ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ
1. ΕΜΠΟΡΙΚΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ
BETAFUSIN
®
κρέμα (2 + 0,1)%
2. ΠΟΙΟΤΙΚΗ ΚΑΙ ΠΟΣΟΤΙΚΗ ΣΥΝΘΕΣΗ ΣΕ ΔΡΑΣΤΙΚΑ ΣΥΣΤΑΤΙΚΑ
Κάθε γραμ. κρέμας περιέχει 20,00 mg Fusidic acid και 1,22mg
Betamethasone valerate που αντιστοιχεί σε 1,00mg Betamethasone.
3. ΦΑΡΜΑΚΟΤΕΧΝΙΚΗ ΜΟΡΦΗ
Kρέμα.
4. ΚΛΙΝΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ
4.1 Θεραπευτικές Ενδείξεις
Η BETAFUSIN
®
κρέμα ενδείκνυται σε φλεγμονώδεις δερματίτιδες με
παρουσία βακτηριακής λοίμωξης ή επικείμενης.
Η φλεγμονώδης δερματίτις περιλαμβάνει αλλεργικό έκζεμα, δισκοειδές
έκζεμα, ελεφαντιασικό έκζεμα, σμηγματορροϊκό έκζεμα, μεταδοτικό
έκζεμα, χρόνιο λειχηνοειδές έκζεμα, ψωρίαση, δισκοειδή ερυθηματώδη
λύκο.
4.2 Δοσολογία
Μη καλυμμένες περιοχές: 2-3 φορές την ημέρα.
Καλυμμένες περιοχές: Μικρότερη χρήση θεωρείται επαρκής.
4.3 Αντενδείξεις
Υπερευαισθησία σε οποιοδήποτε από τα συστατικά του προϊόντος. Τα
τοπικά σκευάσματα κορτικοστεροειδών δεν θα πρέπει να
χρησιμοποιούνται στην περίπτωση αδιάγνωστης δερματοπάθειας.
Ακόμη, θα πρέπει να αποφεύγεται η χρήση τους σε περιπτώσεις ακμής,
περιστοματικής δερματίτιδας, σε άτονα έλκη, αλλά και σε εγκαύματα,
επειδή παρεμποδίζουν την επούλωση.
4.4 Ιδιαίτερες προειδοποιήσεις και ιδιαίτερες προφυλάξεις κατά τη
Χρήση
α) Να αποφεύγεται η μακρόχρονη χρήση στα παιδιά. Τα
παιδιά είναι πιο επιρρεπή σε συστηματικές ανεπιθύμητες
ενέργειες από την χρήση τοπικών κορτικοστεροειδών, διότι
μπορεί να απορροφήσουν μεγαλύτερες ποσότητες
φαρμάκου, λόγω μεγαλύτερης επιφάνειας δέρματος σε
σχέση με το βάρος σώματος.
β) Όταν εφαρμόζεται στεγανή επίδεση, πρέπει να γίνεται
σύσταση για καθαρισμό του δέρματος, ώστε να
αποφευχθεί ενδεχόμενη επιμόλυνση.
γ) Να μη γίνεται χρήση τοπικών κορτικοστεροειδών πέραν των τριών
εβδομάδων, χωρίς επανεξέταση από δερματολόγο.
δ) Μετά επανειλημμένη εφαρμογή, τουλάχιστον 10-15 ημερών, μπορεί
1
να παρατηρηθεί προσωρινή μείωση ή απώλεια της δραστικότητας των
κορτικοστεροειδών (ιδίως των φθοριωμένων), λόγω ταχυφύλαξης. Το
φαινόμενο αυτό αποκαθίσταται μετά από διακοπή της χρήσης ολίγων
ημερών ή εβδομάδων.
ε) Στην ψωρίαση να χορηγούνται με φειδώ και με επίβλεψη ειδικού, διότι
πέραν της προσωρινής ωφέλειας, μακροχρονίως και μετά την διακοπή
της θεραπείας υπάρχει κίνδυνος επιδείνωσης της νόσου.
στ) Λόγω των ανεπιθύμητων ενεργειών από πιθανή απορρόφηση
απαιτείται προσοχή όταν εφαρμόζεται σε μεγάλες επιφάνειες δέρματος ή
σε παρατεταμένη χορήγηση ιδιαίτερα στα παιδιά καθώς και σε ασθενείς
με βαριές νεφροπάθειες, αιμορραγική διάθεση και σε επικείμενους
εμβολιασμούς.
ζ) Γενικά, θα πρέπει να επιλέγεται το λιγότερο ισχυρό
κορτικοστεροειδές που θεωρείται αποτελεσματικό για την ένδειξη που
προορίζεται και επί μη ανταποκρίσεως να χορηγείται άλλο ίδιας ισχύος ή
μεγαλύτερης.
