ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΩΝ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ
1. ΟΝΟΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ
Xalatan 50 μικρογραμμάρια/ml οφθαλμικές σταγόνες, διάλυμα
2. ΠΟΙΟΤΙΚΗ ΚΑΙ ΠΟΣΟΤΙΚΗ ΣΥΝΘΕΣΗ
Tα 100 ml οφθαλμικές σταγόνες διάλυμα περιέχουν 5 mg latanoprost.
Κάθε σταγόνα περιέχει περίπου 1,5 μικρογραμμάρια latanoprost.
Έκδοχο με γνωστή δράση
Χλωριούχο βενζαλκώνιο 0,02% w/v συμπεριλαμβάνεται ως συντηρητικό.
Για τον πλήρη κατάλογο των εκδόχων, βλ. παράγραφο 6.1.
3. ΦΑΡΜΑΚΟΤΕΧΝΙΚΗ ΜΟΡΦΗ
Οφθαλμικές σταγόνες, διάλυμα.
Το διάλυμα είναι ένα διαυγές, άχρωμο υγρό.
4. ΚΛΙΝΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
4.1 Θεραπευτικές ενδείξεις
Μείωση της αυξημένης ενδοφθάλμιας πίεσης σε ασθενείς με γλαύκωμα
ανοιχτής γωνίας και οφθαλμική υπερτονία.
Μείωση της αυξημένης ενδοφθάλμιας πίεσης σε παιδιατρικούς ασθενείς
με αυξημένη ενδοφθάλμια πίεση και παιδιατρικό γλαύκωμα.
4.2 Δοσολογία και τρόπος χορήγησης
Δοσολογία
Ενήλικες (συμπεριλαμβανομένων και ηλικιωμένων ατόμων):
Η συνιστώμενη δόση είναι μία οφθαλμική σταγόνα στον προσβεβλημένο
οφθαλμό ή οφθαλμούς, μία φορά ημερησίως. Το καλύτερο αποτέλεσμα
επιτυγχάνεται όταν το Xalatan χορηγείται το βράδυ.
To Xalatan δεν πρέπει να χορηγείται περισσότερο από μία φορά
ημερησίως δεδομένου ότι η συχνότερη χορήγηση μειώνει το αποτέλεσμα
της μείωσης της ενδοφθάλμιας πίεσης.
Σε περίπτωση που παραλειφθεί κάποια δόση, η θεραπεία συνεχίζεται με
την επόμενη δόση ως συνήθως.
Όπως συμβαίνει με όλες τις οφθαλμικές σταγόνες, για τη μείωση της
ενδεχόμενης συστηματικής απορρόφησης συνιστάται ο δακρυϊκός
ασκός να συμπιέζεται στον έσω κανθό (απόφραξη δακρυϊκού σημείου)
για ένα λεπτό. Αυτό θα πρέπει να εκτελείται αμέσως μετά την
ενστάλαξη της κάθε σταγόνας.
Οι φακοί επαφής θα πρέπει να αφαιρούνται πριν την ενστάλαξη των
οφθαλμικών σταγόνων και μπορούν να επανατοποθετηθούν μετά από 15
λεπτά.
Σε περίπτωση που χορηγείται περισσότερο από ένα τοπικό
οφθαλμολογικό φαρμακευτικό προϊόν, τα φαρμακευτικά προϊόντα πρέπει
να χορηγούνται σε μεσοδιάστημα τουλάχιστον πέντε λεπτών.
Παιδιατρικός πληθυσμός:
Οι οφθαλμικές σταγόνες Xalatan μπορούν να χρησιμοποιηθούν σε
παιδιατρικούς ασθενείς, με δοσολογία ίδια με αυτήν των ενηλίκων. Δεν
υπάρχουν διαθέσιμα δεδομένα για πρόωρα νήπια (με ηλικία κύησης
μικρότερη των 36 εβδομάδων). Τα δεδομένα από την ηλικιακή ομάδα < 1
έτους (4 ασθενείς) είναι περιορισμένα (βλέπε παράγραφο 5.1).
4.3 Αντενδείξεις
Υπερευαισθησία στη λατανοπρόστη ή σε κάποιο από τα έκδοχα που
αναφέρονται στην παράγραφο 6.1.
4.4 Ειδικές προειδοποιήσεις και προφυλάξεις κατά τη χρήση
Το Χalatan μπορεί σταδιακά να αλλάξει το χρώμα του οφθαλμού
αυξάνοντας την ποσότητα της καφέ χρωστικής στην ίριδα. Πριν από την
έναρξη της θεραπείας, οι ασθενείς θα πρέπει να λάβουν γνώση για το
ενδεχόμενο μόνιμης αλλαγής στο χρώμα των ματιών τους. Η
ετερόπλευρη θεραπεία μπορεί να προκαλέσει μόνιμη ετεροχρωμία.
Η αλλαγή στο χρώμα των ματιών έχει παρατηρηθεί κυρίως σε ασθενείς
με ίριδες μικτών χρωμάτων, δηλ. μπλε-καφέ, γκρι-καφέ, κίτρινο-καφέ ή
πράσινο-καφέ. Σε μελέτες με latanoprost, η έναρξη της αλλαγής
παρατηρείται συνήθως εντός του πρώτου οκταμήνου της θεραπείας,
σπάνια κατά τη διάρκεια του δεύτερου ή του τρίτου έτους και δεν έχει
παρατηρηθεί μετά το τέταρτο έτος της θεραπείας. Ο ρυθμός εξέλιξης της
χρώσης της ίριδας ελαττώνεται με το πέρασμα του χρόνου και
σταθεροποιείται μέχρι τα πέντε χρόνια. Η επίπτωση της αυξημένης
χρώσης πέραν των πέντε ετών δεν έχει εκτιμηθεί. Σε μία ανοικτή,
πενταετή μελέτη για την ασφάλεια της latanoprost, το 33% των ασθενών
ανέπτυξαν χρώση της ίριδας (βλ. παράγραφο 4.8). Η αλλαγή στο χρώμα
της ίριδας είναι ελαφράς μορφής στις περισσότερες περιπτώσεις και
συχνά δεν παρατηρείται κλινικά. Η συχνότητα σε ασθενείς με ίριδες
ανάμικτου χρώματος κυμαίνεται από 7 μέχρι 85%, με τη μεγαλύτερη
συχνότητα σε ίριδες χρώματος κίτρινο-καφέ. Σε ασθενείς με ομοιογενώς
μπλε μάτια δεν παρατηρήθηκε αλλαγή και σε ασθενείς με ομοιογενώς
γκρι, πράσινα ή καφέ μάτια, η αλλαγή αυτή σπάνια παρατηρήθηκε.
