ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΩΝ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ
1. ΟΝΟΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ
Teveten Plus 600 mg/12,5 mg, επικαλυμμένα με λεπτό υμένιο δισκία
2. ΠΟΙΟΤΙΚΗ ΚΑΙ ΠΟΣΟΤΙΚΗ ΣΥΝΘΕΣΗ
Κάθε επικαλυμμένο με λεπτό υμένιο δισκίο περιέχει eprosartan mesylate ισοδύναμη με
600 mg επροσαρτάνης και 12,5 mg υδροχλωροθειαζίδης.
Για τον πλήρη κατάλογο των εκδόχων βλ. παράγραφο 6.1.
3. ΦΑΡΜΑΚΟΤΕΧΝΙΚΗ ΜΟΡΦΗ
Επικαλυμμένο με λεπτό υμένιο δισκίο.
Αχυρόχροα, επικαλυμμένα με λεπτό υμένιο δισκία, σε σχήμα καψακίου.
Στη μια πλευρά του δισκίου υπάρχει η εκτύπωση «5147».
4. ΚΛΙΝΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
4.1 Θεραπευτικές Ενδείξεις
Ιδιοπαθής υπέρταση. Το Teveten Plus 600 mg/12,5 mg ενδείκνυται σε ασθενείς των
οποίων η αρτηριακή πίεση δεν ρυθμίζεται επαρκώς μόνο με επροσαρτάνη.
4.2 Δοσολογία και τρόπος χορήγησης
Η συνιστώμενη δόση είναι ένα δισκίο Teveten Plus 600 mg/12,5 mg μία φορά την
ημέρα, που θα πρέπει να λαμβάνεται το πρωί. Η μετάβαση από τη μονοθεραπεία με
επροσαρτάνη στον σταθερό συνδυασμό μπορεί να αξιολογηθεί μετά από 8
εβδομάδες από την σταθεροποίηση της αρτηριακής πίεσης. Το Teveten Plus
600 mg/12,5 mg μπορεί να λαμβάνεται με ή χωρίς τροφή.
Ηλικιωμένοι
Δεν απαιτείται προσαρμογή της δόσης στους ηλικιωμένους, παρ’ ότι διατίθενται
περιορισμένες πληροφορίες για τον πληθυσμό αυτόν.
Παιδιατρικός πληθυσμός
Επειδή η ασφάλεια και η αποτελεσματικότητα της χορηγήσεως στα παιδιά δεν
έχουν καθιερωθεί, δεν συνιστάται αγωγή με Teveten Plus 600 mg/12,5 mg σε παιδιά
και εφήβους κάτω των 18 ετών.
Ηπατική δυσλειτουργία
Δεν συνιστάται η χρήση του Teveten Plus σε ασθενείς με ήπια έως μέτρια ηπατική
δυσλειτουργία, καθώς σε αυτή την ομάδα ασθενών υπάρχει επί του παρόντος
1
περιορισμένη μόνον εμπειρία με την eprosartan mesylate. Σε ασθενείς με σοβαρή
ηπατική δυσλειτουργία το Teveten Plus αντενδείκνυται (βλ. παράγραφο 4.3).
Νεφρική δυσλειτουργία
Στους ασθενείς με ήπια έως μέτρια νεφρική δυσλειτουργία (κάθαρση κρεατινίνης
> 30 ml/min) δεν είναι αναγκαία η προσαρμογή της δόσης. Το Teveten Plus
αντενδείκνυται σε ασθενείς με σοβαρή νεφρική δυσλειτουργία (βλ. παραγράφους
4.3 και 4.4).
4.3 Αντενδείξεις
Υπερευαισθησία στην επροσαρτάνη, σε παράγωγα σουλφοναμίδης (όπως η
υδροχλωροθειαζίδη) ή σε οποιοδήποτε από τα έκδοχα που αναφέρονται στην
παράγραφο 6.1.
Δεύτερο και τρίτο τρίμηνo της κύησης (βλ. παραγράφους 4.4 και 4.6)
Σοβαρή ηπατική δυσλειτουργία
Χολόσταση και αποφρακτικές διαταραχές των χοληφόρων
Σοβαρή νεφρική δυσλειτουργία (κάθαρση κρεατινίνης < 30 ml/min)
Αιμοδυναμικά σημαντική αμφοτερόπλευρη νεφραγγειακή νόσος ή σοβαρή
στένωση σε ένα μονήρες λειτουργικό νεφρό
Ανθεκτική σε θεραπεία υποκαλιαιμία ή υπερασβεστιαιμία
Ανθεκτική στη θεραπεία υπονατριαιμία
Συμπτωματική υπερουριχαιμία/ουρική αρθρίτιδα
Η ταυτόχρονη χρήση του Teveten Plus με προϊόντα που περιέχουν αλισκιρένη
αντενδείκνυται σε ασθενείς με σακχαρώδη διαβήτη ή νεφρική δυσλειτουργία
(GFR < 60 ml/min/1,73 m
2
) (βλέπε παραγράφους 4.5 και 5.1).
4.4 Ειδικές προειδοποιήσεις και προφυλάξεις κατά τη χρήση
Αντιδράσεις υπερευαισθησίας στην υδροχλωροθειαζίδη είναι πιθανότερο να
παρατηρηθούν σε ασθενείς με ιστορικό αλλεργιών συμπεριλαμβανομένης της
υπερευαισθησίας σε παράγωγα σουλφοναμίδης.
Ασθενείς με κίνδυνο νεφρικής δυσλειτουργίας
Ορισμένοι ασθενείς των οποίων η νεφρική λειτουργία εξαρτάται από τη συνεχή
εγγενή δράση του συστήματος ρενίνης-αγγειοτενσίνης-αλδοστερόνης (π.χ.
ασθενείς με σοβαρή καρδιακή ανεπάρκεια [ταξινόμηση κατά New York Heart
Association: στάδιο IV], αμφοτερόπλευρη στένωση της νεφρικής αρτηρίας ή στένωση
της νεφρικής αρτηρίας σε μονήρες νεφρό), παρουσιάζουν κίνδυνο να εμφανίσουν
ολιγουρία και/ή προϊούσα αζωθαιμία και σπανίως οξεία νεφρική ανεπάρκεια κατά
τη διάρκεια αγωγής με αναστολέα του μετατρεπτικού ενζύμου της αγγειοτενσίνης
(ΜΕΑ). Αυτά τα συμβάματα είναι περισσότερο πιθανό να συμβούν σε ασθενείς που
έλαβαν ταυτόχρονα ένα διουρητικό. Για τους αναστολείς του υποδοχέα της
αγγειοτενσίνης ΙΙ, όπως η επροσαρτάνη, δεν υπήρχε επαρκής θεραπευτική εμπειρία
για να καθοριστεί εάν υπάρχει παρόμοιος κίνδυνος καταστολής της νεφρικής
λειτουργίας σε αυτούς τους ευαίσθητους ασθενείς. Η νεφρική λειτουργία πρέπει
να παρακολουθείται στενά, διότι υπάρχει αυξημένος κίνδυνος για σοβαρή υπόταση
και νεφρική ανεπάρκεια σε αυτούς τους ασθενείς.
Διπλός αποκλεισμός του συστήματος ρενίνης – αγγειοτενσίνης –
αλδοστερόνης (RAAS)
2
Υπάρχουν αποδείξεις ότι η ταυτόχρονη χρήση αναστολέων ΜΕΑ, αποκλειστών των
υποδοχέων αγγειοτενσίνης ΙΙ ή αλισκιρένης αυξάνει τον κίνδυνο υπότασης,
υπερκαλιαιμίας και μειωμένης νεφρικής λειτουργίας (περιλαμβανομένης της
οξείας νεφρικής ανεπάρκειας). Ως εκ τούτου, διπλός αποκλεισμός του συστήματος
ρενίνης-αγγειοτενσίνης-αλδοστερόνης (RAAS) μέσω της συνδυασμένης χρήσης
αναστολέων ΜΕΑ, αποκλειστών των υποδοχέων αγγειοτενσίνης ΙΙ ή αλισκιρένης
δεν συνιστάται (βλ. παραγράφους 4.5 και 5.1).
Εάν η θεραπεία διπλού αποκλεισμού θεωρείται απολύτως απαραίτητη, αυτό θα
πρέπει να λάβει χώρα μόνο κάτω από την επίβλεψη ειδικού και με συχνή στενή
παρακολούθηση της νεφρικής λειτουργίας, των ηλεκτρολυτών και της αρτηριακής
πίεσης.
Οι αναστολείς ΜΕΑ και οι αποκλειστές των υποδοχέων αγγειοτενσίνης ΙΙ δεν θα
πρέπει να χρησιμοποιούνται ταυτόχρονα σε ασθενείς με διαβητική νεφροπάθεια.
