Η ρισπεριδόνη είναι ένας επιλεκτικός μονοαμινεργικός ανταγωνιστής με
μοναδικές ιδιότητες. Έχει υψηλή συγγένεια τόσο με τους
σεροτονεργικούς υποδοχείς 5-ΗΤ
2
όσο και με τους ντοπαμινεργικούς D
2
υποδοχείς. Η ρισπεριδόνη συνδέεται επίσης με τους α1-αδρενεργικούς
υποδοχείς και, με χαμηλότερη συνάφεια, με τους Η1-ισταμινεργικούς και
α2-αδρενεργικούς υποδοχείς.. Η ρισπεριδόνη δεν έχει συγγένεια με
χολινεργικούς υποδοχείς. Παρόλο που η ρισπεριδόνη είναι ισχυρός
ανταγωνιστής των D
2
υποδοχέων, γεγονός που θεωρείται ότι βελτιώνει
τα θετικά συμπτώματα της σχιζοφρένειας, προκαλεί μικρότερου βαθμού
καταστολή της κινητικής δραστηριότητας και επαγωγή καταληψίας σε
σύγκριση με τα κλασικά νευροληπτικά φάρμακα. Ο ισορροπημένος
ανταγωνισμός της σεροτονίνης και της ντοπαμίνης του κεντρικού
νευρικού συστήματος μπορεί να μειώνει την τάση πρόκλησης
εξωπυραμιδικών ανεπιθύμητων ενεργειών και να επεκτείνει τη
θεραπευτική δράση και στα αρνητικά συμπτώματα και στις διαταραχές
του συναισθήματος της σχιζοφρένειας.
Κλινική αποτελεσματικότητα
Σχιζοφρένεια
Η αποτελεσματικότητα της ρισπεριδόνης στη βραχείας διάρκειας
θεραπεία της σχιζοφρένειας διαπιστώθηκε σε τέσσερις μελέτες,
διάρκειας 4 έως 8 εβδομάδων, στις οποίες έλαβαν μέρος πάνω από 2500
ασθενείς οι οποίοι πληρούσαν τα κριτήρια DSM-IV για τη σχιζοφρένεια.
Σε μία ελεγχόμενη με εικονικό φάρμακο δοκιμή διάρκειας 6 εβδομάδων,
που περιελάμβανε την τιτλοποίηση της δόσης ρισπεριδόνης έως τα 10
mg/ημέρα χορηγούμενα δύο φορές την ημέρα, η ρισπεριδόνη ήταν
ανώτερη από το εικονικό φάρμακο στη συνολική βαθμολογία στην
Κλίμακα Σύντομης Ψυχιατρικής Εκτίμησης (Brief Psychiatric Rating Scale -
BPRS). Σε μία ελεγχόμενη με εικονικό φάρμακο δοκιμή διάρκειας 8
εβδομάδων που περιελάμβανε τέσσερις σταθερές δόσεις ρισπεριδόνης (2,
6,10 και 16 mg/ημέρα, χορηγούμενα δύο φορές την ημέρα), και οι
τέσσερις ομάδες ρισπεριδόνης ήταν ανώτερες από του εικονικού
φαρμάκου στη συνολική βαθμολογία στην Κλίμακα Θετικού και
Αρνητικού Συνδρόμου (Positive and Negative Syndrome Scale - ΡΑΝSS). Σε μία
συγκριτική δοκιμή δόσης διάρκειας 8 εβδομάδων, που περιελάμβανε
πέντε σταθερές δόσεις ρισπεριδόνης (1, 4, 8, 12 και 16 mg/ημέρα,
χορηγούμενα δύο φορές την ημέρα), οι ομάδες δόσης ρισπεριδόνης των 4,
8 και 16 mg/ημέρα ήταν ανώτερες από την ομάδα ρισπεριδόνης του 1
mg/ημέρα στη συνολική βαθμολογία στην Κλίμακα ΡΑΝSS. Σε μία
ελεγχόμενη με εικονικό φάρμακο συγκριτική δοκιμή δόσης διάρκειας 4
εβδομάδων, που περιελάμβανε δύο σταθερές δόσεις ρισπεριδόνης (4 και 8
mg/ημέρα μία φορά την ημέρα) και οι δύο ομάδες δόσης ρισπεριδόνης
ήταν ανώτερες από του εικονικού φαρμάκου σε αρκετές μετρήσεις
ΡΑΝSS, συμπεριλαμβανομένης της συνολικής ΡΑΝSS και της μέτρησης
απόκρισης (>20% μείωση στη συνολική βαθμολογία της ΡΑΝSS). Σε μία
μακροχρόνια δοκιμή, οι ενήλικες εξωτερικοί ασθενείς που κατά κύριο
λόγο πληρούσαν τα κριτήρια DSM-IV για τη σχιζοφρένεια και οι οποίοι
ήταν κλινικώς σταθεροί για τουλάχιστον 4 εβδομάδες όντες υπό
θεραπεία με αντιψυχωσικά φάρμακα, τυχαιοποιήθηκαν στη ρισπεριδόνη
των 2 έως 8 mg/ημέρα ή στην αλοπεριδόλη για την παρατήρηση
22