Αναστολείς της μονοαμινοξειδάσης (ΜΑΟ):
Μη αναστρέψιμοι, μη εκλεκτικοί αναστολείς της ΜΑΟ
Η βενλαφαξίνη δεν πρέπει να χρησιμοποιείται σε συνδυασμό με μη
αναστρέψιμους, μη εκλεκτικούς αναστολείς της ΜΑΟ. Η βενλαφαξίνη δεν
πρέπει να ξεκινήσει για τουλάχιστον 14 ημέρες μετά τη διακοπή της θεραπείας
με έναν μη αναστρέψιμο, μη εκλεκτικό αναστολέα της ΜΑΟ. Η βενλαφαξίνη
πρέπει να διακοπεί για τουλάχιστον 7 ημέρες πριν την έναρξη της θεραπείας με
έναν μη αναστρέψιμο, μη εκλεκτικό αναστολέα της ΜΑΟ (βλ. παραγράφους 4.3
και 4.4).
Αναστρέψιμος, εκλεκτικός αναστολέας της ΜΑΟ-Α (μοκλοβεμίδη)
Δεν συνιστάται ο συνδυασμός βενλαφαξίνης με έναν αναστρέψιμο και
εκλεκτικό αναστολέα της ΜΑΟ, όπως είναι η μοκλοβεμίδη, λόγω του κινδύνου
συνδρόμου σεροτονίνης. Μετά τη θεραπεία με έναν αναστρέψιμο αναστολέα
της ΜΑΟ, μια περίοδος απόσυρσης του φαρμάκου μικρότερη των 14 ημερών
μπορεί να χρησιμοποιηθεί πριν την έναρξη της θεραπείας με βενλαφαξίνη.
Συνιστάται η διακοπή βενλαφαξίνης για τουλάχιστον 7 ημέρες πριν την έναρξη
της θεραπείας με έναν αναστρέψιμο αναστολέα της ΜΑΟ (βλ. παράγραφο 4.4).
Αναστρέψιμος, μη εκλεκτικός αναστολέας της ΜΑΟ (λινεζολίδη)
Το αντιβιοτικό λινεζολίδη είναι ένας ασθενής αναστρέψιμος μη εκλεκτικός
αναστολέας της ΜΑΟ και δεν πρέπει να δίνεται σε ασθενείς που υπεβλήθησαν
σε θεραπεία με βενλαφαξίνη (βλ. παράγραφο 4.4).
Σε ασθενείς, οι οποίοι πρόσφατα διέκοψαν τη χρήση ενός αναστολέα της ΜΑΟ
και ξεκίνησαν τη χρήση βενλαφαξίνης, ή που πρόσφατα διέκοψαν τη θεραπεία
με βενλαφαξίνη πριν την έναρξη της λήψης ενός αναστολέα της ΜΑΟ, έχουν
αναφερθεί σοβαρές ανεπιθύμητες αντιδράσεις. Οι αντιδράσεις αυτές
περιελάμβαναν τρόμο, μυοκλονία, εφίδρωση, ναυτία, έμετο, έξαψη, ζάλη και
υπερθερμία με χαρακτηριστικά που προσομοιάζουν με το Κακόηθες
Νευροληπτικό Σύνδρομο, σπασμούς και θάνατο.
Σύνδρομο σεροτονίνης
Όπως και με άλλους σεροτονινεργικούς παράγοντες, κατά τη θεραπεία με
βενλαφαξίνη μπορεί να παρατηρηθεί σύνδρoμο σεροτονίνης, μια δυνητικά
απειλητική για τη ζωή κατάσταση, ιδιαίτερα με την ταυτόχρονη χρήση άλλων
παραγόντων που μπορεί να επηρεάζουν το σύστημα σεροτονινεργικής
νευροδιαβίβασης (συμπεριλαμβανομένων των τριπτανών, των SSRIs, των
SNRIs, του λιθίου, της σιμπουτραμίνης, του St. John’s Wort [
Hypericum
perforatum
] (βαλσαμόχορτο), της φαιντανύλης και των αναλόγων της, της
τραμαδόλης, της δεξτρομεθορφάνης, της απενταδόλης, της πεθιδίνης, της
μεθαδόνης και της πενταζοσίνης), με φάρμακα, τα οποία επηρεάζουν το
μεταβολισμό της σεροτονίνης (όπως οι αναστολείς ΜΑΟ π.χ. μπλε του
μεθυλενίου) ή με πρόδρομες ουσίες της σεροτονίνης (όπως τα συμπληρώματα
τρυπτοφάνης) ή με αντιψυχωσικά ή άλλους ντοπαμινικούς ανταγωνιστές (βλ.
παραγράφους 4.3 και 4.4).
Αν απαιτείται κλινικά η ταυτόχρονη θεραπεία με βενλαφαξίνη και έναν SSRI,
έναν SNRI ή έναν αγωνιστή του υποδοχέα της σεροτονίνης (τριπτάνη),
συνιστάται η προσεκτική παρακολούθηση του ασθενούς, ιδιαίτερα κατά την
έναρξη της θεραπείας και τις αυξήσεις της δόσης. Η ταυτόχρονη χρήση της
βενλαφαξίνης με πρόδρομες ουσίες της σεροτονίνης (όπως συμπληρώματα
τρυπτοφάνης) δεν συνιστάται (βλ. παράγραφο 4.4).
10