ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ
1. ΟΝΟΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ
Rispefar 1 mg επικαλυμμένα με λεπτό υμένιο δισκία
Rispefar 2 mg επικαλυμμένα με λεπτό υμένιο δισκία
Rispefar 3 mg επικαλυμμένα με λεπτό υμένιο δισκία
Rispefar 4 mg επικαλυμμένα με λεπτό υμένιο δισκία
Rispefar 6 mg επικαλυμμένα με λεπτό υμένιο δισκία
Rispefar 8 mg επικαλυμμένα με λεπτό υμένιο δισκία
2. ΠΟΙΟΤΙΚΗ ΚΑΙ ΠΟΣΟΤΙΚΗ ΣΥΝΘΕΣΗ
Ένα επικαλυμμένο με λεπτό υμένιο δισκίο Rispefar 1 mg περιέχει 1 mg
ρισπεριδόνη
Ένα επικαλυμμένο με λεπτό υμένιο δισκίο Rispefar 2 mg περιέχει 2 mg
ρισπεριδόνη
Ένα επικαλυμμένο με λεπτό υμένιο δισκίο Rispefar 3 mg περιέχει 3 mg
ρισπεριδόνη
Ένα επικαλυμμένο με λεπτό υμένιο δισκίο Rispefar 4 mg περιέχει 4 mg
ρισπεριδόνη
Ένα επικαλυμμένο με λεπτό υμένιο δισκίο Rispefar 6 mg περιέχει 6 mg
ρισπεριδόνη
Ένα επικαλυμμένο με λεπτό υμένιο δισκίο Rispefar 8 mg περιέχει 8 mg
ρισπεριδόνη
Έκδοχα με γνωστό αποτέλεσμα¨
Περιέχει λακτόζη
Ένα δισκίο Rispefar 1 mg περιέχει 117.8 mg μονουδρικής λακτόζης
Ένα δισκίο Rispefar 2 mg περιέχει 116.8 mg μονουδρικής λακτόζης
Ένα δισκίο Rispefar 3 mg περιέχει 115,8 mg μονουδρικής λακτόζης
Ένα δισκίο Rispefar 4 mg περιέχει 114,8 mg μονουδρικής λακτόζης
Ένα δισκίο Rispefar 6 mg περιέχει 112,8 mg μονουδρικής λακτόζης
Ένα δισκίο Rispefar 8 mg περιέχει 110,8 mg μονουδρικής λακτόζης
Το Rispefar 2 mg επικαλυμμένο με λεπτό υμένιο δισκίο περιέχει Sunset
Yellow (E110)
Για τον πλήρη κατάλογο των εκδόχων βλέπε παράγραφο 6.1.
3. ΦΑΡΜΑΚΟΤΕΧΝΙΚΗ ΜΟΡΦΗ
Δισκία επικαλυμμένα με λεπτό υμένιο.
1mg:
Λευκό, μακρόστενο δισκίο επικαλυμμένο με λεπτό υμένιο 11 x 5,5
mm με διαχωριστική γραμμή και στις δύο όψεις. Το δισκίο μπορεί να
διαιρεθεί σε δύο ίσα μέρη.
2mg: Πορτοκαλί, μακρόστενο δισκίο επικαλυμμένο με λεπτό υμένιο 11 x
5,5 mm με διαχωριστική γραμμή και στις δύο όψεις. Το δισκίο μπορεί να
διαιρεθεί σε δύο ίσα μέρη.
1
3mg: Κίτρινο, μακρόστενο δισκίο επικαλυμμένο με λεπτό υμένιο 11 x 5,5
mm με διαχωριστική γραμμή και στις δύο όψεις. Το δισκίο μπορεί να
διαιρεθεί σε δύο ίσα μέρη.
4 mg: Πράσινο, μακρόστενο δισκίο επικαλυμμένο με λεπτό υμένιο 11 x
5,5 mm με διαχωριστική γραμμή και στις δύο όψεις. Το δισκίο μπορεί να
διαιρεθεί σε δύο ίσα μέρη.
6 mg: Κίτρινο, στρογγυλό, αμφίκυρτο δισκίο επικαλυμμένο με λεπτό
υμένιο με διάμετρο 8,0 mm σταυρωτά διχοτομούμενα δισκία στη μια
πλευρά. Το δισκίο μπορεί να διαιρεθεί σε τέσσερα ίσα μέρη.
8 mg: Πράσινο, στρογγυλό, αμφίκυρτο δισκίο επικαλυμμένο με λεπτό
υμένιο με διάμετρο 8,0 mm σταυρωτά διχοτομούμενα δισκία στη μια
πλευρά. Το δισκίο μπορεί να διαιρεθεί σε τέσσερα ίσα μέρη.
4. ΚΛΙΝΙΚΕΣ
ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
4.1 Θεραπευτικές
ενδείξεις
Το Rispefar ενδείκνυται για τη θεραπεία της σχιζοφρένειας:
Το Rispefar ενδείκνυται για την θεραπεία των μανιακών επεισοδίων
μέτριας ή μεγάλης σοβαρότητας στην διπολική διαταραχή
Το Rispefar ενδείκνυται για την βραχυχρόνια θεραπεία (έως 6 εβδομάδες)
της επίμονης επιθετικότητας σε ασθενείς με μέτρια έως σοβαρή άνοια
τύπου Alzheimer, οι οποίοι δεν ανταποκρίνονται σε μη-φαρμακολογικές
προσεγγίσεις και όταν υπάρχει κίνδυνος βλάβης για τον ίδιο τον ασθενή
ή για άλλους.
Το Rispefar ενδείκνυται για τη βραχυχρόνια συμπτωματική θεραπεία (έως
6 εβδομάδες)
της επίμονης επιθετικότητας σε διαταραχές της διαγωγής σε παιδιά
ηλικίας από 5 ετών και εφήβους με διανοητική λειτουργία κάτω του
μέσου όρου ή με νοητική υστέρηση που έχουν διαγνωσθεί σύμφωνα με τα
κριτήρια DSM-IV, στους οποίους η σοβαρότητα των επιθετικών ή άλλων
διασπαστικών συμπεριφορών απαιτούν φαρμακολογική θεραπεία. Η
φαρμακολογική θεραπεία πρέπει να είναι αναπόσπαστο μέρος ενός
γενικότερου θεραπευτικού προγράμματος, που περιλαμβάνει
ψυχοκοινωνική και εκπαιδευτική παρέμβαση. Συνιστάται να
συνταγογραφείται η ρισπεριδόνη από ιατρό εξειδικευμένο στην παιδική
νευρολογία και στην ψυχιατρική παιδιών και εφήβων ή από ιατρούς που
είναι πολύ εξοικειωμένοι με τη θεραπεία των διαταραχών διαγωγής σε
παιδιά και εφήβους.
4.2. Δοσολογία και τρόποι χορήγησης
Δοσολογία
Σχιζοφρένεια:
Ενήλικες
Το Rispefar μπορεί να χορηγείται 1φορά ή2 φορές την ημέρα.
Οι ασθενείς πρέπει να ξεκινήσουν με 2mg/ημέρα ρισπεριδόνης. Η
δοσολογία μπορεί να αυξηθεί την δεύτερη ημέρα σε 4 mg. Κατόπιν εάν
2
χρειαστεί η δοσολογία μπορεί να διατηρηθεί αμετάβλητη ή να
εξατομικευτεί περαιτέρω. Οι περισσότεροι ασθενείς, θα ωφεληθούν από
ημερήσιες δόσεις μεταξύ 4 και 6 mg. Σε μερικούς ασθενείς, μπορεί να
είναι κατάλληλη μια βραδύτερη φάση τιτλοδότησης, και μια χαμηλότερη
δόση έναρξης συντήρησης.
Δόσεις άνω των 10 mg/ημέρα δεν έχουν καταδείξει ανώτερη
αποτελεσματικότητα από χαμηλότερες δόσεις και μπορεί να
προκαλέσουν αύξηση της εμφάνισης εξωπυραμιδικών συμπτωμάτων. Η
ασφάλεια δόσεων άνω των 16 mg/ημέρα δεν έχει αξιολογηθεί και
επομένως δεν συνιστώνται.
Ηλικιωμένοι
Συνιστάται δόση έναρξης των 0,5 mg δύο φορές την ημέρα. Αυτή η δύση
μπορεί να προσαρμοσθεί για τον κάθε ασθενή ξεχωριστά με αυξήσεις
των 0,5 mg δύο φορές την ημέρα στα 1-2 mg, δύο φορές την ημέρα.
Παιδιατρικός πληθυσμός
Η χρήση της ρισπεριδόνης σε παιδιά ηλικίας κάτω των 18 ετών με
σχιζοφρένεια δεν συνιστάται λόγω έλλειψης δεδομένων για την
αποτελεσματικότητα.
Επεισόδια μανίας σε διπολική διαταραχή
Ενήλικες
Το Rispefar πρέπει να χορηγείται με πρόγραμμα μια φορά την ημέρα,
ξεκινώντας με 2 mg ρισπεριδόνης. Προσαρμογές στην δοσολογία, εφόσον
ενδείκνυνται, πρέπει να γίνονται σε διαστήματα όχι μικρότερα των 24
ωρών και με αυξήσεις στη δοσολογία κατά 1 mg ανά ημέρα. Η
ρισπεριδόνη μπορεί να χορηγηθεί σε ευέλικτες δόσεις στο εύρος του 1
έως 6 mg ανά ημέρα για την βελτιστοποίηση των επιπέδων
αποτελεσματικότητας και ανεκτικότητας του κάθε ασθενούς. Ημερήσιες
δόσεις άνω των 6 mg ρισπεριδόνης δεν έχουν διερευνηθεί σε ασθενείς με
επεισόδια μανίας.
Όπως με όλες τις συμπτωματικές θεραπείες, η συνεχής χρήση του Rispefar
πρέπει να εκτιμάται και να τεκμηριώνεται σε τακτική βάση.
Ηλικιωμένοι
Συνιστάται δόση έναρξης των 0,5mg δύο φορές την ημέρα. Η δοσολογία
αυτή μπορεί να εξατομικευτεί με προσαρμογές των 0,5mg δύο φορές την
ημέρα έως τα 1 με 2 mg δύο φορές την ημέρα. Δεδομένου ότι η κλινική
εμπειρία στους ηλικιωμένους είναι περιορισμένη, η χορήγηση πρέπει να
γίνεται με προσοχή.
Παιδιατρικός πληθυσμός
Η χρήση της ρισπεριδόνης σε παιδιά ηλικίας κάτω των 18 ετών με
διπολική μανία δεν συνιστάται λόγω έλλειψης δεδομένων για την
αποτελεσματικότητα.
3
Επίμονη επιθετικότητα σε ασθενείς με μέτρια έως σοβαρή άνοια τύπου
Alzheimer.
Συνιστάται μία δόση έναρξης των 0,25 mg δύο φορές την ημέρα. Αυτή η
δοσολογία, αν χρειασθεί, μπορεί να προσαρμοσθεί, για τον κάθε ασθενή
ξεχωριστά, με αυξήσεις των 0,25 mg δύο φορές την ημέρα, όχι συχνότερα
από κάθε δεύτερη ημέρα (ημέρα παρά ημέρα). Η βέλτιστη δόση για τους
περισσότερους ασθενείς είναι 0,5 mg δύο φορές την ημέρα. Μερικοί
ασθενείς, παρόλα αυτά, μπορεί να ωφεληθούν από δόσεις έως και 1 mg
δύο φορές την ημέρα.
Το Rispefar δεν πρέπει να χρησιμοποιείται για περισσότερο από 6
εβδομάδες σε ασθενείς με επίμονη επιθετικότητα στην άνοια τύπου
Alzheimer. Κατά τη διάρκεια της θεραπείας, οι ασθενείς πρέπει να
εκτιμώνται συχνά και τακτικά και να επαναξιολογείται η ανάγκη
συνέχισης της θεραπείας.
Διαταραχές διαγωγής
Παιδιά και έφηβοι ηλικίας από 5 έως 18 ετών
Για άτομα > 50 kg, συνιστάται μία δόση έναρξης των 0,5 mg μία φορά
την ημέρα. Αυτή η δοσολογία, αν χρειασθεί, μπορεί να προσαρμοσθεί, για
τον κάθε ασθενή ξεχωριστά, με αυξήσεις των 0,5 mg μία φορά την ημέρα,
όχι συχνότερα από κάθε δεύτερη ημέρα (ημέρα παρά ημέρα). Η βέλτιστη
δόση για τους περισσότερους ασθενείς είναι 1 mg, μία φορά την ημέρα.
Μερικοί ασθενείς, παρόλα αυτά, μπορεί να ωφεληθούν από 0,5 mg μία
φορά την ημέρα ενώ άλλοι μπορεί να χρειαστούν 1,5 mg μία φορά την
ημέρα. Για άτομα <50 kg, συνιστάται μία δόση έναρξης των 0,25 mg μία
φορά την ημέρα. Αυτή η δόση, αν χρειασθεί, μπορεί να προσαρμοσθεί, για
τον κάθε ασθενή ξεχωριστά, με αυξήσεις των 0,25 mg μία φορά την
ημέρα, όχι συχνότερα από κάθε δεύτερη ημέρα (ημέρα παρά ημέρα). Η
βέλτιστη δόση για τους περισσότερους ασθενείς είναι 0,5 mg μία φορά
την ημέρα. Μερικοί ασθενείς, παρόλα αυτά, μπορεί να ωφεληθούν από
0,25 mg μία φορά την ημέρα, ενώ άλλοι μπορεί να χρειαστούν 0,75 mg μία
φορά την ημέρα.
