ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΩΝ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ
1
1. ΟΝΟΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ
Mercilon, δισκία.
2. ΠΟΙΟΤΙΚΗ ΚΑΙ ΠΟΣΟΤΙΚΗ ΣΥΝΘΕΣΗ
Κάθε δισκίο περιέχει:
Δεσογεστρέλη (προγεστερινοειδές) 0,150 mg
Αιθινυλοιστραδιόλη (οιστρογόνο) 0,020 mg
Έκδοχο: λακτόζη < 80 mg.
Για τον πλήρη κατάλογο των εκδόχων, βλέπε παράγραφο 6.1.
3. ΦΑΡΜΑΚΟΤΕΧΝΙΚΗ ΜΟΡΦΗ
Δισκία λαμβανόμενα από το στόμα.
Τα δισκία είναι στρογγυλά, αμφίκυρτα και με διάμετρο 6 mm. Τα δισκία
κωδικοποιούνται με την αναγραφή στη μία πλευρά των λατινικών χαρακτήρων
TR πάνω από τον αριθμό 4, ενώ στην πίσω πλευρά αναγράφεται η λέξη Organon*.
4. ΚΛΙΝΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
4.1 Θεραπευτικές ενδείξεις
Αντισύλληψη.
Η απόφαση για τη συνταγογράφηση του Mercilon θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη
για κάθε γυναίκα χωριστά τους τρέχοντες παράγοντες κινδύνου, ιδίως
εκείνους που σχετίζονται με φλεβική θρομβοεμβολήΘΕ), καθώς επίσης και
τον κίνδυνο εμφάνισης ΦΘΕ σε σύγκριση με άλλα συνδυασμένα ορμονικά
αντισυλληπτικά (CHC) (βλ. παραγράφους 4.3 και 4.4).
4.2 Δοσολογία και τρόπος χορήγησης
4.2.1 Πώς λαμβάνεται το Mercilon
Τα δισκία πρέπει να λαμβάνονται με ένα ποτήρι νερό, καθημερινά και την ίδια
περίπου ώρα, επί 21 συνεχείς ημέρες . Κάθε επόμενη συσκευασία χορηγείται
αφού περάσει διάστημα 7 ημερών κατά το οποίο συνήθως εμφανίζεται
αιμορραγία. Η αιμορραγία εμφανίζεται τις περισσότερες φορές 2-3 ημέρες μετά
από τη λήψη του τελευταίου δισκίου και μπορεί να συνεχίζεται με την έναρξη
της επόμενης περιόδου χορήγησης
Παιδιατρικός πληθυσμός
Δεν υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία σχετικά με την ασφάλεια και
αποτελεσματικότητα σε εφήβους μικρότερους των 18 ετών.
4.2.2 Πώς αρχίζει η λήψη του Mercilon
2
Επί μη χρήσης ορμονικής αντισύλληψης [τον προηγούμενο μήνα]
Η λήψη των δισκίων αρχίζει την πρώτη ημέρα του φυσικού έμμηνου κύκλου
(δηλ. την πρώτη ημέρα της εμμηνορρυσίας). Η λήψη του δισκίου μπορεί επίσης
να αρχίσει και κατά τη δεύτερη ως και την πέμπτη ημέρα από την εμφάνιση της
εμμηνορρυσίας αλλά στην περίπτωση αυτή απαιτείται να ληφθούν μέτρα
πρόσθετης αντισύλληψης (μέθοδος φραγμού) για διάστημα 7 ημερών από την
έναρξη λήψης του δισκίου.
Σε περίπτωση αλλαγής από ένα συνδυασμένο ορμονικό αντισυλληπτικό
(συνδυασμένο από του στόματος αντισυλληπτικό, κολπικός δακτύλιος ή
διαδερμικό έμπλαστρο)
Η γυναίκα πρέπει να αρχίσει τη λήψη του Mercilon κατά προτίμηση την επόμενη
ημέρα από τη λήψη του τελευταίου δισκίου του προηγούμενου CHC, και το
αργότερο αμέσως μόλις τελειώσει το μεσοδιάστημα που δεν λάμβανε δισκία ή
αμέσως μόλις εξαντληθούν τα δισκία εικονικού φαρμάκου που περιελάμβανε το
παλαιό CHC. Σε περίπτωση που χρησιμοποιείται κολπικός δακτύλιος ή
διαδερμικό έμπλαστρο, η γυναίκα πρέπει να ξεκινήσει τη λήψη του Mercilon
κατά προτίμηση την ημέρα της αφαίρεσής του και το αργότερο μέχρι την
ημερομηνία που θα έπρεπε να γίνει η νέα εφαρμογή.
Εφόσον η γυναίκα ακολούθησε σωστά και με συνέπεια την προηγούμενη
μέθοδο θεραπείας και δεν είναι έγκυος, μπορεί να προχωρήσει σε νέα ορμονική
αντισύλληψη συνδυασμού οποιαδήποτε ημέρα του κύκλου.
Το ελεύθερο ορμονών μεσοδιάστημα της προηγούμενης μεθόδου δεν θα πρέπει
να παρατείνεται πέρα από τη συνιστώμενη διάρκειά του.
Σε άλλες Ευρωπαϊκές χώρες μπορεί να μη χρησιμοποιούνται ορισμένες
μέθοδοι αντισύλληψης (διαδερμικό έμπλαστρο, κολπικός δακτύλιος).
Σε περίπτωση αλλαγής από άλλο αντισυλληπτικό που περιέχει μόνο
προγεστερινοειδές (minipill, ένεση, εμφύτευμα) ή από σύστημα ενδομήτριας
απελευθέρωσης προγεστερινοειδούς (σπιράλ)
Στην περίπτωση του minipill, η γυναίκα μπορεί να αρχίσει τη λήψη του Mercilon
οποιαδήποτε ημέρα. Στην περίπτωση εμφυτεύματος ή συστήματος ενδομήτριας
απελευθέρωσης
προγεστερινοειδούς μετά την απομάκρυνσή του, ενώ στην
περίπτωση ένεσης, κατά την ημέρα στην οποία θα της χορηγείτο η επόμενη
ένεση. Σε όλες τις περιπτώσεις η γυναίκα πρέπει να πάρει πρόσθετα
αντισυλληπτικά μέτρα (π.χ. μέθοδοι φραγμού) κατά τις πρώτες 7 ημέρες λήψης
του δισκίου.
Σε περίπτωση διακοπής κυήσεως πρώτου τριμήνου
Η γυναίκα μπορεί να αρχίσει τη λήψη του Mercilon αμέσως και δεν απαιτούνται
πρόσθετα αντισυλληπτικά μέτρα.
Σε περίπτωση
διακοπής κυήσεως δεύτερου τριμήνου ή μετά από τοκετό
Για γυναίκες που θηλάζουν βλέπε παράγραφο 4.6.
Η λήψη του Mercilon μπορεί να αρχίσει από την ημέρα 21 ως την ημέρα 28 μετά
τον τοκετό ή την έκτρωση. Αν αρχίσει αργότερα, θα πρέπει να πάρει πρόσθετα
αντισυλληπτικά μέτρα (π.χ. μέθοδοι φραγμού) κατά τις πρώτες 7 ημέρες λήψης
του δισκίου. Εντούτοις, αν έχει προηγηθεί επαφή πρέπει να αποκλεισθεί πιθανή
εγκυμοσύνη πριν την έναρξη χρήσης CHC, αλλιώς η γυναίκα πρέπει να
περιμένει την πρώτη περίοδό της.
4.2.3 Σε περίπτωση παράλειψης λήψης δισκίου
Εφόσον παρήλθαν λιγότερο από 12 ώρες από τη συνηθισμένη ώρα λήψης του
δισκίου, δεν υπάρχει ελάττωση της αντισυλληπτικής προστασίας. Η γυναίκα
3
πρέπει να πάρει δισκίο μόλις το θυμηθεί και να συνεχίσει τη λήψη των
επόμενων κανονικά.
Σε περίπτωση που παρήλθαν περισσότερο από 12 ώρες από τη συνηθισμένη
ώρα λήψης του δισκίου, η αντισυλληπτική προστασία μπορεί να μειωθεί. Στην
περίπτωση αυτή, οι οδηγίες βασίζονται στους επόμενους δύο κανόνες:
1. Η λήψη των δισκίων δεν πρέπει ποτέ να διακόπτεται για περισσότερο από 7
ημέρες.
2. Απαιτούνται 7 ημέρες συνεχόμενης λήψης του δισκίου ώστε να επιτευχθεί
επαρκής καταστολή του άξονα υποθάλαμος - υπόφυση - ωοθήκες.
