Target Pharma Ltd Terbinafine/Target
®
δισκία SPC
Regulatory Affairs Department Edition: 04/2011
Terbinafine/Target
®
Υδροχλωρική τερβιναφίνη
ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ
1. ΟΝΟΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ
Terbinafine/Target
®
Δισκία 250 mg.
2. ΠΟΙΟΤΙΚΗ ΚΑΙ ΠΟΣΟΤΙΚΗ ΣΥΣΤΑΣΗ
Το δραστικό συστατικό είναι η υδροχλωρική τερβιναφίνη.
Δισκία των 125 mg (διχοτομούμενα) για παιδιατρική χρήση:
Κάθε δισκίο περιέχει 125 mg τερβιναφίνης.
Δισκία των 250 mg (διχοτομούμενα):
Κάθε δισκίο περιέχει 250 mg τερβιναφίνης.
Για τα έκδοχα, βλ. παράρτημα 6.1 Κατάλογος εκδόχων.
3. ΦΑΡΜΑΚΟΤΕΧΝΙΚΗ ΜΟΡΦΗ
Δισκία για από του στόματος χορήγηση.
4. ΚΛΙΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ
4.1 Θεραπευτικές ενδείξεις
Το Terbinafine/Target
®
ενδείκνυνται σε ενήλικες και παιδιά ηλικίας άνω
των 12 ετών για τη θεραπεία δερματοφυτιάσεων τριχωτού της κεφαλής,
του ψιλού δέρματος, πτυχών, παλαμών και πελμάτων (tinea corporis,
tinea cruris και tinea pedis) όταν η από του στόματος θεραπεία θεωρείται
ενδεδειγμένη λόγω της θέσεως, της σοβαρότητας και της εκτάσεως της
μολύνσεως. Η διάγνωση θα πρέπει να επιβεβαιώνεται με άμεση
μικροσκοπική εξέταση ξέσματος πάσχοντος ιστού ή με καλλιέργεια.
Ονυχομυκητιάσεις προκαλούμενες από δερματομύκητες.
Σημείωση: Σε αντίθεση με την κρέμα Terbinafine/Target
®
, τα δισκία
Terbinafine/Target
®
δεν είναι δραστικά στην ποικιλόχρου πιτυρίαση
(Pityriasis versicolor).
Το Terbinafine/Target
®
ενδείκνυνται σε παιδιά ηλικίας άνω των 2 ετών
μόνο για τη θεραπεία δερματοφυτιάσεων του τριχωτού της κεφαλής,
μόνο εφόσον η τοπική θεραπεία δεν είναι εφικτή.
4.2. Δοσολογία και οδός χορήγησης
Παιδιά
Η διάρκεια της θεραπείας ποικίλλει ανάλογα με την ένδειξη και τη
βαρύτητα της μολύνσεως.
Παιδιά ηλικίας άνω των 12 ετών: μέχρι 250 mg μία φορά την ημέρα.
Παιδιά ηλικίας κάτω των 12 ετών: η ασφάλεια και η
αποτελεσματικότητα σε παιδιά ηλικίας κάτω των 12 ετών δεν έχει
τεκμηριωθεί εκτός της ένδειξης «θεραπεία δερματοφυτίασης του
τριχωτού της κεφαλής» (βλ. Κατωτέρω).
Παιδιά ηλικίας άνω των 2 ετών μόνο για τη θεραπεία δερματοφυτιάσεων
του τριχωτού της κεφαλής, μόνο εφόσον η τοπική θεραπεία δεν είναι
εφικτή:
Παιδιά με βάρος κάτω των 20 kg: 62,5 mg (μισό
δισκίο των 125 mg) μία φορά την ημέρα.
Παιδιά με βάρος 20 kg έως 40 kg: 125 mg (ένα δισκίο
των 125 mg ή μισό δισκίο των 250 mg) μία φορά την
ημέρα.
