενα με
χολολιθίαση, θα πρέπει να διενεργείται κατάλληλος
διαγνωστικός έλεγχος.
- Σε περίπτωση ταυτόχρονης χορήγησης Bezalip
®
και
ανιονανταλλακτικών ρητινών π.χ. χολεστυραμίνη, θα πρέπει να
μεσολαβούν τουλάχιστον 2 ώρες από τη λήψη του κάθε
φαρμάκου χωριστά.
Ηλικιωμένοι
- Επειδή, φαρμακοκινητικές μελέτες σε ηλικιωμένους ασθενείς,
υποδεικνύουν πως η απομάκρυνση του φαρμάκου μπορεί να
επιβραδυνθεί σε περίπτωση διαταραχής της ηπατικής
λειτουργίας, για την χορήγηση του θα πρέπει πρώτα να έχει
αποκλεισθεί ότι ο ηλικιωμένος πάσχει από ηπατοπάθεια (με
εξαίρεση το λιπώδες ήπαρ), επειδή οι ηπατοπάθειες αποτελούν
αντένδειξη για τη χορήγηση του φαρμάκου.
- Επειδή, σε ηλικιωμένους ασθενείς, παρατηρείται συνήθως, μία
φυσιολογική έκπτωση της νεφρικής λειτουργίας με την πάροδο
της ηλικίας, η απόφαση του θεράποντος για τη χορήγηση
βεζαφιβράτης υπό μορφή δισκίου παρατεταμένης αποδέσμευσης
σε ηλικιωμένους, θα πρέπει να γίνεται με προσοχή εφόσον έχει
ελεγχθεί η κάθαρση κρεατινίνης και έχει διαπιστωθεί ότι οι
ηλικιωμένοι ασθενείς ΔΕΝ έχουν νεφρική δυσλειτουργία
(κρεατινίνη ορού άνω των 1,5 mg/100ml) (135 μmol/l) ή
κάθαρση κρεατινίνης μικρότερη των 60 ml/min ή ευρίσκονται
υπό αιμοκάθαρση.
3
4.5 Αλληλεπιδράσεις
με άλλα φαρμακευτικά
προϊόντα και άλλες
μορφές αλληλεπίδρασης
Όταν το Bezalip
®
χορηγείται ταυτόχρονα με άλλα φάρμακα ή ουσίες,
θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη οι ακόλουθες αλληλεπιδράσεις:
- To Bezalip
®
μπορεί να ενισχύσει τη δράση των αντιπηκτικών
του τύπου της κουμαρίνης. Έτσι, κατά την έναρξη της
θεραπείας με Bezalip
®
, θα πρέπει η δοσολογία των
αντιπηκτικών να μειώνεται κατά 30-50% και μετά να
ρυθμίζεται ανάλογα με τις τιμές των παραμέτρων της
πηκτικότητας του αίματος.
- To Bezalip
®
μπορεί να ενισχύσει τη δράση των
σουλφονυλουριών και της ινσουλίνης. Αυτό ενδεχομένως
οφείλεται σε βελτίωση της χρησιμοποίησης της γλυκόζης, με
ταυτόχρονη μείωση των απαιτήσεων σε ινσουλίνη.
- Σε μεμονωμένες περιπτώσεις ασθενών που είχαν υποβληθεί σε
μεταμόσχευση οργάνου και λάμβαναν ανοσοκατασταλτική
αγωγή ταυτόχρονα με βεζαφιβράτη, έχει παρατηρηθεί
σημαντική, αν και αναστρέψιμη, νεφρική δυσλειτουργία
(συνοδευόμενη από αντίστοιχη αύξηση των επιπέδων της
κρεατινίνης του ορού). Συνεπώς η νεφρική λειτουργία θα πρέπει
να παρακολουθείται στενά σε αυτούς τους ασθενείς και σε
περίπτωση σημαντικών σχετικών μεταβολών των
εργαστηριακών παραμέτρων, η βεζαφιβράτη θα πρέπει να
διακόπτεται εάν είναι απαραίτητο.