Σύμφωνα με τους κανόνες αυτούς μπορεί να δοθούν οι ακόλουθες οδηγίες:
Εβδομάδα 1
Η γυναίκα λαμβάνει την παραληφθείσα δόση αμέσως μόλις το θυμηθεί,
ακόμη και αν αυτό σημαίνει ότι θα πάρει 2 δισκία την ίδια ώρα και
συνεχίζει τη λήψη των επόμενων κανονικά. Απαιτείται λήψη πρόσθετων
αντισυλληπτικών μέτρων (π.χ. μέθοδοι φραγμού) κατά τις επόμενες 7
ημέρες. Αν έχει προηγηθεί επαφή τις προηγούμενες 7 ημέρες πρέπει να
εξετάζεται το ενδεχόμενο εγκυμοσύνης. Όσο περισσότερες δόσεις
παραλείφθηκαν και όσο πιο κοντά χρονικά συνέβη με το διάστημα στο
οποίο δεν λαμβάνονταν θεραπεία, τόσο περισσότερο αυξάνει ο κίνδυνος
εγκυμοσύνης.
Εβδομάδα 2
Η γυναίκα λαμβάνει την παραληφθείσα δόση αμέσως μόλις το θυμηθεί,
ακόμη και αν αυτό σημαίνει ότι θα πάρει 2 δισκία την ίδια ώρα και
συνεχίζει τη λήψη των επόμενων δισκίων κανονικά. Με την προϋπόθεση
ότι κατά τις προηγούμενες 7 ημέρες από την παράλειψη, τα δισκία
λαμβάνονταν κανονικά, δεν απαιτούνται πρόσθετα αντισυλληπτικά μέτρα.
Σε αντίθετη περίπτωση ήεάν παραλείφθηκαν περισσότερα του ενός δισκία,
απαιτούνται πρόσθετα αντισυλληπτικά μέτρα κατά τις επόμενες 7 ημέρες.
Εβδομάδα 3
Η μείωση της αντισυλληπτικής προστασίας είναι πολύ πιθανή καθώς
πρόκειται να ακολουθήσει διάστημα χωρίς λήψη. Εντούτοις, με ρύθμιση
του τρόπου λήψης των δισκίων, είναι δυνατή η διατήρηση της
αντισυλληπτικής προστασίας. Ακολουθώντας μια από τις ακόλουθες δύο
μεθόδους, δεν θα απαιτηθούν επιπρόσθετα αντισυλληπτικά μέτρα, με την
προϋπόθεση ότι κατά τις προηγούμενες 7 ημέρες από την παράλειψη της
δόσης, τα δισκία ελήφθησαν κανονικά. Αν δεν συνέβη αυτό, η γυναίκα
πρέπει να ακολουθήσει μια από τις παρακάτω μεθόδους και να λάβει
επίσης πρόσθετα αντισυλληπτικά μέτρα κατά τις επόμενες 7 ημέρες.
1. Η γυναίκα λαμβάνει την παραληφθείσα δόση αμέσως μόλις το
θυμηθεί, ακόμη και αν αυτό σημαίνει ότι θα πάρει 2 δισκία την ίδια
ώρα και συνεχίζει τη λήψη των επόμενων κανονικά. Μόλις τελειώσει
η τρέχουσα συσκευασία, χρησιμοποιείται η επόμενη χωρίς ενδιάμεσο
διάστημα ελεύθερο χορήγησης. Στην περίπτωση αυτή η γυναίκα δεν
θα έχει αιμορραγία από τη διακοπή μέχρι να τελειώσει και η δεύτερη
συσκευασία αλλά μπορεί να εμφανισθούν κηλιδώσεις ή ενδιάμεση
αιμορραγία κατά τη διάρκεια της χορήγησης.
2. Η γυναίκα διακόπτει τη λήψη των δισκίων, αφήνει διάστημα 7
ημερών χωρίς λήψη (συμπεριλαμβανομένων και εκείνων που
ξεχάστηκε) ) και στη συνέχεια αρχίζει νέα συσκευασία. Αν ξεχάστηκε
η λήψη δισκίων και δεν εμφανίσθηκε αιμορραγία κατά τη διάρκεια
του πρώτου κανονικού διαστήματος ελεύθερου χορήγησης,
εξετάζεται η πιθανότητα εγκυμοσύνης.
4.2.4 Επί περιπτώσεων διαταραχών του γαστρεντερικού συστήματος
4
Επί περιπτώσεων σοβαρών διαταραχών του γαστρεντερικού συστήματος, η
απορρόφηση του φαρμάκου πιθανόν να είναι ατελής και πρέπει να ληφθούν
επιπρόσθετα μέτρα αντισύλληψης.
Αν εμφανισθεί έμετος μέσα σε 3-4 ώρες από τη λήψη του δισκίου,
ακολουθούνται οι οδηγίες που δίδονται περί ξεχασμένων δισκίων, στην
παράγραφο 4.2.3.
Εάν η γυναίκα δεν επιθυμεί να αλλάξει τον κανονικό ρυθμό λήψης των
δισκίων, τότε πρέπει να πάρει το/τα πρόσθετο/α δισκίο/α από μια άλλη
συσκευασία.
4.2.5 Τρόπος μετατόπισης ή καθυστέρησης της περιόδου
Το προϊόν αυτό δεν ενδείκνυται για την καθυστέρηση της περιόδου. Εντούτοις,
σε εξαιρετικές περιπτώσεις, εάν η περίοδος πρέπει να καθυστερήσει, η γυναίκα
πρέπει να συνεχίσει με μια άλλη συσκευασία Mercilon, χωρίς να μεσολαβήσει το
ελεύθερο χορήγησης διάστημα. Η καθυστέρηση μπορεί να διαρκέσει όσο είναι
επιθυμητό και μέχρι τέλους της δεύτερης συσκευασίας. Κατά τη διάρκεια
επέκτασης του κύκλου, είναι δυνατόν να παρατηρηθούν ενδιάμεσες
αιμορραγίες ή κηλιδώσεις. Μετά το τέλος της δεύτερης κυψέλης, η λήψη του
Mercilon συνεχίζεται κανονικά αφού περάσει το 7ήμερο ελεύθερο χορήγησης.
Προκειμένου να μετατεθεί η περίοδος σε μία άλλη ημέρα της εβδομάδας, πρέπει
να συντομευτεί το ελεύθερο χορήγησης διάστημα για όσες ημέρες είναι
επιθυμητό. Όσο συντομότερο είναι το ελεύθερο χορήγησης διάστημα, τόσο
μεγαλύτερος κίνδυνος υπάρχει να μην εμφανισθεί αιμορραγία από διακοπή και
να παρατηρηθούν ενδιάμεσες αιμορραγίες ή κηλιδώσεις κατά τη διάρκεια
λήψη; της δεύτερης συσκευασίας (όπως στη περίπτωση που επιθυμείται
καθυστέρηση μίας περιόδου).
4.3 Αντενδείξεις
Τα συνδυασμένα ορμονικά αντισυλληπτικά (CHCs) δεν πρέπει να
χρησιμοποιούνται υπό τις ακόλουθες καταστάσεις. Εάν οποιαδήποτε από αυτές
εμφανιστεί για πρώτη φορά κατά τη διάρκεια χρήσης CHCs, αυτή πρέπει να
διακόπτεται αμέσως.
Παρουσία ή κίνδυνος φλεβικής θρομβοεμβολής (ΦΘΕ)
o Φλεβική θρομβοεμβολή – παρούσα ΦΘΕ (υπό αντιπηκτικά) ή
ιστορικό αυτής (π.χ. εν τω βάθει φλεβική θρόμβωση [ΕΒΦΘ] ή
πνευμονική εμβολή [ΠΕ]).
o Γνωστή κληρονομική ή επίκτητη προδιάθεση για φλεβική
θρομβοεμβολή, όπως αντίσταση στην APC, (συμπεριλαμβανομένου
του παράγοντα V Leiden), ανεπάρκεια αντιθρομβίνης III,
ανεπάρκεια πρωτεΐνης C, ανεπάρκεια πρωτεΐνης S.
o Μείζονα χειρουργική επέμβαση με παρατεταμένη ακινητοποίηση
(βλ. παράγραφο 4.4).
o Υψηλός κίνδυνος φλεβικής θρομβοεμβολής λόγω της παρουσίας
πολλαπλών παραγόντων κινδύνου (βλ. παράγραφο 4.4).
Παρουσία ή κίνδυνος αρτηριακής θρομβοεμβολής (ΑΘΕ)
o Αρτηριακή θρομβοεμβολή – παρούσα αρτηριακή θρομβοεμβολή,
ιστορικό αρτηριακής θρομβοεμβολής (π.χ. έμφραγμα του
μυοκαρδίου) ή πρόδρομη κατάσταση (π.χ. στηθάγχη).
5
o Αγγειοεγκεφαλική νόσος – παρόν αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο,
ιστορικό αγγειακού εγκεφαλικού επεισοδίου ή πρόδρομη
κατάσταση (π.χ. παροδικό ισχαιμικό επεισόδιο, ΠΙΕ).
o Γνωστή κληρονομική ή επίκτητη προδιάθεση για αρτηριακή
θρομβοεμβολή, όπως υπερομοκυστεϊναιμία και αντιφωσφολιπιδικά
αντισώματα (αντικαρδιολιπινικά αντισώματα, αντιπηκτικό του
λύκου).
o Ιστορικό ημικρανίας με εστιακά νευρολογικά συμπτώματα.
o Υψηλός κίνδυνος αρτηριακής θρομβοεμβολής λόγω πολλαπλών
παραγόντων κινδύνου (βλ. παράγραφο 4.4) ή παρουσίας ενός
σοβαρού παράγοντα κινδύνου, όπως:
σακχαρώδης διαβήτης με αγγειακά συμπτώματα
σοβαρή υπέρταση
σοβαρή δυσλιποπρωτεϊναιμία
Παγκρεατίτιδα ή ιστορικό αυτής εφ’ όσον σχετίζεται με σοβαρή
υπερτριγλυκεριδαιμία.