Η αλλαγή αυτή οφείλεται σε αυξημένη περιεκτικότητα μελανίνης στα
στρωματικά μελανοκύτταρα της ίριδας και όχι σε αύξηση στον αριθμό
των μελανοκυττάρων. Χαρακτηριστικά, η καφέ χρώση γύρω από την κόρη
εξαπλώνεται ομόκεντρα προς την περιφέρεια στους προσβεβλημένους
οφθαλμούς ωστόσο ολόκληρη η ίρις ή τμήματα αυτής μπορούν να
προσλάβουν πιο καφετί χρώμα. Καμιά περαιτέρω αύξηση στην καφέ
χρωστική της ίριδας δεν έχει παρατηρηθεί μετά τη διακοπή της
θεραπείας. Δεν έχει συσχετισθεί με κανένα σύμπτωμα ή παθολογική
αλλαγή σε κλινικές μελέτες μέχρι σήμερα.
Ούτε οι σπίλοι ούτε οι φακίδες της ίριδας έχουν επηρεαστεί από τη
θεραπεία. Συσσώρευση χρωστικής στο δοκιδωτό δίκτυο του διηθητικού
ηθμού (trabecular meshwork) ή σε άλλο σημείο στον πρόσθιο θάλαμο δεν
έχει παρατηρηθεί σε κλινικές μελέτες. Με βάση την 5ετή κλινική
εμπειρία, δεν έχει αποδειχθεί ότι η αυξημένη χρώση της ίριδας, έχει
δυσμενείς κλινικές επιπτώσεις και το Xalatan μπορεί να συνεχιστεί σε
περίπτωση που προκύψει αυξημένη χρώση της ίριδας. Εν τούτοις οι
ασθενείς θα πρέπει να εξετάζονται τακτικά και ανάλογα με την κλινική
τους κατάσταση, η θεραπεία με Xalatan μπορεί να διακοπεί.
Υπάρχει περιορισμένη εμπειρία με το Χalatan σε χρόνιο γλαύκωμα
κλειστής γωνίας, σε γλαύκωμα ανοιχτής γωνίας σε ψευδοφακικούς
ασθενείς και σε χρωστικό γλαύκωμα. Δεν υπάρχει εμπειρία με Xalatan σε
φλεγμονώδες και νεοαγγειακό γλαύκωμα ή σε φλεγμονώδεις οφθαλμικές
καταστάσεις. Το Χalatan εμφανίζει μικρή ή καμία επίδραση στην κόρη
του οφθαλμού, ωστόσο δεν υπάρχει εμπειρία σε περιπτώσεις οξείας
προσβολής γλαυκώματος κλειστής γωνίας. Επομένως, συνιστάται η
χρήση του Χalatan να εφαρμόζεται με προσοχή στις περιπτώσεις αυτές
μέχρις ότου αποκτηθεί μεγαλύτερη εμπειρία.
Υπάρχουν περιορισμένα στοιχεία από μελέτες στη χρήση του Xalatan κατά
την περι-εγχειρητική περίοδο της επέμβασης καταρράκτη. Το Xalatan
πρέπει να χρησιμοποιείται με προσοχή στους ασθενείς αυτούς.
Το Xalatan πρέπει να χρησιμοποιείται με προσοχή σε ασθενείς με ιστορικό
ερπητικής κερατίτιδας και θα πρέπει να αποφεύγεται σε περιπτώσεις
ενεργής κερατίτιδας από ιό του απλού έρπητα και σε ασθενείς με
ιστορικό υποτροπιάζουσας ερπητικής κερατίτιδας που σχετίζεται
ιδιαίτερα με ανάλογα προσταγλανδίνης.
Aναφορές για οίδημα ωχράς κηλίδας έχουν γίνει (βλ. παράγραφο 4.8)
κυρίως σε ασθενείς με αφακία, σε ασθενείς με ψευδοφακία και ρήξη
οπισθίου περιφακίου ή με ενδοφακό στον πρόσθιο θάλαμο ή σε ασθενείς
με γνωστούς παράγοντες κινδύνου για κυστοειδές οίδημα της ωχράς
κηλίδας (όπως διαβητική αμφιβληστροειδοπάθεια και απόφραξη φλέβας
του αμφιβληστροειδούς). To Xalatan πρέπει να χρησιμοποιείται με προσοχή
σε ασθενείς με αφακία, σε ασθενείς με ψευδοφακία και ρήξη οπίσθιου
περιφακίου ή με ενδοφακό στον πρόσθιο θάλαμο ή σε ασθενείς με
γνωστούς παράγοντες κινδύνου για κυστοειδές οίδημα ωχράς κηλίδας.
Σε ασθενείς με γνωστούς προδιαθεσικούς παράγοντες κινδύνου για
ιρίτιδα/ραγοειδίτιδα, το Xalatan μπορεί να χρησιμοποιηθεί με προσοχή.
Υπάρχει περιορισμένη εμπειρία από ασθενείς με άσθμα, ωστόσο κάποιες
περιπτώσεις έξαρσης άσθματος και/ή δύσπνοιας έχουν αναφερθεί μετά
την κυκλοφορία του προϊόντος στην αγορά. Οι ασθενείς με άσθμα θα
πρέπει να αντιμετωπίζονται με προσοχή μέχρις ότου υπάρξει επαρκής
εμπειρία (βλ. επίσης παράγραφο 4.8).
