Αλληλεπιδράσεις με φαρμακευτικά προϊόντα
Αθροιστική επίδραση στην επιμήκυνση του διαστήματος QT από τη moxiZoxacin και
άλλα φάρμακα τα οποία μπορεί να επιμηκύνουν το διάστημα QTc δεν μπορεί να
αποκλεισθεί. Αυτή η επίδραση μπορεί να οδηγήσει σε αυξημένο κίνδυνο κοιλιακών
αρρυθμιών, συμπεριλαμβανομένης της torsade de pointes. Επομένως, η συγχορήγηση της
moxifloxacin με κάποιο από τα παρακάτω φαρμακευτικά προϊόντα αντενδείκνυται (βλ.
επίσης παράγραφο 4.3.):
- αντιαρρυθμικά τύπου ΙΑ (π.χ. κινιδίνη, υδροκινιδίνη, δυσοπυραμίδη)
- αντιαρρυθμικά τύπου ΙΙΙ (π.χ αμιοδαρόνη, σοταλόλη, dofetilide, ibutilide)
- αντιψυχωσικά (π.χ φαινοθειαζίνες, πιμοζίδη, sertindole, αλοπεριδόλη, sultopride)
- τρικυκλικούς αντικαταθλιπτικούς παράγοντες
- ορισμένα αντιμικροβιακά (σακουϊναβίρη, σπαρφλοξασίνη, ερυθρομυκίνη IV,
πενταμιδίνη,
ανθελονοσιακά, ιδιαίτερα halofantrine)
- ορισμένα αντιϊσταμινικά (τερφεναδίνη, αστεμιζόλη, μιζολαστίνη)
- άλλα (σιζαπρίδη, vincamine IV., bepridil, diphemanil)
Η χρήση της moxifloxacin θα πρέπει να γίνεται με προσοχή σε ασθενείς που λαμβάνουν
φαρμακευτική αγωγή που μπορεί να μειώσει τα επίπεδα καλίου (π.χ διουρητικά της
αγκύλης και θειαζιδικά διουρητικά, καθαρτικά και κλύσματα [υψηλών δόσεων],
κορτικοστεροειδή, αμφοτερισίνη Β) ή φαρμακευτική αγωγή που σχετίζεται με κλινικά
σημαντική βραδυκαρδία.
Ένα διάστημα περίπου 6 ωρών θα πρέπει να μεσολαβεί μεταξύ της χορήγησης
παραγόντων, που περιέχουν δισθενή ή τρισθενή κατιόντα (π.χ. αντιόξινα που
περιέχουν μαγνήσιο ή αργίλιο, δισκία διδανοσίνης, σουκραλφάτη και παράγοντες
που περιέχουν σίδηρο ή ψευδάργυρο) και της χορήγησης moxifloxacin.
Ταυτόχρονη χορήγηση ενεργού άνθρακα με από του στόματος δόση 400mg moxifloxacin,
οδήγησε σε μια εξεσημασμένη παρεμπόδιση της απορρόφησης του φαρμάκου και σε
μια μειωμένη συστηματική διαθεσιμότητα του φαρμάκου περισσότερο από 80%.
Επομένως η ταυτόχρονη χρήση των δύο αυτών φαρμάκων δε συνιστάται (εκτός από
περιπτώσεις υπερδοσολογίας, βλ. επίσης παράγραφο 4.9).
Μετά από επαναλαμβανόμενη χορήγηση σε υγιείς εθελοντές, η moxifloxacin αύξησε τη
Cmax της διγοξίνης περίπου κατά 30% χωρίς να επηρεάσει την AUC ή τα κατώτερα
επίπεδα αυτής. Δεν χρειάζεται προφύλαξη για τη χρήση διγοξίνης.
Σε μελέτες που διεξήχθησαν σε διαβητικούς εθελοντές, ταυτόχρονη από του στόματος
χορήγηση moxifloxacin με γλιβενκλαμίδη είχε ως αποτέλεσμα μείωση περίπου 21% στις
μέγιστες συγκεντρώσεις γλιβενκλαμίδης πλάσματος. Ο συνδυασμός γλιβενκλαμίδης
και moxifloxacin θεωρητικά θα μπορούσε να οδηγήσει σε ήπια και παροδική
υπεργλυκαιμία. Εντούτοις, οι παρατηρούμενες φαρμακοκινητικές μεταβολές για τη
γλιβενκλαμίδη δεν επέφεραν αλλαγές στις φαρμακοδυναμικές παραμέτρους (σάκχαρο
αίματος, ινσουλίνη). Επομένως δεν παρατηρήθηκε καμία κλινικά σχετιζόμενη
αλληλεπίδραση μεταξύ της moxifloxacin και της γλιβενκλαμίδης.
Αλλαγές του
INR
Ένας μεγάλος αριθμός περιστατικών που δείχνει αύξηση στη δραστικότητα των από
του στόματος χορηγούμενων αντιπηκτικών, έχει αναφερθεί σε ασθενείς που
λαμβάνουν αντιβιοτικά, ιδιαίτερα φθοριοκινολόνες, μακρολίδες, τετρακυκλίνες,
κοτριμοξαζόλη και κάποιες κεφαλοσπορίνες. Οι λοιμώξεις και οι φλεγμονώδεις
καταστάσεις, η ηλικία και η γενική κατάσταση του ασθενή, εμφανίζονται να είναι
παράγοντες κινδύνου. Υπό αυτές τις συνθήκες, είναι δύσκολο να εκτιμηθεί εάν είναι
η λοίμωξη ή η αντιβιοτική θεραπεία που προκαλούν τη διαταραχή του INR (Ιnternational
Normalised Ratio). Ένα προληπτικό μέτρο θα ήταν να παρακολουθείται συχνότερα το
EL SPC OCTEGRA 400mg f.c. tablets DE-H-0156-001-II-061-G-v20-clean