φυσιολογικά. Το αγγειοοίδημα διαγνώστηκε με διαδικασίες όπως αξονική
τομογραφία ή υπέρηχο της κοιλιακής χώρας, ή στο χειρουργείο, και τα
συμπτώματα του αγγειοοιδήματος του εντέρου υποχώρησαν μετά τη διακοπή του
αναστολέα του ΜΕΑ. Το αγγειοοίδημα του εντέρου πρέπει να συμπεριληφθεί στη
διαφορική διάγνωση των ασθενών που λαμβάνουν αναστολείς του ΜΕΑ και
παρουσιάζουν κοιλιακό άλγος.
Έχει αναφερθεί μεγαλύτερη συχνότητα εμφάνισης αγγειοοιδήματος σε ασθενείς
της μαύρης φυλής που έλαβαν αναστολείς ΜΕΑ.
Αυτός ο κίνδυνος ενδέχεται να αυξηθεί σε ασθενείς που λαμβάνουν ταυτόχρονα
φάρμακα όπως οι αναστολείς του mTOR (mammalian
target
of
rapamycin - στόχος της
ραπαμυκίνης στα θηλαστικά) (π.χ. τεμσιρόλιμους, εβερόλιμους, σιρόλιμους) ή
βιλνταγλιπτίνη ή ρασεκαδοτρίλη .
Διπλός αποκλεισμός του συστήματος ρενίνης-αγγειοτασίνης-αλδοστερόνης
(
RAAS
)
Υπάρχουν αποδείξεις ότι η ταυτόχρονη χρήση αναστολέων ΜΕΑ, αποκλειστών
των υποδοχέων αγγειοτασίνης ΙΙ ή αλισκιρένης αυξάνει τον κίνδυνο υπότασης,
υπερκαλιαιμίας και μειωμένης νεφρικής λειτουργίας (περιλαμβανομένης της
οξείας νεφρικής ανεπάρκειας). Ως εκ τούτου, διπλός αποκλεισμός του
συστήματος ρενίνης-αγγειοτασίνης-αλδοστερόνης (RAAS) μέσω της
συνδυασμένης χρήσης αναστολέων ΜΕΑ, αποκλειστών των υποδοχέων
αγγειοτασίνης ΙΙ ή αλισκιρένης δεν συνιστάται (βλ. παραγράφους 4.5 και 5.1).
Εάν η θεραπεία διπλού αποκλεισμού θεωρείται απολύτως απαραίτητη, αυτή θα
πρέπει να λάβει χώρα μόνο κάτω από την επίβλεψη ειδικού και με συχνή στενή
παρακολούθηση της νεφρικής λειτουργίας, των ηλεκτρολυτών και της
αρτηριακής πίεσης.
Οι αναστολείς ΜΕΑ και οι αποκλειστές των υποδοχέων αγγειοτασίνης ΙΙ δεν θα
πρέπει να χρησιμοποιούνται ταυτόχρονα σε ασθενείς με διαβητική νεφροπάθεια.
Νεφρική λειτουργία
Πρέπει να παρακολουθείται η νεφρική λειτουργία των ασθενών ιδιαίτερα στις
πρώτες εβδομάδες της θεραπείας με αναστολείς του ΜΕΑ. Προσοχή χρειάζεται
σε ασθενείς με ενεργοποιημένο το σύστημα ρενίνης-αγγειοτασίνης.
Ασθενείς με ήπιου έως μέτριου βαθμού νεφρική δυσλειτουργία (κάθαρση
κρεατινίνης 20-60 ml/min) και ασθενείς που βρίσκονται ήδη σε αγωγή με
διουρητικά: Για τη δοσολογία, βλ. τα αντίστοιχα μεμονωμένα συστατικά.
Παρακολούθηση Ηλεκτρολυτών: Υπερκαλιαιμία
Υπερκαλιαιμία έχει παρατηρηθεί σε ορισμένους ασθενείς στους οποίους
χορηγήθηκαν αναστολείς του ΜΕΑ, συμπεριλαμβανομένης της ραμιπρίλης.
Ασθενείς σε κίνδυνο για την εμφάνιση υπερκαλιαιμίας είναι εκείνοι με νεφρική
δυσλειτουργία, ηλικία (>70 ετών), μη ελεγχόμενο σακχαρώδη διαβήτη, ή εκείνοι
που χρησιμοποιούν άλατα καλίου, καλιοσυντηρητικά διουρητικά, ή άλλες
δραστικές ουσίες που αυξάνουν το κάλιο (π.χ. ηπαρίνη), τριμεθοπρίμηκαι σε
σταθερό συνδυασμό με σουλφαμεθοξαζόλη τακρόλιμους, κυκλοσπορίνη)· ή με
νόσο όπως αφυδάτωση, οξεία καρδιακή αντιστάθμιση, μεταβολική οξέωση. Εάν η
συνδυαστική χρήση των προαναφερθέντων παραγόντων κρίνεται απαραίτητη,
προτείνεται το κάλιο του ορού να παρακολουθείται τακτικά (βλ. παράγραφο 4.5).
Παρακολούθηση Ηλεκτρολυτών: Υπονατριαιμία
Σύνδρομο Απρόσφορης Έκκρισης Αντιδιουρητικής Ορμόνης (SIADH) και
επακόλουθη υπονατριαιμία έχουν παρατηρηθεί σε κάποιους ασθενείς που