- Σε περίπτωση ταυτόχρονης χορήγησης Bezalip
®
και
ανιονανταλλακτικών ρητινών π.χ. χολεστυραμίνη, θα πρέπει να
μεσολαβούν τουλάχιστον 2 ώρες από τη λήψη του κάθε
φαρμάκου χωριστά, γιατί η χολεστυραμίνη παραβλάπτει την
απορρόφηση της βεζαφιβράτης.
- To Bezalip
®
πρέπει να αποφεύγεται να χορηγείται ταυτόχρονα
με perhexiline hydrogen maleate ή αναστολείς της ΜΑΟ (με
δυνατότητα ηπατοτοξικότητας).
- Οι αλληλεπιδράσεις μεταξύ αναστολέων της HMGCoA
αναγωγάσης (στατινών) και φιβρατών μπορεί να ποικίλλουν
όσον αφορά στο είδος και τη βαρύτητα, ανάλογα με το
συνδυασμό των χορηγούμενων φαρμάκων. Σε ορισμένες
περιπτώσεις, μία φαρμακοκινητική αλληλεπίδραση μεταξύ των
δύο αυτών κατηγοριών θα μπορούσε πιθανώς να συμβάλλει
επίσης στην αύξηση του κινδύνου μυοπάθειας (μυοπάθεια).
Γονιμότητα, κύηση και γαλουχία
Χρήση κατά την κύηση:
4
Υπάρχουν περιορισμένα δεδομένα για τη χρήση της βεζαφιβράτης
σε έγκυες γυναίκες. Μελέτες σε ζώα δεν έδειξαν άμεσες ή έμμεσες
επιβλαβείς επιδράσεις σε σχέση με την αναπαραγωγική
τοξικότητα. Ως προληπτικό μέτρο, συνιστάται να αποφεύγεται η
χρήση της βεζαφιβράτης κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης.
Χρήση κατά τη διάρκεια της γαλουχίας:
Η χρήση του φαρμάκου αντενδείκνυται, λόγω έλλειψης επαρκούς
εμπειρίας.
Επιδράσεις στην ικανότητα οδήγησης και χειρισμού μηχανών
Οι ασθενείς πρέπει να ενημερώνονται ότι η βεζαφιβράτη μπορεί να
μειώσει την ικανότητα αντίδρασης σε βαθμό όπου η ικανότητα
οδήγησης και χειρισμού μηχανών μπορεί να μειωθούν. Αυτό
οφείλεται σε πιθανές παρενέργειες, όπως ζάλη και κόπωση ή μυϊκή
αδυναμία (βλ. παράγραφο 4.8).
Ανεπιθύμητες ενέργειες
Η συνολική εικόνα ασφάλειας της βεζαφιβράτης βασίζεται σε
συνδυασμό αφενός μεν κλινικών δεδομένων, αφετέρου δε εμπειρίας
που αποκτήθηκε μετά την κυκλοφορία του προϊόντος.
Συνολικά, 3.581 ασθενείς συμμετείχαν σε 48 κλινικές μελέτες. Οι
ανεπιθύμητες ενέργειες που παρατηρήθηκαν κατά την κλινική
ανάπτυξη του προϊόντος και ακολούθως στην κλινική πρακτική
απαρτίζονταν κυρίως από συμπτώματα γαστρεντερικών
διαταραχών, τα οποία συνήθως ήταν παροδικά και σπάνια
οδηγούσαν σε διακοπή του φαρμάκου. Η μυοπάθεια (ραβδομυόλυση)
παρατηρήθηκε κυρίως όταν δεν έγινε μείωση της δόσης σε ασθενείς
με νεφρική δυσλειτουργία. Για καμία από τις ανεπιθύμητες
ενέργειες δεν θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι επηρεάζει τη
μακροχρόνια ασφάλεια, δεδομένου ότι συνήθως παρατηρούνταν
εντός των πρώτων ολίγων μηνών της θεραπείας και είτε ήταν
παροδικές είτε εξαφανίζονταν με τη διακοπή του φαρμάκου.