Όπως με όλες τις συμπτωματικές θεραπείες, η συνεχής χρήση του Rispefar
πρέπει να εκτιμάται και να δικαιολογείται σε τακτική βάση.
Το Rispefar δε συνιστάται για παιδιά ηλικίας κάτω των 5 ετών, καθώς δεν
υπάρχει εμπειρία σε παιδιά ηλικίας κάτω των 5 ετών με αυτή τη
διαταραχή.
Νεφρική και ηπατική δυσλειτουργία
Οι ασθενείς με νεφρική δυσλειτουργία έχουν μικρότερη ικανότητα
απομάκρυνσης του ενεργού αντιψυχωσικού κλάσματος από τους
ενήλικες με φυσιολογική νεφρική λειτουργία. Οι ασθενείς με διαταραχή
της ηπατικής λειτουργίας έχουν αυξήσεις της συγκέντρωσης του
ελεύθερου κλάσματος της ρισπεριδόνης στο πλάσμα.
Ανεξάρτητα από την ένδειξη, η δόση έναρξης και οι ακόλουθες δόσεις
πρέπει να μειωθούν κατά το ήμισυ, και η τιτλοδότηση της δόσης πρέπει
να είναι πιο αργή για ασθενείς με νεφρική ή ηπατική δυσλειτουργία.
4
Το Rispefar πρέπει να χρησιμοποιείται με προσοχή σε αυτές τις ομάδες
ασθενών.
Τρόπος χορήγησης
Το Rispefar προορίζεται για από του στόματος χρήση. Η τροφή δεν
επηρεάζει την απορρόφηση του Rispefar.
Κατά τη διακοπή, συνιστάται βαθμιαία απόσυρση. Έχουν περιγραφεί
πολύ σπάνια οξέα συμπτώματα στέρησης περιλαμβανομένης ναυτίας,
εμετού, εφίδρωσης και αϋπνίας, ύστερα από την απότομη διακοπή
υψηλών δόσεων αντιψυχωσικών φαρμάκων (βλ. παράγραφο 4.8). Μπορεί
επίσης να παρουσιασθούν υποτροπιάζοντα ψυχωσικά συμπτώματα και
έχει αναφερθεί η εμφάνιση διαταραχών ακούσιων κινήσεων (όπως
ακαθησία, δυστονία και δυσκινησία).
Μεταφορά από άλλα αντιψυχωσικά
Όταν είναι ιατρικώς κατάλληλο, συνιστάται βαθμιαία διακοπή της
προηγούμενης θεραπείας
κατά την έναρξη της θεραπείας με Rispefar. Επίσης, εάν ενδείκνυται
ιατρικά, όταν ασθενείς από την αποθήκη αντιψυχωσικών, ξεκινούν
θεραπεία Rispefar στη θέση της επόμενης προγραμματισμένης ένεσης. Η
ανάγκη για συνέχιση υφιστάμενων αντί- Παρκισνονικών φαρμάκων
πρέπει να επαναξιολογείται περιοδικά.
4.3 Αντενδείξεις
Υπερευαισθησία στη ρισπεριδόνη ή σε κάποιο από τα έκδοχα τα οποία
αναφέρονται στην παράγραφο 6.1.
4.4 Ειδικές προειδοποιήσεις και ιδιαίτερες προφυλάξεις κατά
τη χρήση
Ηλικιωμένοι ασθενείς με άνοια
Αυξημένη θνησιμότητα σε ηλικιωμένους με
άνοια.
Οι ηλικιωμένοι ασθενείς με άνοια, οι οποίοι ελάμβαναν θεραπεία με
άτυπα αντιψυχωσικά είχαν αυξημένη θνησιμότητα σε σύγκριση με
εικονικό φάρμακο (placebo) σε μια μετα-ανάλυση 17 ελεγχόμενων δοκιμών
άτυπων αντιψυχωσικών, στα οποία περιλαμβανόταν και η ρισπεριδόνη.
Σε ελεγχόμενες με εικονικό φάρμακο δοκιμές με ρισπεριδόνη στον ίδιο
πληθυσμό, το ποσοστό θνησιμότητας ήταν 4,0% για τους ασθενείς που
ακολούθησαν θεραπεία: με ρισπεριδόνη σε σύγκριση με το 3,1% για τους
ασθενείς που ακολούθησαν θεραπεία με εικονικό φάρμακο. Ο λόγος των
πιθανοτήτων (odds ratio - 95% ακριβές διάστημα εμπιστοσύνης) ήταν 1,21
(0,7-2,1). Η μέση ηλικία (εύρος) των ασθενών που απεβίωσαν ήταν 86 έτη
(εύρος 67-100).
Τα στοιχεία από δύο μεγάλες μελέτες παρατήρησης έδειξαν ότι
ηλικιωμένα άτομα με άνοια τα οποία αντιμετωπίζονται με συμβατικά
αντιψυχωσικά, βρίσκονται σε ένα επίσης μικρό, αυξημένο κίνδυνο
θανάτου σε σύγκριση με εκείνους τους ασθενείς που δεν
αντιμετωπίζονται με αντιψυχωσικά φάρμακα. Δεν υπάρχουν επαρκή
στοιχεία για μια επαρκή εκτίμηση του ακριβούς μεγέθους του κινδύνου
5
και η αιτία του αυξημένου κινδύνου δεν είναι γνωστή. Η έκταση στην
οποία τα ευρήματα της αυξημένης θνησιμότητας σε μελέτες παρατήρησης
μπορεί να αποδοθεί στο αντιψυχωσικό φάρμακο, σε αντίθεση με κάποιο
χαρακτηριστικό/ά των ασθενών δεν είναι σαφής.
Ταυτόχρονη χρήση με φουροσεμίδη
Σε ελεγχόμενες με εικονικό φάρμακο δοκιμές της ρισπεριδόνης σε
ηλικιωμένους ασθενείς με άνοια, παρατηρήθηκε υψηλότερη θνησιμότητα
σε ασθενείς που ακολούθησαν θεραπεία με φουροσεμίδη μαζί με
ρισπεριδόνη (7,3%, μέση ηλικία 89 έτη, εύρος 75-97 έτη) σε σύγκριση με
τους ασθενείς που ακολούθησαν θεραπεία μόνο με ρισπεριδόνη (3,1%,
μέση ηλικία 84 έτη, εύρος 70-96 έτη) ή μόνο με φουροσεμίδη (4,1%, μέση
ηλικία 80 έτη, εύρος 67-90 έτη). Η αύξηση της θνησιμότητας σε ασθενείς
που ακολούθησαν θεραπεία με φουροσεμίδη μαζί με ρισπεριδόνη
παρατηρήθηκε σε δύο από τις τέσσερις κλινικές δοκιμές. Η ταυτόχρονη
χρήση ρισπεριδόνης με άλλα διουρητικά (κυρίως διουρητικά θειαζίδης
χρησιμοποιούμενα σε χαμηλή δόση) δεν συσχετίστηκε με παρόμοια
ευρήματα.
Δεν έχει αναγνωρισθεί κανένας παθοφυσιολογικός μηχανισμός που να
εξηγεί αυτό το εύρημα και κανένα σύνηθες αίτιο θανάτου δεν
παρατηρήθηκε. Ωστόσο πρέπει να δίνεται ιδιαίτερη προσοχή και να
εκτιμώνται οι κίνδυνοι και τα οφέλη αυτού του συνδυασμού ή της
ταυτόχρονης χορήγησης με άλλα ισχυρά διουρητικά πριν ληφθεί
απόφαση χρήσης. Δεν εμφανίστηκε αυξημένη θνησιμότητα μεταξύ των
ασθενών που ελάμβαναν άλλα διουρητικά ως συγχορηγούμενα φάρμακα
μαζί με τη ρισπεριδόνη. Ανεξάρτητα της θεραπείας, η αφυδάτωση υπήρξε
ένας συνολικός παράγων κινδύνου θνησιμότητας και, κατά συνέπεια,
πρέπει να αποφεύγεται σε ηλικιωμένους ασθενείς με άνοια.
Εγκεφαλοαγγειακά ανεπιθύμητα συμβάντα ( CV ΑΕ)
Έχει παρατηρηθεί ένας σχεδόν τριπλά αυξημένος κίνδυνος από
εγκεφαλικά αγγεία ανεπιθύμητων ενεργειών σε τυχαιοποιημένες
ελεγχόμενες με εικονικό φάρμακο κλινικές δοκιμές σε πληθυσμό με
άνοια με ορισμένα άτυπα αντιψυχωσικά. Τα συγκεντρωτικά δεδομένα
(pooled data) από έξι ελεγχόμενες με εικονικό φάρμακο μελέτες σε
ηλικιωμένους κυρίως ασθενείς (ηλικίας > 65 ετών) με άνοια, έδειξαν ότι
τα ανεπιθύμητα συμβάματα από διαταραχές των αγγείων του εγκεφάλου
(σοβαρές και όχι σοβαρές, μαζί) παρουσιάσθηκαν στο 3,3% (33/1009)
των ασθενών που ακολούθησαν θεραπεία με ρισπεριδόνη και στο 1,2%
(8/712) των ασθενών που ακολούθησαν θεραπεία με εικονικό φάρμακο. Ο
λόγος των πιθανοτήτων (με ακριβές διάστημα εμπιστοσύνης 95%) ήταν
2,96 (1,34, 7,50). Ο μηχανισμός για τον αυξημένο αυτό κίνδυνο δεν είναι
γνωστός. Ο αυξημένος κίνδυνος δεν μπορεί να αποκλειστεί για άλλα
αντιψυχωσικά ή άλλους πληθυσμούς ασθενών.
Το Rispefar πρέπει να χρησιμοποιείται με προσοχή σε ασθενείς με
παράγοντες κινδύνου για αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο.
Ο κίνδυνος για ανεπιθύμητα συμβάματα από διαταραχές αγγείων του
εγκεφάλου ήταν σημαντικά υψηλότερος σε ασθενείς με μικτού ή
αγγειακού τύπου άνοια σε σύγκριση με την άνοια τύπου Alzheimer.
Συνεπώς, οι ασθενείς με άλλους τύπους άνοιας εκτός από Alzheimer δεν
πρέπει να λαμβάνουν θεραπεία με ρισπεριδόνη.
6
Συνιστάται στους ιατρούς να αξιολογούν τους κινδύνους και τα οφέλη
από τη χρήση του Rispefar σε ηλικιωμένους ασθενείς με άνοια,
λαμβάνοντας υπόψη τον κίνδυνο προδιάθεσης για εγκεφαλικό επεισόδιο
σε κάθε ασθενή ξεχωριστά. Πρέπει να εφιστάται η προσοχή στους
ασθενείς και στους φροντιστές τους να αναφέρουν αμέσως σημεία και
συμπτώματα πιθανών ανεπιθύμητων ενεργειών από διαταραχές των
αγγείων του εγκεφάλου, όπως αιφνίδια αδυναμία ή αιμωδία στο
πρόσωπο, στα χέρια ή στα πόδια και προβλήματα στο λόγο και στην
όραση. Πρέπει να εξετασθούν χωρίς καθυστέρηση όλες οι εναλλακτικές
θεραπείες, συμπεριλαμβανομένης και της διακοπής της ρισπεριδόνης.
Το Rispefar πρέπει να χρησιμοποιείται μόνο βραχυχρόνια για επίμονη
επιθετικότητα σε ασθενείς με μέτρια έως σοβαρή άνοια τύπου Alzheimer
προκειμένου να συμπληρώσει μη φαρμακολογικές προσεγγίσεις οι οποίες
είχαν περιορισμένη ή καθόλου αποτελεσματικότητα και όταν υπάρχει
δυνητικός κίνδυνος βλάβης για τον ίδιο τον ασθενή ή για άλλους.
Οι ασθενείς πρέπει να επαναξιολογούνται τακτικά και να επανεκτιμάται
η ανάγκη συνέχισης της θεραπείας.
Ορθοστατική υπόταση
Λόγω της δραστηριότητας της άλφα αναστολής της ρισπεριδόνης, μπορεί
να προκύψει ορθοστατική υπόταση, ειδικά κατά την αρχική περίοδο
τιτλοδότησης της δόσης. Κλινικώς σημαντική υπόταση έχει παρατηρηθεί
μετά την κυκλοφορία του προϊόντος με τη σύγχρονη χρήση ρισπεριδόνης
και αντιυπερτασικής θεραπείας. Το Rispefar πρέπει να χρησιμοποιείται με
προσοχή σε ασθενείς με γνωστές καρδιοαγγειακές διαταραχές, (π.χ.