Παιδιά με βάρος άνω των 40 kg: 250 mg (δύο δισκία
των 125 mg ή ένα δισκίο των 250 mg) μία φορά την
ημέρα.
Δεν υπάρχουν δεδομένα σε παιδιά κάτω των 2 ετών (συνήθως <12 kg)
για την ένδειξη «θεραπεία δερματοφυτίασης του τριχωτού της κεφαλής»
Ενήλικες
250 mg μία φορά ημερησίως ή 125 mg δύο φορές ημερησίως.
Δερματοφυτιάσεις
Οι συνιστώμενες διάρκειες θεραπείας είναι οι ακόλουθες:
Δερματοφυτίαση ποδών-tinea pedis (μεσοδακτυλίων πτυχών,
πελμάτων και τύπου moccasin): 2-6 εβδομάδες.
Δερματοφυτίαση ψιλού δέρματος (tinea corporis): 2-4 εβδομάδες.
Δερματοφυτίαση μηρογεννητικών πτυχών (tinea cruris): 2-4
εβδομάδες.
Πλήρης ύφεση των συμπτωμάτων και των σημείων της μολύνσεως
μπορεί να μην επέλθει αν δεν περάσουν αρκετές εβδομάδες
αντιμυκητιασικής αγωγής.
Μυκητιάσεις τριχωτού και κεφαλής
Τριχοφυτία τριχωτού/κεφαλής (tinea capitis): 4 εβδομάδες.
Ονυχομυκητίαση χειρών και ποδών
Φαρμακευτική αγωγή διάρκειας 6 εβδομάδων είναι αρκετή για τη
θεραπεία των μυκητιάσεων των ονύχων των χειρών. Για τις μυκητιάσεις
των ονύχων των ποδών χρειάζεται αγωγή διάρκειας 3 μηνών εκτός των
μυκητιάσεων των μεγάλων δακτύλων για τις οποίες η διάρκεια αγωγής
μπορεί να χρειασθεί να υπερβεί τους 6 μήνες.
Μειωμένη ταχύτητα ανάπτυξης των ονύχων, κατά τις πρώτες εβδομάδες
της αγωγής, μπορεί να αποτελέσει ένδειξη για πιο παρατεταμένη
χορήγηση του Terbinafine/Target
®
. Σε νεαρής ηλικίας άτομα στα οποία η
ανάπτυξη των ονύχων είναι ταχύτερη χρειάζεται μικρότερης διάρκειας
αγωγή.
Στις ονυχομυκητιάσεις, το μέγιστο του αποτελέσματος παρατηρείται
μερικούς μήνες μετά την εξάλειψη των μυκήτων, την ίαση και το πέρας
της αγωγής οπότε έχουν πλέον αναπτυχθεί πλήρως οι φυσιολογικοί
όνυχες.
Χορήγηση στους ηλικιωμένους
Δεν υπάρχουν ενδείξεις που να υποδηλώνουν ότι οι ηλικιωμένοι
ασθενείς χρειάζονται διαφορετική δοσολογία ή ότι εμφανίζουν
ανεπιθύμητες ενέργειες διαφορετικές από εκείνες των νεότερων σε
2
ηλικία ασθενών. Όταν σε αυτές τις ηλικίες χορηγούνται δισκία, πρέπει να
λαμβάνεται υπόψη η πιθανότητα προϋπάρχουσας βλάβη της ηπατικής ή
νεφρικής λειτουργίας (βλέπε Παράγραφο 4.4 “Ιδιαίτερες προειδοποιήσεις
και ιδιαίτερες προφυλάξεις κατά τη χρήση”).
4.3 Αντενδείξεις
Yπερευαισθησία στην τερβιναφίνη και σε οποιοδήποτε από τα έκδοχα
του φαρμάκου.
4.4 Ιδιαίτερες προειδοποιήσεις και ιδιαίτερες προφυλάξεις κατά τη
χρήση
Το Terbinafine/Target
®
δεν ενδείκνυται σε ασθενείς με χρόνια ή ενεργό
ηπατική νόσο. Πριν τη συνταγογράφηση του δισκίου Terbinafine/Target
®
πρέπει να αξιολογηθεί η ύπαρξη προϋπάρχουσας ηπατικής νόσου.