Υπάρχουσα ή προηγηθείσα σοβαρή ηπατοπάθεια, εφ' όσον οι τιμές της
ηπατικής λειτουργίας δεν έχουν επιστρέψει στα φυσιολογικά επίπεδα.
Υπάρχοντες ή προηγηθέντες ηπατικοί όγκοι (καλοήθεις ή κακοήθεις).
Γνωστές ή υποπτευόμενες κακοήθειες επηρεαζόμενες από στεροειδή του
φύλου (π.χ. των γεννητικών οργάνων ή του στήθους).
Υπερπλασία ενδομητρίου.
Αγνώστου αιτιολογίας κολπική αιμορραγία.
Υπερευαισθησία στις δραστικές ουσίες ή σε οποιοδήποτε από τα έκδοχα
του προϊόντος Mercilon.
Γνωστή ή υποπτευόμενη κύηση.
4.4 Ειδικές προειδοποιήσεις και προφυλάξεις κατά τη χρήση
4.4.1 Προειδοποιήσεις
Εάν εμφανιστεί οποιαδήποτε από τις καταστάσεις ή τους παράγοντες κινδύνου
που αναφέρονται παρακάτω, η καταλληλότητα του Mercilon πρέπει να
συζητείται με τη γυναίκα.
Σε περίπτωση επιδείνωσης ή πρώτης εμφάνισης οποιασδήποτε κατάστασης ή
παράγοντα κινδύνου, θα πρέπει η γυναίκα να επικοινωνήσει με τον γιατρό της
για να καθοριστεί εάν θα πρέπει να διακοπεί η χρήση του Mercilon.
1. Κυκλοφορικές διαταραχές
Κίνδυνος φλεβικής θρομβοεμβολής (ΦΘΕ)
Η χρήση οποιουδήποτε συνδυασμένου ορμονικού αντισυλληπτικού (CHC)
αυξάνει τον κίνδυνο φλεβικής θρομβοεμβολής (ΦΘΕ). Προϊόντα που
περιέχουν λεβονοργεστρέλη, νοργεστιμάτη ή νορεθιστερόνη έχουν
συσχετιστεί με χαμηλότερο κίνδυνο ΦΘΕ. Άλλα προϊόντα, όπως το
Mercilon μπορεί να έχουν μέχρι δύο φορές αυτό το επίπεδο κινδύνου. Η
απόφαση για τη χρήση οποιουδήποτε προϊόντος διαφορετικού από
άλλο με χαμηλότερο κίνδυνο ΦΘΕ θα πρέπει να λαμβάνεται μόνο μετά
6
από συζήτηση με τη γυναίκα, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι
κατανοεί τον κίνδυνο ΦΘΕ λόγω του Mercilon, ότι οι παράγοντες
κινδύνου που ήδη έχει επηρεάζουν αυτόν τον κίνδυνο, και ότι ο
κίνδυνος ΦΘΕ που διατρέχει κατά τον πρώτο χρόνο χορήγησης είναι
υψηλότερος όταν το φάρμακο λαμβάνεται για πρώτη φορά. Υπάρχουν
επίσης κάποια στοιχεία ότι ο κίνδυνος είναι αυξημένος όταν η χρήση
ενός CHC αρχίζει εκ νέου μετά από διακοπή4 εβδομάδων ή
περισσότερο.
Σε γυναίκες που δεν χρησιμοποιούν CHC και δεν είναι έγκυες, περίπου 2
στις 10.000 θα αναπτύξουν ΦΘΕ κατά τη χρονική περίοδο ενός έτους. Ωστόσο,
σε οποιαδήποτε μεμονωμένη γυναίκα ο κίνδυνος μπορεί να είναι πολύ
υψηλότερος, ανάλογα με τους υποκείμενους παράγοντες κινδύνου (βλ.
παρακάτω).
Εκτιμάται
1
ότι από τις 10.000 γυναίκες που χρησιμοποιούν ένα CHC που
περιέχει δεσογεστρέλη, μεταξύ 9 και 12 γυναίκες θα αναπτύξουν ΦΘΕ σε ένα
έτος. Αυτό συγκρίνεται με περίπου 6
2
στις γυναίκες που χρησιμοποιούν ένα
CHC που περιέχει λεβονοργεστρέλη.
Και στις δύο περιπτώσεις, ο αριθμός ΦΘΕ ανά έτος είναι μικρότερος από
τον αριθμό που αναμένεται στις γυναίκες κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης ή
της λοχείας.
Η ΦΘΕ μπορεί να είναι θανατηφόρος στο 1-2% των περιπτώσεων.
Αριθμός συμβάντων ΦΘΕ ανά 10.000 γυναίκες ετησίως
Εξαιρετικά σπάνια, σε χρήστριες CHC έχει αναφερθεί θρόμβωση σε άλλα
αιμοφόρα αγγεία, π.χ. ηπατικές, μεσεντέριες, νεφρικές ή αμφιβληστροειδικές
φλέβες και αρτηρίες.
1
Αυτά τα γεγονότα εκτιμήθηκαν από όλα τα δεδομένα των επιδημιολογικών μελετών, χρησιμοποιώντας
σχετικούς κινδύνους για τα διαφορετικά προϊόντα σε σύγκριση με τα CHC που περιέχουν λεβονοργεστρέλη.
2
Μέσο σημείο της κλίμακας των 5-7 ανά 10.000 γυναίκες χρόνια, με βάση τον σχετικό κίνδυνο για CHC που
περιέχουν λεβονοργεστρέλη έναντι της μη χρήσης της τάξης περίπου των 2,3 έως 3,6
7
Μη χρήστρια CHC
(2συμβάντα)
CHC που περιέχει
λεβονοργεστρέλη
(7συμβάντα)
CHC που περιέχει δεσογεστρέλη
(912συμβάντα)
Αριθμός
συμβάντων
ΦΘΕ
Παράγοντες κινδύνου για ΦΘΕ
Ο κίνδυνος για φλεβικές θρομβοεμβολικές επιπλοκές σε χρήστριες CHC μπορεί
να αυξηθεί σημαντικά σε μια γυναίκα, ιδίως όταν υπάρχουν πολλαπλοί
παράγοντες κινδύνου (βλ. πίνακα).
Το Mercilon αντενδείκνυται εάν μια γυναίκα έχει πολλαπλούς παράγοντες
κινδύνου που τη θέτουν σε υψηλό κίνδυνο φλεβικής θρόμβωσηςλ.
παράγραφο 4.3). Εάν μια γυναίκα έχει περισσότερους από έναν παράγοντες
κινδύνου, είναι δυνατό η αύξηση του κινδύνου να είναι μεγαλύτερη από το
άθροισμα των επιμέρους παραγόντωνστην περίπτωση αυτή, θα πρέπει να
εξετάζεται ο συνολικός της κίνδυνος για ΦΘΕ. Εάν το ισοζύγιο των οφελών
και κινδύνων θεωρείται ότι είναι αρνητικό, δεν θα πρέπει να συνταγογραφείται
ένα CHC (βλ. παράγραφο 4.3).
Πίνακας: Παράγοντες κινδύνου για ΦΘΕ
Παράγοντας κινδύνου Σχόλιο
Παχυσαρκία (δείκτης μάζας
σώματος πάνω από 30 kg/m²)
Ο κίνδυνος αυξάνει σημαντικά καθώς
αυξάνει ο ΔΜΣ.
Ιδιαιτέρως σημαντικό να εξεταστεί εάν
άλλοι παράγοντες κινδύνου είναι επίσης
παρόντες.
Παρατεταμένη ακινητοποίηση,
μείζονα χειρουργική
επέμβαση, οποιαδήποτε
χειρουργική επέμβαση στα
πόδια ή στην πύελο,
νευροχειρουργική επέμβαση, ή
σοβαρό τραύμα
Σημείωση: Προσωρινή
ακινητοποίηση
συμπεριλαμβανομένου
αεροπορικού ταξιδιού >4 ώρες
μπορεί επίσης να αποτελεί
παράγοντα κινδύνου για ΦΘΕ,
ιδίως σε γυναίκες με άλλους
παράγοντες κινδύνου.
Σε αυτές τις καταστάσεις, συνιστάται να
διακοπεί το έμπλαστρο/δισκίο/δακτύλιος
(στην περίπτωση προγραμματισμένης
επέμβασης τουλάχιστον τέσσερις
εβδομάδες πριν) και να μην ξαναρχίσει η
χρήση του μέχρι δύο εβδομάδες μετά την
πλήρη επανακινητοποίηση. Θα πρέπει να
χρησιμοποιηθεί μια άλλη μέθοδος
αντισύλληψης για να αποφευχθεί μια
ακούσια εγκυμοσύνη.
