
και θειούχων ενώσεων με την μορφή των οποίων αποβάλλεται στα ούρα. Αυτός ο
δεύτερος τρόπος κορένυται ταχέως αν χορηγούνται μεγαλύτερες δόσεις από τις
θεραπευτικές.
Ελάχιστη ποσότητα μεταβολίζεται μέσω των πολλαπλής λειτουργίας οξειδασών του
ήπατος και των νεφρών προς τον υδροξυλωμένο μεταβολίτη Ν-ακευλ-ρ-
βενζοκινονειμίνη (ΝΑΒQ) που είναι τοξικός για τα κύτταρα αλλά υπό τις συνιστώμενες
δόσεις αδρανοποιείται από τη γλουτοθειόνη και αποβάλλεται συνεζευγμένος με
μερκαπτοπουρίνη και κυστείνη.
Η σύνδεση της παρακεταμόλης με τις πρωτεÀνες του πλάσματος είναι μερική και
αντιπροσωπεύει μόνο το 20 - 30% του φαρμάκου. Σε θεραπευτικές δόσεις η
παρακεταμόλη απεκκρίνεται κυρίως δια της συζεύξεως με θειικό ή γλουκουρονικό
οξύ. Ένα ποσοστό 5 - 15% του φαρμάκου μετατρέπεται σε μερκαπτουρικό οξύ. Το
τελευταίο είναι προϊόν του μεταβολισμού της παρακεταμόλης από το σύστημα Ρ - 450
του ηπατικού κυτοχρώματος. Πιστεύεται ότι το ενδιάμεσον αυτό, μη συνεζευγμένο,
ενδιάμεσον προϊόν του κυτόχρωμου Ρ - 450 συστήματος του μεταβολισμού της
παρακεταμόλης είναι και υπεύθυνο για την παρατηρούμενη τοξικότητα της οξείας
υπερδοσολογίας με παρακεταμόλη.
Σε περιπτώσεις υπερδοσολογίας η σύζευξη με τα θειικό και γλουκουρονικό οξύ, η
οποία είναι και η συνήθης οδός αποτοξίνωσης της παρακεταμόλης, υφίσταται
υπερκορεσμό και κατά συνέπεια ένα αυξημένο ποσοστό της παρακεταμόλης
μεταβολίζεται δια μέσον του κυτοχρώματος Ρ - 450 συστήματος. Σε άτομα που
λαμβάνουν θεραπευτικές δόσεις παρακεταμόλης, οι περιορισμένες ποσότητες του
ενδιάμεσου ενεργού μεταβολισμού της παρακεταμόλης που παράγεται δια της
περιορισμένης αυτής οδού, κυτόχρωμα Ρ - 450, μεταβολισμού της παρακεταμόλης
εξουδετερούνται από την επαρκή ηπατική γλουταθιόνη. Επί υπερδοσολογίας οι
εφεδρείες της ηπατικής γλουταθιόνης εξαντλούνται και δεν επαρκούν για την
εξουδετέρωση του ενδιάμεσου αυτού ενεργού μεταβολίτη με αποτέλεσμα τη
δέσμευση του από το ηπατικό κύτταρο και τη πρόκληση κεντρολοβικής ηπατικής
νέκρωσης.
Αποβολή: Η αποβολή γίνεται κυρίως στα ούρα. Το 90% της καταποθείσης δόσης
αποβάλλεται σε 24 ώρες μέσω των νεφρών κυρίως ως γλυκουρονίδια (80-80%) ή
όξινος θειικός εστέρας (20-30%)
Λιγότερο από 5% αποβάλλεται αμετάβλητο. Ο χρόνος ημιπεριόδου ζωής της
αποβολής είναι περίπου 2 ώρες.
Μικρά ποσότης παρακεταμόλης μεταβολίζεται επίσης δια των νεφρών σε
ενδιάμεσους τοξικούς μεταβολίτες με αποτέλεσμα οξεία νεφρική ανεπάρκεια. 52%
της παρακεταμόλης ανιχνεύεται στα ούρα συνεζευγμένη με θειικά, 42% με
γλουκουρινικό οξύ, 3,8% με τη μορφή συνεξευγμένου μερκαπτουρικού οξέως και 2%
αναλλοίωτη.
Φυσιοπαθολογικές περιπτώσεις
Νεφρική ανεπάρκεια. Σε περίπτωση κάθαρσης κρεατινίνης < 10 ml/min, η αποβολή
της παρακεταμόλης και των μεταβολιτών της επιβραδύνεται.
Ηλικιωμένα άτομα : Η δυνατότητα σύνδεσης δεν μεταβάλλεται.
Καφεΐνη: Ο χρόνος ημισίας ζωής της καφεÀνης μειούται στους καπνίζοντες και
επιμηκύνεται στη διάρκεια της εγκυμοσύνης. Ο χρόνος ημισίας ζωής εμφανίζεται
αρκετά αυξημένος σε νεογνά, 100 ώρες στη διάρκεια των 3 πρώτων εβδομάδων,
περίπου 30 φορές αυτή του ενηλίκου. Η δέσμευση της καφεÀνης με τις πρωτεÀνες
του πλάσματος είναι της τάξης του 10 - 35% του φαρμάκου και ο όγκος διάχυσης
είναι 0,5 - 0,7 lit/kg ενδεικτικό της ευρείας διανομής του φαρμάκου
συμπεριλαμβανόμενης και του ενδοκυτταρικού υγρού. Η καφεΐνη διέρχεται το φραγμό
αίματος - εγκεφάλου και του πλακούντα.
Παράγοντες που επηρεάζουν την φαρμακοκινητική της καφεΐνης είναι:
1. Ηλικία : Ο χρόνος ημιαποβολής του φαρμάκου είναι σημαντικά αυξημένος
στην νεογνική ηλικία