καρδιακή ανεπάρκεια, έμφραγμα του μυοκαρδίου, διαταραχές της
αγωγιμότητας, αφυδάτωση, ελαττωμένο όγκο αίματος ή αγγειακή
εγκεφαλική νόσο) και η δοσολογία πρέπει να τιτλοποιείται βαθμιαία
όπως συνιστάται (βλ- παράγραφο 4.2). Πρέπει να εξετάζεται το
ενδεχόμενο μείωσης της δόσης εάν εμφανισθεί υπόταση.
Λευκοπενία, ουδετεροπενία και ακοκκιοκυτταραιμία
Εκδηλώσεις λευκοπενίας, ουδετεροποιείς και ακοκκιοκυτταραιμίας
έχουν αναφερθεί με αντιψυχωσικούς παράγοντες, συμπεριλαμβανομένης
της ρισπεριδόνης. Ακοκκιοκυτταραιμία, έχει αναφερθεί πολύ σπάνια
(<1 / 10.000 ασθενείς) κατά τη διάρκεια της παρακολούθησης μετά την
κυκλοφορία του σκευάσματος.
Ασθενείς με ιστορικό κλινικό σημαντικά χαμηλού αριθμού λευκών
αιμοσφαιρίων (WBC) ή με φαρμακευτική πρόκληση λευκοπενίας /
ουδετεροπενίας πρέπει να παρακολουθούνται κατά τη διάρκεια των
πρώτων μηνών της θεραπείας και την διακοπή της ρισπεριδόνης και
πρέπει να εξεταστούν κατά την πρώτη ένδειξη μιας κλινικά σημαντικής
μείωσης WBC στην απουσία άλλων αιτιολογικών παραγόντων.
Ασθενείς με κλινικά σημαντική ουδετεροπενία πρέπει να
παρακολουθούνται προσεκτικά για πυρετό ή άλλα συμπτώματα ή σημεία
λοίμωξης και να αντιμετωπιστούν έγκαιρα εάν τέτοια σύμπτωμα
εμφανιστούν. Οι ασθενείς με σοβαρή ουδετεροπενία (απόλυτος αριθμός
7
ουδετερόφιλων <1 x 10
9
/ l) θα πρέπει να διακόψουν τη ρισπεριδόνη και
να παρακολουθείται οι τιμές WBC τους μέχρι την ανάρρωση.
Συμπτώματα όψιμης δυσκινησίας/εξωπυραμυδικά συμπτώματα ( TD /ΕΡ S )
Φάρμακα με ιδιότητες ανταγωνιστικές των υποδοχέων ντοπαμίνης έχουν
συσχετιστεί με την πρόκληση όψιμης δυσκινησίας, η οποία
χαρακτηρίζεται από ρυθμικές ακούσιες κινήσεις, κυρίως της γλώσσας
ή/και του προσώπου. Η έναρξη εξωπυραμιδικών συμπτωμάτων είναι
παράγων κινδύνου για την όψιμη δυσκινησία. Εάν εμφανιστούν σημάδια
και συμπτώματα όψιμης δυσκινησίας, πρέπει να εξεταστεί το ενδεχόμενο
διακοπής χορήγησης όλων των αντιψυχωσικών.
Κακόηθες νευροληπτικό σύνδρομο (ΝΜ S )
Το κακόηθες νευροληπτικό σύνδρομο, το οποίο χαρακτηρίζεται από
υπερθερμία, δυσκαμψία των μυών, αστάθεια του αυτόνομου νευρικού
συστήματος, μεταβαλλόμενο επίπεδο συνείδησης και αυξημένα επίπεδα
ορού κρεατινοφωσφοκινάσης του ορού, έχει αναφερθεί ότι παρατηρείται
με τα νευροληπτικά. Επιπρόσθετα σημεία μπορεί περιλαμβάνουν
μυοσφαιρινουρία (ραβδομυόλυση) και οξεία νεφρική ανεπάρκεια Σε
αυτήν την περίπτωση, όλα τα αντιψυχωσικά συμπεριλαμβανομένου του
Rispefar, πρέπει να διακοπεί.
Νόσοι: του Πάρκινσον και άνοια με σωμάτια Lewy
Οι ιατροί πρέπει να σταθμίζουν τους κινδύνους έναντι των ωφελειών
όταν συνταγογραφούν αντιψυχωσικά, περιλαμβανομένου και του Rispefar,
σε ασθενείς με νόσο του Πάρκινσον ή άνοια με σωμάτια Lewy (DLB). Η
νόσος του Πάρκινσον μπορεί να επιδεινωθεί με τη ρισπεριδόνη. Και οι
δύο ομάδες μπορεί να διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης
Κακοήθους Νευροληπτικού Συνδρόμου, καθώς και να εμφανίζουν
αυξημένη ευαισθησία στα αντιψυχωσικά φάρμακα. Οι ασθενείς αυτοί
εξαιρέθηκαν από τις κλινικές δοκιμές. Οι εκδηλώσεις αυτής της
αυξημένης ευαισθησίας μπορεί να περιλαμβάνουν, επιπλέον των
εξωπυραμιδικών συμπτωμάτων, σύγχυση, θόλωση της συνείδησης,
αστάθεια θέσης του σώματος με συχνές πτώσεις.
Υπεργλυκαιμία και σακχαρώδης διαβήτης
Έχει αναφερθεί υπεργλυκαιμία, σακχαρώδης διαβήτης ή επιδείνωση
προϋπάρχοντος διαβήτη κατά τη διάρκεια θεραπείας με ρισπεριδόνη. Σε
μερικές περιπτώσεις, μία προηγούμενη αύξηση του σωματικού βάρους
έχει αναφερθεί ή οποία μπορεί να αποτελεί παράγοντα προδιάθεσης.
Έχει αναφερθεί συσχέτιση με κετο-οξέωση και σπάνια με διαβητικό
κώμα. Ενδείκνυται η κατάλληλη κλινική παρακολούθηση σύμφωνα με τις
ενδεδειγμένες αντιψυχωτικές κατευθυντήριες οδηγίες. Οι ασθενείς που
λαμβάνουν οποιονδήποτε άτυπο αντιψυχωσικό παράγοντα,
συμπεριλαμβανομένου του Rispefar, θα πρέπει να παρακολουθούνται για
συμπτώματα υπεργλυκαιμίας (αναφορές όπως πολυδιψία, πολυουρία,
πολυφαγία και αδυναμία) και οι ασθενείς με σακχαρώδη διαβήτη πρέπει
να παρακολουθούνται τακτικά για επιδείνωση του ελέγχου των επιπέδων
γλυκόζης.
Αύξηση βάρους
8
Σημαντική αύξηση βάρους έχει αναφερθεί με τη χρήση του Rispefar. Το
σωματικό βάρος θα πρέπει να παρακολουθείται τακτικά.
Υπερπρολακτιναιμία
Μελέτες που έγιναν σε καλλιέργειες ιστών υποδεικνύουν ότι η ανάπτυξη
των κυττάρων σε όγκους του μαστού σε ανθρώπους μπορεί να
διεγείρεται από την προλακτίνη. Παρόλο που δεν έχει μέχρι στιγμής
καταδειχθεί σαφής συσχετισμός με τη χορήγηση αντιψυχωσικών σε
κλινικές και επιδημιολογικές μελέτες, συνιστάται προσοχή σε ασθενείς
με σχετικό ιατρικό ιστορικό. Το Rispefar πρέπει να χορηγείται με προσοχή
σε ασθενείς με προϋπάρχουσα υπερπρολακτιναιμία και σε ασθενείς με
πιθανούς όγκους σχετιζόμενους με την προλακτίνη.
Παράταση του Q Τ
Η παράταση του QΤ έχει αναφερθεί πολύ σπάνια μετά την κυκλοφορία
του προϊόντος. Όπως και με άλλα αντιψυχωσικά, πρέπει να δίδεται
προσοχή όταν η ρισπεριδόνη συνταγογραφείται σε ασθενείς με γνωστή
καρδιαγγειακή νόσο, με οικογενειακό ιστορικό παράτασης του (QΤ,
βραδυκαρδία ή με διαταραχή των ηλεκτρολυτών (υποκαλιαιμία,
υπομαγνησιαιμία), καθώς μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο αρρυθμιογόνων
επιδράσεων, και κατά τη συνδυασμένη χρήση με φάρμακα που είναι
γνωστό ότι παρατείνουν το διάστημα QΤ.
Επιληπτικοί σπασμοί
Το Rispefar πρέπει να χορηγείται με προσοχή σε ασθενείς με ιστορικό
επιληπτικών σπασμών ή άλλων καταστάσεων που δυνητικά ελαττώνουν
τον ουδό των σπασμών.
Πριαπισμός
Μπορεί να εμφανισθεί πριαπισμός με τη θεραπεία με Rispefar εξαιτίας της
ανασταλτικής δράσης του στους α-αδρενεργικούς υποδοχείς.
Ρύθμιση της θερμοκρασίας του σώματος
Η παρεμβολή στην ικανότητα του σώματος να ελαττώνει την κεντρική
του θερμοκρασία έχει αποδοθεί σε αντιψυχωσικά φάρμακα. Συνιστάται η
κατάλληλη φροντίδα όταν συνταγογραφείται το Rispefar σε ασθενείς που
θα εμπλακούν σε καταστάσεις, οι οποίες μπορεί να συμβάλλουν σε
αύξηση της κεντρικής θερμοκρασίας του σώματος, π.χ. πολύ έντονη
σωματική άσκηση, έκθεση σε πολύ υψηλές θερμοκρασίες, συγχορήγηση
θεραπειών με αντιχολινεργική δράση, ή αφυδάτωση.
Αντιεμετική δράση
Αντιεμετική δράση παρατηρήθηκε σε προκλινικές μελέτες με
ρισπεριδόνη. Αυτό το φαινόμενο, αν εμφανίζεται στον άνθρωπο, μπορεί
να καλύψει τα σημεία και συμπτώματα της υπερδοσολογίας με ορισμένα
φάρμακα ή ορισμένων καταστάσεων όπως η εντερική απόφραξη, το
σύνδρομο Reye και ο όγκος του εγκεφάλου.
Νεφρική και ηπατική δυσλειτουργία
9
Ασθενείς με νεφρική δυσλειτουργία έχουν μικρότερη ικανότητα να
απομακρύνουν το ενεργό αντιψυχωσικό κλάσμα από τους ενήλικες με
φυσιολογική νεφρική λειτουργία. Ασθενείς με διαταραχή της ηπατικής
λειτουργίας έχουν αυξήσεις στη συγκέντρωση του ελεύθερου κλάσματος
της ρισπεριδόνης στο πλάσμα (βλέπε παράγραφο 4.2).
Φλεβική Θρομβοεμβολή ( VTE )
Έχουν αναφερθεί περιστατικά φλεβικής θρομβοεμβολής (VΤΕ) με
αντιψυχωσικά φάρμακα. Δεδομένου ότι οι ασθενείς που λαμβάνουν
αντιψυχωσικά, παρουσιάζουν συχνά παράγοντες κινδύνου για εμφάνιση
VΤΕ, όλοι οι πιθανοί παράγοντες κινδύνου εμφάνισης VΤΕ θα πρέπει να
ταυτοποιούνται πριν από την θεραπεία με Rispefar και να λαμβάνονται
προληπτικά μέτρα.
Διεγχειρητικό Σύνδρομο Ίριδος
Έχει παρατηρηθεί Διεγχειρητικό Σύνδρομο Ίριδος (IFIS) κατά τη διάρκεια
της χειρουργικής επέμβασης καταρράκτη σε ασθενείς που έλαβαν
θεραπεία με φάρμακα τα οποία έχουν άλφα 1α-αδρενεργική
ανταγωνιστική δράση, περιλαμβανομένης της ρισπεριδόνης (βλέπε
ενότητα 4.8).
Το IFIS μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο των επιπλοκών των ματιών κατά
τη διάρκεια και μετά την επέμβαση. Τρέχουσα ή προηγούμενη χρήση
φαρμάκων με alpha1a-αδρενεργικού αποτελέσματος ανταγωνιστή πρέπει
να γνωστοποιείται στον οφθαλμικό χειρουργό πριν από την επέμβαση. Το
δυνητικό όφελος από τη διακοπή της θεραπείας με αλφα1 αποκλειστές
πριν από την επέμβαση καταρράκτη δεν έχει τεκμηριωθεί και πρέπει να
σταθμίζεται έναντι του κινδύνου να σταματήσει η θεραπεία με
αντιψυχωσικά.
Παιδιατρικός πληθυσμός Πριν συνταγογραφηθεί ρισπεριδόνη σε ένα
παιδί ή έναν έφηβο με διαταραχή διαγωγής, πρέπει να γίνει πλήρης
αξιολόγηση για τα σωματικά και τα κοινωνικά αίτια της επιθετικής
συμπεριφοράς, όπως ο πόνος ή οι ακατάλληλες απαιτήσεις από το
περιβάλλον.
Οι κατασταλτικές επιδράσεις της ρισπεριδόνης πρέπει να
παρακολουθούνται προσεκτικά στον πληθυσμό αυτό, λόγω των πιθανών
επιπτώσεων στην ικανότητα για μάθηση. Η αλλαγή στην ώρα χορήγησης
της ρισπεριδόνης θα μπορούσε να βελτιώσει την επίδραση της
καταστολής στις δραστηριότητες των παιδιών και των εφήβων που
απαιτούν προσοχή.