Θα πρέπει να εξετάζεται το ενδεχόμενο για
αντιθρομβωτική θεραπεία εάν το Mercilon
δεν έχει διακοπεί εκ των προτέρων.
Θετικό οικογενειακό ιστορικό
(φλεβική θρομβοεμβολή σε
αδελφό ή γονέα, ειδικά σε
σχετικά νεαρή ηλικία, π.χ.
πριν την ηλικία των 50 ετών).
Εάν υπάρχει υποψία κληρονομικής
προδιάθεσης, η γυναίκα θα πρέπει να
παραπεμφθεί σε ειδικό για συμβουλές πριν
αποφασίσει για τη χρήση οποιουδήποτε
CHC.
Άλλες ιατρικές καταστάσεις Καρκίνος, συστηματικός ερυθηματώδης
8
που συσχετίζονται με ΦΘΕ λύκος, αιμολυτικό ουραιμικό σύνδρομο,
χρόνια φλεγμονώδης νόσος του εντέρου
(νόσος του Crohn ή ελκώδης κολίτιδα) και
δρεπανοκυτταρική νόσος
μ Αυξανό ενη ηλικία 35Ιδίως άνω των ετών
Δεν υπάρχει ομοφωνία σχετικά με τον πιθανό ρόλο των κιρσών και της
επιπολής θρομβοφλεβίτιδας στην εκδήλωση ή εξέλιξη φλεβικής θρόμβωσης.
Πρέπει να εξετάζεται ο αυξημένος κίνδυνος θρομβοεμβολής στην κύηση, και
ειδικότερα κατά την περίοδο 6 εβδομάδων της λοχείας (για πληροφορίες
σχετικά με την "Κύηση και γαλουχία" βλ. παράγραφο 4.6).
Συμπτώματα της ΦΘΕ (εν τω βάθει φλεβική θρόμβωση και
πνευμονική εμβολή)
Στην περίπτωση συμπτωμάτων, οι γυναίκες θα πρέπει να αναζητούν επείγουσα
ιατρική φροντίδα και να ενημερώνουν τον επαγγελματία του τομέα της
υγειονομικής περίθαλψης ότι παίρνουν CHC.
Τα συμπτώματα της εν τω βάθει φλεβικής θρόμβωσης (ΕΒΦΘ) μπορεί να
περιλαμβάνουν:
- μονόπλευρο οίδημα του ποδιού ή/και του άκρου ποδιού, ή κατά μήκος
μιας φλέβας στο πόδι,
- πόνο ή ευαισθησία στο πόδι, που μπορεί να γίνουν αισθητά μόνο κατά
την όρθια στάση ή
το βάδισμα,
- αυξημένο αίσθημα θερμότητας στο επηρεαζόμενο πόδι, ερυθρότητα ή
δυσχρωμία του δέρματος στο πόδι.
Τα συμπτώματα της πνευμονικής εμβολής (ΠΕ) μπορεί να περιλαμβάνουν:
- αιφνίδια εκδήλωση ανεξήγητης δύσπνοιας ή ταχύπνοιας,
- αιφνίδιο βήχα ο οποίος μπορεί να συσχετίζεται με αιμόπτυση,
- οξύ θωρακικό πόνο,
- σοβαρή σκοτοδίνη ή ζάλη,
- γρήγορο ή ακανόνιστο καρδιακό παλμό.
Ορισμένα από αυτά τα συμπτώματα (π.χ. "δύσπνοια", "βήχας") είναι μη ειδικά
και θα μπορούσαν να παρερμηνευθούν ως πιο συχνά ή λιγότερο σοβαρά
συμβάντα (π.χ. λοιμώξεις του αναπνευστικού).
Άλλα σημεία αγγειακής απόφραξης μπορεί να περιλαμβάνουν: αιφνίδιο πόνο,
οίδημα και ελαφριά μπλε δυσχρωμία ενός άκρου.
Εάν η απόφραξη συμβεί στον οφθαλμό, τα συμπτώματα μπορεί να κυμαίνονται
από ανώδυνη θόλωση της όρασης, η οποία μπορεί να εξελιχθεί σε απώλεια της
όρασης. Ορισμένες φορές, η απώλεια της όρασης μπορεί να συμβεί σχεδόν
αμέσως.
Κίνδυνος αρτηριακής θρομβοεμβολής (ΑΘΕ)
Επιδημιολογικές μελέτες έχουν συσχετίσει τη χρήση των CHCs με αυξημένο
κίνδυνο για αρτηριακή θρομβοεμβολή (έμφραγμα του μυοκαρδίου) ή για
αγγειοεγκεφαλικό επεισόδιο (π.χ. παροδικό ισχαιμικό επεισόδιο, αγγειακό
9
εγκεφαλικό επεισόδιο). Τα αρτηριακά θρομβοεμβολικά συμβάντα μπορεί να
είναι θανατηφόρα.
Παράγοντες κινδύνου για ΑΘΕ
Ο κίνδυνος αρτηριακών θρομβοεμβολικών επιπλοκών ή ενός
αγγειοεγκεφαλικού επεισοδίου κατά τη χρήση CHC είναι αυξημένος σε γυναίκες
με παράγοντες κινδύνου (βλ. πίνακα). Το Mercilon αντενδείκνυται εάν μια
γυναίκα έχει ένα σοβαρό ή πολλαπλούς παράγοντες κινδύνου για ΑΘΕ που τη
θέτουν σε υψηλό κίνδυνο αρτηριακής θρόμβωσης (βλ. παράγραφο 4.3). Εάν μια
γυναίκα έχει περισσότερους από έναν παράγοντες κινδύνου, είναι δυνατόν η
αύξηση του κινδύνου να είναι μεγαλύτερη από το άθροισμα των επιμέρους
παραγόντωνστην περίπτωση αυτή, θα πρέπει να εξετάζεται ο συνολικός της
κίνδυνος. Εάν το ισοζύγιο των οφελών και κινδύνων θεωρείται ότι είναι
αρνητικό, δεν θα πρέπει να συνταγογραφείται ένα CHC (βλ. παράγραφο 4.3).
Πίνακας: Παράγοντες κινδύνου για ΑΘΕ
Παράγοντας κινδύνου Σχόλιο
μ Αυξανό ενη ηλικία 35Ιδίως άνω των ετών
μΚάπνισ α
Στις γυναίκες θα πρέπει να δίνεται η
συμβουλή να μην καπνίζουν εάν επιθυμούν
να χρησιμοποιήσουν ένα CHC. Στις
γυναίκες άνω των 35 ετών που συνεχίζουν
να καπνίζουν θα πρέπει να συνιστάται
έντονα να χρησιμοποιούν μια διαφορετική
μέθοδο αντισύλληψης.
Υπέρταση
Παχυσαρκία (δείκτης μάζας
σώματος πάνω από 30 kg/m
2
)
Ο κίνδυνος αυξάνει σημαντικά με το ΔΜΣ.
Ιδιαιτέρως σημαντικό σε γυναίκες με
πρόσθετους παράγοντες κινδύνου
Οικογενειακό ιστορικό
(αρτηριακή θρομβοεμβολή σε
αδελφό ή γονέα, ειδικά σε
σχετικά νεαρή ηλικία, π.χ.
ηλικία κάτω των 50 ετών).
Εάν υπάρχει υποψία κληρονομικής
προδιάθεσης, η γυναίκα θα πρέπει να
παραπεμφθεί σε ειδικό για συμβουλές πριν
αποφασίσει για τη χρήση οποιουδήποτε
CHC
μΗ ικρανία
Η αύξηση στη συχνότητα ή την ένταση της
ημικρανίας κατά τη διάρκεια της χρήσης
του CHC οποία μπορεί να είναι πρόδρομο
σύμπτωμα αγγειοεγκεφαλικού επεισοδίου)
μπορεί να αποτελέσει αιτία άμεσης
διακοπής
Άλλες ιατρικές καταστάσεις
που συσχετίζονται με
ανεπιθύμητα αγγειακά
συμβάντα
Σακχαρώδης διαβήτης,
υπερομοκυστεϊναιμία, βαλβιδοπάθεια και
κολπική μαρμαρυγή, δυσλιποπρωτεϊναιμία
και συστηματικός ερυθηματώδης λύκος.
Συμπτώματα ΑΘΕ
10
Στην περίπτωση συμπτωμάτων, στις γυναίκες θα πρέπει να δίνεται η συμβουλή
να αναζητούν επείγουσα ιατρική φροντίδα και να ενημερώνουν τον
επαγγελματία του τομέα της υγειονομικής περίθαλψης ότι παίρνουν ένα CHC.
Τα συμπτώματα αγγειοεγκεφαλικού επεισοδίου μπορεί να περιλαμβάνουν:
- αιφνίδιο μούδιασμα ή αδυναμία του προσώπου, χεριού ή ποδιού, ιδίως
στη μία πλευρά του σώματος,
- αιφνίδια δυσκολία στο βάδισμα, ζάλη, απώλεια ισορροπίας ή
συντονισμού,
- αιφνίδια σύγχυση, δυσκολία στην ομιλία ή στην κατανόηση,
- αιφνίδια δυσκολία στην όραση στον έναν ή και στους δύο οφθαλμούς,
- αιφνίδια, έντονη ή παρατεταμένη κεφαλαλγία χωρίς γνωστή αιτία,
- απώλεια συνείδησης ή λιποθυμία με ή χωρίς επιληπτική κρίση.
