Τα συμπτώματα από υπερδοσολογία με οπιούχα εξαιτίας της
περιεχόμενης κωδεΐνης του Lonarid N
®
αναμένεται να εμφανισθούν
νωρίτερα από τα σημεία τοξικότητας της παρακεταμόλης.
Το χαρακτηριστικό της υπερδοσολογίας με κωδεΐνη είναι η καταστολή
της αναπνευστικής λειτουργίας. Επίσης, έχει παρατηρηθεί μύση ενώ οι
κόρες με πολύ έντονη μύση είναι παθογνωμονικές. Επίσης, μπορεί να
συνοδεύονται από υπνηλία, εξελισσόμενο σε λήθαργο και κώμα, με
έμετο, κεφαλαλγία, κατακράτηση ούρων και κοπράνων, μερικές φορές
συμπεριλαμβανομένης βραδυκαρδίας και με μείωση στην αρτηριακή
πίεση. Επιληπτικές κρίσεις συμβαίνουν περιστασιακά, κυρίως σε παιδιά.
Η εκδήλωση άπνοιας μπορεί να είναι μοιραία.
Καφεΐνη
Συμπτώματα τοξικότητας μπορεί να εμφανισθούν σε δόσεις καφεΐνης
από 1g και άνω (15mg/kg εάν το βάρος σώματος είναι κάτω των 70kg) εάν
η δόση λαμβάνεται κατά τη διάρκεια μιας σύντομης περιόδου.
Τα πρώτα συμπτώματα οξείας δηλητηρίασης με καφεΐνη είναι συνήθως
τρόμος και ανησυχία. Ακολουθούν ναυτία, έμετος, ταχυκαρδία και
σύγχυση. Κατά τη σοβαρή δηλητηρίαση μπορεί να εμφανιστούν
παραλήρημα, σπασμοί, υπερκοιλιακές και κοιλιακές ταχυαρρυθμίες,
υποκαλιαιμία και υπεργλυκαιμία.
Θεραπεία
Όταν υπάρχει υποψία δηλητηρίασης με παρακεταμόλη, εδνείκνυται
ενδοφλέβια χορήγηση ουσιών που είναι δότες σουλφυδρυλομάδας, όπως
η Ν-ακετυλοκυστεΐνη, εντός των πρώτων 10 ωρών μετά την λήψη.
Παρόλο που η Ν-ακετυλοκυστεΐνη είναι πιο αποτελεσματική εάν
ξεκινήσει μέσα σε αυτή την περίοδο, μπορεί ακόμα να προσφέρει σε
κάποιο βαθμό προστασία εάν δοθεί έως 48 ώρες μετά την λήψη· σε αυτήν
την περίπτωση, λαμβάνεται για περισσότερο χρονικό διάστημα.
Η συγκέντρωση πλάσματος της παρακεταμόλης μπορεί να μειωθεί με
αιμοδιΰλυση. Συνιστάται προσδιορισμός της συγκέντρωσης πλάσματος
της παρακεταμόλης.
Γενικά μέτρα (π.χ. ενεργός άνθρακας) θα πρέπει επίσης να ληφθούν
υπόψη. Πρόσθετα μέτρα εξαρτώνται από τη σοβαρότητα, τη φύση και την
πορεία των κλινικών συμπτωμάτων της δηλητηρίασης με παρακεταμόλη
και θα πρέπει να ακολουθούν πρωτόκολλα εντατικής θεραπείας.
Σε περίπτωση καταστολής της αναπνευστικής λειτουργίας, διατηρήστε
την αναπνευστική οδό και ενισχύστε τον αερισμό εάν κρίνεται
απαραίτητο, τροφοδοτήστε με οξυγόνο. Ενδεχομένως μπορεί να
χορηγηθεί Ναλοξόνη (ειδικός ανταγωνιστής των οπιούχων): 0.4-2 mg
ενδοφλεβίως. Επαναλάβετε τη δόση κάθε 2-3 λεπτά εάν δεν υπάρχει
απόκριση, έως μια συνολική δόση των 10-20 mg.
Προσοχή: Η διάρκεια της δράσης της Ναλοξόνης (2-3 ώρες) είναι
μικρότερη από αυτή πολλών οπιοειδών.
Τα συμπτώματα από το ΚΝΣ και οι σπασμοί μπορούν να
αντιμετωπιστούν με βενζοδιαζεπίνες. Η υπερκοιλιακή ταχυκαρδία
μπορεί να ελεγχθεί με χρήση β-αποκλειστών όπως η προπρανολόλη,
χορηγούμενη ενδοφλεβίως.