Νεφρική δυσλειτουργία και νεφρικό μόσχευμα
Όταν η επροσαρτάνη και η υδροχλωροθειαζίδη πρόκειται να χρησιμοποιηθούν σε
ασθενείς με νεφρική δυσλειτουργία, η νεφρική λειτουργία, το κάλιο του ορού και
το ουρικό οξύ πρέπει να ελέγχονται πριν από την έναρξη της αγωγής με
επροσαρτάνη και υδροχλωροθειαζίδη καθώς και σε διαστήματα κατά την πορεία
της θεραπείας. Εάν κατά τη διάρκεια της θεραπείας παρατηρηθεί επιδείνωση της
νεφρικής λειτουργίας, η αγωγή με επροσαρτάνη και υδροχλωροθειαζίδη πρέπει να
επαναξιολογηθεί (βλ. παράγραφο 4.3). Σε ασθενείς με επιβαρημένη νεφρική
λειτουργία μπορεί να εκδηλωθεί αζωθαιμία σχετιζόμενη με την
υδροχλωροθειαζίδη.
Δεν υπάρχει εμπειρία με το Teveten Plus 600 mg/12,5 mg σε ασθενείς με νεφρικό
μόσχευμα.
Ηπατική δυσλειτουργία
Όταν η επροσαρτάνη χρησιμοποιείται σε ασθενείς με ήπια έως μέτρια ηπατική
δυσλειτουργία, ιδιαίτερη προσοχή πρέπει να δίδεται εξαιτίας του γεγονότος ότι
υπάρχει περιορισμένη εμπειρία σε αυτό τον πληθυσμό ασθενών. Επειδή η
υδροχλωροθειαζίδη μπορεί να προκαλέσει ενδοηπατική χολόσταση, πρέπει να
χορηγείται με προσοχή μόνον σε ασθενείς με ελαφρά έως μέτρια ηπατική
ανεπάρκεια. Μεταβολές στην ισορροπία υγρών και ηλεκτρολυτών μπορεί να
επισπεύσουν την εμφάνιση ηπατικού κώματος.
Μεταβολικές και ενδοκρινικές διαταραχές
Η υδροχλωροθειαζίδη μπορεί να επηρεάσει την ανοχή στη γλυκόζη και κατά
συνέπεια μπορεί να απαιτηθεί προσαρμογή της δόσης της αντιδιαβητικής αγωγής
(βλ. παράγραφο 4.5). Κατά τη διάρκεια της αγωγής με Teveten Plus 600 mg/12,5 mg
μπορεί να εκδηλωθεί λανθάνων σακχαρώδης διαβήτης. Σε δοσολογία των 12,5 mg
υδροχλωροθειαζίδης, ποσότητα που περιέχεται στο Teveten Plus 600 mg/12,5 mg,
παρατηρήθηκαν μόνο ήπιες μεταβολικές και ενδοκρινικές διαταραχές (αύξηση της
χοληστερόλης και των τριγλυκεριδίων του ορού).
Διαταραχή της ισορροπίας των ηλεκτρολυτών
Η υδροχλωροθειαζίδη μπορεί να προκαλέσει διαταραχή της ισορροπίας των υγρών
ή των ηλεκτρολυτών (υποκαλιαιμία, υπονατριαιμία, υπερασβεστιαιμία,
υπομαγνησιαιμία και υποχλωραιμική αλκάλωση).
Όπως για κάθε ασθενή που λαμβάνει αγωγή με διουρητικά, πρέπει να εξετάζεται το
ενδεχόμενο περιοδικού προσδιορισμού των ηλεκτρολυτών του ορού.
3
Καλιοσυντηρητικά διουρητικά, συμπληρώματα καλίου ή υποκατάστατα άλατος που
περιέχουν κάλιο πρέπει να χορηγούνται με προσοχή όταν συγχορηγούνται με
επροσαρτάνη (βλ. παράγραφο 4.5).
Οξεία μυωπία και δευτεροπαθές γλαύκωμα κλειστής γωνίας
Η υδροχλωροθειαζίδη, μία σουλφοναμίδη, μπορεί να προκαλέσει μια
ιδιοσυγκρασιακή αντίδραση, που έχει σαν αποτέλεσμα οξεία παροδική μυωπία και
οξύ γλαύκωμα κλειστής γωνίας. Τα συμπτώματα περιλαμβάνουν οξεία έναρξη της
μειωμένης οπτικής οξύτητας ή οφθαλμικό πόνο και τυπικά εμφανίζονται μέσα σε
λίγες ώρες έως εβδομάδες από την έναρξη του φαρμάκου. Το μη θεραπευμένο οξύ
γλαύκωμα κλειστής γωνίας μπορεί να οδηγήσει σε μόνιμη απώλεια της όρασης. Η
κύρια θεραπεία είναι η διακοπή της υδροχλωροθειαζίδης όσο το δυνατόν ταχύτερα.
Έγκαιρη ιατρική ή χειρουργική θεραπεία μπορεί να χρειαστεί εάν η ενδοφθάλμια
πίεση παραμένει ανεξέλεγκτη. Οι παράγοντες κινδύνου για την ανάπτυξη οξέος
γλαυκώματος κλειστής γωνίας μπορεί να περιλαμβάνουν ιστορικό αλλεργίας στις
σουλφοναμίδες ή την πενικιλλίνη.
Υπόταση
Συμπτωματική υπόταση μπορεί να παρατηρηθεί σε ασθενείς με σοβαρή
υπονατριαιμία ή υποογκαιμία, π.χ. ως αποτέλεσμα υψηλών δόσεων διουρητικών,
δίαιτας με περιορισμό άλατος, διάρροιας ή εμέτου. Η υπονατριαιμία και/ή η
υποογκαιμία πρέπει να αντιμετωπιστούν πριν την έναρξη αγωγής με Teveten Plus
600 mg/12,5 mg.
Στένωση της αορτικής και της μιτροειδούς βαλβίδας, αποφρακτική
υπερτροφική μυοκαρδιοπάθεια
Όπως συμβαίνει και με άλλα αγγειοδιασταλτικά, οι ασθενείς με στένωση της
αορτικής ή της μιτροειδούς βαλβίδας ή με αποφρακτική υπερτροφική
μυοκαρδιοπάθεια πρέπει να αντιμετωπίζονται με προσοχή.
Πρωτοπαθής υπεραλδοστερονισμός
Οι ασθενείς με πρωτοπαθή υπεραλδοστερονισμό δεν αποκρίνονται επαρκώς σε
αντιυπερτασικά που δρουν μέσω της αναστολής του συστήματος ρενίνης-
αγγειοτενσίνης-αλδοστερόνης και, κατά συνέπεια, δεν συνιστάται αγωγή με
Teveten Plus 600 mg/12,5 mg.
Στεφανιαία νόσος
Υπάρχει περιορισμένη εμπειρία ασθενών με στεφανιαία νόσο.
Κύηση
H αγωγή με ανταγωνιστές των υποδοχέων της αγγειοτενσίνης ΙΙ δεν θα πρέπει να
ξεκινά κατά την κύηση. Εκτός εάν η συνέχιση της θεραπείας με ανταγωνιστές των
υποδοχέων της αγγειοτενσίνης ΙΙ κρίνεται ουσιώδης, οι ασθενείς που σχεδιάζουν
να μείνουν έγκυες θα πρέπει να μεταπηδήσουν σε εναλλακτικά σχήματα
αντιυπερτασικής αγωγής που να διαθέτουν ένα καθιερωμένο προφίλ ασφαλείας
για χρήση σε εγκυμοσύνη. Όταν διαπιστωθεί κύηση, η αγωγή με ανταγωνιστές των
υποδοχέων της αγγειοτενσίνης ΙΙ θα πρέπει να σταματήσει αμέσως και, εάν
απαιτείται, πρέπει να ξεκινήσει εναλλακτική θεραπεία (βλ. παραγράφους 4.3 και
4.6).
Άλλες προειδοποιήσεις και προφυλάξεις
4
Υπάρχουν αναφορές ότι τα θειαζιδικά διουρητικά είναι πιθανόν να επιδεινώσουν ή
να ενεργοποιήσουν συστημικό ερυθηματώδη λύκο.
Ασθενείς με σπάνια κληρονομικά προβλήματα δυσανεξίας στη γαλακτόζη,
ανεπάρκειας Lapp λακτάσης ή δυσαπορρόφησης γλυκόζης-γαλακτόζης δεν πρέπει
να λαμβάνουν αυτό το φαρμακευτικό προϊόν.
Η υδροχλωροθειαζίδη μπορεί να δώσει (ψευδώς) θετικό αποτέλεσμα κατά την
δοκιμασία ανίχνευσης αναβολικών ουσιών.