Στον ακόλουθο πίνακα παρουσιάζονται οι συχνότητες των
ανεπιθύμητων αντιδράσεων κατά Κατηγορία / Οργανικό Σύστημα
βάσει MedDRA.
Συχνότητα αναφορών:
Συχνές (≥ 1/100 και < 1/10)
Όχι συχνές ( ≥ 1/1.000 και <1/100)
Σπάνιες (≥ 1/10.000 και 1/1.000)
Πολύ σπάνιες (<1/10.000)
Κατηγορία / Οργανικό Σύστημα βάσει MedDRA
5
Συχνότητα: Ανεπιθύμητα συμβάματα
Διαταραχές του αίματος και του λεμφικού συστήματος
Πολύ σπάνιες
Πανκυτταροπενία
Θρομβοπενία
Ανοσοποιητικό σύστημα
Όχι συχνές
Αντιδράσεις υπερευαισθησίας,
συμπεριλαμβανομένων αναφυλακτικών
αντιδράσεων
Διαταραχές του μεταβολισμού και της διατροφής
Όχι συχνές
Μειωμένη όρεξη
Νευρικό σύστημα
Όχι συχνές
Ζάλη
Κεφαλαλγία
Σπάνιες
Περιφερική νευροπάθεια
Παραισθησία
Γαστρεντερικές διαταραχές
Συχνές
Γαστρεντερικές διαταραχές
Όχι συχνές
Διάταση της κοιλίας
Κοιλιακό άλγος
Δυσκοιλιότητα
Διάρροια
Δυσπεψία
Ναυτία
Σπάνιες
Παγκρεατίτιδα
Ηπατοχολικές διαταραχές
Όχι συχνές
Χολόσταση
Χολολιθίαση (βλέπε και παρ.4.4 Ειδικές
προειδοποιήσεις και προφυλάξεις κατά τη χρήση)
Διαταραχές του δέρματος και του υποδόριου ιστού
Όχι συχνές
Κνησμός
Κνίδωση
Αλωπεκία
Εξάνθημα
Σπάνιες
Αντίδραση από φωτοευαισθησία
Πολύ σπάνιες
Πολύμορφο ερύθημα
Σύνδρομο Stevens Johnson
Τοξική επιδερμική νεκρόλυση
Μυοσκελετικές διαταραχές και διαταραχές των
συνδετικών ιστών
Όχι συχνές
Μυϊκή αδυναμία
Μυαλγία
Μυϊκή κράμπα
Πολύ σπάνιες
Ραβδομυόλυση (κυρίως σε ασθενείς με μη
φυσιολογική νεφρική λειτουργία)
Διαταραχές των νεφρών και του ουροποιητικού
συστήματος
Σπάνιες
Οξεία νεφρική ανεπάρκεια
Αναπαραγωγικό σύστημα και διαταραχές των μαστών
Όχι συχνές
Στυτική δυσλειτουργία ΜΑΚ
Διαταραχές του αναπνευστικού συστήματος, του θώρακα
και του μεσοθωρακίου
6
Πολύ σπάνιες
Διάμεση πνευμονοπάθεια
Ψυχιατρικές διαταραχές
Σπάνιες
Κατάθλιψη
Αϋπνία
Έρευνες
Όχι συχνές
Κρεατινοφωσφοκινάση αίματος αυξημένη
Κρεατινίνη αίματος αυξημένη
Αλκαλική φωσφατάση αυξημένη
Αλκαλική φωσφατάση αίματος μειωμένη