Έχει παρατηρηθεί αποχρωμάτωση του περικογχικού δέρματος, με τις
περισσότερες αναφορές σε Ιάπωνες ασθενείς. Η μέχρι σήμερα εμπειρία
δείχνει ότι η αποχρωμάτωση του περικογχικού δέρματος δεν είναι μόνιμη
και σε μερικές περιπτώσεις έχει υποστρέψει ενώ συνεχίζεται η θεραπεία
με Xalatan.
Η latanoprost μπορεί σταδιακά να αλλάξει τις βλεφαρίδες και τις λεπτές
τρίχες στον υπό θεραπεία οφθαλμό και τις περιοφθαλμικές δομές. Οι
αλλαγές αυτές περιλαμβάνουν την αύξηση του μήκους, του πάχους, της
χρώσης και του αριθμού των βλεφαρίδων ή των τριχών καθώς και την
ανάπτυξη βλεφαρίδων με λανθασμένη κατεύθυνση. Οι αλλαγές στις
βλεφαρίδες είναι αναστρέψιμες με την διακοπή της θεραπείας.
Το Xalatan περιέχει χλωριούχο βενζαλκώνιο, το οποίο χρησιμοποιείται
συχνά ως συντηρητικό σε οφθαλμολογικά προϊόντα. Έχει αναφερθεί ότι
το χλωριούχο βενζαλκώνιο προκαλεί στικτή κερατοειδοπάθεια και/ή
τοξική, ελκωτική κερατοειδοπάθεια, είναι πιθανόν να προκαλέσει
ερεθισμό στον οφθαλμό και είναι γνωστό ότι αποχρωματίζει τους
μαλακούς φακούς επαφής. Απαιτείται στενή παρακολούθηση όταν
γίνεται συχνή ή παρατεταμένη χρήση του Xalatan σε ασθενείς με
ξηροφθαλμία, ή σε καταστάσεις όπου υπάρχει διαταραχή και καταστολή
της λειτουργίας του κερατοειδούς. Επειδή το χλωριούχο βενζαλκώνιο
μπορεί να απορροφηθεί από τους φακούς επαφής, αυτοί πρέπει να
αφαιρούνται πριν τη χρήση του Xalatan, μπορούν όμως να
επανατοποθετηθούν μετά από 15 λεπτά (βλ. παράγραφο 4.2).
Παιδιατρικός πληθυσμός
Τα δεδομένα αποτελεσματικότητας και ασφάλειας από την ηλικιακή ομάδα
< 1 έτους (4 ασθενείς) είναι πολύ περιορισμένα (βλ. παράγραφο 5.1). Δεν
υπάρχουν διαθέσιμα δεδομένα για πρόωρα νήπια (με ηλικία κύησης
μικρότερη των 36 εβδομάδων).
Σε παιδιά ηλικίας από 0 έως < 3 ετών, που πάσχουν κυρίως από
πρωτοπαθές συγγενές γλαύκωμα, η εγχείρηση (π.χ.
τραμπεκουλεκτομή/γωνιοτομή) παραμένει η θεραπεία πρώτης γραμμής.
Η μακροχρόνια ασφάλεια στα παιδιά δεν έχει αποδειχθεί προς το παρόν.
4.5 Αλληλεπιδράσεις με άλλα φαρμακευτικά προϊόντα και
άλλες μορφές αλληλεπίδρασης
Δεν υπάρχουν οριστικά στοιχεία αλληλεπιδράσεων.
Υπήρξαν αναφορές παράδοξων αυξήσεων της ενδοφθάλμιας πίεσης μετά
από την ταυτόχρονη οφθαλμική χορήγηση δύο αναλόγων
προσταγλανδίνης. Συνεπώς, η χρήση δύο ή περισσοτέρων
προσταγλανδινών, αναλόγων προσταγλανδίνης ή παραγώγων
προσταγλανδίνης δε συνιστάται.
Παιδιατρικός πληθυσμός
Μελέτες αλληλεπίδρασης έχουν διεξαχθεί μόνο σε ενήλικες.
4.6 Γονιμότητα, κύηση και γαλουχία
Εγκυμοσύνη
Η ασφάλεια του ιδιοσκευάσματος αυτού για χρήση σε έγκυες γυναίκες
δεν έχει διαπιστωθεί. Έχει δυνητικά επικίνδυνες φαρμακολογικές
επιδράσεις σε σχέση με την πορεία της κύησης, το έμβρυο ή το νεογνό.
Επομένως το Xalatan δεν πρέπει να χορηγείται κατά τη διάρκεια της
κύησης.
Θηλασμός
Η latanoprost και οι μεταβολίτες της μπορούν να περάσουν στο μητρικό
γάλα, επομένως το Χalatan δεν πρέπει να χορηγείται σε γυναίκες που
θηλάζουν ή ο θηλασμός πρέπει να διακόπτεται.
Γονιμότητα
Σε μελέτες σε ζώα, η latanoprost δεν έχει βρεθεί να παρουσιάζει επιδράσεις
στην ανδρική ή τη γυναικεία γονιμότητα (βλ. παράγραφο 5.3).
4.7 Επιδράσεις στην ικανότητα οδήγησης και χειρισμού
μηχανών
Όμοια με άλλα οφθαλμολογικά σκευάσματα, η ενστάλαξη οφθαλμικών
σταγόνων μπορεί να προκαλέσει παροδικό θάμβος οράσεως. Μέχρι την
υποχώρηση του συμπτώματος, οι ασθενείς δεν πρέπει να οδηγούν ή να
χειρίζονται μηχανήματα.
4.8 Ανεπιθύμητες ενέργειες
α. Περίληψη του προφίλ ασφαλείας
Η πλειονότητα των ανεπιθύμητων ενεργειών σχετίζεται με το oφθαλμικό
σύστημα. Σε μία ανοικτή πενταετή μελέτη για την ασφάλεια της
latanoprost, το 33% των ασθενών παρουσίασαν χρώση της ίριδας (βλ.
παράγραφο 4.4). Άλλες οφθαλμικές ανεπιθύμητες ενέργειες είναι γενικά
παροδικές και παρατηρούνται κατά τη χορήγηση της δόσης.
