5. ΦΑΡΜΑΚΟΛΟΓΙΚΕΣ ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ
Κωδικός ATC: C01DA14
5.1. Φαρμακοδυναμικές ιδιότητες
Η κύρια φαρμακολογική δράση του isosorbide-5-mononitrate, ενός δραστικού μεταβολίτη του isosorbide
dinitrate, είναι η χάλαση των λείων μυϊκών ινών των αγγείων, που έχει σαν αποτέλεσμα την
αγγειοδιαστολή τόσο των αρτηριών όσο και των φλεβών, με επικρατέστερη δράση αυτή επί των
φλεβών. Το θεραπευτικό αποτέλεσμα εξαρτάται από τη δοσολογία. Οι χαμηλές συγκεντρώσεις της
ουσίας στο πλάσμα έχουν ως αποτέλεσμα τη διαστολή των φλεβών, γεγονός που οδηγεί σε περιφερική
λίμναση του αίματος, μείωση της φλεβικής επαναφοράς και ελάττωση της τελοδιαστολικής πίεσης της
αριστεράς κοιλίας (προφορτίο). Οι υψηλές συγκεντρώσεις της ουσίας στο πλάσμα έχουν ως
αποτέλεσμα την διαστολή των αρτηριών, μειώνοντας έτσι τη συστηματική αγγειακή αντίσταση και την
αρτηριακή πίεση, γεγονός που οδηγεί σε μείωση του καρδιακού μεταφορτίου.
Το isosorbide-5-mononitrate μπορεί επίσης να έχει απευθείας διασταλτικό αποτέλεσμα στις στεφανιαίες
αρτηρίες. Το προϊόν, μέσω ελάττωσης της τελοδιαστολικής πίεσης και όγκου, μειώνει την
ενδοτοιχωματική πίεση, με αποτέλεσμα τη βελτίωση της υπενδοκαρδιακής αιματικής ροής. Ως εκ
τούτου, το καθαρό αποτέλεσμα από τη χορήγηση isosorbide-5-mononitrate είναι η μείωση του
καρδιακού φορτίου και η βελτίωση της ισορροπίας προσφοράς/απαιτήσεων σε οξυγόνο του
μυοκαρδίου.
Σε ελεγχόμενες μελέτες με placebo, η χορήγηση Monosordil
μια φορά την ημέρα οδήγησε σε
αποτελεσματικό έλεγχο της στηθάγχης, τόσο ως προς την ικανότητα άσκησης, όσο και ως προς τα
συμπτώματα, καθώς επίσης και στη μείωση των σημείων της μυοκαρδιακής ισχαιμίας. Η διάρκεια της
δράσης του είναι 12 τουλάχιστον ώρες, οπότε τα επίπεδα της ουσίας στο πλάσμα είναι ίδια με εκείνα
που παρατηρούνται μία περίπου ώρα μετά τη λήψη της δόσης (1300nmol/L περίπου).
Το Monosordil
είναι αποτελεσματικό τόσο ως μονοθεραπεία, όσο και όταν λαμβάνεται σε συνδυασμό με
β-αποκλειστές και ανταγωνιστές ασβεστίου.
Κατά την επανειλημμένη χορήγηση νιτρωδών, τα κλινικά τους αποτελέσματα μπορεί να μετριαστούν,
λόγω υψηλών και/ή σταθερών επιπέδων της ουσίας στο πλάσμα, γεγονός που μπορεί ν’ αποφευχθεί
διατηρώντας τη συγκέντρωση της δραστικής ουσίας στο πλάσμα σε χαμηλά επίπεδα για μια
συγκεκριμένη περίοδο κατά το διάστημα που μεσολαβεί ανάμεσα σε δύο διαδοχικές λήψεις του
φαρμάκου. Το Monosordil
χορηγούμενο άπαξ ημερησίως το πρωί, δίνει υψηλές συγκεντρώσεις της
ουσίας στο πλάσμα κατά τη διάρκεια της ημέρας και χαμηλές κατά τη διάρκεια της νύχτας.
5.2 Φαρμακοκινητικές ιδιότητες
Το isosorbide-5-mononitrate απορροφάται πλήρως και δεν υπόκειται σε μεταβολισμό πρώτης διόδου
από το ήπαρ, γεγονός που μειώνει τις διακυμάνσεις των συγκεντρώσεων της ουσία στο πλάσμα τόσο
από άτομο σε άτομο, όσο και στο ίδιο άτομο. Τούτο οδηγεί σε προβλέψιμα και αναπαραγώγιμα κλινικά
αποτελέσματα. Ο χρόνος ημιζωής του isosorbide-5-mononitrate ανέρχεται σε 5 περίπου ώρες. Ο όγκος
κατανομής της ουσίας έιναι 0,6L/kg, ενώ η ολική κάθαρση 115ml/λεπτό, περίπου. Η απομάκρυνση της
ουσίας γίνεται μετά από απονίτρωση και σύζευξη στο ήπαρ. Οι μεταβολίτες απομακρύνονται κυρίως
μέσω των νεφρών. Μόνο το 2% περίπου της χορηγηθείσας ποσότητας απεκκρίνεται αναλλοίωτο μέσω
των νεφρών.
Η επιβαρυμένη ηπατική ή νεφρική λειτουργία δεν επηρεάζουν σημαντικά τις φαρμακοκινητικές ιδιότητές
του.
Το Monosordil
είναι ένα προϊόν ελεγχόμενης αποδέσμευσης. Η απελευθέρωση της δραστικής ουσίας
γίνεται σταδιακά, ανεξάρτητα από το pH και ολοκληρώνεται μετά από 10 ώρες. Σε σύγκριση με τα απλά
καψάκια, η φάση απορρόφησης είναι παρατεταμένη, ενώ η διάρκεια της θεραπευτικής δράσης
παρατείνεται. Ο βαθμός βιοδιαθεσιμότητας του Monosordil
ανέρχεται στο 90% περίπου, σε σύγκριση με
τα καψάκια άμεσης αποδέσμευσης. Η απορρόφηση δεν επηρεάζεται σημαντικά από την λήψη τροφής.
Μετά από επανειλημμένη από του στόματος χορήγηση 60mg ημερησίως, οι μέγιστες συγκεντρώσεις
στο πλάσμα (3000 nmol/L περίπου) επιτυγχάνονται μετά από 4 ώρες περίπου. Η συγκέντρωση στο
πλάσμα μειώνεται κατόπιν βαθμιαία περί τα 500 nmol/L στο τέλος του διαστήματος που μεσολαβεί
ανάμεσα σε δύο διαδοχικές λήψεις του φαρμάκου (24 ώρες μετά τη λήψη του φαρμάκου).
5.3 Προκλινικά στοιχεία για την ασφάλεια
3