Προσωρινά συμπτώματα υποδεικνύουν ότι το επεισόδιο είναι ένα παροδικό
ισχαιμικό επεισόδιο (ΠΙΕ).
Τα συμπτώματα του εμφράγματος του μυοκαρδίου (ΕΜ) μπορεί να
περιλαμβάνουν:
- πόνο, δυσφορία, πίεση, βάρος, αίσθημα συμπίεσης ή πληρότητας στο
θώρακα, το χέρι ή κάτω από το στέρνο,
- δυσφορία που εξαπλώνεται στην πλάτη, τη γνάθο, το λαιμό, το χέρι, το
στομάχι,
- αίσθημα πληρότητας, δυσπεψία ή πνιγμονή,
- εφίδρωση, ναυτία, έμετος ή ζάλη,
- υπερβολική αδυναμία, ανησυχία ή δύσπνοια,
- γρήγορους ή ακανόνιστους καρδιακούς παλμούς.
2. Όγκοι
Επιδημιολογικές μελέτες υποδεικνύουν ότι έχει βρεθεί περαιτέρω
επιδείνωση στον καρκίνο του τραχήλου της μήτρας σε γυναίκες
επιμολυνθείσες από τον ιό των θηλωμάτων του ανθρώπου (HPV) οι οποίες
λάμβαναν για μεγάλο χρονικό διάστημα από του στόματος
αντισυλληπτικά. Ωστόσο, υπάρχει ακόμα αβεβαιότητα σχετικά με τον
βαθμό στον οποίο αυτό επηρεάζεται από συνυπάρχοντες παράγοντες (π.χ.
αριθμός σεξουαλικών συντρόφων ή η χρήση αντισυλληπτικών μεθόδων
φραγμού).
Σε μετανάλυση 54 επιδημιολογικών μελετών, αναφέρεται ότι υπάρχει
ελαφρά αυξημένος σχετικός κίνδυνος (RR = 1,24) ανάπτυξης καρκίνου
του μαστού σε γυναίκες που χρησιμοποιούν από του στόματος
αντισυλληπτικά. Η αύξηση του κινδύνου αυτού εξαφανίζεται σε διάστημα
10 ετών μετά τη διακοπή λήψης των από του στόματος αντισυλληπτικών.
Επειδή ο καρκίνος του μαστού είναι σπάνιος σε γυναίκες μικρότερες των
40 ετών, ο επιπλέον αριθμός περιπτώσεων καρκίνου του μαστού σε
11
γυναίκες που λαμβάνουν από το στόμα αντισυλληπτικά είναι μικρός σε
σχέση με τον ολικό κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου του μαστού. Οι μελέτες
αυτές δεν παρέχουν απόδειξη αιτιολογικής σχέσης. Η τυχόν
παρατηρούμενη αύξηση εμφάνισης καρκίνου του μαστού μπορεί να
οφείλεται σε έγκαιρη διάγνωση, στη βιολογική δράση των
αντισυλληπτικών ή στο συνδυασμό και των δύο. Όταν γίνεται διάγνωση
καρκίνου του μαστού σε γυναίκες-χρήστες από του στόματος
αντισυλληπτικών, αυτός είναι συνήθως λιγότερο κλινικά προχωρημένος
από ότι καρκίνος γυναικών που δεν χρησιμοποίησαν ποτέ από του
στόματος αντισυλληπτικά.
Σε σπάνιες περιπτώσεις, καλοήθεις όγκοι του ήπατος και ακόμα
σπανιότερα κακοήθεις έχουν αναφερθεί σε γυναίκες-χρήστες CHCs. Σε
μεμονωμένες περιπτώσεις, οι όγκοι αυτοί έχουν οδηγήσει σε απειλητικές
για τη ζωή ενδοκοιλιακές αιμορραγίες. Πρέπει να εξετάζεται η ύπαρξη
ηπατικού όγκου στη διαφορική διάγνωση όταν γυναίκες που παίρνουν
CHCs εμφανίζουν πόνο στο πάνω μέρος της κοιλιάς, μεγέθυνση του ήπατος
ή σημεία ενδοκοιλιακής αιμορραγίας.
3. Άλλες καταστάσεις
Γυναίκες με υπερτριγλυκεριδαιμία ή οικογενειακό ιστορικό σε αυτή, μπορεί
να έχουν αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης παγκρεατίτιδας όταν
χρησιμοποιούν CHCs.
Αν και μικρή αύξηση της πίεσης του αίματος έχει αναφερθεί σε γυναίκες που
παίρνουν CHCs, κλινική συσχέτιση είναι πολύ σπάνια. Σχέση χρήσης CHCs
και κλινικής υπέρτασης δεν έχει τεκμηριωθεί. Εντούτοις εάν εμφανιστεί
σημαντική υπέρταση που επιμένει κατά τη χρήση CHC, είναι ορθό ο
γιατρός να συστήσει διακοπή της λήψης των CHCs και να θεραπεύσει την
υπέρταση. Όπου θεωρείται σωστό, η χρήση CHC μπορεί να ξαναρχίσει εάν
η πίεση του αίματος επιστρέψει στις κανονικές τιμές με τη βοήθεια
αντιϋπερτασικής θεραπείας.
Έχει αναφερθεί ότι οι ακόλουθες καταστάσεις επιδεινώνονται τόσο από την
εγκυμοσύνη όσο και από τη χρήση των CHCs αλλά απόδειξη αυτού του
συσχετισμού για τα CHCs δεν είναι τεκμηριωμένη. Οι καταστάσεις αυτές
είναι: ίκτερος και/ή κνησμός που σχετίζεται με τη χολόσταση,
σχηματισμός χολολίθων, πορφυρία, συστηματικός ερυθηματώδης λύκος,
αιμολυτικό ουραιμικό σύνδρομο, χορεία του Sydenham, έρπης των
γεννητικών οργάνων, ωτοσκλήρυνση σχετιζόμενη με την απώλεια ακοής,
(κληρονομικό) αγγειοοίδημα.
Οξείες ή χρόνιες διαταραχές των ηπατικών λειτουργιών μπορεί να απαιτούν
διακοπή λήψης των CHCs, μέχρι οι δείκτες των λειτουργιών να
επιστρέψουν στο φυσιολογικό. Επανεμφάνιση χολοστατικού ικτέρου ο
οποίος εμφανίστηκε κατά τη διάρκεια εγκυμοσύνης ή κατά τη χρήση
ορμονών του φύλου απαιτεί διακοπή της λήψης των CHCs.
12
Αν και τα CHCs έχουν δράση στην περιφερική αντίσταση στην ινσουλίνη και
στην ανοχή της γλυκόζης, δεν υπάρχει λόγος τροποποίησης των δόσεων
ινσουλίνης σε γυναίκες-χρήστες CHCs. Εντούτοις διαβητικές γυναίκες
πρέπει να βρίσκονται υπό παρακολούθηση όταν λαμβάνουν από του
στόματος αντισυλληπτικά.
Η νόσος του Crohn και η ελκώδης κολίτιδα έχει συσχετιστεί με τη χρήση
CHCs.
Χλόασμα παρατηρείται σποραδικά, ιδιαίτερα σε γυναίκες με ιστορικό
χλοάσματος της εγκυμοσύνης. Γυναίκες με τάση για χλόασμα θα πρέπει
να αποφεύγουν την έκθεση στον ήλιο ή την υπεριώδη ακτινοβολία για όσο
χρονικό διάστημα παίρνουν CHCs.
Το Mercilon περιέχει < 80 mg λακτόζης ανά δισκίο. Ασθενείς με σπάνια
κληρονομικά προβλήματα όπως δυσανεξία στη γαλακτόζη, ανεπάρκεια
Lapp λακτάσης ή με δυσαπορρόφηση γλυκόζης-γαλακτόζης, που δεν
χρησιμοποιούν λακτόζη στη διατροφή τους, πρέπει να συνυπολογίσουν
αυτό το ποσό.
Όταν συμβουλεύεστε την επιλογή των αντισυλληπτικών μεθόδων, πρέπει να
λαμβάνετε υπόψη σας όλα τα παραπάνω.
4.4.2 Ιατρική εξέταση/γνωμάτευση
Πριν την έναρξη ή την επανέναρξη της χρήσης του Mercilon, πλήρες ιατρικό
ιστορικό (συμπεριλαμβανομένου του οικογενειακού ιστορικού) πρέπει να
λαμβάνεται ενώ η περίπτωση κύησης πρέπει να αποκλείεται. Η αρτηριακή
πίεση πρέπει να μετριέται και ενδείκνυται να πραγματοποιείται κλινική
εξέταση καθοδηγούμενη από τις αντενδείξεις (βλ. παράγραφο 4.3) και τις
προειδοποιήσειςλ. παράγραφο 4.4).