4.5 Αλληλεπιδράσεις με άλλα φάρμακα και άλλες μορφές
αλληλεπίδρασης
Πιθανές αλληλεπιδράσεις που σχετίζονται και με την επροσαρτάνη και
την υδροχλωροθειαζίδη:
Δεν συνιστάται η ταυτόχρονη χρήση
Λιθίου:
Έχουν αναφερθεί αναστρέψιμες αυξήσεις στις συγκεντρώσεις του λιθίου στον ορό
και τοξικότητα κατά την διάρκεια ταυτόχρονης χορήγησης λιθίου με αναστολείς
του μετατρεπτικού ενζύμου της αγγειοτενσίνης και, σπάνια, με αναστολείς των
υποδοχέων της αγγειοτενσίνης ΙΙ. Επιπρόσθετα, η νεφρική κάθαρση του λιθίου
μειώνεται από τις θειαζίδες και συνεπώς μπορεί να αυξηθεί ο κίνδυνος
τοξικότητας από το λίθιο. Επομένως, δεν συνιστάται η χρήση του Teveten Plus
600 mg/12,5 mg σε συνδυασμό με λίθιο (βλ. παράγραφο 4.4). Εάν η χρήση του
συνδυασμού αποδειχθεί απαραίτητη, συνιστάται προσεκτική παρακολούθηση των
επιπέδων του λιθίου στον ορό.
Χρήζει προσοχής η ταυτόχρονη χρήση
Βακλοφαίνης:
Μπορεί να υπάρξει ενίσχυση του αντιυπερτασικού αποτελέσματος.
Μη στεροειδών αντιφλεγμονωδών φαρμακευτικών προϊόντων (ΜΣΑΦ):
Όπως συμβαίνει και με τους αναστολείς ΜΕΑ (μετατρεπτικό ένζυμο της
αγγειοτενσίνης), η ταυτόχρονη χρήση αναστολέων των υποδοχέων της
αγγειοτενσίνης ΙΙ και ΜΣΑΦ μπορεί να οδηγήσει σε αυξημένο κίνδυνο επιδείνωσης
της νεφρικής λειτουργίας, συμπεριλαμβανομένης πιθανής οξείας νεφρικής
ανεπάρκειας, και αύξηση του καλίου του ορού, ειδικότερα σε ασθενείς με
προϋπάρχουσα πτωχή νεφρική λειτουργία. Ο συνδυασμός πρέπει να χορηγείται με
προσοχή, ιδιαίτερα στους ηλικιωμένους. Οι ασθενείς θα πρέπει να ενυδατώνονται
επαρκώς και θα πρέπει να δίδεται προσοχή στην παρακολούθηση της νεφρικής
λειτουργίας μετά την έναρξη της θεραπείας συνδυασμού και περιοδικά στη
συνέχεια της θεραπείας. Ταυτόχρονη χρήση λοσαρτάνης με ινδομεθακίνη (ΜΣΑΦ)
οδήγησε σε μείωση της αποτελεσματικότητας του αναστολέα των υποδοχέων της
αγγειοτενσίνης ΙΙ. Το γεγονός ότι αυτό μπορεί να ισχύει για όλα τα φάρμακα
αυτής της κατηγορίας («class effect») δεν μπορεί να αποκλειστεί.
Πρέπει να λαμβάνεται υπόψη η ταυτόχρονη χρήση
Αμιφοστίνης:
Μπορεί να υπάρξει ενίσχυση του αντιυπερτασικού αποτελέσματος.
Άλλων αντιυπερτασικών φαρμακευτικών προϊόντων:
5
To αντιυπερτασικό αποτέλεσμα του Teveten Plus 600 mg/12,5 mg μπορεί να ενισχυθεί
με ταυτόχρονη χρήση άλλων αντιυπερτασικών φαρμακευτικών προϊόντων.
Αλκοόλης, βαρβιτουρικών, ναρκωτικών ή αντικαταθλιπτικών:
Μπορεί να υπάρξει ενίσχυση της ορθοστατικής υπότασης.
Πιθανές αλληλεπιδράσεις που σχετίζονται με την επροσαρτάνη:
Δεν συνιστάται η ταυτόχρονη χρήση
Φαρμακευτικών προϊόντων που επηρεάζουν τα επίπεδα καλίου:
Με βάση την εμπειρία από τη χρήση άλλων φαρμακευτικών προϊόντων που
επηρεάζουν το σύστημα ρενίνης-αγγειοτενσίνης, η ταυτόχρονη χρήση
καλιοσυντηρητικών διουρητικών, συμπληρωμάτων καλίου, υποκαταστάτων
άλατος που περιέχουν κάλιο ή άλλων φαρμακευτικών προϊόντων που μπορεί να
αυξήσουν τα επίπεδα καλίου στον ορό (π.χ. ηπαρίνη, αναστολείς ΜΕΑ) μπορεί να
οδηγήσει σε αύξηση του καλίου στον ορό. Εάν πρόκειται να συνταγογραφηθούν σε
συνδυασμό με Teveten Plus 600 mg/12,5 mg και φαρμακευτικά προϊόντα που
επηρεάζουν τα επίπεδα καλίου, τότε συνιστάται η παρακολούθηση των επιπέδων
καλίου στο πλάσμα (βλ. παράγραφο 4.4).
Τα δεδομένα από κλινικές μελέτες έχουν δείξει ότι ο διπλός αποκλεισμός του
συστήματος ρενίνης-αγγειοτενσίνης-αλδοστερόνης (RAAS) μέσω της
συνδυασμένης χρήσης αναστολέων ΜΕΑ, αποκλειστών των υποδοχέων
αγγειοτενσίνης ΙΙ ή αλισκιρένης συσχετίζεται με υψηλότερη συχνότητα
ανεπιθυμήτων συμβάντων όπως η υπόταση, η υπερκαλιαιμία και η μειωμένη
νεφρική λειτουργία (περιλαμβανομένης της οξείας νεφρικής ανεπάρκειας) σε
σύγκριση με τη χρήση ενός μόνου παράγοντα που δρα στο σύστημα ρενίνης-
αγγειοτενσίνης-αλδοστερόνης (RAAS) (βλ. παραγράφους 4.3, 4.4 και 5.1).
Πιθανές αλληλεπιδράσεις που σχετίζονται με την υδροχλωροθειαζίδη:
Δεν συνιστάται η ταυτόχρονη χρήση
Φαρμακευτικών προϊόντων που επηρεάζουν τα επίπεδα καλίου:
Η δράση της υδροχλωροθειαζίδης στην έκπλυση του καλίου μπορεί να ενισχυθεί με
την συγχορήγηση άλλων φαρμακευτικών προϊόντων που σχετίζονται με απώλεια
καλίου και υποκαλιαιμία (π.χ. άλλα καλιουρητικά διουρητικά, καθαρτικά,
κορτικοστεροειδή, ACTH, αμφοτερικίνη, καρβενοξολόνη, νατριούχο πενικιλλίνη G ή
παράγωγα του σαλικυλικού οξέος). Επομένως, δεν συνιστάται τέτοια συγχορήγηση
(βλ. παράγραφο 4.4).
Χρήζει προσοχής η ταυτόχρονη χρήση
Αλάτων ασβεστίου και Βιταμίνης
D
:
Τα θειαζιδικά διουρητικά μπορεί να προκαλέσουν αύξηση των επιπέδων του
ασβεστίου του ορού, λόγω μειωμένης απέκκρισης. Αν πρέπει να συνταγογραφηθούν
συμπληρώματα ασβεστίου ή φαρμακευτικά προϊόντα που επηρεάζουν τα επίπεδα
ασβεστίου στον ορό (π.χ. θεραπεία με βιταμίνη D), τότε πρέπει να προσαρμόζεται
κατάλληλα η δοσολογία τους και να παρακολουθούνται τα επίπεδα του ασβεστίου
του ορού.
Των ρητίνων χολεστυραμίνη και κολεστιπόλη
:
Η απορρόφηση της υδροχλωροθειαζίδης ελαττώνεται από την παρουσία ανιονικών
ιοντοανταλλακτικών ρητίνων, όπως η χολεστυραμίνη ή κολεστιπόλη.
6
Ωστόσο, η αλληλεπίδραση μπορεί να ελαχιστοποιηθεί με διαβαθμισμένη πρόσληψη
υδροχλωροθειαζίδης
και ρητίνης, έτσι ώστε η υδροχλωροθειαζίδη να λαμβάνεται τουλάχιστον 4 ώρες
πριν ή 4-6 ώρες μετά από τις ρητίνες.