Γ-γλουταμυλτρανσφεράση μειωμένη
Πολύ σπάνιες
Αιμοσφαιρίνη μειωμένη
γ-γλουταμυλτρανσφεράση αυξημένη
Τρανσαμινάσες αυξημένες
Εργαστηριακά ευρήματα
Έχουν παρατηρηθεί κατά τη διάρκεια των κλινικών δοκιμών και
αναφέρθηκαν επίσης μετά την κυκλοφορία του προϊόντος:
- Αυξημένη κρεατινοφωσφοκινάση αίματος (όχι συχνή)
- Αυξημένος αριθμός αιμοπεταλίων (όχι συχνή)
- Μειωμένη αιμοσφαιρίνη (όχι συχνή)
- Μειωμένος αιματοκρίτης (όχι συχνή)
- Μειωμένος αριθμός λευκοκυττάρων (όχι συχνή)
- Αυξημένες τρανσαμινάσες (όχι συχνή)
- Μειωμένη αλκαλική φωσφατάση (όχι συχνή)
- Μειωμένη γ-γλουταμυλτρανσφεράση (όχι συχνή), παράλληλα
δε η αλκαλική φωσφατάση θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ως
δείκτης συμμόρφωσης του ασθενούς
Αναφορά πιθανολογούμενων ανεπιθύμητων ενεργειών
Η αναφορά πιθανολογούμενων ανεπιθύμητων ενεργειών μετά από
τη χορήγηση άδειας κυκλοφορίας του φαρμακευτικού προϊόντος
είναι σημαντική. Επιτρέπει τη συνεχή παρακολούθηση της σχέσης
οφέλους-κινδύνου του φαρμακευτικού προϊόντος. Ζητείται από τους
επαγγελματίες του τομέα της υγειονομικής περίθαλψης να
αναφέρουν οποιεσδήποτε πιθανολογούμενες ανεπιθύμητες
ενέργειες μέσω του εθνικού συστήματος αναφοράς που είναι το
εξής:
Ελλάδα
Εθνικός Οργανισμός Φαρμάκων
Μεσογείων 284
GR-15562 Χολαργός, Αθήνα
Τηλ: + 30 21 32040380/337
Φαξ: + 30 21 06549585
Ιστότοπος: http://www.eof.gr
7
Κύπρος
Φαρμακευτικές Υπηρεσίες
Υπουργείο Υγείας
CY-1475 Λευκωσία
Φαξ: + 357 22608649
Ιστότοπος: www . moh . gov . cy / phs
Υπερδοσολογία
Η συγκεκριμένη κλινική εικόνα δηλητηρίασης με το φάρμακο δεν
είναι γνωστή (με εξαίρεση τη ραβδομυόλυση). Έτσι, σε περίπτωση
υπερδοσολογίας, ακολουθείται η κατάλληλη συμπτωματική αγωγή.
Δεν υπάρχει συγκεκριμένο αντίδοτο.
Εάν παρουσιαστεί ραβδομυόλυση (συνηθέστερα επί ασθενών με
νεφρική δυσλειτουργία), η χορήγηση του φαρμάκου πρέπει να
διακόπτεται αμέσως και η νεφρική λειτουργία πρέπει να ελέγχεται
και να παρακολουθείται προσεκτικά.