Ηπατοτοξικότητα μπορεί να εμφανισθεί σε ασθενείς με ή χωρίς
προϋπάρχουσα ηπατική νόσο. Οι ασθενείς στους οποίους
συνταγογραφούνται δισκία Terbinafine/Target
®
πρέπει να ενημερώνονται
ώστε να αναφέρουν άμεσα τυχόν συμπτώματα επιμένουσας ανεξήγητης
ναυτίας, ανορεξίας, κόπωσης, εμέτου, πόνου στο δεξιό υποχόνδριο ή
ίκτερου, σκούρα ούρα ή ανοιχτόχρωμα κόπρανα. Σε ασθενείς με αυτά τα
συμπτώματα απαιτείται διακοπή της λήψης από του στόματος
τερβιναφίνης και πρέπει να γίνεται άμεση αξιολόγηση της ηπατικής τους
λειτουργίας.
Ασθενείς με επιβαρυμένη νεφρική λειτουργία (κάθαρση κρεατινίνης
μικρότερη από 50 ml/min ή κρεατινίνη ορού μεγαλύτερη από 300
μmol/L) πρέπει να λαμβάνουν τη μισή από την κανονική δόση.
In vitro και in vivo μελέτες έχουν δείξει ότι η τερβιναφίνη αναστέλλει το
μεταβολισμό του CYP2D6. Επομένως ασθενείς που λαμβάνουν
ταυτόχρονη θεραπεία με φάρμακα που μεταβολίζονται κυρίως από αυτό
το ένζυμο, π.χ. ορισμένοι εκπρόσωποι των παρακάτω φαρμακευτικών
κατηγοριών, τρικυκλικά αντικαταθλιπτικά, β-αναστολείς, εκλεκτικοί
αναστολείς επαναπρόσληψης της σεροτονίνης (SSRIs), αντιαρρυθμικά
κλάσης 1C και εκλεκτικοί αναστολείς της μονοαμινοοξειδάσης (MAO Is
TYPE B), θα πρέπει να την ακολουθούν μόνο αν το συγχορηγούμενο
φάρμακο έχει στενό θεραπευτικό εύρος (βλ. 4.5 “Αλληλεπιδράσεις με
άλλα σκευάσματα ή άλλες μορφές αλληλεπιδράσεων).
4.5Αλληλεπιδράσεις με άλλα σκευάσματα και άλλες μορφές
αλληλεπιδράσεων
Επίδραση άλλων φαρμακευτικών προϊόντων στην τερβιναφίνη
Η κάθαρση της τερβιναφίνης από το πλάσμα μπορεί να αυξηθεί από
φάρμακα που επάγουν το μεταβολισμό και να μειωθεί από φάρμακα τα
οποία αναστέλλουν το κυτόχρωμα Ρ450. Όπου ο συνδυασμός τέτοιων
φαρμάκων είναι αναγκαίος, η δοσολογία του Terbinafine/Target
®
μπορεί
να χρειασθεί ανάλογη προσαρμογή.
Φαρμακευτικά προϊόντα τα οποία μπορούν να αυξήσουν τη δράση
ή τη συγκέντρωση της τερβιναφίνης στο πλάσμα
3
Η σιμετιδίνη μείωσε την κάθαρση της τερβιναφίνης κατά 33%.
Φαρμακευτικά προϊόντα τα οποία μπορούν να μειώσουν τη δράση
ή τη συγκέντρωση της τερβιναφίνης στο πλάσμα
Η ριφαμπικίνη αύξησε την κάθαρση της τερβιναφίνης κατά 100%.