Καρδιακών γλυκοσιδών:
Η υποκαλιαιμία ή υπομαγνησιαιμία που προκαλούνται από τη θειαζίδη μπορεί να
ευνοούν την εμφάνιση καρδιακής αρρυθμίας που προκαλείται από τη δακτυλίτιδα.
Φαρμακευτικών προϊόντων που επηρεάζονται από τις διαταραχές του καλίου στον
ορό:
Καθώς η υποκαλιαιμία αποτελεί προδιαθεσικό παράγοντα για κοιλιακή
ταχυκαρδία δίκην ριπιδίου (torsades de pointes), συνιστώνται περιοδικός έλεγχος του
καλίου στον ορό και ηλεκτροκαρδιογράφημα, όταν το Teveten Plus 600 mg/12,5 mg
χορηγείται μαζί με φάρμακα που επηρεάζονται από τις διαταραχές του καλίου
στον ορό (π.χ. γλυκοσίδες της δακτυλίτιδας και αντιαρρυθμικά) καθώς και με τα
κάτωθι φάρμακα που επάγουν κοιλιακή ταχυκαρδία δίκην ριπιδίου (τα οποία
συμπεριλαμβάνουν κάποια αντιαρρυθμικά):
Αντιαρρυθμικά τάξης Ιa (π.χ. κινιδίνη, υδροκινιδίνη, δισοπυραμίδη).
Αντιαρρυθμικά τάξης ΙΙΙ (π.χ. αμιωδαρόνη, σοταλόλη, δοφετιλίδη, ιμπουτιλίδη)
Ορισμένα αντιψυχωσικά (π.χ. θειοριδαζίνη, χλωροπρομαζίνη, λεβομεπρομαζίνη,
τριφθοριοπεραζίνη, κυαμεμαζίνη, σουλπιρίδη, σουλτοπρίδη, αμισουλπρίδη,
τιαπρίδη, πιμοζίδη, αλοπεριδόλη, δροπεριδόλη).
Άλλα (π.χ. βεπριδίλη, σισαπρίδη, διφαιμανίλη, ερυθρομυκίνη IV, αλοφαντρίνη,
μιζολαστίνη, πενταμιδίνη, τερφεναδίνη, βινκαμίνη IV).
Μη-αποπολωτικών μυοχαλαρωτικών των σκελετικών μυών
(π.χ. τουβοκουραρίνη):
Η δράση των μη-αποπολωτικών μυοχαλαρωτικών των σκελετικών μυών μπορεί να
ενισχυθεί από την υδροχλωροθειαζίδη.
Αντιχολινεργικών παραγόντων (π.χ. ατροπίνη, βιπεριδένη):
Αύξηση της βιοδιαθεσιμότητας των διουρητικών τύπου θειαζίδης με μείωση της
γαστρεντερικής κινητικότητας και του ρυθμού των γαστρικών κενώσεων.
Αντιδιαβητικών φαρμάκων (χορηγούμενων από του στόματος και ινσουλίνης):
Η αγωγή με θειαζίδη μπορεί να επηρεάσει την ανοχή στη γλυκόζη. Μπορεί να
απαιτηθεί προσαρμογή της δόσης του αντιδιαβητικού φαρμακευτικού
ιδιοσκευάσματος (βλ. παράγραφο 4.4)
Μετφορμίνης:
Η μετφορμίνη πρέπει να χρησιμοποιείται με προσοχή εξαιτίας του κινδύνου
γαλακτικής οξέωσης προκαλούμενη από πιθανή λειτουργική νεφρική ανεπάρκεια
που σχετίζεται με την υδροχλωροθειαζίδη.
β-αποκλειστών και διαζοξείδης:
Η υπεργλυκαιμική δράση των β-αποκλειστών και της διαζοξείδης μπορεί να
αυξηθεί από τη θειαζίδη.
Αμινών που αυξάνουν την αρτηριακή πίεση (π.χ. νοραδρεναλίνη):
Η δράση των αμινών που αυξάνουν την αρτηριακή πίεση μπορεί να ελαττωθεί.
7
Φαρμακευτικών προϊόντων που χρησιμοποιούνται σε αγωγή για την ουρική
αρθρίτιδα (προβενεσίδη, σουλφινοπυραζόνη και αλλοπουρινόλη):
Η προσαρμογή της δόσης των ουρικοζουρικών φαρμακευτικών προϊόντων ίσως να
είναι απαραίτητη, καθώς η υδροχλωροθειαζίδη μπορεί να αυξήσει το επίπεδο του
ουρικού οξέος του ορού. Μπορεί να είναι αναγκαία, επίσης, η αύξηση της δόσης
της προβενεσίδης ή της σουλφινοπυραζόνης. Η συγχορήγηση ενός θειαζιδικού
μπορεί να αυξήσει την συχνότητα εμφάνισης αντιδράσεων υπερευαισθησίας στην
αλλοπουρινόλη.
Αμανταδίνης:
Οι θειαζίδες μπορεί να αυξήσουν το κίνδυνο των ανεπιθυμήτων ενεργειών που
προκαλούνται από την αμανταδίνη.
Κυτταροτοξικών ουσιών (π.χ. κυκλοφωσφαμίδη και μεθοτρεξάτη):
Οι θειαζίδες μπορεί να μειώσουν τη νεφρική απέκκριση κυτταροτοξικών
φαρμακευτικών προϊόντων και να ενισχύσουν τα μυελοκατασταλτικά
αποτελέσματά τους.
Τετρακυκλινών:
Ταυτόχρονη χορήγηση τετρακυκλινών και θειαζίδων αυξάνει τον κίνδυνο αύξησης
της ουρίας εξαιτίας της τετρακυκλίνης. Αυτή η αλληλεπίδραση πιθανώς δεν
βρίσκει εφαρμογή στην δοξυκυκλίνη.
Φαρμακευτικών προϊόντων που μειώνουν τα επίπεδα νατρίου στον ορό:
Το υπονατριαιμικό αποτέλεσμα της υδροχλωροθειαζίδης μπορεί να ενταθεί με την
ταυτόχρονη χορήγηση των φαρμάκων, όπως τα αντικαταθλιπτικά, αντιψυχωσικά,
αντιεπιληπτικά, κλπ. Συνιστάται προσοχή σε μακροχρόνια χορήγηση των
φαρμάκων αυτών.
4.6 Γονιμότητα, κύηση και γαλουχία
Κύηση:
Αναστολέας του υποδοχέα της αγγειοτενσίνης ΙΙ:
Η χρήση αποκλειστών των υποδοχέων της αγγειοτενσίνης ΙΙ δεν συνιστάται κατά
τη διάρκεια του πρώτου τριμήνου της κύησης (βλ. παράγραφο 4.4). Η χρήση
αποκλειστών των υποδοχέων της αγγειοτενσίνης ΙΙ αντενδείκνυται κατά το
δεύτερο και τρίτο τρίμηνο της κύησης (βλ. παραγράφους 4.3 και 4.4).
Οι επιδημιολογικές ενδείξεις αναφορικά με τον κίνδυνο τερατογόνου δράσης
κατόπιν έκθεσης σε αναστολείς ΜΕΑ κατά το πρώτο τρίμηνο της κύησης δεν
υπήρξαν καταληκτικές, εν τούτοις μία μικρή αύξηση του κινδύνου δεν μπορεί να
αποκλεισθεί. Αν και δεν υπάρχουν επαληθευμένα επιδημιολογικά στοιχεία
αναφορικά με τον κίνδυνο με ανταγωνιστές των υποδοχέων της αγγειοτενσίνης ΙΙ,
παρόμοιοι κίνδυνοι μπορεί να υπάρχουν και για αυτή την κατηγορία των
φαρμάκων. Εκτός εάν η συνέχιση της θεραπείας με ανταγωνιστές των υποδοχέων
της αγγειοτενσίνης ΙΙ κρίνεται ουσιώδης, οι ασθενείς που σχεδιάζουν να μείνουν
έγκυοι θα πρέπει να αλλάξουν σε εναλλακτικά σχήματα αντιυπερτασικής αγωγής
που να διαθέτουν ένα καθιερωμένο προφίλ ασφαλείας για χρήση σε εγκυμοσύνη.
Όταν διαπιστωθεί κύηση, η αγωγή με ανταγωνιστές των υποδοχέων της
αγγειοτενσίνης ΙΙ θα πρέπει να σταματήσει αμέσως και, εάν απαιτείται, πρέπει να
ξεκινήσει εναλλακτική θεραπεία.