Η ρισπεριδόνη έχει συσχετισθεί με μέσες αυξήσεις του σωματικού
βάρους και του δείκτη μάζας σώματος (ΔΜΣ). Η μέτρηση του βάρους πριν
από τη θεραπεία καθώς και η τακτική παρακολούθηση του βάρους,
συνιστάται. Οι μεταβολές στο ύψος σε μακροχρόνιες ανοικτές μελέτες
επέκτασης ήταν εντός των αναμενόμενων ανάλογα με την ηλικία
προτύπων. Οι επιδράσεις της μακροχρόνιας θεραπείας με ρισπεριδόνη
στη σεξουαλική ωρίμανση και το ύψος δεν έχουν μελετηθεί επαρκώς.
10
Λόγω των δυνητικών επιδράσεων της παρατεταμένης
υπερπρολακτιναιμίας στην ανάπτυξη και στη σεξουαλική ωρίμανση σε
παιδιά και εφήβους, πρέπει να λαμβάνεται υπόψη η τακτική κλινική
αξιολόγηση της ενδοκρινολογικής κατάστασης, περιλαμβανομένων
μετρήσεων του ύψους, του βάρους, της σεξουαλικής ωρίμανσης, της
παρακολούθησης της έμμηνης λειτουργίας και άλλων επιδράσεων που
πιθανά να σχετίζονται με την προλακτίνη.
Κατά τη διάρκεια θεραπείας με ρισπεριδόνη πρέπει να διενεργείται
επίσης τακτικός έλεγχος για εξωπυραμιδικά συμπτώματα και άλλες
διαταραχές της κίνησης.
Για τις ειδικές δοσολογικές συστάσεις σε παιδιά και εφήβους, βλέπε
Παράγραφο 4.2.
Έκδοχα
Τα επικαλυμμένα με λεπτό υμένιο δισκία περιέχουν λακτόζη. Ασθενείς με
σπάνια κληρονομικά προβλήματα δυσανεξίας στη γαλακτόζη,
ανεπάρκειας λακτάσης Laρρ ή δυσαπορρόφησης γλυκόζης-γαλακτόζης
δεν πρέπει να λαμβάνουν αυτό το φάρμακο.
4.5 Αλληλεπιδράσεις με άλλα φαρμακευτικά προϊόντα και
άλλες μορφές αλληλεπίδρασης
Όπως συμβαίνει και με άλλα αντιψυχωσικά, συνιστάται προσοχή όταν
συνταγογραφείται η ρισπεριδόνη με φαρμακευτικά προϊόντα που είναι
γνωστό ότι παρατείνουν το διάστημα QT όπως αντιαρρυθμικά (π.χ.
κινιδίνη, δισοπυραμίδη, προκαϊναμίδη, προπαφενόνη,αμιοδαρόνη,
σοταλόλη), τρικυκλικά αντικαταθλιπτικά (π.χ. αμιτρυπτιλίνη),
τετρακυκλικά αντικαταθλιπτικά (π.χ. μαπροτιλίνη), ορισμένα
αντιϊσταμινικά, άλλα αντιψυχωσικά, ορισμένα ανθελονοσιακά (π.χ.
κινίνη και μεφλοκίνη) και με φάρμακα που προκαλούν διαταραχές στους
ηλεκτρολύτες (υποκαλιαιμία, υπομαγνησιαιμία), βραδυκαρδία, ή με
εκείνα που αναστέλλουν τον ηπατικό μεταβολισμό της ρισπεριδόνης. Ο
κατάλογος αυτός είναι ενδεικτικός και όχι πλήρης.
Πιθανότητα να επηρεάσει το Rispefar άλλα φαρμακευτικά προϊόντα
Η ρισπεριδόνη, πρέπει να χρησιμοποιείται με προσοχή σε συνδυασμό με
άλλα φάρμακα που έχουν επίσης δράση στο κεντρικό νευρικό σύστημα,
ιδιαίτερα συμπεριλαμβανομένου του αλκοόλ, των οπιοειδών, των
αντιϊσταμινικών και των βενζοδιαζεπινών, λόγω αυξημένου κινδύνου
καταστολής.
Το Rispefar μπορεί να δρα ανταγωνιστικά στη δράση της λεβοντόπας και
άλλων αγωνιστών της ντοπαμίνης. Εάν αυτός ο συνδυασμός κρίνεται
απαραίτητος, ιδίως σε τελικά στάδια της
νόσου του Ρarkinson, πρέπει να συνταγογραφείται η χαμηλότερη
αποτελεσματική δόση του
κάθε φαρμάκου.
Μετά την κυκλοφορία του προϊόντος έχει παρατηρηθεί κλινικώς
σημαντική υπόταση με σύγχρονη χρήση ρισπεριδόνης και
αντιυπερτασικής θεραπείας.
11
Το Rispefar δεν παρουσιάζει κλινικώς σχετική επίδραση στη
φαρμακοκινητική του λιθίου, του βαλπροϊκού, της διγοξίνης ή της
τοπιραμάτης.
Πιθανότητα άλλων φαρμακευτικών προϊόντων να επηρεάσουν το
Rispefar
Η καρβαμαζεπίνη έχει δείξει ότι ελαττώνει τις συγκεντρώσεις του
ενεργού αντιψυχωσικού κλάσματος της ρισπεριδόνης στο πλάσμα.
Παρόμοιες επιδράσεις έχουν παρατηρηθεί με π.χ. ριφαμπικίνη,
φαινύτοΐνη και φαινοβαρβιτάλη οι οποίες επίσης επάγουν το ηπατικό
ένζυμο CΥΡ 3Α4 καθώς και την Ρ-γλυκοπρωτεΐνη. Όταν γίνεται έναρξη
λήψης ή διακοπή της λήψης καρβαμαζεπίνης ή των άλλων επαγωγέων
του ηπατικού ενζύμου CΥΡ 3Α4/Ρ-γλυκοπρωτεΐνης (Ρ-gp), ο ιατρός πρέπει
να επαναξιολογεί τη δοσολογία του Rispefar.
Η φλουοξετίνη και η παροξετίνη, αναστολείς του CΥΡ 2D6, αυξάνουν τη
συγκέντρωση της ρισπεριδόνης στο πλάσμα, αλλά σε μικρότερο βαθμό
του ενεργού αντιψυχωσικού κλάσματος. Αναμένεται ότι άλλοι
αναστολείς του CΥΡ 2D6, όπως η κινιδίνη, μπορεί να επηρεάσουν τις
συγκεντρώσεις ρισπεριδόνης στο πλάσμα, με παρόμοιο τρόπο Σε
περιπτώσεις έναρξης ή διακοπής ταυτόχρονης χορήγησης φλουξετίνης ή
παροξετίνης, ο ιατρός πρέπει να επαναξιολογεί τη δοσολογία του Rispefar.
Η βεραπαμίλη, ένας αναστολέας του CΥΡ 3Α4 και του Ρ-gρ, αυξάνει τη
συγκέντρωση της ρισπεριδόνης στο πλάσμα.
Η γκαλανταμίνη και η δονεπεζίλη δεν παρουσιάζουν κλινικά σχετική
επίδραση στη φαρμακοκινητική της ρισπεριδόνης και του ενεργού
αντιψυχωσικού κλάσματος.
Οι φαινοθειαζίνες, τα τρικυκλικά αντικαταθλιπτικά και μερικοί β-
αναστολείς μπορεί να αυξήσουν τις συγκεντρώσεις της ρισπεριδόνης στο
πλάσμα, αλλά όχι και του ενεργού αντιψυχωσικού κλάσματος
Η αμιτριπτυλίνη δεν έχει επίδραση στις φαρμακοκινητικές ιδιότητες της
ρισπεριδόνης ή του ενεργού αντιψυχωσικού μεταβολίτη. Η σιμετιδίνη και
η ρανιτιδίνη αυξάνουν τη βιοδιαθεσιμότητα της ρισπεριδόνης, αλλά μόνο
οριακά και τη βιοδιαθεσιμότητα του ενεργού αντιψυχωσικού μεταβολίτη.
Η ερυθρομυκίνη, αναστολέας της CΥΡ 3Α4, δεν προκαλεί μεταβολή στις
φαρμακοκινητικές ιδιότητες της ρισπεριδόνης ή του ενεργού
αντιψυχωσικού μεταβολίτη.
Η συνδυασμένη χρήση ψυχοδιεγερτικών (π.χ. μεθυλφαινιδάτης) με
Rispefar σε παιδιά και εφήβους δεν μετέβαλλε τη φαρμακοκινητική και την
αποτελεσματικότητα του Rispefar.
Ανατρέξτε στην ενότητα 4.4 σχετικά με την αυξημένη θνησιμότητα σε
ηλικιωμένους ασθενείς με άνοια, στους οποίους χορηγείται παράλληλα
φουροσεμίδη.
Δεν συνιστάται η σύγχρονη χρήση από του στόματος Rispefar με
παλιπεριδόνη, καθώς η παλιπεριδόνη είναι ο ενεργός μεταβολίτης της
12
ρισπεριδόνης και ο συνδυασμός των δύο μπορεί να οδηγήσει σε
αθροιστική έκθεση στο ενεργό αντιψυχωσικά κλάσμα.
Παιδιατρικός πληθυσμός
Μελέτες αλληλεπίδρασης έχουν πραγματοποιηθεί μόνο σε ενήλικες
4.6 Γονιμότητα, κύηση και γαλουχία
Κύηση
Δεν υπάρχουν επαρκή στοιχεία από τη χρήση της ρισπεριδόνης σε έγκυες
γυναίκες.
Η ρισπεριδόνη δεν ήταν τερατογόνος σε μελέτες με ζώα, όμως άλλοι
τύποι τοξικότητας στην αναπαραγωγική ικανότητα παρατηρήθηκαν
(βλέπε παράγραφο 5.3).
Ο δυνητικός κίνδυνος για τους ανθρώπους είναι άγνωστος. Τα νεογνά
που εκτίθενται σε αντιψυχωτικά (περιλαμβανομένης της ρισπεριδόνης)
κατά τη διάρκεια του τρίτου τριμήνου της εγκυμοσύνης διατρέχουν
κίνδυνο εμφάνισης ανεπιθύμητων ενεργειών, συμπεριλαμβανομένων
εξωπυραμιδικών και / ή συμπτωμάτων απόσυρσης που μπορούν να
ποικίλουν σε σοβαρότητα και διάρκεια μετά τον τοκετό. Υπήρξαν
αναφορές για διέγερση, υπερτονία, υποτονία, τρόμο, υπνηλία,
αναπνευστική δυσχέρεια ή διαταραχή σίτισης. Κατά συνέπεια, τα νεογνά
θα πρέπει να παρακολουθούνται προσεκτικά. Ως εκ τούτου, το Rispefar
δεν πρέπει να χρησιμοποιείται κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης εκτός
εάν είναι σαφώς απαραίτητο. Αν η διακοπή κατά τη διάρκεια της
εγκυμοσύνης είναι απαραίτητη, δεν πρέπει να γίνει απότομα.
Γαλουχία
Σε μελέτες σε πειραματόζωα, παρατηρήθηκε ότι η ρισπεριδόνη και η 9-
υδροξυ-ρισπεριδόνη απεκκρίνονται στο γάλα. Έχει επίσης αποδειχθεί ότι
η ρισπεριδόνη και η 9-υδροξυ-ρισπεριδόνη απεκκρίνονται στο ανθρώπινο
γάλα. σε μικρές ποσότητες. Δεν υπάρχουν διαθέσιμα δεδομένα για
ανεπιθύμητες ενέργειες σε βρέφη που θηλάζουν. Επομένως, το όφελος
του θηλασμού πρέπει να εκτιμάται έναντι των δυνητικών κινδύνων για
το παιδί.
Γονιμότητα
Όπως και με άλλα φάρμακα που ανταγωνίζονται τους υποδοχείς D2 της
ντοπαμίνης, η ρισπεριδόνη ανυψώνει το επίπεδο της προλακτίνης. Η
υπερπρολακτιναιμία μπορεί να καταστείλει την υποθαλαμική GnRH, με
αποτέλεσμα τη μειωμένη έκκριση της γοναδοτροπίνης από την υπόφυση.
Αυτό, με τη σειρά του, μπορεί να αναστείλει την αναπαραγωγική
λειτουργία αλλοιώνοντας την γοναδική στεροειδογένεση και σε γυναίκες
και σε άνδρες ασθενείς.
Δεν υπήρξαν σημαντικές επιδράσεις που παρατηρούνται σε μη-κλινικές
μελέτες.
13
4.7 Επιδράσεις στην ικανότητα οδήγησης και χειρισμού
μηχανών
Το Rispefar μπορεί να έχει μικρή ή μέτρια επίδραση στην ικανότητα
οδήγησης και χειρισμού μηχανημάτων, εξαιτίας των πιθανών
επιδράσεων στο νευρικό σύστημα και στην όραση (βλ. παράγραφο 4.8).