Επίδραση της τερβιναφίνης σε άλλα φαρμακευτικά προϊόντα
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα μελετών που έγιναν in vitro και σε υγιείς
εθελοντές, η τερβιναφίνη παρουσιάζει μικρό ενδεχόμενο αναστολής ή
ενίσχυσης της κάθαρσης φαρμάκων που μεταβολίζονται μέσω του
συστήματος του ηπατικού κυτοχρώματος P 450 (λ.χ. τερφεναδίνη,
τριαζολάμη, τολβουταμίδη, αντισυλληπτικά από το στόμα) με εξαίρεση
αυτά που μεταβολίζονται μέσω του CYP2D6 (βλ. παρακάτω).
Η τερβιναφίνη δεν παρεμβαίνει στην κάθαρση της αντιπυρίνης ή της
διγοξίνης.
Σε ασθενείς που ελάμβαναν τερβιναφίνη σε συνδυασμό με
αντισυλληπτικά από το στόμα, έχουν αναφερθεί μερικές περιπτώσεις
διαταραχών του καταμήνιου κύκλου αν και η επίπτωση τέτοιων
διαταραχών βρίσκεται εντός των πιθανοτήτων εμφάνισης σε ασθενείς
που λαμβάνουν αντισυλληπτικά και μόνον.
Η τερβιναφίνη μπορεί να αυξήσει τη δράση ή τη συγκέντρωση των
παρακάτω φαρμακευτικών προϊόντων στο πλάσμα
Καφεΐνη
Η τερβιναφίνη μείωσε την κάθαρση της ενδοφλεβίως χορηγούμενης
καφεΐνης κατά 19%.
Ενώσεις που μεταβολίζονται κυρίαρχα από το CYP2D6
In vitro και in vivo μελέτες έχουν δείξει ότι η τερβιναφίνη αναστέλλει τον
ενδιάμεσο μεταβολισμό του CYP2D6. Αυτά τα ευρήματα πιθανά να είναι
κλινικής σημασίας για ενώσεις που κύρια μεταβολίζονται από αυτό το
ένζυμο, π.χ. ορισμένοι εκπρόσωποι των παρακάτω φαρμακευτικών
κατηγοριών, τρικυκλικά αντικαταθλιπτικά, β-αναστολείς, εκλεκτικοί
αναστολείς επαναπρόσληψης της σεροτονίνης, αντιαρρυθμικά κλάσης
1C και εκλεκτικοί αναστολείς της μονοαμινοοξειδάσης (MAO-Is TYPE B),
ακόμα και αν οι ενώσεις αυτές έχουν χαμηλό θεραπευτικό δείκτη (βλ. 4.4
“Ειδικές προειδοποιήσεις και προφυλάξεις κατά τη χρήση”).
Η τερβιναφίνη μείωσε την κάθαρση της δεσιπραμίνης κατά 82%.
Η τερβιναφίνη μπορεί να μειώσει τη δράση ή τη συγκέντρωση των
παρακάτω φαρμακευτικών προϊόντων στο πλάσμα
Η τερβιναφίνη αύξησε την κάθαρση της κυκλοσπορίνης κατά 15%.
4.6. Χορήγηση στην κύηση και στη γαλουχία
Χρήση κατά την κύηση
Μελέτες τοξικότητας στα έμβρυα και γονιμότητας σε ζώα δεν
υποδηλώνουν καμία ανεπιθύμητη ενέργεια. Δεδομένου ότι κλινική
εμπειρία σε έγκυες γυναίκες δεν υφίσταται, το Terbinafine/Target
®
δε θα
4
πρέπει να χορηγείται στη διάρκεια της εγκυμοσύνης, εκτός εάν η
δυνητική ωφέλεια υπερτερεί των δυνητικών κινδύνων.
Χρήση κατά τη διάρκεια της γαλουχίας
Η τερβιναφίνη απεκκρίνεται στο γάλα των γυναικών, για αυτόν το λόγο οι
μητέρες που παίρνουν δισκία Terbinafine/Target
®
δεν πρέπει να
θηλάζουν.