Είναι σημαντικό να επισύρεται η προσοχή της γυναίκας στις πληροφορίες
σχετικά με τη φλεβική και αρτηριακή θρόμβωση, συμπεριλαμβανομένου του
κινδύνου του Mercilon σε σύγκριση με άλλα CHC, των συμπτωμάτων ΦΘΕ και
ΑΘΕ, των γνωστών παραγόντων κινδύνου καθώς και τι μέτρα πρέπει να
ληφθούν σε περίπτωση υποψίας θρόμβωσης.
Πρέπει επίσης να υποδεικνύεται στη γυναίκα να διαβάσει προσεκτικά το φύλλο
οδηγιών χρήσης και να τηρεί τις παρεχόμενες συμβουλές. Η συχνότητα και η
φύση αυτών των εξετάσεων πρέπει να βασίζεται στις καθιερωμένες κλινικές
πρακτικές και να προσαρμόζεται ξεχωριστά στην κάθε γυναίκα.
Οι γυναίκες θα πρέπει να ενημερώνονται ότι τα ορμονικά αντισυλληπτικά δεν
προστατεύουν από τις λοιμώξεις από τον ιό HIV (AIDS) και από άλλα
σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα.
4.4.3 Μειωμένη αποτελεσματικότητα
Η αποτελεσματικότητα των CHCs μπορεί να μειωθεί στην περίπτωση π.χ. μη
κανονικής λήψης των δισκίων (παράγραφος 4.2.3), διαταραχών στο
γαστρεντερικό σύστημα (παράγραφος 4.2.4) ή συνοδού θεραπείας (παράγραφος
13
4.5.1).
Κατά την περίοδο λήψης του Mercilon δεν πρέπει να λαμβάνονται φυτικά
σκευάσματα τα οποία περιέχουν Hypericum perforatum (Υπερικό βαλσαμόχορτο /
St. John’s wort) εξαιτίας του αυξημένου κινδύνου μειωμένης συγκέντρωσης στο
πλάσμα και της μειωμένης κλινικής δράσης του Mercilon (βλ. παράγραφο 4.5
Αλληλεπιδράσεις).
4.4.4 Μειωμένος έλεγχος του κύκλου
Με όλα τα CHCs είναι πιθανόν να εμφανιστούν ακανόνιστες αιμορραγίες
(κηλιδώσεις ή ενδιάμεσες αιμορραγίες), ειδικά κατά τους πρώτους μήνες της
χρήσης τους. Ως εκ τούτου η αξιολόγηση των ακανόνιστων αιμορραγιών έχει
σημασία μετά από διάστημα προσαρμογής περίπου 3 κύκλων.
Εάν οι ανωμαλίες του κύκλου επιμένουν ή εμφανίστηκαν ενώ προηγουμένως
υπήρχαν κανονικοί κύκλοι, τότε οι μη ορμονικές αιτίες πρέπει να ληφθούν υπ’
όψιν και να ληφθούν επαρκή διαγνωστικά μέτρα ώστε να αποκλειστεί
πιθανότητα εγκυμοσύνης ή κακοήθειας. Για τη διάγνωση ίσως χρειαστεί να
γίνει απόξεση.
Σε μερικές γυναίκες είναι δυνατόν να μην εμφανιστεί αιμορραγία από διακοπή
κατά τη διάρκεια του ελεύθερου δισκίων διαστήματος. Εάν το CHC λαμβάνεται
σύμφωνα με τις οδηγίες χρήσης που περιγράφονται στην παράγραφο 4.2 είναι
απίθανη η εμφάνιση εγκυμοσύνης. Εντούτοις εάν τα CHCs δεν έχουν ληφθεί
σύμφωνα με τις οδηγίες πριν την παράλειψη της πρώτης αιμορραγίας από
διακοπή ή αν δεν έχουν εμφανιστεί δύο συνεχόμενες αιμορραγίες από διακοπή
τότε πρέπει να αποκλείεται η πιθανότητα εγκυμοσύνης πριν συνεχιστεί η λήψη
των CHCs.
4.5 Αλληλεπιδράσεις με άλλα φαρμακευτικά προϊόντα και άλλες
μορφές αλληλεπίδρασης
4.5.1 Αλληλεπιδράσεις
Αλληλεπιδράσεις των αντισυλληπτικών με άλλα φάρμακα μπορεί να οδηγήσουν
σε αιμορραγία εκ διαφυγής και/ή σε αποτυχία της αντισυλληπτικής αγωγής. Οι
παρακάτω αλληλεπιδράσεις έχουν αναφερθεί στη βιβλιογραφία:
Ηπατικός μεταβολισμός:
αλληλεπιδράσεις μπορεί να συμβούν με φάρμακα που
είναι επαγωγείς μικροσωματικών ενζύμων και προκαλούν αυξημένη κάθαρση
των ορμονών του φύλου (όπως οι υδαντοΐνες, τα βαρβιτουρικά, η πριμιδόνη, η
βοσεντάνη, η καρβαμαζεπίνη, η ριφαμπικίνη, η ριφαμπουτίνη, η
φαινυλβουταζόνη και πιθανώς επίσης η οξυκαρβαζεπίνη, η μοδαφινίλη, η
τοπιραμάτη, η φελμπαμάτη, η ριτοναβίρη, η γκριζεοφουλβίνη και τα προϊόντα
που περιέχουν
Hypericum perforatum
-Υπερικό βαλσαμόχορτο (St. John’s
wort). Επίσης, αναστολείς της HIV πρωτεάσης με δυνατότητα ενζυμικής
επαγωγής (π.χ. ριτοναβίρη και νελφιναβίρη) και μη νουκλεοσιδικοί αναστολείς
της αντίστροφης μεταγραφάσης (π.χ. νεβιραπίνη και εφαβιρένζη) ενδέχεται να
επηρεάσουν τον ηπατικό μεταβολισμό. Γενικά, η μέγιστη επαγωγή ενζύμων,
δεν παρατηρείται 2-3 εβδομάδες αλλά μπορεί να διατηρηθεί για τουλάχιστον 4
14
εβδομάδες, μετά τη διακοπή της θεραπείας.
Αποτυχημένη αντισύλληψη έχει επίσης αναφερθεί σε περιπτώσεις παράλληλης
χρήσης αντιβιοτικών, όπως η αμπικιλλίνη και οι τετρακυκλίνες. Ο μηχανισμός
αυτής της δράσης δεν έχει αποσαφηνιστεί ακόμα.
Οι γυναίκες που λαμβάνουν οποιοδήποτε από αυτά τα φάρμακα πρέπει να
χρησιμοποιούν προσωρινά μια μέθοδο φραγμού επιπρόσθετα του CHC. Οι
γυναίκες που λαμβάνουν φάρμακα επαγωγείς των ενζύμων, πρέπει να
χρησιμοποιούν μια μέθοδο φραγμού κατά τη διάρκεια της παράλληλης
χορήγησης του φαρμάκου καθώς και για 28 ημέρες μετά τη διακοπή του. Σε
περίπτωση θεραπείας μεγάλης διάρκειας με φάρμακα επαγωγής ενζύμων, θα
πρέπει να εξεταστεί η αντικατάσταση με άλλη μέθοδο αντισύλληψης.
Γυναίκες που λαμβάνουν αντιβιοτικά (με εξαίρεση τη ριφαμπικίνη και τη
γκριζεοφουλβίνη που επίσης επάγουν τα μικροσωματικά ένζυμα), πρέπει να
χρησιμοποιούν μια μέθοδο φραγμού έως και 7 ημέρες μετά τη διακοπή του
φαρμάκου. Εάν το χρονικό διάστημα κατά το οποίο χρησιμοποιείται η μέθοδος
φραγμού επεκτείνεται μετά τη λήψη των δισκίων της συσκευασίας του CHC, η
επόμενη συσκευασία CHC πρέπει να ξεκινήσει παρακάμπτοντας το στάδιο μη-
χορήγησης.
Τα CHCs μπορεί να επηρεάσουν τον μεταβολισμό και άλλων φαρμάκων.
Επομένως, οι συγκεντρώσεις τους στο πλάσμα και στους ιστούς πιθανώς να
αυξηθούν (π.χ. η κυκλοσπορίνη) ή να μειωθούν (π.χ. η λαμοτριγίνη).
Σημείωση: Θα πρέπει να ανατρέξετε στις πληροφορίες συνταγογράφησης των
ταυτόχρονα χορηγούμενων φαρμάκων ώστε να προβλεφθούν πιθανές
αλληλεπιδράσεις.
4.5.2 Εργαστηριακές εξετάσεις
Η χορήγηση αντισυλληπτικών από το στόμα μπορεί να επηρεάσει τα
αποτελέσματα ορισμένων εργαστηριακών εξετάσεων, συμπεριλαμβανομένων
των βιοχημικών παραμέτρων του ήπατος, του θυρεοειδούς, τη λειτουργία των
νεφρών και επινεφριδίων, τα επίπεδα πλάσματος των πρωτεϊνών-φορέων
ορμονών, π.χ. της σφαιρίνης που δεσμεύει κορτικοστεροειδή, και των
κλασμάτων λιπιδίων/λιποπρωτεϊνών, τις παραμέτρους μεταβολισμού των
υδατανθράκων και τους παράγοντες πήξης του αίματος και της ινωδόλυσης. Οι
αλλαγές γενικά παραμένουν μέσα στις φυσιολογικές εργαστηριακές τιμές.