5. ΦΑΡΜΑΚΟΛΟΓΙΚΕΣ ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ
Κωδικός ATC: C10A Β02
Φαρμακοθεραπευτική κατηγορία: Φιβράτες - παράγοντες που
μειώνουν τη χοληστερίνη και τα τριγλυκερίδια
5.1 Φαρμακοδυναμικές ιδιότητες
Μηχανισμός δράσης:
Η βεζαφιβράτη ελαττώνει τα αυξημένα επίπεδα των λιπιδίων του
αίματος (τριγλυκερίδια και χοληστερόλη). Η θεραπεία με το
φάρμακο μειώνει τα αυξημένα επίπεδα των VLDL και LDL, ενώ
αυξάνει τα επίπεδα της HDL. Η θεραπεία με βεζαφιβράτη αυξάνει τη
δραστικότητα των τριγλυκεριδολιπασών (λιποπρωτεϊνική λιπάση
και ηπατική λιποπρωτεϊνολιπάση) που συμμετέχουν στον
καταβολισμό των πλούσιων σε τριγλυκερίδια λιποπρωτεϊνών. Κατά
την έντονη αποικοδόμηση των πλούσιων σε τριγλυκερίδια
λιποπρωτεϊνών (χυλομικρά, VLDL) σχηματίζονται πρόδρομες
μορφές της HDL, γεγονός που εξηγεί την αύξηση της τιμής της
τελευταίας. Περαιτέρω, η βιοσύνθεση της χοληστερόλης
περιορίζεται από τη βεζαφιβράτη, γεγονός που συνοδεύεται από
διέγερση του καταβολισμού των λιποπρωτεϊνών μέσω των LDL
υποδοχέων.
Όσον αφορά στο σχηματισμό του αθηρώματος, τα αυξημένα
επίπεδα ινωδογόνου φαίνεται ότι αποτελούν ένα σημαντικό
παράγοντα κινδύνου, παράλληλα με τα επίπεδα των λιπιδίων, το
κάπνισμα και την υπέρταση. Το ινωδογόνο επηρεάζει σημαντικά το
ιξώδες και συνεπώς τη ροή του αίματος, ενώ επίσης θεωρείται ότι
8
παίζει σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη θρόμβων και στη
διαλυτοποίησή τους.
Η ουσία δρα επί των θρομβογόνων παραγόντων. Μπορεί να
επιτευχθεί σημαντική πτώση των αυξημένων επιπέδων ινωδογόνου.
Τούτο μπορεί να οδηγήσει, ανάμεσα σε άλλα, σε μείωση της
ιξώδους του αίματος και του πλάσματος. Έχει επίσης παρατηρηθεί
αναστολή της συσσώρευσης των αιμοπεταλίων με το φάρμακο.
Σε διαβητικούς, έχει εξάλλου αναφερθεί μείωση των επιπέδων της
γλυκόζης του αίματος που οφείλεται σε αυξημένη ανοχή στη
γλυκόζη. Στους ασθενείς αυτούς, η θεραπεία με βεζαφιβράτη
μειώνει τη συγκέντρωση των ελεύθερων λιπαρών οξέων τόσο κατά
την περίοδο της νηστείας όσο και μετά το γεύμα.
Υπάρχουν ενδείξεις ότι θεραπεία με φιβράτες μπορεί να μειώσει τα
συμβάματα στεφανιαίας νόσου, αλλά δεν έχει αποδειχθεί ότι
μειώνει τη θνητότητα από όλες τις αιτίες στην πρωτοπαθή ή
δευτεροπαθή πρόληψη καρδιοαγγειακής νόσου.
5.2 Φαρμακοκινητικές ιδιότητες
Απορρόφηση
Η μέγιστη συγκέντρωση, της τάξης περίπου των 6 mg/1,
επιτυγχάνεται 3-4 ώρες μετά από τη χορήγηση δισκίων
παρατεταμένης αποδέσμευσης 400 mg.
Κατανομή
Η βεζαφιβράτη συνδέεται με τις πρωτεΐνες του ανθρώπινου ορού σε
ποσοστό 94-96%, ενώ ο φαινόμενος όγκος κατανομής είναι περίπου
17l.
Μεταβολισμός
Η χορηγούμενη δόση ανακτάται στα ούρα ως αναλλοίωτη ουσία (σε
ποσοστό 50%) και με τη μορφή γλυκουρονιδίων (σε ποσοστό 20%).
