Οι ασθενείς θα πρέπει να συμβουλεύονται ώστε να χρησιμοποιούν από την έναρξη
της θεραπείας μία ενυδατική δερματική αλοιφή ή κρέμα και ένα μαλακτικό προϊόν για
τα χείλη, δεδομένου ότι η ισοτρετινοΐνη είναι πιθανόν να προκαλέσει ξηροδερμία και
ξηρότητα χειλέων.
Διαταραχές των οφθαλμών
Η ξηροφθαλμία, οι θολερότητες του κερατοειδούς, η περιορισμένη νυκτερινή όραση
και η κερατοειδίτιδα υποχωρούν συνήθως μετά τη διακοπή της θεραπείας. Η
ξηροφθαλμία μπορεί να επιβοηθηθεί με την εφαρμογή μίας λιπαντικής οφθαλμικής
αλοιφής ή με την εφαρμογή θεραπείας υποκατάστασης δακρύων. Μπορεί να
παρατηρηθεί δυσανεξία στους φακούς επαφής, η οποία μπορεί να επιβάλλει τη
χρήση γυαλιών από τον ασθενή κατά τη διάρκεια της θεραπείας.
Έχει επίσης αναφερθεί μειωμένη νυκτερινή όραση, η έναρξη της οποίας ήταν σε
μερικούς ασθενείς αιφνίδια (βλέπε παράγραφο 4.7). Οι ασθενείς που αντιμετωπίζουν
δυσκολίες στην όραση θα πρέπει να παραπέμπονται για οφθαλμολογική εξέταση
από ειδικό. Μπορεί να είναι απαραίτητη η διακοπή της ισοτρετινοΐνης.
Μυοσκελετικές διαταραχές και διαταραχές των συνδετικών ιστών
Σε ασθενείς υπό ισοτρετινοΐνη έχει αναφερθεί μυαλγία, αρθραλγία και αυξημένες
τιμές κρεατινοφωσφοκινάσης ορού, ιδιαίτερα σε εκείνους που επιδίδονται σε έντονη
σωματική δραστηριότητα (βλέπε παράγραφο 4.8).
Μετά από αρκετά χρόνια χορήγησης πολύ υψηλών δόσεων για τη θεραπεία
διαταραχών της κερατινοποίησης έχουν παρατηρηθεί οστικές μεταβολές,
συμπεριλαμβανομένων της πρόωρης σύγκλεισης των επιφύσεων, της υπερόστωσης
και της ασβέστωσης τενόντων και συνδέσμων. Στους ασθενείς αυτούς, τα
δοσολογικά επίπεδα, η διάρκεια της θεραπείας και η συνολική αθροιστική δόση
υπερέβαιναν γενικώς κατά πολύ τα συνιστώμενα για τη θεραπεία της ακμής.
Καλοήθης ενδοκρανιακή υπέρταση
Έχουν αναφερθεί περιπτώσεις καλοήθους ενδοκρανιακής υπέρτασης, σε ορισμένες
από τις οποίες ενέχετο η ταυτόχρονη χρήση τετρακυκλινών (βλέπε παράγραφο 4.3
και 4.5). Τα σημεία και συμπτώματα της καλοήθους ενδοκρανιακής υπέρτασης
περιλαμβάνουν κεφαλαλγία, ναυτία και έμετο, οπτικές διαταραχές και το οίδημα της
οπτικής θηλής. Οι ασθενείς που αναπτύσσουν καλοήθη ενδοκρανιακή υπέρταση θα
πρέπει να διακόψουν αμέσως την ισοτρετινοΐνη.
Ηπατοχολικές διαταραχές
Τα ηπατικά ένζυμα θα πρέπει να ελέγχονται πριν από τη θεραπεία, 1 μήνα μετά την
έναρξη της θεραπείας και ακολούθως ανά διαστήματα 3 μηνών, εκτός εάν υπάρχει
κλινική ένδειξη για συχνότερη παρακολούθηση. Έχουν αναφερθεί παροδικές και
αναστρέψιμες αυξήσεις των ηπατικών τρανσαμινασών.
Σε πολλές περιπτώσεις οι μεταβολές αυτές βρίσκονταν σε φυσιολογικά πλαίσια και οι
τιμές επανήλθαν στα αρχικά επίπεδα κατά τη διάρκεια της θεραπείας. Ωστόσο, επί
επιμένουσας, κλινικώς σημαντικής αύξησης των επιπέδων των τρανσαμινασών, θα
πρέπει να εξετάζεται το ενδεχόμενο μείωσης της δόσης ή διακοπής της θεραπείας.
Νεφρική βλάβη
Έχει καταδειχθεί ότι η νεφρική βλάβη και η νεφρική ανεπάρκεια δεν επηρεάζουν τις
φαρμακοκινητικές ιδιότητες της ισοτρετινοΐνης. Ως εκ τούτου, η ισοτρετινοΐνη μπορεί
να χορηγείται σε ασθενείς με νεφρική βλάβη. Ωστόσο, συνίσταται οι ασθενείς να