
συνοδεύονται από πυρετό, μυαλγία, αρθραλγία, ηωσινοφιλία, κα/ή αυξημένους τίτλους ΑΝΑ
(αντιπυρηνικών αντισωμάτων). Οι αναστολείς του ΜΕΑ έχουν συσχετισθεί με την έναρξη
αγγειονευρωτικού οιδήματος, το οποίο περιλαμβάνει το πρόσωπο και τους ιστούς του
ρινοφάρυγγα, σε ένα μικρό υποσύνολο ασθενών.
Νευρικό σύστημα: Περιστασιακά πονοκέφαλοι, ζαλάδες, αίσθημα κόπωσης, σπάνια κατάθλιψη,
διαταραχές του ύπνου, παραισθησίες, ανικανότητα, διαταραχές της ισορροπίας, σύγχυση, εμβοές,
θόλωση της όρασης και διαταραχές της γεύσης.
Φαρμακολογικές/Εργαστηριακές παράμετροι: Μπορεί να παρουσιαστεί αύξηση της ουρίας του
αίματος και της κρεατινίνης του πλάσματος, που είναι αναστρέψιμες μετά τη διακοπή του
φαρμάκου, ειδικά σε παρουσία νεφρικής ανεπάρκειας, σοβαρής καρδιακής ανεπάρκειας και
νεφραγγειακής υπέρτασης.
‘Εχουν αναφερθεί σε λίγους ασθενείς μειώσεις των επιπέδων της αιμοσφαιρίνης, του αιματοκρίτη
και του αριθμού των αιμοπεταλίων και των λευκών αιμοσφαιρίων και σε μεμονωμένες περιπτώσεις
ακοκκιοκυττάρωση ή πανκυτταροπενία, καθώς και αύξηση των ενζύμων του ήπατος και της
χολερυθρίνης του ορού. Σε ασθενείς με συγγενή ανεπάρκεια της G-6-PDH έχουν αναφερθεί
μεμονωμένες περιπτώσεις αιμολυτικής αναιμίας.
Υδροχλωροθειαζίδη: Ανορεξία, γαστρικός ερεθισμός, ίκτερος (ενδοηπατικός χολοστατικός ίκτερος),
παγκρεατίτιδα, σιελοαδενίτιδα, ξανθοψία, λευκοπενία, ακοκιοκυτταραιμία, απλαστική αναιμία,
πορφύρα, φωτοευαισθησία, πυρετός, κνίδωση, νεκρωτική αγγειΐτιδα, αιμολυτική αναιμία,
αναπνευστική δυσχέρεια (περιλαμβανομένης της πνευμονίτιδας και του πνευμονικού οιδήματος),
διάμεσος νεφρίτιδα, αναφυλακτική αντίδραση, γλυκοζουρία, διαταραχή των ηλεκτρολυτών
περιλαμβανομένης της υπονατριαιμίας, ανησυχία, μυϊκός σπασμός, παροδικό θάμβος της όρασης.
Κλινικές ανεπιθύμητες ενέργειες άγνωστης αιτιολογικής συσχέτισης: Άλλες ανεπιθύμητες ενέργειες
έχουν παρατηρηθεί σε κλινικές μελέτες όταν το Penopril
ή η εναλαπρίλη χορηγήθηκαν μόνα τους
ή ταυτόχρονα με άλλα φάρμακα, κάτω από περιστάσεις όπου μια αιτιολογική συσχέτιση δεν θα
μπορούσε να τεκμηριωθεί. Αυτές περιλαμβάνουν περιοδικά ισχαιμικά επεισόδια, δυστονία,
εξελκώσεις στο στόμα, αίσθημα καύσου στο στόμα, πόνο στην πλάτη, ουρολοιμώξεις.
4.9 Υπερδοσολογία
Δεν υπάρχουν ειδικές πληροφορίες για την αντιμετώπιση της υπερδοσολογίας με Penopril
. Η
θεραπεία είναι συμπτωματική και υποστηρικτική. Η θεραπεία με Penopril
πρέπει να διακόπτεται
και ο ασθενής να παρακολουθείται επισταμένως. Τα προτεινόμενα μέτρα περιλαμβάνουν την
πρόκληση εμέτου και/ή γαστρικής πλύσης. Γίνεται διόρθωση της αφυδάτωσης, της διαταραχής της
ισορροπίας των ηλεκτρολυτών και της υπότασης με τις καθιερωμένες μεθόδους.
Εναλαπρίλη: Τα συμπτώματα της υπερδοσολογίας είναι: Βαριά υπόταση, καταπληξία, λήθαργος,
βραδυκαρδία, ηλεκτρολυτικές διαταραχές και νεφρική ανεπάρκεια. Μετά τη λήψη υπερβολικής
δόσης, οι ασθενείς πρέπει να βρίσκονται υπό στενή παρακολούθηση, κατά προτίμηση σε μονάδα
εντατικής θεραπείας. Οι ηλεκτρολύτες και η κρεατινίνη του ορού πρέπει να παρακολουθούνται
συχνά.
Τα θεραπευτικά μέτρα εξαρτώνται από τη φύση και τη βαρύτητα των συμπτωμάτων. Εάν η λήψη
είναι πρόσφατη πρέπει να εφαρμόζονται μέτρα για την αποφυγή της απορρόφησης όπως πλύση
στομάχου, χορήγηση προσροφητικών ουσιών και θειϊκού νατρίου μέσα σε 30 λεπτά από τη λήψη
και να επιταχύνεται η απέκκρισή της.
Εάν εμφανιστεί υπόταση, ο ασθενής πρέπει να τοποθετείται σε θέση προς αντιμετώπιση
καταπληξίας και να χορηγούνται αμέσως συμπληρώματα προς αποκατάσταση του άλατος και των
υγρών. Πρέπει να εξετάζεται το ενδεχόμενο αγωγής με αγγειοτενσίνη ΙΙ. Η βραδυκαρδία ή οι
εκτεταμένες αγγειακές αντιδράσεις θα πρέπει να αντιμετωπίζονται με χορήγηση ατροπίνης.
Η χρήση βηματοδότη θα πρέπει να εξετάζεται. Η εναλαπρίλη μπορεί να απομακρυνθεί από την
κυκλοφορία με αιμοκάθαρση. Η χρήση μεμβρανών υψηλής ροής πολυακρυλονιτριλίου πρέπει να
αποφεύγεται.
Υδροχλωροθειαζίδη: Τα πιο κοινά σημεία και συμπτώματα που έχουν παρατηρηθεί είναι εκείνα
που προκαλούνται από την απώλεια των ηλεκτρολυτών (υποκαλιαιμία, υποχλωριαιμία,
υπονατριαιμία) και την αφυδάτωση ως αποτέλεσμα της υπερβολικής διούρησης. Εάν επίσης έχει
δοθεί δακτυλίτιδα, η υποκαλιαιμία μπορεί να επιδεινώσει τις καρδιακές αρρυθμίες.
6