Απομάκρυνση
Η απομάκρυνση είναι ταχεία, ενώ η αποβολή πραγματοποιείται
σχεδόν αποκλειστικά μέσω των νεφρών. Η δραστικότητα της
επισημασμένης με
l
4
C ουσίας ανακτάται μέσα σε 48 ώρες σε
ποσοστά 95% και 3% στα ούρα και στα κόπρανα, αντίστοιχα. Η
χορηγούμενη δόση ανακτάται στα ούρα ως αναλλοίωτη ουσία (σε
ποσοστό 50%) και με τη μορφή γλυκουρονιδίων (σε ποσοστό 20%).
Ο ρυθμός νεφρικής κάθαρσης της ουσίας κυμαίνεται μεταξύ 3,4
έως 6,0 l/ώρα.
Η ημιπερίοδος απομάκρυνσης της βεζαφιβράτης είναι 1-2 ώρες. Ο
φαινόμενος χρόνος ημισείας ζωής της βεζαφιβράτης
παρατεταμένης αποδέσμευσης είναι περίπου 2-4 ώρες.
Φαρμακοκινητικές ιδιότητες σε ειδικούς πληθυσμούς
9
Φαρμακοκινητικές έρευνες σε ηλικιωμένους υποδεικνύουν πως η
απομάκρυνση του φαρμάκου μπορεί να επιβραδυνθεί σε περίπτωση
διαταραχής της ηπατικής λειτουργίας. Οι ηπατοπάθειες, με
εξαίρεση το λιπώδες ήπαρ, αποτελούν αντένδειξη για τη χορήγηση
του φαρμάκου.
Σε ηλικιωμένους ασθενείς, παρατηρείται, με την πάροδο της
ηλικίας, μία φυσιολογική έκπτωση της νεφρικής λειτουργίας. Η
βεζαφιβράτη υπό μορφή δισκίου παρατεταμένης αποδέσμευσης δεν
θα πρέπει να χορηγείται σε ηλικιωμένους, δεδομένου ότι η κάθαρση
κρεατινίνης μετά τα 70 έτη είναι συνήθως μικρότερη των 60 ml/min.
Σε ασθενείς με περιορισμένη νεφρική λειτουργία παρατηρείται
μείωση της απομάκρυνσης της βεζαφιβράτης. Ως εκ τούτου, στους
ασθενείς αυτούς απαιτείται περιορισμός της δόσης, με σκοπό την
αποφυγή της συσσώρευσης του φαρμάκου και της εμφάνισης
τοξικών δράσεων.
Όπως αναμένεται, η κάθαρση κρεατινίνης συσχετίζεται με την
ημιπερίοδο απομάκρυνσης της βεζαφιβράτης: η ημιπερίοδος
απομάκρυνσης αυξάνεται, ελαττούμενης της κάθαρσης
κρεατινίνης.
Εξαιτίας της υψηλής πρωτεϊνικής σύνδεσης της βεζαφιβράτης, η
ουσία δεν απομακρύνεται με την αιμοκάθαρση (φίλτρο
κουπροφάνης). Η χορήγηση της βεζαφιβράτης αντενδείκνυται σε
ασθενείς υποβαλλόμενους σε αιμοκάθαρση.
5.3 Προκλινικά δεδομένα για την ασφάλεια
Οξεία τοξικότητα
Αρουραίος, θηλυκός LD
50
442 mg/kg
ενδοπεριτοναϊκώς
2163 mg/kg από στόματος
Αρουραίος, αρσενικός LD
50
515 mg/kg ενδοπεριτοναϊκώς
2486 mg/kg από στόματος
Ποντίκι, θηλυκό LD
50
545 mg/kg ενδοπεριτοναϊκώς
2285 mg/kg από στόματος
Ποντίκι, αρσενικό LD
50
534
mg/kgενδοπεριτοναϊκώς
2136 mg/kg από στόματος
Υποχρόνια και χρόνια τοξικότητα
Μελέτη τοξικότητας διάρκειας τριών μηνών
10
Χορηγήθηκε η ουσία σε αρουραίους, μέσω της τροφής τους, σε
συγκεντρώσεις 0,2, 0,5 και 1,5%. Η υψηλότερη δόση (μέση
πρόσληψη ουσίας 1016-1041 mg/kg/ημέρα) ευρίσκετο εντός του
τοξικού εύρους. Η μέση δόση έγινε ανεκτή από τα πειραματόζωα
(μέση πρόσληψη ουσίας 340-357 mg/kg/ημέρα), ενώ με τη
χαμηλότερη δόση (μέση πρόσληψη ουσίας 135-145 mg/kg/ημέρα) δεν
παρουσιάστηκαν σημεία τοξικότητας (NOEL).
