
Η θεραπευτική αντιστοιχία του εβδομαδιαίου δισκίου AMPINE 70mg (n=519) και του AMPINE 10mg
ημερησίως (n=370) αξιολογήθηκε σε μία ετήσια πολυκεντρική μελέτη σε μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες
με οστεοπόρωση. Οι μέσες αυξήσεις από το αρχικό επίπεδο (baseline) της ΟΠ της οσφυϊκής μοίρας της
σπονδυλικής στήλης ήταν 5.1% (95% CI: 4.8, 5.4%) στην ομάδα του εβδομαδιαίου δισκίου 70mg και
5.4% (95% CI: 5.0, 5.8%) στην ομάδα του ημερήσιου 10mg. Οι μέσες αυξήσεις της ΟΠ ήταν 2.3% και
2.9% στον αυχένα του μηριαίου και 2.,9% και 3.1% στο ολικό ισχίο για τις ομάδες των 70mg
εβδομαδιαίως και των 10mg ημερησίως, αντίστοιχα. Οι δύο θεραπευτικές ομάδες εμφανίστηκαν επίσης
παρόμοιες όσον αφορά τις αυξήσεις της ΟΠ σε άλλα σκελετικά τμήματα.
Η δράση του Alendronate στην οστική πυκνότητα και στην συχνότητα εμφάνισης των καταγμάτων,
αξιολογήθηκε σε δύο ταυτόσημου σχεδιασμού αρχικές μελέτες αποτελεσματικότητας (n= 994) καθώς και
στην μελέτη Fracture Intervention Trial (FIT : n=6.459).
Στις αρχικές μελέτες αποτελεσματικότητας, οι αυξήσεις της μέσης οστικής πυκνότητας (BMD) με το
Alendronate 10mg/ημερησίως σε σχέση με το placebo στα τρία χρόνια ήταν 8.8%, 5.9% και 7.8% στην
σπονδυλική στήλη, στον αυχένα του μηριαίου οστού και στον τροχαντήρα. Η ολική ΟΠ σώματος
επίσης αυξήθηκε σημαντικά. Υπήρξε 48% μείωση (Alendronate 3.2% έναντι placebo 6.2%) στην
αναλογία των ασθενών που ελάμβαναν Alendronate και εμφάνισαν σπονδυλικά κατάγματα σε σχέση με
αυτούς που ελάμβαναν placebo. Κατά τη διετή χρονικά επέκταση αυτών των μελετών η ΟΠ στην
σπονδυλική στήλη και τον τροχαντήρα συνέχισε να αυξάνει και η ΟΠ στον αυχένα του μηριαίου και στο
συνολικό σώμα διατηρήθηκε.
Η FIT αποτελούνταν από δύο μελέτες ελεγχόμενες με placebo όταν χορηγούνταν Alendronate (5mg
ημερησίως για 2 έτη και 10mg ημερησίως είτε για ένα είτε για δύο επιπλέον έτη) ημερησίως:
§ FIT 1 : Μία τριετής μελέτη με 2.027 ασθενείς οι οποίοι είχαν τουλάχιστον ένα αρχικό σπονδυλικό
(συμπιεστικό) κάταγμα. Σε αυτή τη μελέτη το Alendronate ημερησίως μείωσε την συχνότητα εμφάνισης
ενός ή περισσότερων (≥1) νέων σπονδυλικών καταγμάτων κατά 47% (Alendronate 7.9% έναντι placebo
15.0%). Επιπρόσθετα, μία στατιστικά σημαντική μείωση εμφανίσθηκε στην συχνότητα εμφάνισης των
καταγμάτων ισχίου (1.1% έναντι 2.2%, μείωση κατά 51%).
§ FIT 2 : Μία τετραετής μελέτη με 4.432 ασθενείς με χαμηλή οστική μάζα, αλλά χωρίς ένα αρχικό
σπονδυλικό κάταγμα. Σε αυτή τη μελέτη παρατηρήθηκε μία σημαντική διαφορά στην ανάλυση της
υποομάδας των οστεοπορωτικών γυναικών 37% του γενικού πληθυσμού, που αντιστοιχεί στον παραπάνω
αναφερθέντα προσδιορισμό της οστεοπόρωσης στην συχνότητα των καταγμάτων ισχίου (Alendronate
1.0% έναντι placebo 2.2%, μείωση κατά 56%) και στην συχνότητα ενός ή περισσότερων (≥1)
σπονδυλικών καταγμάτων (2.9% έναντι 5.8%, μείωση κατά 50%).
5.2. Φαρμακοκινητικές Ιδιότητες :
Απορρόφηση
Σε σύγκριση με μια ενδοφλέβια δόση αναφοράς, η από του στόματος βιοδιαθεσιμότητα του Alendronate
σε γυναίκες ήταν 0.64% για δόσεις κυμαινόμενες από 5 έως 70 mg όταν χορηγήθηκαν σε νηστικά από το
προηγούμενο βράδυ άτομα και δυο ώρες πριν το τυποποιημένο πρωινό γεύμα τους. Η βιοθιαδεσιμότητα
μειώθηκε εξίσου κατά περίπου 0,46% και 0,39%, όταν το Alendronate χορηγήθηκε μία ή μισή ώρα πριν
το πρωινό. Στις μελέτες οστεοπόρωσης, το Alendronate ήταν αποτελεσματικό, όταν χορηγούνταν
τουλάχιστον 30 λεπτά πριν το πρώτο γεύμα ή ρόφημα της ημέρας.
Η βιοδιαθεσιμότητα ήταν ασήμαντη όταν το Alendronate χορηγήθηκε ταυτόχρονα ή πριν περάσουν δύο
ώρες μετά το πρωινό γεύμα. Ταυτόχρονη χορήγηση του Alendronate με καφέ ή χυμό πορτοκάλι μείωσε
τη βιδιαθεσιμότητα κατά περίπου 60%.
Σε υγιείς ασθενείς, η χορήγηση πρεδνιζολόνης από το στόμα (20mg τρεις φορές ημερησίως για 5 ημέρες)
δεν οδήγησε σε κάποια κλινικά σημαντική αλλαγή στην από του στόματος βιδιαθεσιμότητα του
Alendronate (εύρος μέσης αύξησης από 20% έως 44%).
Κατανομή