Κατά συνέπεια, οι ασθενείς πρέπει να λαμβάνουν τη συμβουλή να μην
οδηγούν και να μη χειρίζονται μηχανές έως ότου γίνει γνωστό κατά πόσο
επηρεάζονται προσωπικά.
4.8 Ανεπιθύμητες ενέργειες
Οι πιο συχνά αναφερόμενες ανεπιθύμητες ενέργειες φαρμάκου (ΑΕ) (σε
συχνότητα ≥10%) είναι: Παρκινσονισμός, καταστολή / υπνηλία,
κεφαλαλγία και αϋπνία.
Οι ΑΕ που εμφανίζουν δοσο-εξαρτώμενη σχέση περιλαμβάνουν
παρκινσονισμό και ακαθησία.
Ακολουθούν όλες οι ΑΕΦ που αναφέρθηκαν κατά τις κλινικές δοκιμές και
στην εμπειρία μετά την κυκλοφορία του προϊόντος με κατηγορία
συχνότητας η οποία υπολογίστηκε σε κλινικές δοκιμές με ρισπεριδόνη..
Χρησιμοποιούνται οι ακόλουθοι όροι και συχνότητες: πολύ συχνές (≥
1/10), συχνές (≥ 1/100 έως <1/10), όχι συχνές (≥ 1/1000 έως < 1/100),
σπάνιες (≥1/10.000 έως< 1/1000) καιπολύ σπάνιες (< 1/10.000).
Εντός κάθε κατηγορίας συχνότητας εμφάνισης, οι ανεπιθύμητες
ενέργειες παρατίθενται κατά φθίνουσα σειρά σοβαρότητας
Ταξινόμησ
η
Οργανικού
Συστήματο
ς
Ανεπιθύμητη Ενέργεια
Συχνότητα
Πολύ
συχνή Συχνή Ασυνήθιστη Σπάνια
Πολύ
σπάνια
Λοιμώξεις
και
παρασιτώ
σεις
πνευμονία,
βρογχίτιδα,
λοίμωξη του
ανώτερου
αναπνευστικού
συστήματος,
παραρρινοκολπίτιδ
α, λοίμωξη του
ουροποιητικού
συστήματος,
λοίμωξη του
αυτιού, γρίπη
λοίμωξη της
αναπνευστικής οδού,
κυστίτιδα, λοίμωξη
του οφθαλμού,
αμυγδαλίτιδα,
ονυχομυκητίαση,
κυτταρίτιδα
εντοπισμένη
λοίμωξη, ιογενής
λοίμωξη,
Δερματίτιδα από
ακάρεα
μόλυνση
Διαταραχέ
ς του
αιμοποιητι
ουδετεροπενία,
αριθμός λευκών
αιμοσφαιρίων
ακοκκιοκυττ
μ αραι ία
c
14
κού και
του
λεμφικού
συστήματο
ς
μειώθηκαν,
θρομβοπενία,
αναιμία, μειωμένος
αιματοκρίτης,
αυξημένος αριθμός
ηωσινόφιλων
Διαταραχέ
ς του
ανοσοποιη
τικού
μσυστή ατο
ς
υπερευαισθησία
Αναφυλακτικ
ή αντίδραση
c
Διαταραχέ
ς του
ενδοκρινικ
ού
μσυστή ατο
ς
υπερπρολακτιναιμί
α
a
άμετρη
έκκριση της
αντιδιουρητι
κής ορμόνης,
παρουσία
γλυκόζης στα
ούρα
Διαταραχέ
ς του
μεταβολισ
μού και
της
θρέψης
αυξημένο
σωματικό βάρος,
αυξημένη όρεξη,
μειωμένη όρεξη
Σακχαρώδης
διαβήτης
b
,
υπεργλυκαιμία,
πολυδιψία, μείωση
βάρους, ανορεξία,
αυξημένη
χοληστερόλη
αίματος
δηλητηρίαση
του νερού
c
,
υπογλυκαιμί
α,
υπερινσουλιν
αιμια
c
,
τριγλυκερίδι
α αίματος
αυξημένα
διαβητική
κετοξέωση
Ψυχιατρικ
ές
διαταραχέ
ς
αϋπνία
d
διαταραχή του
ύπνου, διέγερση,
κατάθλιψη, άγχος
μανία, συγχυτική
κατάσταση,
μειωμένη γενετήσια
ορμή (libido),
νευρικότητα,
εφιάλτης
μ α βλύ
μ , συναίσθη α
μανοργασ ία
Διαταραχέ
ς του
Νευρικού
Συστήματο
ς
καταστο
λή /
υπνηλία,
παρκινσο
νισμός
d
,
πονοκέφ
αλος
ακαθησία
d
,
δυστονία
d
, ζάλη,
δυσκινησία
d
,
τρόμος
όψιμη δυσκινησία,
εγκεφαλική
ισχαιμία, που δεν
ανταποκρίνεται στα
ερεθίσματα, απώλεια
συνείδησης,
καταστολή του
επιπέδου
συνείδησης,
σπασμοί
d
, συγκοπή,
ψυχοκινητική
υπερκινητικότητα,
διαταραχή
ισορροπίας, μη
φυσιολογικός
συντονισμός, ζάλη
θέσης, διαταραχή
κακόηθες
νευροληπτικό
σύνδρομο,
αγγειακή
εγκεφαλική
διαταραχή,
διαβητικό
κώμα,
ταλάντωση
κεφάλης
15
στην προσοχή,
δυσαρθρία,
δυσγευσία,
υπαισθησία,
παραισθησία
Διαταραχέ
ς των
μοφθαλ ών
μ , θα πή όραση
επιπεφυκίτιδα
φωτοφοβία,
ξηροφθαλμία,
δακρύρροια
αυξημένη, υπεραιμία
του οφθαλμού
γλαύκωμα,
διαταραχή
της κίνησης
του
οφθαλμού, το
τροχαίο
μάτια,
εφελκίδα
βλεφάρου
περιθώριο,
Διεγχειρητικ
ό Σύνδρομο
Ίριδος
c
Διαταραχέ
ς του ωτός
και του
λαβυρίνθο
υ
ίλιγγος, εμβοές,
πόνος στο αυτί
Καρδιακές
διαταραχέ
ς
ταχυκαρδία κολπική μαρμαρυγή,
κολποκοιλιακός
αποκλεισμός,
διαταραχή
αγωγιμότητας,
ηλεκτροκαρδιογράφη
μα παρατεταμένο
διάστημα QT,
βραδυκαρδία, μη
φυσιολογικό
ηλεκτροκαρδιογράφη
μα, αίσθημα παλμών
μφλεβοκο βική
μαρρυθ ία
Α γγειακές
διαταραχέ
ς
υπέρταση , υπόταση
ορθοστατική
, υπόταση έξαψη
μ πνευ ονική
μ , ε βολή
φλεβική
μθρό βωση
Διαταραχέ
ς του
αναπνευστ
ικού
συστήματο
ς, του
θώρακα
δύσπνοια,
φαρυγγολαρυγγικό
άλγος, βήχας,
επίσταξη, ρινική
συμφόρηση
πνευμονία από
εισρόφηση,
πνευμονική
συμφόρηση,
συμφόρηση
αναπνευστικής οδού,
ρόγχους, δύσπνοια,
σύνδρομο
άπνοιας κατά
τον ύπνο,
υπεραερισμός
16
και του
μεσοθωρα
κίου
δυσφωνία,
διαταραχή του
αναπνευστικού
συστήματος
Διαταραχέ
ς του
γαστρεντε
ρικού
μσυστή ατο
ς
κοιλιακό άλγος,
κοιλιακή
δυσφορία, έμετος,
ναυτία,
δυσκοιλιότητα,
διάρροια,
δυσπεψία,
ξηροστομία,
πονόδοντος
ακράτεια κοπράνων,
μάζα κοπράνων,
γαστρεντερίτιδα,
δυσφαγία,
μετεωρισμός
παγκρεατίτιδ
α, εντερική
απόφραξη,
πρησμένη
γλώσσα,
χειλίτιδα
ε ιλεός
Διαταραχέ
ς του
δέρματος
και
υποδόριου
ιστού
μ , μεξάνθη α ερύθη α
κνίδωση, κνησμός,
αλωπεκία,
υπερκεράτωση, το
έκζεμα, το ξηρό
δέρμα,
αποχρωματισμός του
δέρματος, ακμή,
σμηγματορροϊκή
δερματίτιδα,
διαταραχή του
δέρματος, δερματική
βλάβη
μφαρ ακευτικό
μ ,εξάνθη α
πιτυρίδα
αγγειοοίδη
μα
Διαταραχέ
ς του
μυοσκελετ
ικού
συστήματο
ς και του
συνδετικο
ύ ιστού
μυϊκοί σπασμοί,
μυοσκελετικός
πόνος, οσφυαλγία,
αρθραλγία
αυξημένη
κρεατινοφωσφοκινά
ση αίματος,
ανώμαλη στάση,
δυσκαμψία των
αρθρώσεων, οίδημα
των αρθρώσεων
μυϊκή αδυναμία,
πόνος στον αυχένα
μραβδο υόλυσ
η
Διαταραχέ
ς των
νεφρών
και των
ουροφόρω
ν οδών
ακράτεια ούρων , συχνουρία
, κατακράτηση ούρων
δυσουρία
Εγκυμοσύν
η, λοχεία,
και
νεογνολογ
ικες
καταστάσε
ις
σύνδρομο
απόσυρσης
φαρμάκου
των νεογνών
c
Διαταραχέ
ς
αναπαραγ
ωγικού
συστήματο
στυτική
δυσλειτουργία,
διαταραχή
εκσπερμάτισης,
αμηνόρροια,
διαταραχές εμμήνου
πριαπισμός
c
,
καθυστερήσει
ς στην
εμμηνόρροια,
υπεραιμία
του μαστού,
17
ς και του
μαστού
ρύσης
d
,
γυναικομαστία,
γαλακτόρροια,
σεξουαλική
δυσλειτουργία,
πόνος στο στήθος,
δυσφορία του
μαστού, κολπικό
έκκριμα
η διεύρυνση
του μαστού,
έκκριση από
τον μαστό
Γενικές
διαταραχέ
ς και
καταστάσε
ις της
οδού
χορήγησης
οίδημα
d
, πυρεξία,
θωρακικό άλγος,
εξασθένιση,
κόπωση, πόνος
οίδημα προσώπου,
ρίγη, αυξημένη
θερμοκρασία του
σώματος, βάδισμα
μη φυσιολογικό,
δίψα, δυσφορία στο
στήθος, δυσφορία,
μη φυσιολογικό
αίσθημα, δυσφορία
υποθερμία, τη
θερμοκρασία
του σώματος
μειώνεται,
περιφερική
ψυχρότητα,
σύνδρομο
στέρησης,
σκλήρυνση
c
Ηπατικές
διαταραχέ
ς
Αυξημένες
τρανσαμινάσες, γ-
γλουταμυλτρανσφερ
άση αυξημένη,
αύξηση ηπατικών
ενζύμων
ίκτερος
, Κακώσεις
δηλητηριά
σεις και
επιπλοκές
πτώση Πόνος κατά την
επέμβαση
a
Η υπερπρολακτιναιμία μπορεί σε μερικές περιπτώσεις να οδηγήσει σε
γυναικομαστία,
διαταραχές της έμμηνου ρύσεως, αμηνόρροια, γαλακτόρροια.
b
Σε ελεγχόμενες με εικονικό φάρμακο μελέτες σακχαρώδη διαβήτη, έχει
αναφερθεί ποσοστό 0,18% ασθενών υπό θεραπεία με ρισπεριδόνη, σε
σύγκριση με ποσοστό 0,11% στην ομάδα του εικονικού φαρμάκου. Η
συνολική επίπτωση από όλες τις κλινικές δοκιμές ήταν 0,43% σε όλους
τους ασθενείς σε θεραπεία με ρισπεριδόνη.
c
Δεν παρατηρήθηκε σε κλινικές μελέτες με ρισπεριδόνη, αλλά
παρατηρήθηκε μετά την κυκλοφορία του σκευάσματος.
d
Μπορεί να συμβεί εξωπυραμιδική διαταραχή. Παρκινσονισμός
(υπερέκκριση σιέλου, μυοσκελετική δυσκαμψία, παρκινσονισμός,
τρέχουν τα σάλια, οδοντωτός ακαμψία, βραδυκινησία, υποκινησία,
καθηλωμένο προσωπείο, μυϊκό σφίξιμο, ακινησία, αυχενική ακαμψία,
μυϊκή ακαμψία, παρκινσονικό βάδισμα και μεσόφρυο αντανακλαστικό μη
φυσιολογικό, παρκινσονικό τρόμο ηρεμίας), ακαθησία (ακαθησία,
ανησυχία, υπερκινητικότητα, και το σύνδρομο ανήσυχων ποδιών),
τρόμος, δυσκινησία (δυσκινησία, μυϊκές συσπάσεις, χορειοαθέτωση,
αθέτωση, και μυόκλονο), δυστονία. Η δυστονία περιλαμβάνει δυστονία,
18
υπερτονία, ραιβόκρανο, ακούσιες μυϊκές συσπάσεις, μυϊκή σύσπαση,
βλεφαρόσπασμο, βολβοστροφή, παράλυση γλώσσας, σπασμό προσώπου,
λαρυγγόσπασμος, μυοτονία, οπισθότονος, σπασμό στοματοφάρυγγα,
πλαγιότονο, σπασμό της γλώσσας και τρισμό. Θα πρέπει να σημειωθεί
ότι ένα ευρύτερο φάσμα συμπτωμάτων, τα οποία δεν έχουν απαραίτητα
εξωπυραμιδική προέλευση. Η αϋπνία περιλαμβάνει: αρχική αϋπνία,
μέση αϋπνία. Οί σπασμοί περιλαμβάνουν: επιληπτικούς σπασμούς
σοβαρής μορφής (Grand mal). Οί διαταραχές εμμήνου ρύσης
περιλαμβάνουν: ακανόνιστο έμμηνο ρύση, ολιγομηνόρροια. Το οίδημα
περιλαμβάνει: γενικευμένο οίδημα, περιφερικό οίδημα, οίδημα με
εντύπωμα.