8
Έκθεση σε θεραπεία με ανταγωνιστές των υποδοχέων της αγγειοτενσίνης ΙΙ κατά
τη διάρκεια του δεύτερου και του τρίτου τριμήνου της κύησης είναι γνωστό πως
επάγει φαινόμενα τοξικότητας στο έμβρυο (μειωμένη νεφρική λειτουργία,
ολιγοϋδράμνιο, καθυστέρηση κρανιακής οστεοποίησης) και στο νεογνό (νεφρική
ανεπάρκεια, υπόταση, υπερκαλιαιμία) (βλ. παράγραφο 5.3). Σε περίπτωση που έχει
υπάρξει έκθεση στην επροσαρτάνη από το δεύτερο τρίμηνο της κύησης και μετά,
συνιστάται ο υπερηχογραφικός έλεγχος της νεφρικής λειτουργίας και του κρανίου.
Βρέφη των οποίων οι μητέρες έλαβαν ανταγωνιστές των υποδοχέων της
αγγειοτενσίνης ΙΙ θα πρέπει να παρακολουθούνται στενά για υπόταση (βλ.
παραγράφους 4.3 και 4.4).
Υδροχλωροθειαζίδη
Υπάρχει περιορισμένη εμπειρία με την υδροχλωροθειαζίδη κατά τη διάρκεια της
εγκυμοσύνης, κυρίως κατά τη διάρκεια του πρώτου τριμήνου. Οι μελέτες σε
πειραματόζωα είναι ανεπαρκείς. Η υδροχλωροθειαζίδη διαπερνά τον πλακούντα.
Βασιζόμενοι στον φαρμακολογικό μηχανισμό δράσης της υδροχλωροθειαζίδης, η
χρήση της στο δεύτερο και τρίτο τρίμηνο μπορεί να θέσει σε κίνδυνο την αιμάτωση
του εμβρύου μέσω του πλακούντα και μπορεί να προκαλέσει επιδράσεις στο έμβρυο
και στο νεογνό, όπως ίκτερο, διαταραχή της ισορροπίας των ηλεκτρολυτών και
θρομβοπενία. Η υδροχλωροθειαζίδη δεν πρέπει να χρησιμοποιείται σε οίδημα
κύησης, υπέρταση κύησης ή προεκλαμψία λόγω του κινδύνου μείωσης του όγκου
του πλάσματος και υποαιμάτωση του πλακούντα χωρίς ευεργετική επίδραση κατά
την πορεία της νόσου. Η υδροχλωροθειαζίδη δεν πρέπει να χρησιμοποιείται σε
ιδιοπαθή υπέρταση εγκυμονούντων, εκτός σπανίων περιπτώσεων που κάποια άλλη
θεραπεία δεν θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί.
Θηλασμός:
Αποκλειστές του υποδοχέα της αγγειοτενσίνης ΙΙ:
Επειδή δεν διατίθενται πληροφορίες αναφορικά με τη χρήση Teveten Plus
600 mg/12,5 mg κατά τη διάρκεια του θηλασμού, το Teveten Plus 600 mg/12,5 mg δεν
συνιστάται και προτιμούνται εναλλακτικά σχήματα αγωγής με καλύτερα
καθιερωμένο προφίλ ασφαλείας κατά τη γαλουχία, ιδιαίτερα στην περίπτωση ενός
νεογέννητου ή πρόωρου βρέφους.
Υδροχλωροθειαζίδη:
Η υδροχλωροθειαζίδη αποβάλλεται στο ανθρώπινο γάλα σε μικρές ποσότητες. Τα
θειαζίδια τα οποία σε υψηλές δόσεις προκαλούν έντονη διούρηση μπορούν να
αναστείλουν την παραγωγή γάλακτος. Η χρήση του Teveten Plus 600 mg/12,5 mg δεν
συνιστάται κατά το θηλασμό. Εάν το Teveten Plus 600 mg/12,5 mg χρησιμοποιείται
κατά το θηλασμό, θα πρέπει να χορηγείται σε όσο το δυνατόν χαμηλότερη
δοσολογία.
Γονιμότητα:
Δεν υπάρχουν κλινικά δεδομένα σχετικά με τη γονιμότητα.
Τα μη κλινικά δεδομένα σχετικά με την επροσαρτάνη δεν αποκαλύπτουν
επιπτώσεις στην ανδρική και γυναικεία γονιμότητα. Προκλινικές πληροφορίες
σχετικά με τις πιθανές επιπτώσεις της υδροχλωροθειαζίδης στη γονιμότητα δεν
είναι διαθέσιμες.
9
4.7 Επίδραση στην ικανότητα οδήγησης και χειρισμού μηχανών
Δεν έχουν πραγματοποιηθεί μελέτες σχετικά με τις επιδράσεις στην ικανότητα
οδήγησης και χειρισμού μηχανών, αλλά με βάση τις φαρμακοδυναμικές του
ιδιότητες το Teveten Plus 600 mg/12,5 mg είναι απίθανο να επηρεάζει την ικανότητα
αυτή. Κατά την οδήγηση οχημάτων ή το χειρισμό μηχανών πρέπει να λαμβάνεται
υπόψη ότι περιστασιακά κατά τη διάρκεια της αντιυπερτασικής αγωγής μπορεί να
εμφανιστεί ζάλη ή κόπωση.
4.8 Ανεπιθύμητες Ενέργειες
α. Σύνοψη του προφίλ ασφαλείας
Οι πιο συχνά αναφερόμενες ανεπιθύμητες ενέργειες σε ασθενείς που έλαβαν
επροσαρτάνη και υδροχλωροθειαζίδη είναι η κεφαλαλγία και μη καθοριζόμενες
γαστρεντερικές ενοχλήσεις με συχνότητα εμφάνισης περίπου 11% και 8% (σε
αντίθεση με τα ποσοστά 14% και 8% με το εικονικό φάρμακο), αντίστοιχα.
β. Σύνοψη των ανεπιθύμητων ενεργειών
Ανεπιθύμητες ενέργειες που παρατηρήθηκαν σε κλινικές μελέτες ελεγχόμενες με
εικονικό φάρμακο ή που αναφέρθηκαν στην επιστημονική βιβλιογραφία
συνοψίζονται στον παρακάτω πίνακα. Κάτω από κάθε κατηγορία συχνότητας, οι
ανεπιθύμητες ενέργειες κατηγοριοποιούνται βάσει δεδομένων από την
επροσαρτάνη, το συνδυασμό επροσαρτάνης και υδροχλωροθειαζίδης καθώς και την
υδροχλωροθειαζίδη μόνο (βλ. υποσημειώσεις του πίνακα).
ΑΝΕΠΙΘΥΜΗΤΕΣ ΕΝΕΡΓΕΙΕΣ ΠΟΥ ΑΝΑΦΕΡΘΗΚΑΝ ΣΕ ΕΛΕΓΧΟΜΕΝΕΣ ΜΕ
ΕΙΚΟΝΙΚΟ ΦΑΡΜΑΚΟ ΜΕΛΕΤΕΣ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Kατηγορί
α/οργανικ
ό
σύστημα
σύμφωνα
με τη
βάση
δεδομένω
ν MedDRA
Πολύ
συχνέ
ς
(1/10)
Συχνές
(1/100
έως
<1/10)
Όχι
συχνές
(1/1.000
έως <1/100)
Σπάνιες
(1/10.000
έως
<1/1.000)
Πολύ
σπάνι
ες
(<1/10.0
00)
M η γνωστές
( μδεν πορούν
να
μ εκτι ηθούν
μ ε βάση τα
μ διαθέσι α
μ )δεδο ένα
Διαταραχ
ές του
αιμοποιητ
ικού και
του
λεμφικού
συστήματ
ος
Λευκοπενία Αιμολ
υτική
αναιμί
α
*
Ακοκκιοκυττα
ραιμία
Απλαστική
αναιμία
Θρομβοπενία
Διαταραχ
ές του
ανοσοποι
ητικού
συστήματ
ος
Υπερευαισθ
ησία
Αναφυλακτικέ
ς αντιδράσεις
10
Διαταραχ
ές του
μεταβολισ
μού και
της
θρέψης
Υπεργλυ
καιμία
Υποκαλιαιμ
ία
Υπονατριαι
μία
Υποχλωραι
μία
Υπερουριχα
ιμία
Ουρική
αρθρίτιδα
Υπερχολησ
τερολαιμία
Υπερασβεστια
ιμία
Υπομαγνησιαι
μία
Υπερτριγλυκε
ριδαιμία
Ανορεξία
Ψυχιατρι
κές
διαταραχέ
ς
Κατάθλιψη
Άγχος
Αϋπνία
Νευρικότητ
α
Διαταραχή
της
γενετήσιας
ορμής
Ανησυχία
Διαταραχ
ές του
νευρικού
συστήματ
ος
Κεφαλ
αλγία
*
*
Ζάλη
Παραισθ
ησία
Οφθαλμικ
ές
διαταραχέ
ς
Οξεία μυωπία
και
δευτεροπαθές
γλαύκωμα
κλειστής
γωνίας
*
Διαταραχ
ές του
ωτός και
του
λαβυρίνθο
υ
Ίλιγγος
**
Αγγειακές
διαταραχέ
ς
Υπόταση
(π.χ.
