− επιληψία και οργανικό εγκεφαλικό σύνδρομο: Μολονότι η κλινική εμπειρία δείχνει
ότι οι επιληπτικές κρίσεις είναι σπάνιες κατά την αγωγή με μιρταζαπίνη, όπως και με
άλλα αντικαταθλιπτικά, η θεραπεία με το MIRTAZAPINE/GENERICS θα πρέπει να
ξεκινά προσεκτικά σε ασθενείς με ιστορικό κρίσεων. Η θεραπεία πρέπει να
σταματήσει εάν κάποιος ασθενής εμφανίσει κρίσεις, ή όταν υπάρχει αύξηση στη
συχνότητα των κρίσεων.
− ηπατική δυσλειτουργία: Μετά από μία εφάπαξ από του στόματος δόση 15 mg
μιρταζαπίνης, η κάθαρση της μιρταζαπίνης είχε κατά προσέγγιση μειωθεί κατά 35 %
σε ασθενείς με ήπια έως μέτρια ηπατική ανεπάρκεια, σε σύγκριση με άτομα με
φυσιολογική ηπατική λειτουργία. Η μέση συγκέντρωση της μιρταζαπίνης στο
πλάσμα του αίματος είχε αυξηθεί κατά περίπου 55 %.
− νεφρική δυσλειτουργία: Μετά από μια εφάπαξ από του στόματος δόση 15 mg
μιρταζαπίνης, σε ασθενείς με μέτρια (κάθαρση κρεατινίνης < 40 ml/min) και σοβαρή
(κάθαρση κρεατινίνης ≤ 10 ml/min) νεφρική δυσλειτουργία, η κάθαρση της
μιρταζαπίνης μειώθηκε περίπου κατά 30 % και 50 % αντίστοιχα, σε σύγκριση με
φυσιολογικά άτομα. Η μέση συγκέντρωση της μιρταζαπίνης στο πλάσμα του αίματος
είχε αυξηθεί περίπου κατά 55 % και 115 % αντιστοίχως. Καμία σημαντική διαφορά
δε βρέθηκε σε ασθενείς με ήπια νεφρική δυσλειτουργία (κάθαρση κρεατινίνης < 80
ml/min) σε σύγκριση με την ομάδα ελέγχου.
− καρδιακές παθήσεις όπως διαταραχές της αγωγιμότητας, στηθάγχη και πρόσφατο
έμφραγμα του μυοκαρδίου, κατά τις οποίες θα πρέπει να λαμβάνονται οι συνήθεις
προφυλάξεις και να επιδεικνύεται προσοχή στη συγχορήγηση φαρμακευτικής
αγωγής.
− χαμηλή αρτηριακή πίεση.
− σακχαρώδη διαβήτη: Σε ασθενείς με διαβήτη, τα αντικαταθλιπτικά μπορεί να
μεταβάλλουν το γλυκαιμικό έλεγχο. Η δοσολογία της ινσουλίνης και/ή των από του
στόματος υπογλυκαιμικών παραγόντων μπορεί να χρειαστεί να προσαρμοστεί και
συστήνεται στενή παρακολούθηση.
Όπως συμβαίνει και με άλλα αντικαταθλιπτικά φάρμακα, τα ακόλουθα πρέπει να
λαμβάνονται υπ' όψη:
− Μπορεί να παρουσιασθεί επιδείνωση των ψυχωσικών συμπτωμάτων όταν τα
αντικαταθλιπτικά χορηγούνται σε ασθενείς με σχιζοφρένεια ή άλλες ψυχωσικές
διαταραχές. Οι παρανοϊκές σκέψεις μπορεί να ενταθούν.
− Όταν χορηγείται θεραπεία για την καταθλιπτική φάση της διπολικής διαταραχής, η
κατάσταση μπορεί να μεταπέσει στη φάση μανίας. Οι ασθενείς με ιστορικό μανίας/
υπομανίας πρέπει να παρακολουθούνται στενά. Η μιρταζαπίνη πρέπει να διακόπτεται
όταν κάποιος ασθενής εισέρχεται στη φάση μανίας.
− Αν και το MIRTAZAPINE/GENERICS δεν προκαλεί εξάρτηση, η εμπειρία μετά την
κυκλοφορία του φαρμάκου δείχνει ότι η απότομη διακοπή της θεραπείας μετά από
μακροχρόνια χορήγηση μπορεί μερικές φορές να έχει ως αποτέλεσμα συμπτώματα
απόσυρσης. Στην πλειονότητα τους τα συμπτώματα απόσυρσης είναι ήπια και
περιορίζονται από μόνα τους. Ανάμεσα στα διάφορα αναφερόμενα συμπτώματα
απόσυρσης, η ζάλη, η διέγερση, το άγχος, ο πονοκέφαλος και η ναυτία αναφέρονται
πιο συχνά. Παρότι έχουν αναφερθεί ως συμπτώματα απόσυρσης, θα πρέπει να γίνει
αντιληπτό ότι αυτά τα συμπτώματα μπορεί να σχετίζονται με την υποκείμενη νόσο.
Όπως συστήνεται στην παράγραφο 4.2, είναι προτιμότερο να διακόπτεται η αγωγή με
τη μιρταζαπίνη σταδιακά.
− Προσοχή πρέπει να δίδεται σε ασθενείς με διαταραχές της ούρησης, όπως
υπερτροφία του προστάτη και σε ασθενείς με οξύ γλαύκωμα κλειστής γωνίας και
αυξημένη ενδοφθάλμια πίεση (αν και υπάρχει μικρή πιθανότητα προβλημάτων με το
MIRTAZAPINE/GENERICS εξ’ αιτίας της πολύ ασθενούς αντιχολινεργικής δράσης
του).
− Ακαθησία/ψυχοκινητική ανησυχία: Η χρήση αντικαταθλιπτικών έχει συσχετιστεί με
την ανάπτυξη ακαθησίας, η οποία χαρακτηρίζεται από μια υποκειμενικά δυσάρεστη ή