καθαρά του κινδύνου. Αυτή η εξατομικευμένη αξιολόγηση οφέλους / κινδύνου,
πρέπει να λαμβάνει υπόψη παράγοντες όπως τη σοβαρότητα της πάθησης, το
δοσολογικό σχήμα και τους ατομικούς παράγοντες κινδύνου για συμφορητική
καρδιακή ανεπάρκεια. Αυτοί οι παράγοντες κινδύνου περιλαμβάνουν καρδιακή
νόσο, όπως η ισχαιμική και η βαλβιδική νόσος, σημαντική πνευμονική νόσο,
όπως η χρόνια αποφρακτική πνευμονική νόσος και νεφρική ανεπάρκεια και
άλλες καταστάσεις που συνοδεύονται από κατακράτηση υγρών. Αυτοί οι
ασθενείς θα πρέπει να ενημερώνονται για τα σημεία και συμπτώματα της
συμφορητικής καρδιακής ανεπάρκειας, θα πρέπει να ακολουθούν την αγωγή με
προσοχή και θα πρέπει να παρακολουθούνται για σημεία και συμπτώματα της
συμφορητικής καρδιακής ανεπάρκειας κατά τη διάρκεια της θεραπείας. Εάν
αυτά τα σημεία ή συμπτώματα εμφανιστούν κατά τη διάρκεια της θεραπείας, η
ιτρακοναζόλη θα πρέπει να διακοπεί.
• Οι αναστολείς διαύλων ασβεστίου μπορεί να έχουν αρνητική ινοτρόπο δράση, η
οποία μπορεί να προστίθεται σε αυτή της ιτρακοναζόλης. Η ιτρακοναζόλη
μπορεί να αναστείλει το μεταβολισμό των αναστολέων διαύλων ασβεστίου. Για
το λόγο αυτό, χρειάζεται προσοχή κατά τη συγχορήγηση ιτρακοναζόλης και
αναστολέων διαύλων ασβεστίου.
• Η ιτρακοναζόλη μπορεί να προκαλέσει κλινικά σημαντικές αλληλεπιδράσεις με
φάρμακα (βλ. 4.5 Αλληλεπιδράσεις με άλλα φάρμακα και άλλες μορφές
αλληλεπίδρασης)
• Σε περιπτώσεις γυναικών με αναπαραγωγική ικανότητα που κρίνεται
απαραίτητη η συνταγογράφηση, πρέπει να επιβεβαιωθεί πρώτα ότι δεν
εγκυμονούν και να επιλεγεί έγκαιρα αποτελεσματική μέθοδος αντισύλληψης.
• Μειωμένη γαστρική οξύτητα: Η απορρόφηση της ιτρακοναζόλης είναι
ανεπαρκής όταν η γαστρική οξύτητα είναι μειωμένη. Σε ασθενείς που
παράλληλα λαμβάνουν αντιόξινα (π.χ. υδροξείδιο του αργιλίου) αυτά θα πρέπει
να χορηγούνται τουλάχιστον 2 ώρες μετά από τη λήψη της ιτρακοναζόλης.
Ασθενείς με αχλωρυδρία, ορισμένοι ασθενείς με AIDS ή ασθενείς που
λαμβάνουν αναστολείς της γαστρικής έκκρισης (π.χ. Η
2
-ανταγωνιστές,
αναστολείς της αντλίας πρωτονίων) θα πρέπει να λαμβάνουν την ιτρακοναζόλη
μαζί με ποτό που περιέχει ανθρακικό (τύπου Cola).
• Παιδιατρική χρήση: Η αποτελεσματικότητα και ασφάλεια της ιτρακοναζόλης
δεν έχουν τεκμηριωθεί στα παιδιά. Δεν υπάρχουν φαρμακοκινητικά δεδομένα
στα παιδιά. Δεν θα πρέπει να χρησιμοποιείται σε παιδιά, παρά μόνο εάν η
αναμενόμενη ωφέλεια αντισταθμίζει τους δυνητικούς κινδύνους.
• Νεφρική ανεπάρκεια: Μείωση της βιοδιαθεσιμότητας της από του στόματος
χορηγούμενης ιτρακοναζόλης με καψάκια ιτρακοναζόλης, παρατηρήθηκε σε
μερικούς ασθενείς με νεφρική ανεπάρκεια. Συνιστάται παρακολούθηση των
συγκεντρώσεων της ιτρακοναζόλης στο πλάσμα και ανάλογη προσαρμογή της
δοσολογίας, αν κριθεί αναγκαίο.
• Συνιστάται να παρακολουθείται εργαστηριακά η ηπατική λειτουργία σε
ασθενείς με προϋπάρχουσα ηπατική νόσο υπό συνεχιζόμενη για διάστημα
μεγαλύτερο του ενός μηνός θεραπεία. Ασθενείς που εκδηλώνουν συμπτώματα
ηπατίτιδας, όπως ανορεξία, ναυτία, έμετο, κόπωση, επιγάστριο άλγος,
υπέρχρωση ούρων ή αποχρωματισμό κοπράνων, να υποβάλλονται αμέσως σε
έλεγχο. Εάν η ηπατική λειτουργία είναι επηρεασμένη, η θεραπεία πρέπει να
διακόπτεται. Σε ασθενείς με αυξημένες τιμές ηπατικών ενζύμων ή με ενεργό
ηπατικό νόσημα ή που έχουν στο αναμνηστικό τους ηπατική τοξικότητα από
άλλα φάρμακα, δεν θα πρέπει να χορηγείται το φάρμακο, εκτός εάν η
αναμενόμενη ωφέλεια αντισταθμίζει τον κίνδυνο της ηπατικής βλάβης. Σε αυτές
τις περιπτώσεις, η παρακολούθηση των ηπατικών ενζύμων είναι αναγκαία.