ορθοστα
τική)
Αγγειίτιδα
Διαταραχ
ές του
αναπνευσ
τικού
συστήματ
ος
Ρινίτιδα Πνευμον
ικό
οίδημα
*
Πνευμον
ίτιδα
*
Διαταραχ
ές του
γαστρεντ
ερικού
Μη
καθοριζό
μενες
γαστρεντ
Δυσκοιλιότ
ητα
**
Παγκρεα
τίτιδα
*
11
ερικές
ενοχλήσε
ις (π.χ.
ναυτία,
διάρροια
, έμετος)
Διαταραχ
ές του
ήπατος
και των
χοληφόρω
ν
Ίκτερος
(ενδοηπατικός
χολοστατικός
ίκτερος)
Διαταραχ
ές του
δέρματος
και του
υποδόριου
ιστού
Αλλεργικ
ές
δερματικ
ές
αντιδράσ
εις (π.χ.
εξάνθημ
α,
κνησμός)
Αγγειοοίδη
μα
Τοξική
επιδερμική
νεκρόλυση
Φωτοευαισθη
σία
Δερματικός
ερυθηματώδης
λύκος
Διαταραχ
ές του
μυοσκελε
τικού
συστήματ
ος και του
συνδετικο
ύ ιστού
Μυϊκοί
σπασμοί
**
Συστηματικός
ερυθηματώδης
λύκος
Διαταραχ
ές των
νεφρών
και των
ουροφόρω
ν οδών
Διάμεση
νεφρίτιδα
Νεφρική
ανεπάρκεια/δι
αταραγμένη
νεφρική
λειτουργία σε
ασθενείς σε
κίνδυνο (π.χ.
στένωση
νεφρικής
αρτηρίας)
Διαταραχ
ές του
αναπαραγ
ωγικού
συστήματ
ος και του
μαστού
Σεξουαλική
δυσλειτουρ
γία
Γενικές
διαταραχέ
ς και
καταστάσ
Εξασθένι
ση
Πυρεξία
12
εις της
οδού
χορήγηση
ς
*
Συχνότητα βάσει των στοιχείων από την επιστημονική βιβλιογραφία
για την υδροχλωροθειαζίδη
**
Δεν εμφανίστηκαν σε μεγαλύτερη συχνότητα από το εικονικό φάρμακο
Αναφορά πιθανολογούμενων ανεπιθύμητων ενεργειών
Η αναφορά πιθανολογούμενων ανεπιθύμητων ενεργειών μετά από τη χορήγηση
άδειας κυκλοφορίας του φαρμακευτικού προϊόντος είναι σημαντική. Επιτρέπει τη
συνεχή παρακολούθηση της σχέσης οφέλους-κινδύνου του φαρμακευτικού
προϊόντος. Ζητείται από τους επαγγελματίες του τομέα της υγειονομικής
περίθαλψης να αναφέρουν οποιεσδήποτε πιθανολογούμενες ανεπιθύμητες
ενέργειες στον Εθνικό Οργανισμό Φαρμάκων, Μεσογείων 284, GR-15562
Χολαργός, Αθήνα, Τηλ: + 30 21 32040380/337, Φαξ: + 30 210 6549585, Ιστότοπος:
http://www.eof.gr.
4.9 Υπερδοσολογία
Αναφορικά με την υπερδοσολογία στον άνθρωπο υπάρχουν περιορισμένα δεδομένα.
Έχουν αναφερθεί μεμονωμένες αναφορές από την εμπειρία μετά την κυκλοφορία
του προϊόντος όπου έχουν καταποθεί δόσεις μέχρι 12000 mg επροσαρτάνης. Παρότι
οι περισσότεροι ασθενείς δεν ανέφεραν συμπτώματα θα πρέπει να σημειωθεί
παρόλα αυτά ότι σε ένα περιστατικό προκλήθηκε κυκλοφορική ανεπάρκεια μετά
την κατάποση 12000 mg επροσαρτάνης. Ο ασθενής ανένηψε πλήρως. Για το
συνδυασμό επροσαρτάνης και υδροχλωροθειαζίδης, η μέγιστη δόση που
καταπόθηκε ήταν 3600 mg επροσαρτάνης και 75 mg υδροχλωροθειαζίδης. Το
περιστατικό αναφέρθηκε ως απόπειρα αυτοκτονίας.
Η πιθανότερη εκδήλωση της υπερδοσολογίας θα ήταν η υπόταση.
Άλλα συμπτώματα πιθανώς να οφείλονται σε αφυδάτωση και έκπλυση των
ηλεκτρολυτών (υποκαλιαιμία, υποχλωραιμία, υπονατριαιμία) και κατά πάσα
πιθανότητα εμφανίζονται σαν ναυτία και υπνηλία. Η αντιμετώπιση θα πρέπει να
είναι συμπτωματική και υποστηρικτική. Η επροσαρτάνη δεν απομακρύνεται με
αιμοκάθαρση. Ο βαθμός με τον οποίο η υδροχλωροθειαζίδη απομακρύνεται με
αιμοκάθαρση δεν έχει εξακριβωθεί.
5. ΦΑΡΜΑΚΟΛΟΓΙΚΕΣ ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ
5.1 Φαρμακοδυναμικές ιδιότητες
Φαρμακοθεραπευτική κατηγορία: Επροσαρτάνη και διουρητικά: Κωδικός κατά ATC:
C09DA02
Επροσαρτάνη
Η επροσαρτάνη είναι ένας μη-πεπτιδικός, δραστικός από το στόμα μη-
διφαινυλικός μη-τετραζολικός αποκλειστής των υποδοχέων της αγγειοτενσίνης II,
που συνδέεται εκλεκτικά με τον υποδοχέα ΑΤ
1
.
13
Η αγγειοτενσίνη II παίζει κύριο λόγο στην παθοφυσιολογία της υπέρτασης. Είναι η
πρωτεύουσα δραστική ορμόνη του συστήματος ρενίνης-αγγειοτενσίνης-
αλδοστερόνης και ένα ισχυρό αγγειοσυσταλτικό.
Η επροσαρτάνη ανταγωνίζεται τη δράση της αγγειοτενσίνης II στην αρτηριακή
πίεση, στην αιματική ροή του νεφρού και στην έκκριση αλδοστερόνης στον
άνθρωπο. Ο έλεγχος της αρτηριακής πίεσης διατηρείται επί 24ωρης βάσεως χωρίς
φαινόμενα ορθοστατικής υπότασης πρώτης δόσεως ή αντανακλαστικής
ταχυκαρδίας. Η διακοπή της αγωγής επροσαρτάνης δεν οδηγεί σε φαινόμενο
ταχείας ανάδρομης αύξησης της αρτηριακής πίεσης.
Η επροσαρτάνη δεν θίγει τους αυτορρυθμιστικούς μηχανισμούς του νεφρού. Η
έρευνα σε υγιείς άρρενες ενήλικες έχει δείξει ότι η επροσαρτάνη αυξάνει τη μέση
αποτελεσματική νεφρική ροή πλάσματος.
Η επροσαρτάνη δεν ενισχύει επιδράσεις σχετικές με τη βραδυκινίνη (μέσω της
δράσης του ΜΕΑ) π.χ. το βήχα.
Δύο μεγάλες τυχαιοποιημένες, ελεγχόμενες μελέτες (η ONTARGET (ONgoing
Telmisartan Alone and in combination with Ramipril Global Endpoint Trial) και η VA NEPHRON-D
(The Veterans Affairs Nephropathy in Diabetes)) έχουν εξετάσει τη χρήση του συνδυασμού
ενός αναστολέα ΜΕΑ με έναν αποκλειστή των υποδοχέων αγγειοτενσίνης II.
Η ONTARGET ήταν μία μελέτη που διεξήχθη σε ασθενείς με ιστορικό
καρδιαγγειακής ή εγκεφαλικής αγγειακής νόσου ή σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2
συνοδευόμενο από ένδειξη βλάβης τελικού οργάνου.
Η VA NEPHRON-D ήταν μία μελέτη σε ασθενείς με σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2 και
διαβητική νεφροπάθεια.
Αυτές οι μελέτες δεν έχουν δείξει σημαντικά ωφέλιμη επίδραση στις νεφρικές
και/ή στις καρδιαγγειακές εκβάσεις και τη θνησιμότητα, ενώ παρατηρήθηκε ένας
αυξημένος κίνδυνος υπερκαλιαιμίας, οξείας νεφρικής βλάβης και/ή υπότασης σε
σύγκριση με τη μονοθεραπεία. Δεδομένων των παρόμοιων φαρμακοδυναμικών
ιδιοτήτων, αυτά τα αποτελέσματα είναι επίσης σχετικά για άλλους αναστολείς
ΜΕΑ και αποκλειστές των υποδοχέων αγγειοτενσίνης ΙΙ.