Ανεπιθύμητες ενέργειες που αναφέρονται με σκευάσματα παλιπεριδόνης
Η Παλιπεριδόνη είναι ο ενεργός μεταβολίτης της ρισπεριδόνης, συνεπώς,
οι ανεπιθύμητες ενέργειες αυτών των ενώσεων (συμπεριλαμβανομένων
τόσο του στόματος και ενέσιμα σκευάσματα) είναι σχετικές μεταξύ τους.
Εκτός από τις παραπάνω ανεπιθύμητες ενέργειες, οι ακόλουθες
ανεπιθύμητες αντιδράσεις έχουν σημειωθεί με τη χρήση των προϊόντων
παλιπεριδόνης και μπορεί να αναμένεται να εμφανιστούν με το Rispefar.
Καρδιακές διαταραχές: σύνδρομο ορθοστατικής ταχυκαρδίας
Ανεπιθύμητες ενέργειες αυτής της κατηγορίας
Όπως και με άλλα αντιψυχωσικά, έτσι και με τη ρισπεριδόνη έχουν
αναφερθεί, μετά την κυκλοφορία του προϊόντος, πολύ σπάνιες
περιπτώσεις παράτασης του διαστήματος QΤ. Άλλες καρδιακές
ανεπιθύμητες ενέργειες που σχετίζονται με αυτή την κατηγορία, τα
οποία παρατείνουν το διάστημα QΤ και έχουν αναφερθεί με
αντιψυχωσικά, περιλαμβάνουν κοιλιακή αρρυθμία, κοιλιακή μαρμαρυγή,
κοιλιακή ταχυκαρδία, αιφνίδιο θάνατο, καρδιακή ανακοπή και κοιλιακή
ταχυκαρδία δίκην ριπιδίου (Torsades de Pointes).
Φλεβική θρομβοεμβολή
Περιστατικά φλεβικής θρομβοεμβολής, συμπεριλαμβανομένων των
περιπτώσεων πνευμονικής εμβολής και των περιπτώσεων εν τω βάθει
φλεβικής θρόμβωσης, έχουν αναφερθεί με αντιψυχωσικά φάρμακα
(συχνότητα άγνωστη).
Αύξηση σωματικού βάρους
Τα ποσοστά των ενήλικων ασθενών με σχιζοφρένεια που ακολούθησαν
θεραπεία με ρισπεριδόνη και εικονικό φάρμακο και οι οποίοι πληρούσαν
το κριτήριο αύξησης βάρους κατά > 7% του σωματικού βάρους
συγκρίθηκαν στο σύνολο των ελεγχόμενων με εικονικό φάρμακο
κλινικών δοκιμών διάρκειας 6 και 8 εβδομάδων, αποκαλύπτοντας μία
στατιστικώς σημαντικά μεγαλύτερη συχνότητα εμφάνισης αύξησης
σωματικού βάρους για τη ρισπεριδόνη (18%) σε σύγκριση με το εικονικό
φάρμακο (9%). Σε ένα σύνολο ελεγχόμενων με εικονικό φάρμακο
μελετών διάρκειας 3 εβδομάδων σε ενήλικες ασθενείς με οξεία μανία, η
συχνότητα εμφάνισης αύξησης σωματικού βάρους > 7% στο καταληκτικό
19
σημείο της μελέτης ήταν συγκρίσιμη στην ομάδα της ρισπεριδόνης
(2,5%) και του εικονικού φαρμάκου (2,4%), και ήταν ελαφρώς υψηλότερη
στην ενεργή ομάδα ελέγχου (3,5%).
Σε ένα πληθυσμό με παιδιά και εφήβους με διαταραχές διαγωγής και
άλλες διαταραχές διασπαστικής συμπεριφοράς, σε μακροχρόνιες
μελέτες, το σωματικό βάρος αυξήθηκε κατά μέσο όρο 7,3 kg ύστερα από
12 μήνες θεραπείας. Η αναμενόμενη αύξηση του σωματικού βάρους για
φυσιολογικά παιδιά ηλικίας 5-12 ετών είναι 3 έως 5 kg ανά έτος. Από την
ηλικία των 12-16 ετών, αυτό το μέγεθος αύξησης βάρους των 3 έως 5 kg
ανά έτος διατηρείται για τα κορίτσια, ενώ τα αγόρια αυξάνουν το
σωματικό βάρος κατά περίπου 5 kg ανά έτος.
Επιπλέον πληροφορίες για ειδικούς πληθυσμούς
Παρακάτω περιγράφονται οι ανεπιθύμητες ενέργειες φαρμάκου που
αναφέρθηκαν σε ηλικιωμένους ασθενείς με άνοια ή σε παιδιατρικούς
ασθενείς με συχνότητα εμφάνισης υψηλότερη από αυτή σε ενήλικους
πληθυσμούς.
Ηλικιωμένοι ασθενείς με άνοια
Παροδικό ισχαιμικό επεισόδιο και αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο ήταν
οι ΑΕΦ που αναφέρθηκαν σε κλινικές δοκιμές με συχνότητα 1,4% και
1,5% αντίστοιχα, σε ηλικιωμένους ασθενείς με άνοια. Επιπροσθέτως, οι
ακόλουθες ΑΕΦ αναφέρθηκαν με συχνότητα >5% σε ηλικιωμένους
ασθενείς με άνοια και με τουλάχιστον διπλάσια συχνότητα από αυτή που
παρατηρείται σε άλλους ενήλικους πληθυσμούς: ουρολοίμωξη,
περιφερικό οίδημα, λήθαργος και βήχας.
Παιδιατρικός πληθυσμός
Σε γενικές γραμμές, το είδος των ανεπιθύμητων αντιδράσεων στα παιδιά
αναμένεται να είναι παρόμοιες με εκείνες που παρατηρήθηκαν σε
ενήλικες.
Οι ακόλουθες ΑΕΦ αναφέρθηκαν με συχνότητα >5% σε παιδιατρικούς
ασθενείς (ηλικίας 5 έως 17 ετών) και με τουλάχιστον διπλάσια
συχνότητα σε κλινικές δοκιμές σε ενηλίκους: υπνηλία/καταστολή,
κόπωση, κεφαλαλγία, αυξημένη όρεξη, εμετός, λοίμωξη του ανώτερου
αναπνευστικού συστήματος, ρινική συμφόρηση, κοιλιακό άλγος, ζάλη,
βήχας, πυρεξία, τρόμος, διάρροια και ενούρηση.
Η επίδραση της μακροχρόνιας θεραπείας με ρισπεριδόνη στη σεξουαλική
ωρίμανση και το ύψος δεν έχει μελετηθεί επαρκώς (βλέπε 4.4,
υποενότητα «Παιδιατρικός πληθυσμός Παιδιά και Έφηβοι).
Αναφορά πιθανολογούμενων ανεπιθύμητων ενεργειών
Η αναφορά πιθανολογούμενων ανεπιθύμητων ενεργειών μετά από
τη χορήγηση άδειας κυκλοφορίας του φαρμακευτικού προϊόντος
είναι σημαντική. Επιτρέπει τη συνεχή παρακολούθηση της σχέσης
οφέλους-κινδύνου του φαρμακευτικού προϊόντος. Ζητείται από
τους επαγγελματίες του τομέα της υγειονομικής περίθαλψης να
αναφέρουν οποιεσδήποτε πιθανολογούμενες ανεπιθύμητες
20
ενέργειες μέσω του :
Εθνικός Οργανισμός Φαρμάκων
Μεσογείων 284
GR-15562 Χολαργός, Αθήνα
Τηλ: + 30 21 32040380/337
Φαξ: + 30 21 06549585
Ιστότοπος: http :// www . eof . gr
4.9 Υπερδοσολογία
Συμπτώματα
Σε γενικές γραμμές, τα σημεία και τα συμπτώματα που έχουν αναφερθεί
οφείλονται στην επαύξηση των γνωστών φαρμακολογικών δράσεων της
ρισπεριδόνης. Αυτές περιλαμβάνουν υπνηλία και καταστολή, ταχυκαρδία
και υπόταση, και εξωπυραμιδικά συμπτώματα. Κοιλιακή ταχυκαρδία
δίκην ριπιδίου (Torsades de Pointes) έχει αναφερθεί σε σχέση με τη
συνδυασμένη υπερδοσολογία Rispefar και παροξετίνης.
Σε περιπτώσεις οξείας υπερδοσολογίας, πρέπει να λαμβάνεται υπ' όψη η
πιθανότητα λήψεως και άλλων φαρμάκων.
Θεραπεία
Πρέπει να διατηρηθούν ελεύθερες οι αναπνευστικές οδοί και να
εξασφαλισθεί η ύπαρξη επαρκούς οξυγόνωσης και αερισμού. Θα πρέπει
να εξεταστεί το ενδεχόμενο γαστρικής πλύσης (μετά από διασωλήνωση,
εάν ο ασθενής είναι αναίσθητος) και χορήγησης ενεργού άνθρακα μαζί
με ένα καθαρτικό μόνο όταν η λήψη του φαρμάκου έγινε λιγότερο από
μία ώρα πριν. Πρέπει ν' αρχίσει αμέσως καρδιαγγειακή παρακολούθηση,
η οποία θα περιλαμβάνει και συνεχή ηλεκτροκαρδιογραφικό έλεγχο για
την ανάδειξη πιθανών αρρυθμιών.
Δεν υπάρχει ειδικό αντίδοτο για το Rispefar. Συνεπώς, πρέπει να
λαμβάνονται κατάλληλα υποστηρικτικά μέτρα. Η υπόταση και η
κυκλοφορική κατάρρευση πρέπει να αντιμετωπισθούν με κατάλληλα
μέτρα, όπως η χρήση ενδοφλεβίων υγρών ή/και συμπαθομιμητικών
ουσιών. Σε περίπτωση σοβαρών εξωπυραμιδικών συμπτωμάτων, ένα
αντιχολινεργικό φάρμακο θα πρέπει να χορηγείται. Πρέπει να
συνεχίζονται στενή ιατρική παρακολούθηση και έλεγχος μέχρι ο ασθενής
να ανακάμψει.
5. ΦΑΡΜΑΚΟΛΟΓΙΚΕΣ ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ
5.1 Φαρμακοδυναμικές ιδιότητες
Φαρμακοθεραπευτική κατηγορία: Άλλα αντιψυχωσικά, κωδικός Ν 05 ΑΧ
08
Μηχανισμός δράσης
21
Η ρισπεριδόνη είναι ένας επιλεκτικός μονοαμινεργικός ανταγωνιστής με
μοναδικές ιδιότητες. Έχει υψηλή συγγένεια τόσο με τους
σεροτονεργικούς υποδοχείς 5-ΗΤ
2
όσο και με τους ντοπαμινεργικούς D
2
υποδοχείς. Η ρισπεριδόνη συνδέεται επίσης με τους α1-αδρενεργικούς
υποδοχείς και, με χαμηλότερη συνάφεια, με τους Η1-ισταμινεργικούς και
α2-αδρενεργικούς υποδοχείς.. Η ρισπεριδόνη δεν έχει συγγένεια με
χολινεργικούς υποδοχείς. Παρόλο που η ρισπεριδόνη είναι ισχυρός
ανταγωνιστής των D
2
υποδοχέων, γεγονός που θεωρείται ότι βελτιώνει
τα θετικά συμπτώματα της σχιζοφρένειας, προκαλεί μικρότερου βαθμού
καταστολή της κινητικής δραστηριότητας και επαγωγή καταληψίας σε
σύγκριση με τα κλασικά νευροληπτικά φάρμακα. Ο ισορροπημένος
ανταγωνισμός της σεροτονίνης και της ντοπαμίνης του κεντρικού
νευρικού συστήματος μπορεί να μειώνει την τάση πρόκλησης
εξωπυραμιδικών ανεπιθύμητων ενεργειών και να επεκτείνει τη
θεραπευτική δράση και στα αρνητικά συμπτώματα και στις διαταραχές
του συναισθήματος της σχιζοφρένειας.
Κλινική αποτελεσματικότητα
Σχιζοφρένεια
Η αποτελεσματικότητα της ρισπεριδόνης στη βραχείας διάρκειας
θεραπεία της σχιζοφρένειας διαπιστώθηκε σε τέσσερις μελέτες,
διάρκειας 4 έως 8 εβδομάδων, στις οποίες έλαβαν μέρος πάνω από 2500
ασθενείς οι οποίοι πληρούσαν τα κριτήρια DSM-IV για τη σχιζοφρένεια.