η) Ενδέχεται να προκαλέσει καταρράκτη και γλαύκωμα όταν
χρησιμοποιείται στην περιοχή πλησίον των οφθαλμών για παρατεταμένο
χρονικό διάστημα.
Αν γίνει τοπική χρήση στα βλέφαρα, χρειάζεται προσοχή ώστε το
φάρμακο να μην έρθει σε επαφή με τον οφθαλμό.
4.5 Αλληλεπιδράσεις με άλλα φάρμακα και άλλες μορφές
αλληλεπίδρασης
Καμία γνωστή.
4.6 Κύηση και γαλουχία
Δεν υπάρχουν επαρκή στοιχεία για την ασφάλεια των τοπικών
κορτικοστεροειδών κατά τη χρήση τους σε εγκύους γυναίκες. Τοπική
εφαρμογή ισχυρών κορτικοστεροειδών σε έγκυα ζώα, έχει προκαλέσει
ανωμαλίες στην ανάπτυξη του εμβρύου. Για το λόγο αυτό, τα τοπικά
κορτικοστεροειδή μπορούν να χορηγούνται κατά την εγκυμοσύνη μόνο
αν το αναμενόμενο όφελος δικαιολογεί τον πιθανό κίνδυνο για το
έμβρυο. Σε τέτοιες περιπτώσεις, δεν πρέπει να χορηγούνται σε μεγάλες
ποσότητες ή για μακρύ χρονικό διάστημα.
Όταν η χρήση κορτικοστεροειδών κατά τη διάρκεια του θηλασμού
κρίνεται απαραίτητη, η ποσότητα του φαρμάκου και η διάρκεια της
θεραπείας θα πρέπει να περιορίζονται στο ελάχιστο.
4.7 Επίδραση στην ικανότητα οδήγησης και χειρισμού μηχανημάτων
Καμία γνωστή.
4.8 Ανεπιθύμητες ενέργειες
Τοπικές μετά από μακροχρόνια τοπική χρήση.
Οι ανεπιθύμητες ενέργειες που έχουν αναφερθεί με τα ισχυρά τοπικά
κορτικοστεροειδή στις θέσεις εφαρμογής τους είναι: Αίσθημα καύσου,
κνησμός, ερεθισμός, ξηρότητα, θυλακίτιδα, υπομελάγχρωση, λέπτυνση
του δέρματος, τελαγγειεκτασίες. Τροποποίηση της κλινικής εικόνας επί
λανθασμένης χρήσης υκητιάσεις, ψώρα). Δευτεροπαθής λοίμωξη,
τοπικές μικροβιακές λοιμώξεις (έναρξη λανθάνουσας λοίμωξης ή
2
επιδείνωση εξελισσομένης), μυκητιασικές λοιμώξεις, διευκόλυνση της
έναρξης μολυσματικής τερμίνθου και οξυτενών κονδυλωμάτων.
Αναστολή της επούλωσης τραυμάτων, ακμοειδή στοιχεία, φλυκταινίδια,
θερινή ιδρώα, περιστοματική δερματίτις, εξάνθημα υπό μορφή ροδόχρου
ακμής, υποτροπή φλυκταινώδους ψωρίασης επί διακοπής της θεραπείας
(Rebound Phenomenon), ατροφία του δέρματος υπό μορφή ουλής,
γραμμοειδείς ραβδώσεις, ευρυαγγείες, πορφυρικά εξανθήματα, ερύθημα
διάχυτο, βλατιδο-φυσαλλιδώδη άτυπα εξανθήματα, αλλεργική
υπερευαισθησία, τοπική υπερτρίχωση.
Αν εμφανιστούν συμπτώματα υπερευαισθησίας, θα πρέπει η χορήγηση
να σταματήσει αμέσως. Οι παραπάνω ανεπιθύμητες ενέργειες δεν είναι
συνήθεις, αλλά μπορεί να εμφανιστούν συχνότερα με τη χρήση στεγανής
επίδεσης ή μετά από μακροχρόνια τοπική χρήση.
Γενικές μετά από μακροχρόνια τοπική χρήση
Καταστολή της λειτουργίας του φλοιο-επινεφριδικού άξονα, πτώση του
επιπέδου της κορτιζόλης στο πλάσμα - σύνδρομο CUSHING.
4.9 Υπερδοσολογία – Αντιμετώπιση
Παρατεταμένη και υπερβολική χρήση μπορεί να οδηγήσουν σε
δερματικούς ερεθισμούς και δερματική ατροφία.
Τηλ. Κέντρου Δηλητηριάσεων: 210 77 93 777.
5. ΦΑΡΜΑΚΟΛΟΓΙΚΕΣ ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ
Κωδικός ATC: D 07CC01
5.1 Φαρμακοδυναμικές ιδιότητες
Η BETAFUSIN
®
κρέμα συνδυάζει την ισχυρή τοπική αντιμικροβιακή
δράση του FUSIDIC ACID με την αντιφλεγμονώδη και αντικνησμώδη
δράση της BETAMETHASONE.