β. Ταξινόμηση ανεπιθύμητων ενεργειών σε πίνακα
Οι ανεπιθύμητες ενέργειες κατηγοριοποιούνται με βάση τη συχνότητα
που παρατηρούνται, ως ακολούθως: πολύ συχνές (≥1/10), συχνές
(≥1/100 έως <1/10), όχι συχνές (≥1/1.000 έως < 1/100), σπάνιες
(≥1/10.000 έως <1/1.000) και πολύ σπάνιες (<1/10.000), μη γνωστές (η
συχνότητα δεν μπορεί να εκτιμηθεί με βάση τα διαθέσιμα δεδομένα).
Kατηγορί
/α
οργανικό
μσύστη α
Πολύ
συχνές
1/10
Συχνές
1/100 έως
<1/10
Όχι
συχνές
1/1.000
έως
<1/100
Σπάνιες
1/10.000
έως
<1/1.000
Πολύ
σπάνιες
<1/10.000
μ Λοι ώξεις
και
παρασιτώσ
εις
Ερπητική
κερατίτιδα*
§
Διαταραχές
του
ν ευρικού
σ μυστή ατος
Κεφαλαλγί
α*, ζάλη*
Kατηγορί
/α
οργανικό
μσύστη α
Πολύ
συχνές
1/10
Συχνές
1/100 έως
<1/10
Όχι
συχνές
1/1.000
έως
<1/100
Σπάνιες
1/10.000
έως
<1/1.000
Πολύ
σπάνιες
<1/10.000
μΟφθαλ ικές
διαταραχές
Υπέρχρωσ
η της
ίριδας,
ήπια έως
μέτρια
υπεραιμία
του
επιπεφυκό
τα,
οφθαλμικ
ός
ερεθισμός
(αίσθημα
καύσου,
αίσθηση
ύπαρξης
άμμου
στον
οφθαλμό,
κνησμός,
αίσθημα
νυγμού
και
ελαφρά
αίσθηση
ξένου
σώματος),
αλλαγές
στις
βλεφαρίδε
ς και στις
λεπτές
τρίχες του
βλεφάρου
(αύξηση
του
μήκους,
του
πάχους,
της
χρώσης
και του
αριθμού
των
βλεφαρίδ
ων)
Στικτή
κερατίτιδ
α, ως επί
το
πλείστον
χωρίς
συμπτώμα
τα,
βλεφαρίτι
δα,
οφθαλμικ
ός πόνος,
φωτοφοβί
α,
επιπεφυκί
τιδα*
Οίδημα
βλέφαρου,
ξηροφθαλμ
ία,
κερατίτιδα
*, θάμβος
όρασης,
οίδημα της
ωχράς
κηλίδας
συμπεριλα
μβανομένο
υ
κυστοειδού
ς
οιδήματος
της ωχράς
κηλίδας*,
ραγοειδίτι
δα*
Ιρίτιδα*,
οίδημα του
κερατοειδού
ς*,
διάβρωση
του
κερατοειδού
ς,
περικογχικό
οίδημα,
τριχίαση*,
διστιχίαση,
κύστη της
ίριδας
*
§,
εντοπισμένη
δερματική
αντίδραση
στα
βλέφαρα,
σκούρα
χρώση του
δέρματος
των
βλεφάρων,
ψευδοπεμφι
γοειδές του
οφθαλμικού
επιπεφυκότα
*
§
Περικογχι
κές και
βλεφαρικέ
ς
μεταβολές
που
οδηγούν σε
εμβάθυνση
των
βλεφαρικώ
ν
αυλακώσε
ων
Kατηγορί
/α
οργανικό
μσύστη α
Πολύ
συχνές
1/10
Συχνές
1/100 έως
<1/10
Όχι
συχνές
1/1.000
έως
<1/100
Σπάνιες
1/10.000
έως
<1/1.000
Πολύ
σπάνιες
<1/10.000
Καρδιακές
διαταραχές
Στηθάγχη,
α μ ίσθη α
μ *παλ ών
Ασταθής
στηθάγχη
Διαταραχές
του
αναπνευστι
κού
συστήματο
ς, του
θώρακα και
του
μεσοθωρακ
ίου
Άσθμα*,
δύσπνοια*
Έ ξαρση
μάσθ ατος
Διαταραχές
του
δέρματος
και του
υποδόριου
ιστού
Εξάνθημα Κνησμός
Διαταραχές
του
μυοσκελετι
κού
συστήματο
ς και του
συνδετικού
ιστού
Μυαλγία*,
αρθραλγία
*
Γενικές
διαταραχές
και
καταστάσει
ς της οδού
χορήγησης
Θωρακικό
*άλγος
*Ανεπιθύμητη ενέργεια (ΑΕ) φαρμάκου που αναγνωρίστηκε μετά την κυκλοφορία στην
αγορά
§Η συχνότητα της ανεπιθύμητης ενέργειας (ΑΕ) φαρμάκου εκτιμήθηκε με τη χρήση του
«Κανόνα των 3»
γ. Περιγραφή επιλεγμένων ανεπιθύμητων ενεργειών
Δεν παρέχονται πληροφορίες.
δ. Παιδιατρικός πληθυσμός
Σε δύο βραχυπρόθεσμες κλινικές δοκιμές ( 12 εβδομάδες), που
συμπεριέλαβαν 93 (25 και 68) παιδιατρικούς ασθενείς, το προφίλ
ασφαλείας ήταν παρόμοιο με αυτό των ενηλίκων και δεν εντοπίστηκαν
νέες ανεπιθύμητες ενέργειες. Τα βραχυπρόθεσμα προφίλ ασφαλείας σε
διαφορετικές παιδιατρικές υποομάδες ήταν επίσης παρόμοια (βλέπε
παράγραφο 5.1). Οι ανεπιθύμητες ενέργειες που παρατηρήθηκαν πιο
συχνά στον παιδιατρικό πληθυσμό από ότι στων ενηλίκων, ήταν:
ρινοφαρυγγίτιδα και πυρεξία.