Σε μία ελεγχόμενη με εικονικό φάρμακο δοκιμή διάρκειας 6 εβδομάδων,
που περιελάμβανε την τιτλοποίηση της δόσης ρισπεριδόνης έως τα 10
mg/ημέρα χορηγούμενα δύο φορές την ημέρα, η ρισπεριδόνη ήταν
ανώτερη από το εικονικό φάρμακο στη συνολική βαθμολογία στην
Κλίμακα Σύντομης Ψυχιατρικής Εκτίμησης (Brief Psychiatric Rating Scale -
BPRS). Σε μία ελεγχόμενη με εικονικό φάρμακο δοκιμή διάρκειας 8
εβδομάδων που περιελάμβανε τέσσερις σταθερές δόσεις ρισπεριδόνης (2,
6,10 και 16 mg/ημέρα, χορηγούμενα δύο φορές την ημέρα), και οι
τέσσερις ομάδες ρισπεριδόνης ήταν ανώτερες από του εικονικού
φαρμάκου στη συνολική βαθμολογία στην Κλίμακα Θετικού και
Αρνητικού Συνδρόμου (Positive and Negative Syndrome Scale - ΡΑΝSS). Σε μία
συγκριτική δοκιμή δόσης διάρκειας 8 εβδομάδων, που περιελάμβανε
πέντε σταθερές δόσεις ρισπεριδόνης (1, 4, 8, 12 και 16 mg/ημέρα,
χορηγούμενα δύο φορές την ημέρα), οι ομάδες δόσης ρισπεριδόνης των 4,
8 και 16 mg/ημέρα ήταν ανώτερες από την ομάδα ρισπεριδόνης του 1
mg/ημέρα στη συνολική βαθμολογία στην Κλίμακα ΡΑΝSS. Σε μία
ελεγχόμενη με εικονικό φάρμακο συγκριτική δοκιμή δόσης διάρκειας 4
εβδομάδων, που περιελάμβανε δύο σταθερές δόσεις ρισπεριδόνης (4 και 8
mg/ημέρα μία φορά την ημέρα) και οι δύο ομάδες δόσης ρισπεριδόνης
ήταν ανώτερες από του εικονικού φαρμάκου σε αρκετές μετρήσεις
ΡΑΝSS, συμπεριλαμβανομένης της συνολικής ΡΑΝSS και της μέτρησης
απόκρισης (>20% μείωση στη συνολική βαθμολογία της ΡΑΝSS). Σε μία
μακροχρόνια δοκιμή, οι ενήλικες εξωτερικοί ασθενείς που κατά κύριο
λόγο πληρούσαν τα κριτήρια DSM-IV για τη σχιζοφρένεια και οι οποίοι
ήταν κλινικώς σταθεροί για τουλάχιστον 4 εβδομάδες όντες υπό
θεραπεία με αντιψυχωσικά φάρμακα, τυχαιοποιήθηκαν στη ρισπεριδόνη
των 2 έως 8 mg/ημέρα ή στην αλοπεριδόλη για την παρατήρηση
22
υποτροπής σε διάστημα 1 έως 2 ετών. Οι ασθενείς που ελάμβαναν
ρισπεριδόνη παρουσίασαν σημαντικά μεγαλύτερο χρόνο μέχρι την
υποτροπή κατά τη χρονική αυτή περίοδο, σε σύγκριση με αυτούς που
ελάμβαναν αλοπεριδόλη.
Επεισόδια μανίας στη διπολική διαταραχή
Η αποτελεσματικότητα της μονοθεραπείας με ρισπεριδόνη στη θεραπεία
οξέων επεισοδίων μανίας σχετιζόμενων με διπολική διαταραχή τύπου I
καταδείχθηκε σε τρεις διπλά τυφλές, ελεγχόμενες με εικονικό φάρμακο
μελέτες μονοθεραπείας σε περίπου 820 ασθενείς οι οποίοι είχαν διπολική
διαταραχή τύπου I, βάσει των κριτηρίων DSM-IV. Στις τρεις μελέτες, η
ρισπεριδόνη των I έως 6 mg/ημέρα (δόση έναρξης 3 mg στις δύο μελέτες
και 2 mg στη μία μελέτη) έδειξε ότι είναι σημαντικά ανώτερη από το
εικονικό φάρμακο στο προκαθορισμένο πρωταρχικό καταληκτικό σημείο,
δηλ. στη μεταβολή από τη γραμμή αναφοράς στη συνολική βαθμολογία
της νέας κλίμακας εκτίμησης μανίας (Young Mania Rating Scale - YMRS)
την Εβδομάδα 3. Τα δευτερεύοντα αποτελέσματα της
αποτελεσματικότητας ήταν σε γενικές γραμμές σύμφωνα προς το
πρωτεύον αποτέλεσμα. Το ποσοστό των ασθενών με μία μείωση > 50%
στη συνολική βαθμολογία της YMRS από τη γραμμή αναφορά στο
καταληκτικό σημείο των 3 εβδομάδων ήταν σημαντικά υψηλότερο για τη
ρισπεριδόνη από ότι για το εικονικό φάρμακο. Μία από τις τρεις μελέτες
περιελάμβανε ένα σκέλος αλοπεριδόλης και μία διπλά τυφλή φάση
συντήρησης διάρκειας 9 εβδομάδων. Η αποτελεσματικότητα διατηρήθηκε
καθ’ όλη την περίοδο της θεραπείας συντήρησης, των 9 εβδομάδων. Η
μεταβολή από τη γραμμή αναφοράς στη συνολική YMRS έδειξε
συνεχιζόμενη βελτίωση και την Εβδομάδα 12 ήταν συγκρίσιμη μεταξύ
της ρισπεριδόνης και της αλοπεριδόλης.
Η αποτελεσματικότητα της ρισπεριδόνης επιπροσθέτως των
σταθεροποιητών διάθεσης, στη θεραπεία της οξείας μανίας έχει
καταδειχθεί σε μια από τις δύο διπλά, τυφλές μελέτες διάρκειας 3
εβδομάδων σε περίπου 300 ασθενείς οι οποίοι πληρούσαν τα κριτήρια
DSM-IV για διπολική διαταραχή τύπου I. Σε μία μελέτη 3 εβδομάδων, η
ρισπεριδόνη των 1 έως 6 mg/ημέρα με δόση έναρξης τα 2 mg/ημέρα
συμπληρωματικά του λιθίου ή του βαλπροϊκού ήταν ανώτερη του λιθίου ή
του βαλπροϊκού μόνο, στο προκαθορισμένο πρωταρχικό καταληκτικό
σημείο, δηλ. στη μεταβολή από τη γραμμή αναφοράς στη συνολική
βαθμολογία της ΥΜRS την Εβδομάδα 3. Σε μία δεύτερη μελέτη διάρκειας
3 εβδομάδων, η ρισπεριδόνη των 1 έως 6 mg/ημέρα με δόση έναρξης τα 2
mg/ημέρα συνδυασμένη με λίθιο, βαλπροϊκό ή καρμπαμαζεπίνη δεν ήταν
ανώτερη του λιθίου, του βαλπροϊκού ή της καρμπαμαζεπίνης μόνο, στη
μείωση της συνολικής βαθμολογίας της ΥΜRS. Μία πιθανή εξήγηση για
την αποτυχία αυτής της μελέτης ήταν η επαγόμενη από την
καρμπαμαζεπίνη κάθαρση της ρισπεριδόνης και της 9-υδροξυ-
ρισπεριδόνης, η οποία οδηγούσε σε υποθεραπευτικά επίπεδα
ρισπεριδόνης και 9-υδροξυ-ρισπεριδόνης. 'Όταν η ομάδα της
καρμπαμαζεπίνης αποκλείσθηκε σε μία post-hoc ανάλυση, η ρισπεριδόνη
συνδυασμένη με λίθιο ή βαλπροϊκό ήταν ανώτερη του λιθίου ή του
βαλπροϊκού μόνο, στη μείωση της συνολικής βαθμολογίας της ΥΜRS.
23
Επίμονη επιθετικότητα κατά την άνοια
Η αποτελεσματικότητα της ρισπεριδόνης στη θεραπεία Διαταραχών
Συμπεριφοράς και Ψυχολογικών Συμπτωμάτων της Άνοιας (Behavioural and
Psychological Symptoms of Dementia - BPSD), που περιλαμβάνουν διαταραχές
της συμπεριφοράς, όπως επιθετικότητα, διέγερση, ψύχωση,
δραστηριότητα και συναισθηματικές διαταραχές καταδείχθηκε σε τρεις
διπλά τυφλές, ελεγχόμενες με εικονικό φάρμακο μελέτες σε 1150
ηλικιωμένους ασθενείς με μέτρια έως σοβαρή άνοια. Η μία μελέτη
περιελάμβανε σταθερές δόσεις ρισπεριδόνης των 0,5, 1 και 2 mg/ημέρα.
Δύο μελέτες ευέλικτων δόσεων περιελάμβαναν ομάδες δόσης
ρισπεριδόνης στο εύρος 0,5 έως 4 mg/ημέρα και 0,5 έως 2 mg/ημέρα,
αντίστοιχα. Η αποτελεσματικότητα της ρισπεριδόνης δείχθηκε ότι είναι
στατιστικά και κλινικά σημαντική στη θεραπεία της επιθετικότητας και
λιγότερο συνεπής στη θεραπεία της διέγερσης και της ψύχωσης σε
ηλικιωμένους ασθενείς με άνοια [όπως μετριέται από την Κλίμακα
Behavioural Pathology in Alzheimers Disease (BEHAVE-AD) και Cohen-Mansfield
Agitation Inventory). Το αποτέλεσμα της θεραπείας με ρισπεριδόνη ήταν
ανεξάρτητο από τη βαθμολογία στην κλίμακα Βραχείας Εξέτασης
Ψυχονοητικών Λειτουργιών (Mini-Mental State Examination - ΜMSE) (και
συνεπακόλουθα από τη σοβαρότητα της άνοιας), των κατασταλτικών
ιδιοτήτων της ρισπεριδόνης, της παρουσίας ή της απουσίας ψύχωσης και
του τύπου της άνοιας, Alzheimer, αγγειακή ή μικτή (βλ. επίσης παράγραφο
4.4).
Παιδιατρικός πληθυσμός
Διαταραχές διαγωγής
Η αποτελεσματικότητα της ρισπεριδόνης στη βραχυπρόθεσμη θεραπεία
διασπαστικών συμπεριφορών έχει καταδειχθεί σε δύο διπλά τυφλές,
ελεγχόμενες με εικονικό φάρμακο, μελέτες σε περίπου 240 ασθενείς
ηλικίας 5 έως 12 ετών με DSM-IV διάγνωση διαταραχών διασπαστικής
συμπεριφοράς και οριακή διανοητική λειτουργία ή ήπια ή μέτρια
διανοητική καθυστέρηση/διαταραχή μάθησης. Στις δύο μελέτες η
ρισπεριδόνη των 0,02 έως 0,06 mg/kg/ημέρα ήταν σημαντικά ανώτερη από
το εικονικό φάρμακο στο προκαθορισμένο πρωταρχικό καταληκτικό
σημείο, δηλ. στη μεταβολή από τη γραμμή αναφοράς στην υποκλίμακα
Προβλημάτων Διαγωγής της Nisonger-Child Behaviour Rating Form(Ν-CΒRF)
στην Εβδομάδα 6.
5.2 Φαρμακοκινητικές ιδιότητες
Η ρισπεριδόνη μεταβολίζεται στην 9-υδροξυ-ρισπεριδόνη, η οποία έχει
παρόμοια φαρμακολογική δράση με τη ρισπεριδόνη (βλ.
Βιομετασχηματισμός και Απομάκρυνση).
Απορρόφηση
Η ρισπεριδόνη απορροφάται πλήρως μετά από την από του στόματος
χορήγηση, επιτυγχάνοντας κορυφαίες τιμές συγκέντρωσης στο πλάσμα
εντός 1 έως 2 ωρών. Η απόλυτη από του στόματος βιοδιαθεσιμότητα της
24
ρισπεριδόνης είναι 70% (CV=25%). Η σχετική από του στόματος
βιοδιαθεσιμότητα της ρισπεριδόνης από ένα δισκίο είναι 94% (CV=10%)
συγκριτικά με ένα διάλυμα. Η απορρόφηση δεν επηρεάζεται από την
τροφή και επομένως η ρισπεριδόνη μπορεί να χορηγείται με ή χωρίς
γεύματα. Η σταθερή κατάσταση της ρισπεριδόνης επιτυγχάνεται στους
περισσότερους ασθενείς εντός 1 ημέρας. Η σταθερή κατάσταση της 9-
υδροξυ-ρισπεριδόνης επιτυγχάνονται εντός 4-5 ημερών από την
χορήγηση.
Κατανομή
Η ρισπεριδόνη κατανέμεται ταχέως. Ο όγκος κατανομής είναι 1 -2 1/kg.