4.7. Επίδραση στην ικανότητα οδήγησης και χειρισμού μηχανημάτων
Δεν υπάρχουν στοιχεία για την επίδραση του Terbinafine/Target
®
στην
ικανότητα οδήγησης και χειρισμού μηχανημάτων.
4.8. Ανεπιθύμητες ενέργειες
Γενικά το Terbinafine/Target
®
είναι καλά ανεκτό. Οι ανεπιθύμητες
ενέργειες είναι συνήθως ελαφρές έως μέτριες και παροδικές.
Οι ακόλουθες ανεπιθύμητες ενέργειες παρατηρήθηκαν στις κλινικές
μελέτες ή κατά τη χρησιμοποίηση του φαρμάκου μετά την έγκρισή του
στην αγορά.
Έχουν ταξινομηθεί ανά κατηγορία σύμφωνα με τη συχνότητα εμφάνισης
χρησιμοποιώντας τον ακόλουθο κανόνα: πολύ συχνά (≥1/10), συχνά
(≥1/100, <1/10), όχι συχνά (≥1/1.000, <1/100), σπάνια (≥1/10.000,
<1/1.000), πολύ σπάνια (<1/10.000), συμπεριλαμβανομένων και
μεμονωμένων περιστατικών.
Γενικές διαταραχές
Πολύ σπάνια Αναφυλακτοειδείς αντιδράσεις
συμπεριλαβανομένου αγγειοοιδήματος.
Διαταραχές του αίματος και
του λεμφικού συστήματος
Πολύ σπάνια Ουδετεροπενία, ακοκκιοκυτταραιμία,
θρομβοκυτταροπενία.
Διαταραχές του
ανοσοποιητικού συστήματος
Πολύ σπάνια Εκδήλωση και έξαρση του δερματικού και
συστηματικού ερυθηματώδη λύκου.
Διαταραχές του νευρικού
συστήματος και ψυχιατρικές
διαταραχές
Όχι συχνά
Σπάνια
Αλλοιώσεις της γεύσης,
συμπεριλαμβανομένης της απώλειας
γεύσης, η οποία επανακτάται μέσα σε
λίγες εβδομάδες μετά τη διακοπή του
φαρμάκου. Έχουν αναφερθεί
μεμονωμένες περιπτώσεις παρατεταμένης
διάρκειας απώλειας γεύσης. Σε ελάχιστες
περιπτώσεις παρατηρήθηκε μείωση της
πρόσληψης τροφής που οδήγησε σε
σημαντική απώλεια βάρους.
Κεφαλαλγία, αδυναμία συγκέντρωσης,
καταβολή.
Διαταραχές από το ήπαρ και
5
τα χοληφόρα
Σπάνια Ηπατοχολική δυσλειτουργία
(χολοστατικού τύπου κυρίως) έχει
παρατηρηθεί σε θεραπεία με τερβιναφίνη
περιλαμβανομένων σπανίων
περιπτώσεων σοβαρής ηπατικής
ανεπάρκειας (μερικές με κατάληξη σε
θάνατο ή ανάγκης μεταμόσχευσης
ήπατος). Στην πλειονότητα των
περιπτώσεων ηπατικής ανεπάρκειας οι
ασθενείς έπασχαν από σοβαρά
υποκείμενα νοσήματα και η αιτιακή
συσχέτιση με τη λήψη της τερβιναφίνης
ήταν αβέβαιη.
Γαστρεντερικές διαταραχές
Πολύ συχνά Γαστρεντερικά συμπτώματα (αίσθημα
πληρότητας, απώλεια όρεξης, δυσπεψία,
ναυτία, ήπια κοιλιακά άλγη, διάρροια).
Διαταραχές του δέρματος και
του υποδόριου ιστού
Πολύ συχνά
Πολύ σπάνια
Ήπιου βαθμού δερματικές αντιδράσεις
(εξάνθημα, κνίδωση).
Σοβαρές δερματικές αντιδράσεις (π.χ.