4.6 Κύηση και γαλουχία
Κύηση
Από του στόματος χορήγηση αντισυλληπτικών αντενδείκνυνται κατά τη
διάρκεια της κύησης και της γαλουχίας.
Εάν επέλθει κύηση κατά τη διάρκεια της χρήσης CHCs, πρέπει αυτά να
διακοπούν αμέσως. Ωστόσο, οι περισσότερες επιδημιολογικές μελέτες δεν
έχουν δείξει αυξημένο κίνδυνο ελαττωμάτων κατά τη γέννηση παιδιών από
γυναίκες που χρησιμοποιούσαν CHCs πριν την εγκυμοσύνη ούτε παρατηρήθηκαν
15
τερατογενετικές επιδράσεις σε περιπτώσεις λήψης CHCs
από αμέλεια στην αρχή της εγκυμοσύνης.
O αυξημένος κίνδυνος ΦΘΕ κατά τη διάρκεια της λοχείας θα πρέπει να
λαμβάνεται υπόψη κατά την επανέναρξη του Mercilon (βλ. παράγραφο 4.2 και
4.4).
Γαλουχία
Η χρήση των CHCs κατά τη διάρκεια της γαλουχίας μπορεί να επιφέρει
ελάττωση του όγκου γάλακτος που παράγεται και αλλαγή της σύστασης του.
Ως εκ τούτου, η χρήση των CHCs πρέπει γενικά να μη συνιστάται έως ότου
ολοκληρώσει η θηλάζουσα μητέρα τον απογαλακτισμό του παιδιού της.
Ελάχιστες ποσότητες των δραστικών ουσιών και / ή των μεταβολιτών τους
πιθανώς να απεκκρίνονται στο γάλα αλλά δεν υπάρχουν αποδείξεις ότι αυτό
επηρεάζει αρνητικά την υγεία του βρέφους.
4.7 Επιδράσεις στην ικανότητα οδήγησης και χειρισμού μηχανών
Καμία επίδραση μ μστην ικανότητα οδήγησης και χειρισ ού ηχανών.
4.8 Ανεπιθύμητες ενέργειες
Περιγραφή επιλεγμένων ανεπιθύμητων ενεργειών
Σε γυναίκες που χρησιμοποιούν CHC έχει παρατηρηθεί αυξημένος κίνδυνος
αρτηριακών και φλεβικών θρομβωτικών και θρομβοεμβολικών συμβάντων,
συμπεριλαμβανομένου του εμφράγματος του μυοκαρδίου, αγγειακού
εγκεφαλικού επεισοδίου, παροδικών ισχαιμικών επεισοδίων, φλεβικής
θρόμβωσης και πνευμονικής εμβολής, τα οποία εξετάζονται αναλυτικότερα
στην παράγραφο 4.4.
Άλλες ανεπιθύμητες ενέργειες έχουν αναφερθεί σε γυναίκες που χρησιμοποιούν
CHCs: αυτές εξετάζονται αναλυτικότερα στην παράγραφο 4.4.
Όπως με όλα τα CHCs, μπορεί να παρατηρηθούν μεταβολές στις μορφές
κολπικής αιμορραγίας, ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια των πρώτων μηνών χρήσης.
Αυτές μπορεί να περιλαμβάνουν μεταβολές στη συχνότητα της αιμορραγίας
(απούσα, λιγότερη, πιο συχνή ή συνεχής), στην έντασή της (μειωμένη ή
αυξημένη) ή ως προς τη διάρκειά της.
Πιθανώς σχετιζόμενες ανεπιθύμητες ενέργειες οι οποίες έχουν αναφερθεί σε
γυναίκες-χρήστες του Mercilon ή των CHCs καταγράφονται στον πίνακα
παρακάτω
1
. Όλες οι ανεπιθύμητες αντιδράσεις παρατίθενται ανά
κατηγορία/οργανικό σύστημα και συχνότητα: συχνές (≥1/100), όχι συχνές
(≥1/1.000 έως <1/100) και σπάνιες (<1/1.000).
Κατηγορία/Οργαν
ικό σύστημα
Συχνές Όχι συχνές Σπάνιες
Διαταραχές του
ανοσοποιητικού
συστήματος
Υπερευαισθησία
16
Κατηγορία/Οργαν
ικό σύστημα
Συχνές Όχι συχνές
Σπάνιες
Διαταραχές του
μεταβολισμού και
της θρέψης
Κατακράτηση
υγρών
Ψυχιατρικές
διαταραχές
Καταθλιπτική
διάθεση,
μεταβαλλόμενη
διάθεση
Γενετήσια ορμή
μειωμένη
Γενετήσια ορμή
αυξημένη
Διαταραχές του
νευρικού
συστήματος
Κεφαλαλγία Ημικρανία
Οφθαλμικές
διαταραχές
Δυσανεξία των
φακών επαφής
Aγγειακές
διαταραχές
Φλεβική
θρομβοεμβολή,
Αρτηριακή
θρομβοεμβολή
Διαταραχές του
γαστρεντερικού
συστήματος
Ναυτία, κοιλιακό
άλγος
Έμετος,
διάρροια
Διαταραχές του
δέρματος και του
υποδόριου ιστού
Εξάνθημα,
κνίδωση
Οζώδες ερύθημα,
πολύμορφο
ερύθημα
Διαταραχές του
αναπαραγωγικού
συστήματος και
των μαστών
Μαστοδυνία,
ευαισθησία
μαστού
Διόγκωση
μαστού
Κολπικό έκκριμα,
έκκριση μαστού
Παρακλινικές
εξετάσεις
Σωματικό βάρος
αυξημένο
Σωματικό βάρος
μειωμένο
1
Έχουν καταχωρηθεί οι πιο κατάλληλοι όροι κατά MedDRA (έκδοση 11.0) για
να περιγράψουν μια κύρια ανεπιθύμητη ενέργεια. Συνώνυμα ή σχετικές
καταστάσεις δεν καταχωρούνται, αλλά θα πρέπει επίσης να λαμβάνονται υπ’
όψη.
μ μ Αναφορά πιθανολογού ενων ανεπιθύ ητων ενεργειών
Η αναφορά πιθανολογούμενων ανεπιθύμητων ενεργειών μετά από τη χορήγηση
άδειας κυκλοφορίας του φαρμακευτικού προϊόντος είναι σημαντική. Επιτρέπει
τη συνεχή παρακολούθηση της σχέσης οφέλους-κινδύνου του φαρμακευτικού
προϊόντος. Ζητείται από τους επαγγελματίες του τομέα της υγειονομικής
περίθαλψης να αναφέρουν οποιεσδήποτε πιθανολογούμενες ανεπιθύμητες
ενέργειες μέσω του εθνικού συστήματος αναφοράς
μ μΕθνικός Οργανισ ός Φαρ άκων
284Μεσογείων
GR-15562 , Χολαργός Αθήνα
: + 30 Τηλ 21 32040380/337
Φαξ: + 30 21 06549585
Ιστότοπος: http://www.eof.gr
4.9 Υπερδοσολογία
Δεν υπάρχουν αναφορές για σοβαρές επιδράσεις από υπερδοσολογία. Η
υπερδοσολογία στις γυναίκες μπορεί να προκαλέσει συμπτώματα όπως:
ναυτία, έμετο και στα νεαρά κορίτσια ελαφρά κολπική αιμορραγία. Από την
17
κατάποση μεγάλων ποσοτήτων αντισυλληπτικών από παιδιά, δεν έχουν
αναφερθεί σοβαρά αποτελέσματα νόσησης. Δεν υπάρχουν αντίδοτα και η
περαιτέρω αντιμετώπιση πρέπει να είναι συμπτωματική.
5. ΦΑΡΜΑΚΟΛΟΓΙΚΕΣ ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ
5.1 Φαρμακοδυναμικές ιδιότητες
Φαρμακοθεραπευτική κατηγορία : Ορμόνες φύλου και ρυθμιστές του
γεννητικού συστήματος, προγεστογόνα και οιστρογόνα, διαδοχικών
παρασκευασμάτων. ATC ταξινόμηση G03A Α09.