Έχουν αναφερθεί πολύ σπάνια περιπτώσεις ασβέστωσης του
κερατοειδούς σε συσχέτιση με τη χρήση οφθαλμικών σταγόνων που
περιέχουν φωσφορικά σε ορισμένους ασθενείς με σημαντικά
κατεστραμμένους κερατοειδείς.
Αναφορά πιθανολογούμενων ανεπιθύμητων ενεργειών
Η αναφορά πιθανολογούμενων ανεπιθύμητων ενεργειών μετά από τη
χορήγηση άδειας κυκλοφορίας του φαρμακευτικού προϊόντος είναι
σημαντική. Επιτρέπει τη συνεχή παρακολούθηση της σχέσης οφέλους-
κινδύνου του φαρμακευτικού προϊόντος. Ζητείται από τους
επαγγελματίες του τομέα της υγειονομικής περίθαλψης να αναφέρουν
οποιεσδήποτε πιθανολογούμενες ανεπιθύμητες ενέργειες μέσω:
Ελλάδα Κύπρος
Εθνικός Οργανισμός Φαρμάκων
Μεσογείων 284
GR-15562 Χολαργός, Αθήνα
Τηλ: + 30 21 32040380/337
Φαξ: + 30 21 06549585
Ιστότοπος: http :// www . eof . gr
Φαρμακευτικές Υπηρεσίες
Υπουργείο Υγείας
CY-1475 Λευκωσία
Φαξ: + 357 22608649
Ιστότοπος: www . moh . gov . cy / phs
4.9 Υπερδοσολογία
Εκτός από τον οφθαλμικό ερεθισμό και την υπεραιμία του επιπεφυκότα
καμία άλλη οφθαλμική παρενέργεια δεν έχει παρατηρηθεί από
υπερδοσολογία με Χalatan.
Σε περίπτωση που το Χalatan ληφθεί τυχαία από το στόμα οι εξής
πληροφορίες μπορεί να προβούν χρήσιμες: Κάθε φιαλίδιο περιέχει
125 μικρογραμμάρια latanoprost. Πάνω από το 90% μεταβολίζεται κατά
τη διάρκεια της πρώτης διέλευσης μέσω του ήπατος. Η ενδοφλέβια
έγχυση 3 μικρογραμμαρίων/kg σε υγιείς εθελοντές δεν προκάλεσε
συμπτώματα, ωστόσο η δόση των 5,5-10 μικρογραμμαρίων/kg προκάλεσε
ναυτία, κοιλιακό πόνο, ζάλη, κόπωση, εξάψεις και εφίδρωση. Σε
πιθήκους η latanoprost έχει εγχυθεί ενδοφλεβίως σε δόσεις μέχρι 500
μικρογραμμάρια/kg χωρίς σημαντική επίδραση στο καρδιαγγειακό
σύστημα.
Η ενδοφλέβια χορήγηση της latanoprost σε πιθήκους έχει συσχετισθεί με
παροδικό βρογχόσπασμο. Ωστόσο, σε ασθενείς με μέτριας βαρύτητας
βρογχικό άσθμα, η latanoprost δεν προκάλεσε βρογχόσπασμο όταν
εφαρμόσθηκε τοπικά στους οφθαλμούς σε δόση επτά φορές την κλινική
δόση του Χalatan.
Σε περίπτωση υπερδοσολογίας με Χalatan, η θεραπεία θα πρέπει να είναι
συμπτωματική.
5. ΔΦΑΡΜΑΚΟΛΟΓΙΚΕΣ Ι ΙΟΤΗΤΕΣ
5.1 μ μ Φαρ ακοδυνα ικές ιδιότητες
Φαρμακοθεραπευτική κατηγορία: Αντιγλαυκωματικά σκευάσματα και
μειωτικά, ανάλογα προσταγλανδίνης
Κωδικός ATC: S01EE01
Η δραστική ουσία latanoprost, ανάλογο της προσταγλανδίνης F
, είναι
εκλεκτικός αγωνιστής υποδοχέων prostanoid FP που μειώνει την
ενδοφθάλμια πίεση αυξάνοντας την εκροή του υδατοειδούς υγρού. Η
μείωση της ενδοφθάλμιας πίεσης στον άνθρωπο αρχίζει περίπου τρεις
μέχρι τέσσερις ώρες μετά τη χορήγηση και το μέγιστο αποτέλεσμα
επιτυγχάνεται μετά από 8-12 ώρες. Η μείωση της πίεσης διατηρείται για
διάστημα τουλάχιστον 24 ωρών.
Μελέτες σε πειραματόζωα και στον άνθρωπο υποδηλώνουν ότι ο
κυριότερος μηχανισμός της δράσης του είναι η αυξημένη
ραγοειδοσκληρική εκροή, αν και κάποια αύξηση στην ευκολία της εκροής
(μείωση στην αντίσταση της εκροής) έχει αναφερθεί στον άνθρωπο.
Από κεντρικές μελέτες έχει καταδειχθεί ότι το Xalatan είναι
αποτελεσματικό ως μονοθεραπεία. Επιπλέον, έχουν διεξαχθεί κλινικές
μελέτες, για τη διερεύνηση της χρήσης σε συνδυασμό. Αυτές
περιλαμβάνουν μελέτες από τις οποίες φαίνεται ότι η latanoprost είναι
αποτελεσματική σε συνδυασμό με βήτα-αδρενεργικούς ανταγωνιστές
(timolol). Βραχυχρόνιες μελέτες (διάρκειας 1 ή 2 εβδομάδων)
υποδηλώνουν ότι η δράση της latanoprost είναι προσθετική σε
συνδυασμό με αδρενεργικούς αγωνιστές (dipivalyl epinephrine),
αναστολείς καρβονικής ανυδράσης (acetazolamide) και τουλάχιστον
μερικώς προσθετική με χολινεργικούς αγωνιστές (pilocarpine).
Από κλινικές μελέτες έχει καταδειχθεί ότι η latanoprost δεν εμφανίζει
σημαντική επίδραση στην παραγωγή του υδατοειδούς υγρού. Δεν έχει
παρατηρηθεί καμία επίδραση του latanoprost στον αιματο-υδατοειδικό
φραγμό.