σύνδρομο Stevens-Johnson, τοξική
επιδερμική νεκρόλυση). Εάν παρουσιαστεί
δερματικό εξάνθημα που επιδεινώνεται, η
θεραπεία με τερβιναφίνη πρέπει να
διακοπεί.
Απώλεια μαλλιών αν και δεν λεχει ακόμα
διευκρινισθεί αν οφείλεται στην
τερβιναφίνη.
Διαταραχές του συνδετικού
ιστού των οστών και
μυοσκελετικές διαταραχές
Πολύ συχνά Μυοσκελετικές αντιδράσεις (αρθραλγία,
μυαλγία).
4.9 Υπερδοσολογία
Έχουν αναφερθεί κάποιες περιπτώσεις υπερδοσολογίας (μέχρι 5 g) που
είχαν ως αποτέλεσμα εμφάνιση κεφαλαλγίας, ναυτίας, επιγαστρικού
άλγους και ζάλης.
Η συνιστώμενη αντιμετώπιση υπερδοσολογίας είναι πρωτίστως η
απομάκρυνση του φαρμάκου με τη χορήγηση ενεργού άνθρακα και εάν
χρειασθεί να γίνει συμπτωματική υποστηρικτική θεραπεία.
Τηλ. Κέντρου Δηλητηριάσεων Αθηνών: 210 77.93.777
5. ΦΑΡΜΑΚΟΛΟΓΙΚΕΣ ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ
Κωδικός ATC: D01BA02
6
5.1 Φαρμακοδυναμικές ιδιότητες
Η τερβιναφίνη είναι μια αλλυλαμίνη, η οποία έχει ευρύ φάσμα δράσης
κατά των παθογόνων μυκήτων του δέρματος, τριχών και νυχιών
περιλαμβάνοντας δερματόφυτα, όπως thichophyton (δηλ. T. rubrum, T.
mentagrophytes, T. verrucosum, T. tonsurans, T. violaceum),
Microsporum (δηλ. M. canis), Epidermophyton floccosum και
ζυμομύκητες του είδους Candida (δηλ. C. albicans), Pityrosporum. Σε
χαμηλές πυκνότητες, η τερβιναφίνη είναι μυκητοκτόνος κατά των
δερματοφύτων, των ευρωτομυκήτων και ορισμένων διμόρφων μυκήτων.
Η δράση της κατά των ζυμομυκήτων είναι μυκητοκτόνος ή
μυκητοστατική, ανάλογα με το είδος του ζυμομύκητος.
Η τερβιναφίνη παρεμβαίνει ειδικά σε ένα πρώιμο στάδιο της
βιοσύνθεσης της εργοστερόλης των μυκήτων. Αυτό οδηγεί σε
ανεπάρκεια εργοστερόλης και σε ενδοκυττάρια συσσώρευση
σκουαλενίου, με αποτέλεσμα τον κυτταρικό θάνατο των μυκήτων.
Η τερβιναφίνη δρα αναστέλλοντας τη δράση της εποξειδάσης του
σκουαλενίου στην κυτταρική μεμβράνη των μυκήτων. Το ένζυμο
εποξειδάση του σκουαλενίου δε συνδέεται με το σύστημα του
κυτοχρώματος P 450.
Όταν χορηγείται από το στόμα, το φάρμακο συγκεντρώνεται στο δέρμα
και στους όνυχες σε επίπεδα συνοδευόμενα από μυκητοκτόνο δράση.