Το FUSIDIC ACID είναι δραστικό, σε χαμηλές πυκνότητες, κατά των
σταφυλόκοκκων, συμπεριλαμβανομένων και των στελεχών που είναι
ανθεκτικά στην πενικιλίνη ή σε άλλα αντιβιοτικά.
Τοπικά το FUSIDIC ACID είναι επίσης δραστικό κατά των
στρεπτόκοκκων, κορυνοβακτηριδίων, neisseria και μερικών
κλωστριδίων.
Τα τοπικά κορτικοστεροειδή έχουν αντιφλεγμονώδη δράση.
Καταστέλλουν εκδηλώσεις της φλεγμονώδους αντίδρασης όπως το
οίδημα, η εναπόθεση ινώδους, η διαστολή των τριχοειδών, η
μετανάστευση των λευκοκυττάρων, ο πολλαπλασιασμός των τριχοειδών,
η εναπόθεση κολλαγόνου, ο πολλαπλασιασμός των ινοβλαστών και ο
σχηματισμός ουλής. Τα στερινοειδή αναστέλλουν την φλεγμονώδη
αντίδραση έναντι μηχανικών, χημικών ή ανοσολογικών παραγόντων.
Ο μηχανισμός της αντιφλεγμονώδους δράσεως θεωρείται ότι λειτουργεί
μέσω επίτασης της αγγειοσυσπαστικής δράσεως της αδρεναλίνης,
σταθεροποίησης της μεμβράνης των λυσοσωμάτων, επιβράδυνσης της
κινητικότητας των μακροφάγων, αναστολής της απελευθέρωσης κινίνης,
αναστολής της λειτουργίας των λεμφοκυττάρων και των ουδετερόφιλων
καθώς και της σύνθεσης προσταγλαδινών και, επί παρατεταμένης
χρήσεως, μείωσης της παραγωγής αντισωμάτων.
3
Γενικά χαρακτηριστικά των τοπικών κορτικοστεροειδών
Διείσδυση και τοπική δράση
Προκειμένου να δράσουν τοπικά, τα κορτικοστεροειδή πρέπει να
διεισδύσουν στο δέρμα. Η έκταση της απορρόφησης και ως εκ τούτου η
κλινική δράση, καθώς και οι περισσότερες ανεπιθύμητες ενέργειες,
εξαρτώνται, όπως έχει αποδειχτεί, τόσο από την ίδια την ουσία και για
ένα ορισμένο κορτικοστεροειδές από αρκετούς παράγοντες.
α) Συγκέντρωση του φαρμάκου
Περαιτέρω αύξηση της συγκέντρωσης μετά από μία ορισμένη
συγκέντρωση του φαρμάκου σε δεδομένη αδρανή βάση, δεν έχει σαν
αποτέλεσμα αναλογικά μεγαλύτερη δραστικότητα, αλλά αντίθετα αυξάνει
την εμφάνιση ανεπιθύμητων ενεργειών.
β) Φαρμακοτεχνική μορφή
Η διείσδυση του δραστικού συστατικού εξαρτάται από τις φυσικοχημικές
ιδιότητες της βάσης. Η παρουσία άλλων συστατικών ή εκδόχων μπορεί
να μεταβάλει τη διείσδυση δια μέσου της κεράτινης στιβάδας ή και το
αποτέλεσμα (π.χ. σαλικυλικό οξύ, ουρία, προπυλενογλυκόλη, αντιβιοτικά
και αντισηπτικά, πίσσα).
γ) Περιοχή επάλειψης
Η περιορισμένη διείσδυση του φαρμάκου σε περιοχές όπως τα πέλματα
και οι παλάμες οφείλεται στην παχιά κερατίνη στιβάδα τους. Για τους
αντίθετους λόγους, μπορεί να παρατηρηθεί ταχεία και σημαντική
απορρόφηση μέσω, λόγου χάριν, του βλεννογόνου του δέρματος του
οσχέου, των βλεφάρων και, σε κάπως μικρότερο βαθμό, του δέρματος
του μετώπου και του τριχωτού της κεφαλής.
δ) Κατάσταση του δέρματος
Η διείσδυση αυξάνεται σε τραυματισμένο ή προσβεβλημένο δέρμα (π.χ.
εκδορές ή παθολογικές καταστάσεις, όπως η παρακεράτωση). Εν
τούτοις η προσβληθείσα ή τραυματισμένη κεράτινη στιβάδα
αποκαθίσταται μετά από ολιγοήμερη θεραπεία.