Η latanoprost εμφάνισε αμελητέα ή καμία δράση στην ενδοφθάλμια
αιματική κυκλοφορία όταν χρησιμοποιήθηκε στην κλινική της δόση και
μελετήθηκε σε πιθήκους. Ωστόσο, ήπια έως μέτρια υπεραιμία του
επιπεφυκότα ή του επισκληρίου μπορεί να παρατηρηθούν κατά τη
διάρκεια της τοπικής θεραπείας.
Η χρόνια θεραπεία με latanoprost σε οφθαλμούς πιθήκων που είχαν
υποστεί εξωπεριφακική αφαίρεση του φακού δεν επηρέασε τα
αμφιβληστροειδικά αιμοφόρα αγγεία, όπως διαπιστώθηκε με
αγγειογραφία με φλουορεσεΐνη.
Η latanoprost δεν προκάλεσε διαρροή φλουορεσεΐνης στο οπίσθιο
ημιμόριο σε ψευδοφακικούς ανθρώπινους οφθαλμούς στη διάρκεια
βραχυχρόνιας θεραπείας.
Σε κλινικές δόσεις η latanoprost δεν βρέθηκε να έχει κανένα σημαντικό
φαρμακολογικό αποτέλεσμα στο καρδιαγγειακό ή στο αναπνευστικό
σύστημα.
Παιδιατρικός πληθυσμός
Η αποτελεσματικότητα της latanoprost σε παιδιατρικούς ασθενείς ηλικίας
≤18 ετών απεδείχθει σε μία 12 εβδομάδων, διπλά-τυφλή, κλινική μελέτη
της latanoprost σε σύγκριση με timolol, σε 107 ασθενείς διαγνωσμένους με
οφθαλμική υπερτονία και παιδιατρικό γλαύκωμα. Τα νεογνά ήταν
απαραίτητο να είχαν ηλικία κύησης τουλάχιστον 36 εβδομάδων. Οι
ασθενείς έλαβαν είτε latanoprost 50 mcg/ml μία φορά ημερησίως ή timolol
0,5% (ή εναλλακτικά 0,25% για άτομα ηλικίας μικρότερης των 3 ετών) 2
φορές ημερησίως. Το πρωτεύον τελικό σημείο αποτελεσματικότητας ήταν
η μέση μείωση της ενδοφθάλμιας πίεσης (ΕΟΠ) από την έναρξη έως την
Εβδομάδα 12 της μελέτης. Οι μέσες τιμές μείωσης της ενδοφθάλμιας
πίεσης στις ομάδες της latanoprost και timolol ήταν παρόμοιες. Σε όλες τις
ηλικιακές ομάδες που μελετήθηκαν (ηλικίας 0 έως <3 ετών, 3 έως <12
ετών και 12 έως 18 ετών) η μέση μείωση της ενδοφθάλμιας πίεσης την
Εβδομάδα 12, στην ομάδα της latanoprost, ήταν παρόμοια με αυτή της
ομάδας της timolol. Παρόλα αυτά, τα δεδομένα αποτελεσματικότητας
στην ηλικιακή ομάδα 0 - < 3 ετών βασίστηκαν μόνο σε 13 ασθενείς για τη
latanoprost και δεν απεδείχθει σχετική αποτελεσματικότητα από τους 4
ασθενείς που εκπροσωπούσαν την ηλικιακή ομάδα 0 - < 1 ετών στην
παιδιατρική κλινική μελέτη. Δεν υπάρχουν διαθέσιμα δεδομένα για
πρόωρα νήπια ε ηλικία κύησης μικρότερη των 36 εβδομάδων).
Οι μειώσεις της ενδοφθάλμιας πίεσης στους ασθενείς της υποομάδας με
πρωτοπαθές συγγενές/παιδικό γλαύκωμα ήταν παρόμοιες μεταξύ της
ομάδας της latanoprost και της ομάδας της timolol. Η υποομάδα με μη-
πρωτοπαθές συγγενές γλαύκωμα (π.χ. νεανικό γλαύκωμα ανοιχτής
γωνίας, αφακικό γλαύκωμα) εμφάνισε παρόμοια αποτελέσματα με την
υποομάδα του πρωτοπαθούς συγγενούς γλαυκώματος.
Η επίδραση στην ενδοφθάλμια πίεση παρατηρήθηκε μετά την πρώτη
εβδομάδα της θεραπείας (βλέπε Πίνακα) και διατηρήθηκε καθόλη τη
διάρκεια των 12 εβδομάδων της μελέτης, όπως στους ενήλικες.
Πίνακας: Μείωση της ενδοφθάλμιας πίεσης (mmHg), την Εβδομάδα
12, ανά ομάδα ενεργούς θεραπείας και διάγνωση κατά την έναρξη
Latanoprost
N=53
Timolol
N=54
Μέση τιμή έναρξης (SE) 27,3 (0,75) 27,8 (0,84)
Εβδομάδα 12, Mεταβολή από
τη Μέση τιμή Έναρξης
(SE)
-7,18 (0,81) -5,72 (0,81)
τιμή p έναντι timolol 0,2056
PCG*
N=28
Non-PCG**
N=25
PCG
N=26
Non-PCG
N=28
Μέση τιμή έναρξης (SE) 26,5 (0,72) 28,2 (1,37) 26,3 (0,95) 29,1 (1,33)
Εβδομάδα 12, Mεταβολή από
τη Μέση τιμή Έναρξης
(SE)
-5,90
(0,98)
-8,66 (1,25) -5,34 (1,02) -6,02 (1,18)
τιμή p έναντι timolol 0,6957 0,1317
SE: τυπικό σφάλμα (standard error).
†Προσαρμοσμένη εκτίμηση, βασισμένη σε μία ανάλυση μοντέλου
συμμεταβλητότητας (ANCOVA).