5.2 Φαρμακοκινητικές ιδιότητες
Μετά από του στόματος χορήγηση, η τερβιναφίνη απορροφάται καλά
(>70%) και η πλήρης βιοδιαθεσιμότητα της τερβιναφίνης από τα δισκία
τερβιναφίνης ως αποτέλεσμα της πρώτης διόδου του μεταβολισμού είναι
περίπου 50%. Μία εφάπαξ δόση 250 mg τερβιναφίνης από το στόμα
οδήγησε σε μέση μέγιστη συγκέντρωση στο πλάσμα 1,30 μg/ml 1,5 ώρα
μετά τη λήψη. Στη σταθεροποιημένη κατάσταση, σε σύγκριση με μία
απλή δόση, η μέγιστη συγκέντρωση της τερβιναφίνης ήταν περίπου
25% υψηλότερη και η περιοχή κάτω από την καμπύλη (AUC) του
πλάσματος αυξήθηκε κατά ένα συντελεστή 2,3. Από την αύξηση του
AUC του πλάσματος μπορεί να υπολογιστεί ο αποτελεσματικός χρόνος
ημίσειας ζωής ~ 30 ώρες. Η βιοδιαθεσιμότητα της τερβιναφίνης
επηρεάζεται ελάχιστα από την τροφή (αύξηση της περιοχής κάτω από
την καμπύλη (AUC) λιγότερο από 20%), για αυτό λαμβάνεται ανεξάρτητα
από αυτή. Περίπου το 40% της δόσης υφίσταται μεταβολισμό πρώτης
διόδου από το ήπαρ.
Η τερβιναφίνη συνδέεται εκτεταμένα με τις πρωτεΐνες του πλάσματος
(99%). Λόγω του ότι είναι λιπόφιλη, διαχέεται ταχέως στο δέρμα και
συγκεντρώνεται στην κερατίνη στιβάδα. Η τερβιναφίνη απεκκρίνεται
επίσης στο σμήγμα, επιτυγχάνοντας έτσι υψηλές πυκνότητες στους
θύλακες των τριχών, στις τρίχες και στο πλούσιο σε σμήγμα δέρμα.
Επίσης κατανέμεται στο πέταλο του όνυχος μέσα στις πρώτες λίγες
εβδομάδες από την έναρξη της θεραπείας. Η τερβιναφίνη μεταβολίζεται
ταχέως και εκτενώς από επτά τουλάχιστον CYP ισοένζυμα με μέγιστη
συνεισφορά από τα CYP2C9, CYP1A2, CYP3A4, CYP2C8 και
CYP2C19.
Η βιομετατροπή οδηγεί σε μεταβολίτες χωρίς καμία αντιμυκητιασική
7
δράση, οι οποίοι απεκκρίνονται κατεξοχήν από τα ούρα. Δεν υπάρχει
ένδειξη συσσώρευσης. Δεν έχουν παρατηρηθεί κλινικά σημαντικές
εξαρτώμενες από την ηλικία μεταβολές των συγκεντρώσεων της
τερβιναφίνης στο πλάσμα σε σταθεροποιημένη κατάσταση, αλλά ο
ρυθμός αποβολής μπορεί να ελαττωθεί σε ασθενείς με νεφρική ή
ηπατική επιβάρυνση με αποτέλεσμα να εμφανίζονται υψηλότερα
επίπεδα τερβιναφίνης στο αίμα.
Φαρμακοκινητικές μελέτες, με εφάπαξ δόση, σε ασθενείς με νεφρική
ανεπάρκεια (κάθαρση κρεατινίνης < 50 ml/min) ή με προϋπάρχουσα
ηπατική νόσο έδειξαν ότι η κάθαρση της τερβιναφίνης μπορεί να μειωθεί
περίπου 50%.
5.3. Προκλινικά σχετικά ασφαλείας
Σε μακράς διάρκειας μελέτες (ως 1 έτους) που έγιναν σε αρουραίους και
σκύλους, δεν παρατηρήθηκαν αξιόλογα φαινόμενα τοξικότητας για
δόσεις από του στόματος της τάξεως των 100 mg/kg ανά ημέρα. Σε
υψηλότερες δόσεις, το ήπαρ και πιθανώς οι νεφροί αναγνωρίστηκαν ως
δυνητικοί στόχοι.