ε) Οι συνθήκες επάλειψης
Η επικάλυψη προάγει τη διείσδυση, μπορεί δε να συμβεί ακούσια όταν
χρησιμοποιούνται πάνες βρεφών ή όταν επαλείφονται παρατριμματικές
περιοχές ή πτυχώσεις. Πρέπει να λαμβάνεται υπόψη ή επίδραση των
διαφόρων αυτών παραγόντων κατά τη διάρκεια των κλινικών μελετών.
Δραστικότητα
Η δραστικότητα ενός προϊόντος προσδιορίζεται από τη διεισδυτικότητα
στο δέρμα, την ενδογενή δραστικότητα του φαρμάκου και το ρυθμό της
απομάκρυνσής του. Μεταξύ των γνωστών κορτικοστεροειδών, είθισται
να διακρίνονται, ανάλογα με την ουσία και τη συγκέντρωση, τέσσερα
επίπεδα δραστικότητας: το ήπιο, το μέτρια ισχυρό, το ισχυρό και το πολύ
ισχυρό. Τα όρια μεταξύ των κατηγοριών, ιδιαίτερα μεταξύ των
ενδιάμεσων κατηγοριών (μέτρια ισχυρό και ισχυρό) είναι δύσκολο να
καθορισθούν. Ορισμένα κορτικοστεροειδή διατίθενται σε διαφορετικές
συγκεντρώσεις, με βάση τις οποίες μπορούν να καταταγούν σε
διαφορετική κατηγορία δραστικότητας. Επιπροσθέτως, η επίδραση του
αδρανούν μέσου στη δραστικότητα μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα τη
μετάταξη σε παρακείμενη κατηγορία δραστικότητας.
5.2 Φαρμακοκινητικές ιδιότητες
4
Ο βαθμός της απορρόφησης των τοπικών κορτικοστεροειδών καθορίζεται
από πολλούς παράγοντες, όπως είναι η συγκέντρωση του φαρμάκου, η
φαρμακοτεχνική του μορφή (έκδοχα), η περιοχή της επάλειψης (δυσχέρεια
απορρόφησης σε παχιά κεράτινη στιβάδα) η κατάσταση του δέρματος
(αύξηση της απορρόφησης σε δέρμα με λύση της συνέχειάς του) και η χρήση
στεγανής επίδεσης (ουσιαστική αύξηση της απορρόφησης). Μετά την
απορρόφησή τους από το δέρμα τα τοπικά κορτικοστεροειδή ακολουθούν τη
φαρμακοκινητική πορεία των συστηματικά χορηγούμενων.
Δεσμεύονται σε ποικίλο βαθμό με τις πρωτεΐνες του πλάσματος.
Μεταβολίζονται κύρια στο ήπαρ και απεκκρίνονται μέσω των νεφρών. Μερικά
από τα τοπικά κορτικοστεροειδή και τους μεταβολίτες τους απεκκρίνονται
επίσης από τη χολή.
5.3 Προκλινικά στοιχεία ασφάλειας
Μακροχρόνιες μελέτες σε ζώα καρκινογένεσης, μεταλλαξιογένεσης και
επίδρασης στη γονιμότητα δεν έχουν γίνει με τοπικά κορτικοστεροειδή.
6. ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ
6.1. Έκδοχα:
Παραφίνη λευκή μαλακή, Κητοστεατυλική αλκοόλη, Παραφίνη υγρή,
Κητοπολυαιθυλενογλυκόλη 1000, Νάτριο φωσφορικό δισόξινο,
Χλωροκρεσόλη, Νατρίου υδροξείδιο (για ρύθμιση του pH) και Ύδωρ
κεκαθαρμένο.
6.2 Ασυμβατότητες
Καμία.
6.3 Διάρκεια ζωής
36 μήνες
6.4 Ιδιαίτερες προφυλάξεις κατά τη φύλαξη του προϊόντος
Να φυλάσσεται σε θερμοκρασία μέχρι 25°C. Να φυλάσσεται σε μέρη
που δεν το φθάνουν και δεν το βλέπουν τα παιδιά.
6.5 Φύση και συστατικά του περιέκτη
Σωληνάριο που περιέχει 15g και 30g.
6.6 Οδηγίες χρήσης / χειρισμού
Δεν είναι απαραίτητες.
7. Κάτοχος Άδειας Κυκλοφορίας / Υπεύθυνος Κυκλοφορίας:
ΦΑΡΜΕΞ Α.Ε.
Λ. Κηφισού 132, 12131 Περιστέρι.
Τηλ. Κέντρο: 210 51 99 200, Φαξ: 210 51 44 279.
Αρ. Άδειας Κυκλοφορίας: 43892/07/12-6-2008.
8. ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΤΗΣ ΠΡΩΤΗΣ ΑΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ
5
23-4-2002
9. ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΜΕΡΙΚΗΣ ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗΣ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ
7-2-2003
6