* PCG: Primary Congenital Glaucoma - Πρωτοπαθές Συγγενές Γλαύκωμα
** Non-PCG: Μη Πρωτοπαθές Συγγενές Γλαύκωμα.
5.2 Φαρμακοκινητικές ιδιότητες
Η latanoprost (μοριακό βάρος 432,58) είναι προφάρμακο ισοπροπυλικού
εστέρα το οποίο είναι αδρανές ως έχει, αλλά μετά από υδρόλυση στο οξύ
της latanoprost καθίσταται βιολογικά δραστική.
Το προφάρμακο εμφανίζει καλή απορρόφηση μέσω του κερατοειδούς
χιτώνα και ολόκληρη η ποσότητα του φαρμάκου που εισέρχεται στο
υδατοειδές υγρό υδρολύεται κατά τη διάρκεια της διέλευσής του μέσω
του κερατοειδούς χιτώνα.
Κλινικές μελέτες στον άνθρωπο δείχνουν ότι η μέγιστη συγκέντρωση στο
υδατοειδές υγρό επιτυγχάνεται σε διάστημα περίπου δύο ωρών μετά την
τοπική χορήγηση. Μετά την τοπική της εφαρμογή σε πιθήκους, η
latanoprost κατανέμεται κυρίως στο πρόσθιο τμήμα, στους επιπεφυκότες
και στα βλέφαρα. Μόνον ελάχιστες ποσότητες του φαρμάκου φθάνουν
στο οπίσθιο ημιμόριο.
Δεν πραγματοποιείται σχεδόν καθόλου μεταβολισμός του οξέος της
latanoprost στον οφθαλμό. Ο κυριότερος μεταβολισμός λαμβάνει χώρα
στο ήπαρ. Ο χρόνος ημιζωής στο πλάσμα είναι περίπου 17 λεπτά στον
άνθρωπο. Οι κυριότεροι μεταβολίτες, οι μεταβολίτες 1,2-dinor και
1,2,3,4-tetranor ασκούν ελάχιστη ή καθόλου βιολογική δράση σε μελέτες
που διεξάχθηκαν σε πειραματόζωα και απεκκρίνονται κυρίως στα ούρα.
Παιδιατρικός πληθυσμός
Μία ανοιχτής επισήμανσης μελέτη φαρμακοκινητικής των
συγκεντρώσεων του οξέος της latanoprost στο πλάσμα, διεξήχθη σε 22
ενήλικες και 25 παιδιατρικούς ασθενείς (ηλικίας από τη γέννηση έως <
18 ετών) με οφθαλμική υπερτονία και γλαύκωμα. Όλες οι ηλικιακές
ομάδες έλαβαν θεραπεία με latanoprost 50 mcg/ml, μία σταγόνα ημερησίως,
σε κάθε οφθαλμό, για τουλάχιστον 2 εβδομάδες. Η συστηματική έκθεση
του οξέος της latanoprost ήταν περίπου 2 φορές υψηλότερη σε παιδιά
ηλικίας 3 έως < 12 ετών και 6 φορές υψηλότερη σε παιδιά ηλικίας < 3
ετών, σε σύγκριση με ενήλικες, αλλά διατηρήθηκε ένα μεγάλο εύρος
ασφαλείας αναφορικά με συστηματικές ανεπιθύμητες ενέργειες (βλέπε
παράγραφο 4.9). Ο μέσος χρόνος για την επίτευξη των μέγιστων
συγκεντρώσεων στο πλάσμα ήταν 5 λεπτά μετά τη χορήγηση της δόσης,
για όλες τις ηλικιακές ομάδες. Ο μέσος χρόνος ημιζωής στο πλάσμα ήταν
σύντομος (< 20 λεπτά), παρόμοιος για παιδιατρικούς και ενήλικες
ασθενείς και δεν είχε ως αποτέλεσμα τη συγκέντρωση του οξέος της
latanoprost στη συστηματική κυκλοφορία, σε συνθήκες σταθεροποιημένης
κατάστασης.
5.3 Προκλινικά δεδομένα για την ασφάλεια
Η οφθαλμική καθώς και η συστηματική τοξικότητα της latanoprost έχει
διερευνηθεί σε πολλά είδη πειραματόζωων. Σε γενικές γραμμές, η
latanoprost εμφανίζει καλή ανοχή με περιθώριο ασφάλειας μεταξύ της
κλινικής οφθαλμικής δόσης και συστηματικής τοξικότητας τουλάχιστον
1.000 φορές. Έχει καταδειχθεί ότι υψηλές δόσεις latanoprost, περίπου
100 φορές την κλινική δόση/kg βάρους σώματος, που χορηγήθηκαν
ενδοφλεβίως σε μη αναισθητοποιημένους πιθήκους, αυξάνουν την
ταχύτητα της αναπνοής, αντανακλώντας πιθανώς σε κάποια μικρής
διάρκειας βρογχόσπασμο. Σε μελέτες που διεξάχθηκαν με latanoprost σε
ζώα δεν καταδείχθηκαν ιδιότητες ευαισθητοποίησης.
Κανένα τοξικό αποτέλεσμα στον οφθαλμό δεν διαπιστώθηκε με δόσεις
μέχρι και 100 μικρογραμμαρίων/οφθαλμό/ημέρα σε κουνέλια ή σε
πιθήκους (η κλινική δόση είναι περίπου 1,5
μικρογραμμάρια/οφθαλμό/ημέρα). Ωστόσο, σε πιθήκους, καταδείχθηκε
ότι η latanoprost προκαλεί αυξημένη χρώση της ίριδας.
Ο μηχανισμός της αυξημένης χρώσης φαίνεται να είναι η διέγερση της
παραγωγής μελανίνης σε μελανοκύτταρα της ίριδας. Δεν έχουν
παρατηρηθεί εκφυτικές (παραγωγικές) μεταβολές. Η αλλαγή στο χρώμα
της ίριδας μπορεί να είναι μόνιμη.