Σε μία μελέτη καρκινογένεσης διάρκειας 2 ετών που πραγματοποιήθηκε
σε ποντικούς, δε διαπιστώθηκαν νεοπλασματικά ή άλλα παθολογικά
ευρήματα αποδιδόμενα στη θεραπεία, για ημερήσιες δόσεις μέχρι 130
mg/kg (σε αρσενικούς) και 156 mg/kg (σε θηλυκούς) την ημέρα. Σε μία
μελέτη καρκινογένεσης διάρκειας 2 ετών που πραγματοποιήθηκε σε
αρουραίους με από του στόματος χορήγηση τερβιναφίνης στα
υψηλότερα επίπεδα (69 mg/kg ημερησίως), παρατηρήθηκε στους
αρσενικούς αυξημένη συχνότητα εμφάνισης όγκων στο ήπαρ. Οι
αλλοιώσεις αυτές οι οποίες σχετίζονται με πολλαπλασιασμό των
μικροσωματίων στα κύτταρα ήπατος θεωρούνται ως ειδικές του είδους,
δεδομένου ότι δεν παρατηρήθηκαν σε μελέτες καρκινογένεσης σε
ποντικούς ή σε άλλες μελέτες με ποντικούς, σκύλους ή πιθήκους.
Κατά τη διάρκεια των μελετών με υψηλές δόσεις σε πιθήκους,
παρατηρήθηκαν διαθλαστικές ανωμαλίες του αμφιβληστροειδούς χιτώνα
στις υψηλότερες δόσεις (όριο μη τοξικότητας 50 mg/kg). Οι ανωμαλίες
αυτές συσχετίστηκαν με την παρουσία ενός μεταβολίτη της τερβιναφίνης
στους οφθαλμικούς ιστούς και εξαφανίσθηκαν με διακοπή της
θεραπείας. Δε συσχετίστηκαν με τις ιστολογικές αλλοιώσεις.
Μία σειρά από δοκιμές γονοτοξικότητας που εκτελέστηκαν in vitro και in
vivo, δεν αποκάλυψε ενδείξεις δυνητικής μεταλλαξιογόνου ή
κατατμητικής των χρωμοσωμάτων δράσης.
Σε μελέτες που έγιναν σε αρουραίους και κουνέλια δεν παρατηρήθηκαν
ανεπιθύμητες επιδράσεις στη γονιμότητα ή στις άλλες παραμέτρους της
αναπαραγωγής.
6. ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ
6.1. Κατάλογος με τα έκδοχα
Cellulose microcrystalline, Sodium starch glycolate, Methyl
hydroxypropyl cellulose, Silicon dioxide colloidal, Magnesium stearate.
6.2. Ασυμβατότητες
8
Καμία.
6.3. Διάρκεια ζωής
3 χρόνια.
6.4. Ειδικές προφυλάξεις κατά τη διατήρηση
Το προϊόν φυλάσσεται σε θερμοκρασία ≤25°C.
6.5. Φύση και περιεχόμενο της συσκευασίας
Τα δισκία Terbinafine/Target
®
συσκευάζονται σε blister από PVC και
aluminium foil. Κάθε κουτί περιέχει 14 ή 28 δισκία, αναλόγως της
συσκευασίας και ένα φύλλο οδηγιών χρήσης.
6.6. Ονομασία και μόνιμη διεύθυνση του υπεύθυνου κυκλοφορίας
TARGET PHARMA ΕΠΕ, Μενάνδρου 54, 10431 Αθήνα, Τηλ.:
210.5224830, Φαξ: 210.5224838, e-mail: info@targetpharma.gr,
www.targetpharma.gr.
7. ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ
Δισκία 125 mg: 45732/23-10-2009
Δισκία 250 mg: 45731/23-10-2009
8. ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΠΡΩΤΗΣ ΕΓΚΡΙΣΗΣ/ΑΝΑΝΕΩΣΗΣ
Δισκία 125 mg: 16-10-2007
Δισκία 250 mg: 16-10-2007
9. ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΤΗΣ (ΜΕΡΙΚΗΣ) ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗΣ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ
15 Απριλίου 2011.
9