Ημερήσια δόση 40 mg/kg απεδείχθη τοξική κατά τη χορήγησή της σε
σκύλους (beagles). Με τη δόση αυτή αυξήθηκαν οι τιμές των
τρανσαμινασών, ενώ ένα πειραματόζωο πέθανε. Σε δόση 20 mg/kg
την ημέρα εμφανίσθηκαν διαταραχές (αύξηση της GPT του ορού,
εκφύλιση των ηπατικών κυττάρων) που υποχώρησαν σταδιακά στο
διάστημα που ακολούθησε χωρίς λήψη της ουσίας. Σε πιθήκους
rhesus, ημερήσιες δόσεις 500 mg/kg οδήγησαν σε αντιδράσεις
τοξικότητας (ελαφρά μείωση των ερυθροκυττάρων, μείωση των
τιμών της αλκαλικής φωσφατάσης, αύξηση της ουρίας του αίματος
- BUN).
Μελέτη τοξικότητας διάρκειας έξι μηνών
Η ουσία χορηγήθηκε σε πιθήκους rhesus για διάστημα 6 μηνών και
σε δόσεις έως και 350 mg/kg την ημέρα. Η δόση αυτή ευρίσκετο σε
ανεκτά επίπεδα τοξικότητας. Δόση 170 mg/kg την ημέρα έγινε
ανεκτή χωρίς εμφάνιση τοξικών αντιδράσεων.
Μελέτη τοξικότητας διάρκειας δώδεκα μηνών
Χορηγήθηκε η ουσία σε πιθήκους rhesus για διάστημα 12 μηνών και
σε δόσεις έως και 500 mg/kg την ημέρα. Η υψηλότερη δόση των 500
mg/kg ήταν τοξική (αυξημένη θνησιμότητα, μείωση του σωματικού
βάρους, μεταβολές των κλινικοχημικών και αιματολογικών
παραμέτρων). Δόσεις έως τα 250 mg/kg την ημέρα έγιναν ανεκτές.
Μελέτη τοξικότητας διάρκειας δεκαοκτώ μηνών
Χορηγήθηκε με την τροφή βεζαφιβράτη για διάστημα 18 μηνών σε
επίμυες-αλβίνους που ευρίσκοντο σε φάση ανάπτυξης και σε δόσεις
1500, 3500 και 7000 ppm. Η μέση ημερήσια πρόσληψη της ουσίας με
τη χορήγηση της υψηλότερης δόσης ήταν 394 mg/kg.
Παρατηρήθηκαν αυξημένες τιμές των ενζύμων και των
υποστρωμάτων τους στον ορό, καθώς και αυξήσεις του βάρους των
σχετικών οργάνων, ιδιαίτερα του ήπατος. Τα ευρήματα αυτά
μπορούν να αποδοθούν σε πολλαπλασιασμό των υπεροξυσωμάτων.
Τα αρσενικά πειραματόζωα παρουσίασαν αυξημένη ευαισθησία
στις δοκιμασίες έναντι των θηλυκών. Στη μετέπειτα φάση
παρακολούθησης όπου δε χορηγείται φάρμακο, ευρέθη πως οι
αντιδράσεις που παρατηρήθηκαν κατά το διάστημα χορήγησης της
ουσίας ήταν αναστρέψιμες. Σε ένα πειραματόζωο που έλαβε μια
από τις υψηλότερες δόσεις του φαρμάκου παρουσιάστηκε ηπάτωμα.