Στο πλάσμα, η ρισπεριδόνη δεσμεύεται από τη λευκωματίνη και από το
α-1-γλυκοπρωτεϊνικό οξύ. Το ποσοστό της σύνδεσης της ρισπεριδόνης με
τις πρωτεΐνες του πλάσματος είναι 90%, και της 9-υδροξυ-ρισπεριδόνης
είναι 77%.
Βιομετασχηματισμός και απομάκρυνση
Η ρισπεριδόνη μεταβολίζεται από το CΥΡ 2D6 στην 9-υδροξυ-
ρισπεριδόνη, η οποία έχει παρόμοια φαρμακολογική δράση με την
ρισπεριδόνη. Η ρισπεριδόνη μαζί με την 9-υδροξυ-ρισπεριδόνη αποτελούν
το ενεργό αντιψυχωσικά κλάσμα. Το CΥΡ 2D6 υπόκειται σε γενετικό
πολυμορφισμό. Άτομα με εκτενή μεταβολική ικανότητα προς το CΥΡ 2D6
μετατρέπουν ταχέως τη ρισπεριδόνη σε 9-υδροξυ-ρισπεριδόνη, ενώ άτομα
με περιορισμένη μεταβολική ικανότητα προς το CΥΡ2D6 τη μετατρέπουν
πιο αργά. Παρότι τα άτομα με εκτενή μεταβολική ικανότητα έχουν
χαμηλότερες συγκεντρώσεις ρισπεριδόνης και υψηλότερες
συγκεντρώσεις 9-υδροξυ-ρισπεριδόνης από ότι τα άτομα με περιορισμένη
μεταβολική ικανότητα, η συνδυασμένη φαρμακοκινητική της
ρισπεριδόνης και της 9-υδροξυ-ρισπεριδόνης (δηλ. του ενεργού
αντιψυχωσικού κλάσματος), ύστερα από εφάπαξ και επαναλαμβανόμενες
δόσεις, είναι παρόμοια στα άτομα με εκτενή και περιορισμένη
μεταβολική ικανότητα προς το CΥΡ2D6.
Μία άλλη οδός μεταβολισμού της ρισπεριδόνης είναι η Ν-αποαλκυλίωση.
Ιn vitro μελέτες σε μικροσώμια του ανθρώπινου ήπατος έδειξαν ότι η
ρισπεριδόνη, σε κλινικώς σχετικές συγκεντρώσεις, δεν αναστέλλει
σημαντικά το μεταβολισμό φαρμάκων που μεταβολίζονται από τα
ισοένζυμα του κυτοχρώματος Ρ450, περιλαμβανομένων των CΥΡ 1Α2,
CΥΡ 2Α6, CΥΡ 2C8/9/10, CΥΡ 2D6, CΥΡ 2Ε1, CΥΡ 3Α4 και CΥΡ 3Α5. Μία
εβδομάδα μετά τη χορήγηση ρισπεριδόνης, το 70% της δόσης απεκκρίθη
στα ούρα και το 14% στα κόπρανα. Στα ούρα, η ρισπεριδόνη μαζί με την
9-υδροξυ-ρισπεριδόνη αντιπροσωπεύουν το 35-45% της από του
στόματος χορηγούμενης δόσης. Το υπόλοιπο είναι ανενεργοί
μεταβολίτες. Ύστερα από του στόματος χορήγηση σε ψυχωσικούς
ασθενείς, η ρισπεριδόνη απομακρύνεται με χρόνο ημίσειας ζωής περίπου
3 ώρες. Ο χρόνος ημίσειας ζωής απομάκρυνσης της 9-υοροξυ-
ρισπεριδόνης και του ενεργού αντιψυχωσικού κλάσματος είναι 24 ώρες.
Γραμμικότητα/μη γραμμικότητα
Οι συγκεντρώσεις ρισπεριδόνης στο πλάσμα είναι δοσοεξαρτώμενες
εντός του θεραπευτικού δοσολογικού εύρους.
25
Ηλικιωμένοι, ηπατική και νεφρική δυσλειτουργία
Μία μελέτη εφάπαξ δόσης ρισπεριδόνης έδειξε κατά μέσο όρο 43%
υψηλότερες δραστικές συγκεντρώσεις του αντιψυχωσικού κλάσματος
στο πλάσμα, 38% μεγαλύτερο χρόνο ημίσειας ζωής και μειωμένη
κάθαρση του ενεργού αντιψυχωσικού κλάσματος κατά 30% σε
ηλικιωμένους. Σε ασθενείς με νεφρική ανεπάρκεια παρατηρήθηκαν
υψηλότερες δραστικές συγκεντρώσεις του αντιψυχωσικού κλάσματος
στο πλάσμα και μειωμένη απομάκρυνση του ενεργού αντιψυχωσικού
κλάσματος κατά 60% κατά μέσο όρο. Οι συγκεντρώσεις ρισπεριδόνης
στο πλάσμα ήταν φυσιολογικές σε ασθενείς με ηπατική ανεπάρκεια,
αλλά το μέσο ελεύθερο κλάσμα της ρισπεριδόνης στο πλάσμα ήταν
αυξημένο κατά περίπου 35%.
Παιδιατρικός πληθυσμός
Η φαρμακοκινητική της ρισπεριδόνης, της 9-υδροξυ-ρισπεριδόνης και του
ενεργού αντιψυχωσικού κλάσματος σε παιδιά είναι παρόμοια με εκείνη
σε ενήλικες.
Φύλο, φυλή και κάπνισμα
Μία πληθυσμιακή φαρμακοκινητική ανάλυση αποκάλυψε ότι δεν υπάρχει
καμία προφανής επίδραση του φύλου, της φυλής ή του καπνίσματος στη
φαρμακοκινητική της ρισπεριδόνης ή του ενεργού αντιψυχωσικού
κλάσματος.
5.3 Προκλινικά δεδομένα για την ασφάλεια
Σε μελέτες (υπό)χρόνιας τοξικότητας, στις οποίες η δοσολογία άρχισε σε
σεξουαλικά ανώριμους αρουραίους και σκύλους, παρουσιάστηκαν
δοσοεξαρτώμενες ενέργειες στο γεννητικό σύστημα των αρσενικών και
των θηλυκών και στον μαζικό αδένα. Αυτές οι επιδράσεις συσχετίστηκαν
με τα αυξημένα επίπεδα προλακτίνης ορού, που ήταν αποτέλεσμα της
ανασταλτικής δράσης της ρισπεριδόνης στους ντοπαμινεργικούς D2
υποδοχείς.
Επιπλέον, μελέτες καλλιέργειας ιστού υποδηλώνουν ότι η ανάπτυξη των
κυττάρων σε όγκους μαστού στον άνθρωπο μπορεί να διεγερθεί από την
προλακτίνη. Η ρισπεριδόνη δεν ήταν τερατογόνος στον αρουραίο και στο
κουνέλι. Σε μελέτες αναπαραγωγής με ρισπεριδόνη στον αρουραίο,
εμφανίστηκαν ανεπιθύμητες ενέργειες στη συμπεριφορά ζευγαρώματος
των γεννητόρων, και στο βάρος γέννησης και στην επιβίωση των
απογόνων. Σε αρουραίους, η ενδομήτρια έκθεση σε ρισπεριδόνη
συνδέθηκε με γνωστικά ελλείμματα στην ενήλικη ζωή. Άλλοι
ανταγωνιστές της ντοπαμίνης, όταν χορηγήθηκαν σε κυοφορούντα ζώα,
προκάλεσαν αρνητικές επιδράσεις στη μάθηση και στην κινητική
ανάπτυξη των απογόνων. Σε μία μελέτη τοξικότητας νεαρών αρουραίων,
παρατηρήθηκε αυξημένη θνησιμότητα των νεογνών και μια καθυστέρηση
στην σωματική ανάπτυξη. Σε μια μελέτη 40-εβδομάδων με νεαρά σκυλιά,
26
η σεξουαλική ωρίμανση καθυστέρησε. Με βάση την AUC, η ανάπτυξη του
μακρού οστού δεν επηρεάστηκε σε σκύλους με έκθεση κατά 3,6 φορές της
αντίστοιχης μέγιστης ανθρώπινης έκθεσης σε εφήβους (1,5 mg / ημέρα),
ενώ οι επιπτώσεις στα μακρά οστά και στη σεξουαλική ωρίμανση
παρατηρήθηκε σε 15 φορές της μέγιστης ανθρώπινης έκθεσης σε εφήβους.
Η ρισπεριδόνη δεν ήταν γονιδιοτοξική σε μία πληθώρα δοκιμασιών. Σε
μελέτες καρκινογένεσης με από του στόματος ρισπεριδόνη σε
αρουραίους και ποντικούς, εμφανίστηκαν αυξήσεις στα αδενώματα της
υπόφυσης (ποντίκια), στα αδενώματα της ενδοκρινούς μοίρας του
παγκρέατος (αρουραίοι) και στα αδενώματα των μαζικών αδένων (και
στα δύο είδη). Οι όγκοι αυτοί μπορεί να αποδοθούν στον παρατεταμένο
ανταγωνισμό της ντοπαμίνης στους D2 υποδοχείς και στην
υπερπρολακτιναιμία. Η σχέση αυτών των όγκων που ευρέθησαν στα
τρωκτικά με τον κίνδυνο παρόμοιων όγκων στον άνθρωπο δεν είναι
γνωστή. Ιn nitro και in vivo μοντέλα ζώων δείχνουν ότι σε υψηλότερες
δόσεις η ρισπεριδόνη μπορεί να προκαλέσει παράταση του διαστήματος
QΤ, η οποία έχει σχετισθεί με μία θεωρητική αύξηση του κινδύνου για
κοιλιακή ταχυκαρδία δίκην ριπιδίου (Torsades de Pointes) σε ασθενείς.
6. ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
6.1 Κατάλογος
εκδόχων
Πυρήνας δισκίων
Μονοϋδρική λακτόζη, Άμυλο αραβοσίτου, Λαυρικό θειικό νάτριο,
Κυτταρίνη μικροκρυσταλλική, Υπρομελλόζη. Άνυδρο κολλοειδές
πυριτίου. Στεατικό μαγνήσιο
Επίστρωση λεπτού υμένιου
Υπρομελλόζη. Διοξείδιο τιτανίου (Ε171).
Προπυλενογλυκόλη. Ταλκ.
Πρόσθετα έκδοχα
0,5 mg: Opadry Brown: Οξείδιο του σιδήρου, κίτρινο, κόκκινο και μαύρο
(Ε172)
1 mg: Opadry White: Διοξείδιο τιτανίου (Ε171)
2 mg: Opadry Orange: Κίτρινο Sunset (ΕΙ 10)
3 mg: Opadry Yellow: Κίτρινο κινολίνης (Ε 104)
4 mg: Opadry Green: Ινδικοτίνη (Ε 132), Κίτρινο κινολίνης (Ε 104)
6 mg: Opadry Yellow: Κίτρινο κινολίνης (Ε 104)
8 mg: Opadry Green: Ινδικοτίνη (Ε 132), Κίτρινο κινολίνης (Ε 104)
6.2 Ασυμβατότητες
Δεν εφαρμόζεται.
6.3 Διάρκεια ζωής
3 έτη
6.4 Ιδιαίτερες προφυλάξεις κατά τη φύλαξη του προϊόντος
27
Καμία.
6.5 Φύση και συστατικά του περιέκτη
Συσκευασία blisterVC/ΡΕ/ΡVDC αλουμινίου).
Εγκεκριμένες συσκευασίες
1 mg: 6, 20, 50, 60 και 100
2 mg: 20, 50, 60 και 100
3 mg: 20, 50, 60 και 100
4 mg: 6, 20, 28, 30, 50, 60 και 100
6 mg: 20, 28, 50, και 60
8 mg: 28 και 50
Συσκευασίες που κυκλοφορούν στο εμπόριο :
1mg: 60 δισκία
2mg: 60 δισκία
3mg: 60 δισκία
4mg: 60 δισκία
6 mg: 60 δισκία
8 mg: 50 δισκία
6.6 Ιδιαίτερες προφυλάξεις απόρριψης
Καμία ειδική απαίτηση.
7. ΚΑΤΟΧΟΣ ΤΗΣ ΑΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ
Specifar ΑΒΕΕ,
28
ης
Οκτωβρίου 1,
123 51, Αγ. Βαρβάρα,
Αθήνα,
Ελλάδα
8. ΑΡΙΘΜΟΣ(ΟΙ) ΑΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ
1mg: 13009/2-3-2007
2mg: 13010/2-3-2007
3 mg: 13011/2-3-2007
3mg: 13012/2-3-2007
6 mg: 13013/2-3-2007
8 mg: 13014/2-3-2007
9. ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΠΡΩΤΗΣ ΕΓΚΡΙΣΗΣ/ΑΝΑΝΕΩΣΗΣ ΤΗΣ ΑΔΕΙΑΣ
2Μαρτίου 2007 / 12 Δεκεμβρίου 2011
10. ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗΣ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ
10 / 2014
28
11. ΤΡΟΠΟΣ ΔΙΑΘΕΣΗΣ
Φαρμακευτικό προϊόν για το οποίο απαιτείται ιατρική συνταγή.
29