Η αντισυλληπτική δράση των CHCs βασίζεται στην αλληλεπίδραση διαφόρων
παραγόντων εκ των οποίων οι πλέον σημαντικοί είναι η αναστολή της
ωορρηξίας και οι αλλαγές των τραχηλικών εκκρίσεων. Τα CHCs, εκτός της
κύριας δράσης τους, έχουν πολλές ευνοϊκές ιδιότητες, οι οποίες σε συνδυασμό
με τις αρνητικές ιδιότητές τους (βλέπε προειδοποιήσεις και ανεπιθύμητες
ενέργειες), πρέπει να λαμβάνονται υπ’ όψιν πριν επιλεχθεί η μέθοδος ελέγχου
γεννήσεων. Ο κύκλος είναι περισσότερο κανονικός και η περίοδος είναι συχνά
λιγότερο επώδυνη και με λιγότερο αίμα. Το τελευταίο μπορεί να μειώσει την
πιθανότητα εμφάνισης σιδηροπενικής αναιμίας. Εκτός από αυτό, με τα
υψηλότερης περιεκτικότητας CHCs (50 μg αιθινυλοιστραδιόλης), υπάρχει
ένδειξη μειωμένου κινδύνου καλοήθων παθήσεων του στήθους, κύστεων των
ωοθηκών, πυελικών φλεγμονών, έκτοπων κυήσεων και καρκίνου του
ενδομητρίου και των ωοθηκών. Το κατά πόσον αυτό ισχύει και για τα χαμηλής
δόσης CHCs παραμένει να επιβεβαιωθεί.
Παιδιατρικός πληθυσμός
Δεν υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία σχετικά με την ασφάλεια και
αποτελεσματικότητα σε εφήβους μικρότερους των 18 ετών.
5.2 Φαρμακοκινητικές ιδιότητες
Δεσογεστρέλη
Απορρόφηση: Μετά τη χορήγηση της δεσογεστρέλης αυτή απορροφάται γρήγορα
και ολικά και μετατρέπεται σε ετονογεστρέλη. Τα μέγιστα επίπεδα στο
επιτυγχάνονται μετά 1,5 ώρα μετά από εφάπαξ κατάποση. Η βιοδιαθεσιμότητα
είναι 62-81%.
Κατανομή: Η ετονογεστρέλη δεσμεύεται από τις πρωτεΐνες του πλάσματος,
κυρίως SHBG (sex hormone binding globulin) και αλβουμίνη. Μόνο 2-4% της ολικής
συγκέντρωσης του φαρμάκου στο πλάσμα υπάρχει ως ελεύθερο στεροειδές, ενώ
40-70% είναι δεσμευμένο από την SHBG. Η προκαλούμενη από την
αιθινυλοιστραδιόλη αύξηση της SHBG, επηρεάζει την κατανομή στις πρωτεΐνες
του πλάσματος προκαλώντας αύξηση του κλάσματος που είναι δεσμευμένο από
την SHBG και μείωση του κλάσματος που είναι δεσμευμένο από τις
αλβουμίνες. Ο φαινομενικός όγκος κατανομής της δεσογεστρέλης είναι 1,5
l/kg.
Μεταβολισμός: Η ετονογεστρέλη μεταβολίζεται πλήρως μέσω των γνωστών
μεταβολικών οδών για τα στεροειδή. Ο ρυθμός κάθαρσης εξαιτίας του
μεταβολισμού είναι περίπου 2 ml/min/kg. Δεν έχει βρεθεί αλληλεπίδραση με τη
συγχορηγούμενη αιθινυλοιστραδιόλη.
18
Αποβολή: Τα επίπεδα της ετονογεστρέλης στο πλάσμα μειώνονται σε δύο
φάσεις. Η τελική φάση χαρακτηρίζεται από ημιπερίοδο ζωής περίπου 30 ωρών.
Η DSG και οι μεταβολίτες της αποβάλλονται από τα ούρα και τη χολή σε
αναλογία 6 : 4.
Σταθερά επίπεδα: Οι φαρμακοκινητικές ιδιότητες της ετονογεστρέλης
επηρεάζονται από τα επίπεδα της SHBG τα οποία τριπλασιάζονται από την
αιθινυλοιστραδιόλη. Μετά από καθημερινή χορήγηση τα επίπεδα του φαρμάκου
στον ορό αυξάνονται περίπου 2-3 φορές και φθάνουν σε σταθερά επίπεδα στο
δεύτερο μισό του κύκλου.
Αιθινυλοιστραδιόλη
Απορρόφηση: H αιθινυλοιστραδιόλη όταν χορηγείται από το στόμα
απορροφάται γρήγορα και ολικά. Τα μέγιστα επίπεδα στο πλάσμα,
επιτυγχάνονται μέσα σε 1 - 2 ώρες. Η απόλυτη βιοδιαθεσιμότητα της
αιθινυλοιστραδιόλης, λόγω της σύζευξής της και του μεταβολισμού της κατά
την πρώτη δίοδο είναι περίπου 60%.
Κατανομή: Η αιθινυλοιστραδιόλη δεσμεύεται σε υψηλό βαθμό αλλά όχι ειδικά
από την αλβουμίνη, σε ποσοστό περίπου 98,5% και προκαλεί αύξηση της
συγκέντρωσης της SHBG στο πλάσμα. Ο φαινομενικός όγκος κατανομής είναι
περίπου 5 l/kg.
Μεταβολισμός: Η αιθινυλοιστραδιόλη υπόκειται σε σύζευξη στον βλεννογόνο
του λεπτού εντέρου και στο ήπαρ. Η αιθινυλοιστραδιόλη αρχικά μεταβολίζεται
μέσω αρωματικής υδροξυλίωσης σχηματίζοντας μία ποικιλία υδροξυλιωμένων
και μεθυλιωμένων μεταβολιτών οι οποίοι υπάρχουν τόσο ως ελεύθεροι
μεταβολίτες όσο και συνεζευγμένοι με γλυκουρονίδια και θειικά άλατα. Ο
ρυθμός κάθαρσης είναι περίπου 5 ml/min/kg.
Αποβολή: Τα επίπεδα της αιθινυλοιστραδιόλης στο πλάσμα μειώνονται σε δύο
φάσεις κατανομής. Η τελική φάση χαρακτηρίζεται από ημιπερίοδο ζωής
περίπου 24 ωρών. Μη μεταβολισμένο φάρμακο δεν απεκκρίνεται. Οι
μεταβολίτες της αιθινυλοιστραδιόλης αποβάλλονται από τα ούρα και τη χολή
σε αναλογία 4 : 6. Ο χρόνος μισής ζωής της αποβολής των μεταβολιτών είναι
περίπου μία ημέρα.
Σταθερά επίπεδα: Σταθερή συγκέντρωση στο πλάσμα επιτυγχάνεται μετά από
3-4 ημέρες οπότε και τα επίπεδα του φαρμάκου στο πλάσμα είναι υψηλότερα
κατά 30-40% σε σύγκριση με τη χορήγηση μίας μόνο δόσης.
5.3 μ Προκλινικά δεδο ένα για την ασφάλεια
μ , Τα προκλινικά δεδο ένα δεν δείχνουν ιδιαίτερο κίνδυνο για τον άνθρωπο όταν η
λήψη CHCs γίνεται σύμφωνα με τις οδηγίες. Αυτό μ βασίζεται σε συ βατικές
μ μ , μ μ , ελέτες φαρ ακολογικής ασφάλειας τοξικότητας επαναλα βανό ενων δόσεων
, μ , γονοτοξικότητας ενδεχό ενης καρκινογόνου δράσης τοξικότητας στην
. αναπαραγωγική ικανότητα Εντούτοις πρέπει να λαμβάνεται υπ’ όψιν ότι τα
στεροειδή του φύλου μπορεί να προάγουν την αύξηση ορισμένων
ορμονοεξαρτώμενων ιστών και όγκων.
6. ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
19
6.1 Κατάλογος εκδόχων
Tα έκδοχα που περιέχονται στο Mercilon είναι:
starch potato
polyvidone
stearic acid
silicon dioxide colloidal (aerosil)
dl-alpha-tocopherol
lactose monohydrate
6.2 Ασυμβατότητες
Δ μ .εν εφαρ όζεται
6.3 Διάρκεια ζωής
36 μήνες
6.4 Ιδιαίτερες προφυλάξεις κατά τη φύλαξη του προϊόντος
Να φυλάσσετε σε θερμοκρασία κάτω των 30°C στην αρχική συσκευασία για να
προστατεύεται από το φως και την υγρασία.
6.5 Φύση και συστατικά του περιέκτη
Κυψέλη PVC/αλουμινίου, η οποία είναι συσκευασμένη σε φακελλίσκο
αλουμινίου.
Συσκευασία: 21, 3 x 21 και 6 x 21 δισκία. Μπορεί να μην κυκλοφορούν όλες οι
συσκευασίες. Κάθε κυψέλη περιέχει 21 δισκία.
6.6 Ιδιαίτερες προφυλάξεις απόρριψης και άλλος χειρισμός
μ .Κα ία ειδική υποχρέωση
7. ΚΑΤΟΧΟΣ ΤΗΣ ΑΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ
NV Organon Oss, Holland, KLOOSTERSTRAAT 6, Postbus 20, 5340, BH Oss, ΟΛΛΑΝΔΊΑ
Τοπικός αντιπρόσωπος: MSD Α.Φ.Β.Ε.Ε., ΑΓ. ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ 63, 174 56,
ΑΛΙΜΟΣ, ΕΛΛΑΔΑ, τηλ.: 2109897300
8. ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ
41719/21-05-2014
9. ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΠΡΩΤΗΣ ΕΓΚΡΙΣΗΣ / ΑΝΑΝΕΩΣΗΣ ΤΗΣ ΑΔΕΙΑΣ
01-02-1991 / 06-02-2007
20
10. ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗΣ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ
21