Περαιτέρω έρευνες σε αρουραίους
11
Σε περαιτέρω έρευνες σε αρουραίους και με χορήγηση υψηλών
δόσεων παρατηρήθηκαν ηπατικές μεταβολές (πολλαπλασιασμός
υπεροξυσωμάτων, ηπατομεγαλία, όγκοι). Τα ευρήματα αυτά πάντως
ήταν χαρακτηριστικά για τα μικρού μεγέθους τρωκτικά και δεν
παρατηρήθηκαν σε άλλα είδη (σκύλος, πίθηκος).
Συγκριτικές έρευνες σε αρουραίους έδειξαν ότι οι μακροσκοπικές
βλάβες του ήπατος που είχαν παρατηρηθεί με δόση μόνο 3,5 φορές
μεγαλύτερη της δραστικής δόσης της clofibrate, ανιχνεύονται και με
τη βεζαφιβράτη, αλλά σε δόση 24 φορές μεγαλύτερη της δραστικής
της δόσης.
Οι ανωτέρω διαταραχές στους αρουραίους στερούνται σημασίας
για τη θεραπευτική χρήση στον άνθρωπο.
6. ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
6.1 Κατάλογος με τα έκδοχα
Lactose monohydrate, polyvidone K25, sodium lauryl sulfate, hypromellose, silicon
dioxide colloidal, magnesium stearate, polyacrylatedispersion 30%, macrogol 10.000,
talc, titaniuim dioxide E171, polysorbate 80 και sodium citrate q.s.
6.2 Ασυμβατότητες
Δεν εφαρμόζεται.
6.3 Διάρκεια ζωής
60 μήνες
6.4 Ιδιαίτερες προφυλάξεις κατά τη φύλαξη του προϊόντος
Διατηρείται σε θερμοκρασία περιβάλλοντος (κάτω των 25°C). Να
μην χρησιμοποιείται μετά την ημερομηνία λήξης που αναγράφεται
στη συσκευασία.
6.5 Φύση και συστατικά του περιέκτη
Κουτί με 30 δισκία των 400 mg (3 blister των 10 δισκίων έκαστο).
6.6 Οδηγίες χρήσης / χειρισμού
Βλέπε παράγραφο "Δοσολογία και τρόπος χορήγησης".
6.7 Κάτοχος της άδειας κυκλοφορίας στην Ελλάδα
Κάτοχος ειδικής άδειας κυκλοφορίας στην Κύπρο
Actavis Group PTCehf
Reykjavíkurvegi 76-78
12
220 Hafnarfjordur
Ισλανδία
7. ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
81606/10/14-07-2011
ΑΡΙΘΜΟΣ ΕΙΔΙΚΗΣ ΆΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ
S00644
8. ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΤΗΣ ΠΡΩΤΗΣ ΑΔΕΙΑΣ/ΑΝΑΝΕΩΣΗΣ ΤΗΣ
ΑΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
Ημερομηνία της πρώτης άδειας κυκλοφορίας: 09/06/1987
Ημερομηνία της τελευταίας ανανέωσης της άδειας κυκλοφορίας:
02/02/2006
ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΤΗΣ ΠΡΩΤΗΣ ΕΙΔΙΚΗΣ ΑΔΕΙΑΣ/ΑΝΑΝΕΩΣΗ
ΤΗΣ ΕΙΔΙΚΗΣ ΑΔΕΙΑ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ
Ημερομηνία της πρώτης ειδικής άδειας κυκλοφορίας: 04/12/2009
9. ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΤΗΣ (ΜΕΡΙΚΗΣ) ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗΣ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ
13