παράγεται με ακετυλίωση της κυστεΐνης, ενός φυσικού αμινοξέος.
Η ACETYLCYSTEINE χρησιμοποιείται σαν βλεννολυτικός παράγων τόσο
στην πυώδη όσο και στην μη πυώδη βλέννα. Μειώνει το ιξώδες της βλέννας
χωρίς να αλλοιώνει το βλεννογόνο.
Το ιξώδες του πνευμονικού εκκρίματος εξαρτάται από τη συγκέντρωση των
βλεννοπρωτεϊνών και σε μικρότερη έκταση από το DNA. Η βλεννολυτική
δράση της ACETYLCYSTEINE οφείλεται στη σουλφυδρυλική ομάδα (-SH), η
οποία βοηθάει στη διάσπαση των δισουλφιδικών δεσμών της βλέννας,
μειώνοντας το ιξώδες της. Η βλεννολυτική δράση της ACETYLCYSTEINE δεν
αλλάζει με την παρουσία του DNA και αυξάνει με την αύξηση του pH,
σημαντική δε είναι σε pH 7 έως 9. Η ACETYLCYSTEINE in vivo υπόκειται σε
αποακετυλίωση δίνοντας κυστεΐνη ή οξείδωση δίνοντας διακετυλοκυστεΐνη.
Η ACETYLCYSTEINE χορηγούμενη μαζί με αντιβιοτικά συμβάλλει στη
μείωση των υποτροπών που οφείλονται στη στάση των βρογχικών εκκρίσεων
και στην ανεπάρκεια των αεροφόρων οδών. Με την ACETYLCYSTEINE
ευνοείται επίσης η απόχρεμψη, διότι αυξάνεται η δραστηριότητα του
κροσσωτού επιθηλίου και ελαττώνεται ο βήχας. Η ACETYLCYSTEINE
βοηθάει στην αποβολή των παχύρρευστων εκκριμάτων, ιδιαίτερα των
βρογχοπνευμονικών και έτσι μειώνει τον κίνδυνο επιπλοκών από την
κατακράτηση της βλέννας. Η βλεννολυτική δράση του είναι παρόμοια στην
πυώδη και στη μη πυώδη βλέννα.
5.2. Φαρμακοκινητικές ιδιότητες
H ACETYLCYSTEINE απορροφάται ταχέως από το γαστρεντερικό σύστημα
και υφίσταται εκτεταμένο μεταβολισμό. Η από του στόματος βιοδιαθεσιμότητα
είναι βραδεία.
Η ACETYLCYSTEINE απορροφάται ταχέως από το γαστρεντερικό σύστημα
και μέγιστες συγκεντρώσεις στο πλάσμα, σε ένα αριθμό μελετών,
εμφανίσθηκαν από 0,5 έως 1 ώρα από την από του στόματος χορήγηση, με
δόσεις 200mg έως 600mg. Μερικές μελέτες δείχνουν ότι οι φαρμακοκινητικές
- 5 -