Ως εκ τούτου οι αναστολείς ΜΕΑ και οι αποκλειστές των υποδοχεών
αγγειοτενσίνης ΙΙ δεν θα πρέπει να χρησιμοποιούνται ταυτόχρονα σε ασθενείς με
διαβητική νεφροπάθεια.
Η ALTITUDE (Aliskiren Trial in Type 2 Diabetes Using Cardiovascular and Renal Disease
Endpoints) ήταν μία μελέτη σχεδιασμένη να ελέγξει το όφελος της προσθήκης
αλισκιρένης σε μία πρότυπη θεραπεία με έναν αναστολέα ΜΕΑ ή έναν αποκλειστή
υποδοχέων αγγειοτενσίνης ΙΙ σε ασθενείς με σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2 και
χρόνια νεφρική νόσο, καρδιαγγειακή νόσο ή και τα δύο. Η μελέτη διεκόπη πρόωρα
λόγω ενός αυξημένου κινδύνου ανεπιθύμητων εκβάσεων. Ο καρδιαγγειακός
θάνατος και το εγκεφαλικό επεισόδιο ήταν και τα δύο αριθμητικά συχνότερα στην
ομάδα της αλισκιρένης από ότι στην ομάδα του εικονικού φαρμάκου και τα
ανεπιθύμητα συμβάντα και τα σοβαρά ανεπιθύμητα συμβάντα ενδιαφέροντος
(υπερκαλιαιμία, υπόταση και νεφρική δυσλειτουργία) αναφέρθηκαν συχνότερα
στην ομάδα της αλισκιρένης από ότι στην ομάδα του εικονικού φαρμάκου.
Υδροχλωροθειαζίδη
Η υδροχλωροθειαζίδη είναι ένα καθιερωμένο θειαζιδικό διουρητικό. Οι θειαζίδες
επιδρούν στους μηχανισμούς επαναπορροφήσεως ηλεκτρολυτών των νεφρικών
σωληναρίων, αυξάνοντας την απέκκριση υγρών, νατρίου και χλωρίου. Η
14
διουρητική δράση της υδροχλωροθειαζίδης ελαττώνει τον όγκο του πλάσματος,
αυξάνει τη δράση της ρενίνης πλάσματος και την απέκκριση αλδοστερόνης, και
κατά συνέπεια αυξάνει το κάλιο των ούρων και την απώλεια διττανθρακικών και
ελαττώνει το κάλιο του ορού. Η αντιυπερτασική δράση της υδροχλωροθειαζίδης
φαίνεται να οφείλεται στο συνδυασμό των μηχανισμών διούρησης και αμέσου
αγγειακής δραστηριότητας (μείωση της αντιστάσεως των αγγείων).
Teveten Plus 600 mg/12,5 mg
Κλινική μελέτη 8 εβδομάδων ελεγχόμενη με εικονικό φάρμακο, σε 473 ασθενείς με
ιδιοπαθή υπέρταση, έδειξε ότι ο συνδυασμός των 600 mg επροσαρτάνης και 12,5 mg
υδροχλωροθειαζίδης είναι καλά ανεκτός και αποτελεσματικός. Το Teveten Plus
600 mg/12,5 mg ελάττωσε τη συστολική και διαστολική αρτηριακή πίεση σε
κλινικά σημαντικό βαθμό και η μείωση ήταν στατιστικά σημαντικά ανώτερη αυτής
καθενός από τα επιμέρους συστατικά και του εικονικού φαρμάκου, παρά την
υψηλή ανταπόκριση στο εικονικό φάρμακο (p=0,08 σε σύγκριση με μονοθεραπεία
επροσαρτάνης και εικονικού φαρμάκου). Η ανοχή ήταν η ίδια και για το
συνδυασμό επροσαρτάνης/υδροχλωροθειαζίδης 600 mg/12,5 mg, και για την
επροσαρτάνη με εικονικό φάρμακο.
Σε άλλη κλινική μελέτη ασθενείς με διαστολική αρτηριακή πίεση μεταξύ 98 και
114 mmHg, που δεν αποκρίθηκαν επαρκώς στη μονοθεραπεία διάρκειας 3
εβδομάδων με επροσαρτάνη 600 mg, έλαβαν είτε συνδυασμό
επροσαρτάνης/υδροχλωροθειαζίδης 600 mg/12,5 mg είτε μονοθεραπεία
επροσαρτάνης 600 mg για 8 εβδομάδες. Σε ασθενείς χωρίς επαρκή απόκριση στη
μονοθεραπεία επροσαρτάνης, ο συνδυασμός προκάλεσε στατιστικά σημαντική και
κλινικά αξιολογήσιμη περαιτέρω μείωση στη συστολική και διαστολική αρτηριακή
πίεση. Η ανοχή ήταν εξίσου ικανοποιητική και για το συνδυασμό και για την
μονοθεραπεία.
Για ασθενείς άνω των 80 ετών είναι διαθέσιμα μόνο περιορισμένα δεδομένα.
Η επίδραση του συνδυασμού επροσαρτάνης και υδροχλωροθειαζίδης στη
νοσηρότητα και τη θνησιμότητα δεν ερευνήθηκε. Επιδημιολογικές μελέτες έδειξαν
ότι η παρατεταμένη αγωγή με υδροχλωροθειαζίδη μειώνει τον κίνδυνο για
καρδιαγγειακή θνησιμότητα και νοσηρότητα.
5.2 Φαρμακοκινητικές ιδιότητες
Επροσαρτάνη
Η απόλυτη βιοδιαθεσιμότητα της επροσαρτάνης μετά την από του στόματος
χορήγηση είναι περίπου 13%. Οι μέγιστες συγκεντρώσεις επροσαρτάνης στο
πλάσμα παρατηρούνται σε 1-2 ώρες από τη χορήγηση της δόσης σε κατάσταση
νηστείας. Ο τελικός χρόνος ημίσειας ζωής της επροσαρτάνης είναι τυπικά 5-9
ώρες. Κατά τη χρόνια χρήση επροσαρτάνης παρατηρείται περιορισμένη
συσσώρευση (14%). Η χορήγηση της επροσαρτάνης μαζί με τροφή επιβραδύνει την
απορρόφηση αλλά δεν μειώνει τη βιοδιαθεσιμότητα.
Στο δοσολογικό εύρος από 100 έως 800 mg, η ελαφριά αύξηση στην έκθεση στην
επροσαρτάνη είναι μικρότερη της αναλογούσας δόσης και κατά πάσα πιθανότητα
οφείλεται στις φυσικοχημικές ιδιότητες του φαρμακευτικού σκευάσματος.
Η σύνδεση της επροσαρτάνης με τις πρωτεΐνες του πλάσματος είναι 98% και δεν
επηρεάζεται από το φύλο, την ηλικία, την τυχόν ύπαρξη ηπατικής δυσλειτουργίας
15
ή ελαφράς ως μέτριας νεφρικής δυσλειτουργίας. Σε έναν μικρό αριθμό ασθενών με
σοβαρή νεφρική δυσλειτουργία η σύνδεση (της επροσαρτάνης με τις πρωτεΐνες του
πλάσματος) μειώνεται.
Ο όγκος κατανομής της επροσαρτάνης είναι περίπου 13 λίτρα. Η ολική κάθαρση
του πλάσματος είναι περίπου 130 ml/min. Μετά την από του στόματος χορήγηση
επροσαρτάνης επισημασμένης με
14
C, περίπου το 90% της ραδιενέργειας
ανιχνεύθηκε στα κόπρανα ενώ περίπου το 7% αποβλήθηκε με τα ούρα, του οποίου
το 80% ήταν ραδιοσημασμένη επροσαρτάνη. Στους ηλικιωμένους οι τιμές AUC και
μέγιστης συγκέντρωσης (C
max
) της επροσαρτάνης είναι και οι δύο υψηλότερες (κατά
μέσο όρο διπλάσιες) αλλά δεν απαιτούν προσαρμογή της δόσης. Οι τιμές AUC
(αλλά όχι της C
max
) της επροσαρτάνης αυξάνονται κατά μέσο όρο κατά 40% σε
ασθενείς με ηπατική δυσλειτουργία αλλά αυτό δεν καθιστά αναγκαία την
προσαρμογή της δοσολογίας.