Σε μελέτες χρόνιας οφθαλμικής τοξικότητας η χορήγηση latanoprost σε
δοσολογία 6 mcg/οφθαλμό/ημέρα έχει επίσης καταδειχθεί ότι εντείνει την
αύξηση της μεσοβλεφάριας σχισμής. Το αποτέλεσμα αυτό είναι
αναστρέψιμο και παρατηρείται σε δόσεις υψηλότερες από το επίπεδο της
κλινικής δόσης. Το αποτέλεσμα αυτό δεν έχει παρατηρηθεί στον
άνθρωπο.
Η latanoprost βρέθηκε αρνητική σε δοκιμασίες αντίστροφης μετάλλαξης
σε βακτηρίδια, σε μετάλλαξη γονιδίων σε λέμφωμα ποντικού και σε
δοκιμασία μικροπυρήνα ποντικού. Παρατηρήθηκαν in vitro
χρωμοσωμικές παρεκκλίσεις με ανθρώπινα λεμφοκύτταρα. Παρόμοια
αποτελέσματα παρατηρήθηκαν με προσταγλανδίνη F
, προσταγλανδίνη
που βρίσκεται στη φύση, και το γεγονός αυτό υποδηλώνει ότι η επίδραση
αυτή είναι ταξική (CLASS EFFECT).
Επιπρόσθετες μελέτες μεταλλαξιογόνου δράσης σε in vitro/in vivo μη
προγραμματισμένη σύνθεση DΝΑ σε αρουραίους ήταν αρνητικές και
δείχνουν ότι η latanoprost δεν εμφανίζει μεταλλαξιογόνο δυναμικό. Οι
μελέτες καρκινογόνου δράσης σε ποντίκια και αρουραίους ήταν
αρνητικές.
Έχει βρεθεί ότι η latanoprost δεν έχει καμία επίδραση στη γονιμότητα
αρσενικών ή θηλυκών πειραματόζωων. Στη μελέτη εμβρυοτοξικότητας σε
αρουραίους δεν παρατηρήθηκε καμία εμβρυοτοξικότητα σε ενδοφλέβιες
δόσεις (5, 50 και 250 mcg/kg/ημέρα) latanoprost. Ωστόσο, η latanoprost
προκάλεσε εμβρυοθανατηφόρα αποτελέσματα σε κουνέλια σε δόσεις 5
mcg/kg/ ημέρα και υψηλότερες.
Η δόση των 5 mcg/kg/ημέρα (περίπου 100 φορές την κλινική δόση)
προκάλεσε σημαντική εμβρυοτοξικότητα που χαρακτηρίσθηκε από
αυξημένη συχνότητα εμφάνισης αργοπορημένης απορρόφησης και
αποβολής καθώς και από μειωμένο βάρος του εμβρύου.
Δεν υπήρξαν ενδείξεις για δυνατότητα πρόκλησης τερατογένεσης.
6. ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
6.1 Κατάλογος εκδόχων
Sodium chloride
Benzalkonium chloride
Sodium dihydrogen phosphate monohydrate (E339a)
Anhydrous disodium phosphate (E339b)
Ύδωρ για ενέσιμα
6.2 Ασυμβατότητες
Από in vitro μελέτες έχει καταδειχθεί ότι προκαλείται κατακρήμνιση
όταν οφθαλμικές σταγόνες που περιέχουν θειομερσάλη αναμειχθούν με
Χalatan. Σε περίπτωση που χρησιμοποιούνται φαρμακευτικά προϊόντα
του είδους αυτού, οι οφθαλμικές σταγόνες θα πρέπει να χορηγούνται σε
μεσοδιάστημα τουλάχιστον πέντε λεπτών.
6.3 Διάρκεια ζωής
Πριν το πρώτο άνοιγμα: 2 χρόνια
Μετά το πρώτο άνοιγμα του περιέκτη: 4 εβδομάδες.
6.4 Ιδιαίτερες προφυλάξεις κατά τη φύλαξη του προϊόντος
Φυλάσσετε το φιαλίδιο στο εξωτερικό κουτί για να προστατεύεται από
το φως.
Για τις συνθήκες διατήρησης μετά το πρώτο άνοιγμα του φαρμακευτικού
προϊόντος, βλ. παράγραφο 6.3.
Μη φυλάσσετε σε θερμοκρασία μεγαλύτερη των 25°C και να το
χρησιμοποιήσετε εντός 4 εβδομάδων.
6.5 Φύση και συστατικά του περιέκτη
Σταγονομετρικό φιαλίδιο (5 ml) από πολυαιθυλένιο, είτε με βιδωτό πώμα
και επίπωμα ασφαλείας από πολυαιθυλένιο, ή με βιδωτό πώμα και
δακτύλιο ασφαλείας.
Κάθε σταγονομετρικό φιαλίδιο περιέχει 2,5 ml διάλυμα για οφθαλμικές
σταγόνες που αντιστοιχεί σε περίπου 80 σταγόνες διαλύματος.
Μεγέθη συσκευασίας: 1 x 2,5 ml, 3 x 2,5 ml, 6 x 2,5 ml.
Μπορεί να μην κυκλοφορούν όλες οι συσκευασίες.
6.6 Ιδιαίτερες προφυλάξεις απόρριψης και άλλος χειρισμός
Καμία ειδική υποχρέωση.
7. ΚΑΤΟΧΟΣ ΤΗΣ ΑΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ
Pfizer Ελλάς A.E.,
Λ. Μεσογείων 243,
154 51 Ν. Ψυχικό, Αθήνα,
Τηλέφωνο: 210 6785800
Κύπρος - Τοπικός αντιπρόσωπος:
Pfizer Ελλάς A.E. (CYPRUS BRANCH),
Λ. Διγενή Ακρίτα 57,
1070, Λευκωσία, Κύπρος
Τηλ.: +357 22 817690
8. ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ
32620/07/11-04-2008
9. ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΠΡΩΤΗΣ ΕΓΚΡΙΣΗΣ / ΑΝΑΝΕΩΣΗΣ ΤΗΣ
ΑΔΕΙΑΣ
Ημερομηνία πρώτης έγκρισης: 16 Δεκεμβρίου 1996
Ημερομηνία τελευταίας ανανέωσης: 16 Δεκεμβρίου 2006
10. ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗΣ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