Σε σύγκριση με τα άτομα φυσιολογικής νεφρικής λειτουργίας, οι μέσες τιμές της
AUC και της C
max
ήταν περίπου 30% υψηλότερες σε ασθενείς με μέτρια νεφρική
δυσλειτουργία (κάθαρση κρεατινίνης 30-59 ml/min), και περίπου 50% υψηλότερες
σε ασθενείς με σοβαρή νεφρική δυσλειτουργία (κάθαρση κρεατινίνης 5-29 ml/min).
Δεν υπάρχει διαφορά στη φαρμακοκινητική της επροσαρτάνης μεταξύ ανδρών και
γυναικών.
In vitro, έχει δειχθεί ότι η επροσαρτάνη δεν αναστέλλει τα ισοένζυμα CYP1A, 2A6,
2C9/8, 2C19, 2D6, 2E και 3A του ανθρώπινου κυτοχρώματος P450.
Υδροχλωροθειαζίδη
Η απορρόφηση της υδροχλωροθειαζίδης μετά την από του στόματος χορήγηση
είναι σχετικά ταχεία. Όταν χορηγείται σε κατάσταση νηστείας, ο μέσος χρόνος
ημίσειας ζωής είναι 5-15 ώρες. Η υδροχλωροθειαζίδη δεν μεταβολίζεται και
απεκκρίνεται ταχέως από τους νεφρούς. Τουλάχιστον το 61% της από του
στόματος χορηγούμενης δόσης απεκκρίνεται αμετάβλητη εντός 24 ωρών. Η
υδροχλωροθειαζίδη διαπερνά τον πλακούντα αλλά όχι τον αιματοεγκεφαλικό
φραγμό και απεκκρίνεται στο μητρικό γάλα.
Teveten Plus 600 mg/12,5 mg
Η συγχορήγηση επροσαρτάνης και υδροχλωροθειαζίδης δεν έχει κλινικά
σημαντική επίδραση στη φαρμακοκινητική οποιασδήποτε από τις δύο δραστικές
ουσίες. Η βιοδιαθεσιμότητα της επροσαρτάνης και της υδροχλωροθειαζίδης δεν
επηρεάζεται από την τροφή, αλλά η απορρόφησή τους καθυστερεί. Οι μέγιστες
συγκεντρώσεις στο πλάσμα επιτυγχάνονται μετά από 4 ώρες για την επροσαρτάνη
και μετά από 3 ώρες για την υδροχλωροθειαζίδη.
5.3 Προκλινικά στοιχεία για την ασφάλεια
Η δυνητική τοξικότητα του συνδυασμού επροσαρτάνης / υδροχλωροθειαζίδης μετά
από του στόματος χορήγηση ερευνήθηκε σε μελέτες διαρκείας έως και 3 μήνες με
ποντίκια και σκύλους. Δεν προέκυψαν ευρήματα που θα μπορούσαν να
αποκλείσουν τη χρήση θεραπευτικών δόσεων στον άνθρωπο.
Όργανο-στόχος για την τοξικολογία προσδιορίστηκε ο νεφρός. Ο συνδυασμός
επροσαρτάνης / υδροχλωροθειαζίδης προκάλεσε αλλαγές της νεφρικής λειτουργίας
(αύξηση στην ουρία και την κρεατινίνη του ορού). Επιπροσθέτως, σε ποντικούς και
σκύλους, παρατηρήθηκε σε υψηλότερες δόσεις πρόκληση εκφύλισης και ανανέωσης
16
των νεφρικών σωληναρίων, πιθανώς λόγω της μεταβολής της αιμοδυναμικής του
νεφρού (εξαιτίας της υπότασης μειώνεται η νεφρική ροή και οδηγεί σε υποξεία των
νεφρικών σωληναρίων και εκφυλισμό των κυττάρων τους).
Επιπροσθέτως, ο συνδυασμός προκάλεσε υπερπλασία των παρασπειραματικών
κυττάρων, μειώσεις στις φυσιολογικές παραμέτρους των ερυθροκυττάρων και
μείωση στο βάρος της καρδιάς. Τα αποτελέσματα αυτά φαίνεται να οφείλονται
στις φαρμακολογικές επιδράσεις των υψηλών δόσεων επροσαρτάνης που επίσης
εμφανίζονται και με τους αναστολείς ΜΕΑ. Η σημασία αυτών των ευρημάτων σε
σχέση με τη χρήση σε θεραπευτικές δόσεις του συνδυασμού επροσαρτάνης /
υδροχλωροθειαζίδης στον άνθρωπο είναι άγνωστη.
Από τα ευρήματα in vitro και in vivo μελετών με επροσαρτάνη, υδροχλωροθειαζίδη
και το συνδυασμό τους, δεν προέκυψε σχετικό γονοτοξικό δυναμικό.
Δεν πραγματοποιήθηκαν μελέτες καρκινογένεσης για το συνδυασμό επροσαρτάνης
/ υδροχλωροθειαζίδης. Δεν παρατηρήθηκε καρκινογένεση σε επίμυες και
ποντικούς, στους οποίους χορηγήθηκε επί 2 έτη επροσαρτάνη μέχρι και 600 ή
2000 mg/kg την ημέρα αντίστοιχα. Η εκτεταμένη εμπειρία με την
υδροχλωροθειαζίδη στον άνθρωπο δεν έχει δείξει συσχέτιση της χρήσης της με
αύξηση των νεοπλασμάτων.
Δεδομένα από κουνέλια σε εγκυμοσύνη έδειξαν ότι η επροσαρτάνη στα 10 mg/kg
την ημέρα προκαλεί θνησιμότητα της μητέρας και του κυήματος μόνον σε
προχωρημένη εγκυμοσύνη. Η υδροχλωροθειαζίδη δεν ενισχύει την τοξικότητα της
επροσαρτάνης για τη μητέρα και το κύημα-έμβρυο. Η από του στόματος χορήγηση
του συνδυασμού επροσαρτάνης / υδροχλωροθειαζίδης σε δόσεις μέχρι και 3/1 mg/kg
ημερησίως αντίστοιχα (επροσαρτάνη / υδροχλωροθειαζίδη) δεν είχε ως
αποτέλεσμα τοξικές επιδράσεις στην ανάπτυξη ούτε της μητέρας ούτε του
κυήματος.
6. ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ
6.1 Κατάλογος με τα έκδοχα
Πυρήνας του δισκίου:
Lactose monohydrate
Microcrystalline cellulose
Pregelatinised starch (από αραβόσιτο)
Crospovidone
Magnesium stearate
Purified water
Επικάλυψη με λεπτό υμένιο:
Polyvinyl alcohol
Talc
Titanium dioxide (E171)
Macrogol 3350
Iron oxide yellow (E172)
Iron oxide black (E172).
17
6.2 Ασυμβατότητες
Δεν εφαρμόζεται.
6.3 Διάρκεια ζωής
3 έτη
6.4 Ιδιαίτερες προφυλάξεις κατά τη φύλαξη του προϊόντος
Δεν υπάρχουν ειδικές οδηγίες διατήρησης για το προϊόν αυτό.
6.5 Φύση και συστατικά του περιέκτη
Λευκές κυψέλες (blisters) από φύλλα PVC/PCTFE/Aluminium ή λευκές κυψέλες (blisters)
από φύλλα PVC/PVDC/Aluminium.
Συσκευασίες που εγκρίθηκαν κατά την αμοιβαία/αποκεντρωμένη διαδικασία:
Συσκευασίες blisters: 28 επικαλυμμένα με λεπτό υμένιο δισκία
56 επικαλυμμένα με λεπτό υμένιο δισκία
98 επικαλυμμένα με λεπτό υμένιο δισκία
280 (10 x 28) επικαλυμμένα με λεπτό υμένιο δισκία
Δείγμα: 14 επικαλυμμένα με λεπτό υμένιο δισκία
Μπορεί να μην κυκλοφορούν όλες οι συσκευασίες.
Συσκευασίες που κυκλοφορούν στην ελληνική αγορά:
28 επικαλυμμένα με λεπτό υμένιο δισκία
6.6 Ιδιαίτερες προφυλάξεις απόρριψης
Καμία ειδική υποχρέωση.
7. ΚΑΤΟΧΟΣ ΑΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ
BGP ΠΡΟΪΟΝΤΑ Μ.Ε.Π.Ε.
Αγ. Δημητρίου 63,174 56 Άλιμος
Τηλ.: 210 9891 777
8. ΑΡΙΘΜΟΣ(ΟΙ) ΑΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ
41060/24-06-2008
9. ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΠΡΩΤΗΣ ΑΔΕΙΑΣ/ΑΝΑΝΕΩΣΗ ΤΗΣ ΑΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ
08-12-2004/24-06-2008
18
10. ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗΣ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ
{ΗΗ-ΜΜ-ΕΕΕΕ}
19