
Καταστολή του μυελού των οστών, που συνήθως παρουσιάζεται σαν κοκκιοκυτταροπενία ή
ακοκκιοκυτταραιμία, έχει αναφερθεί κατά τη διάρκεια της θεραπείας με μιρταζαπίνη.
Αναστρέψιμη ακοκκιοκυτταραιμία παρατηρήθηκε σε σπάνιες περιπτώσεις κατά τη διεξαγωγή των
κλινικών μελετών με τη μιρταζαπίνη. Στην περίοδο μετά την κυκλοφορία της μιρταζαπίνης πολύ
σπάνια έχουν αναφερθεί περιπτώσεις ακοκκιοκυτταραιμίας, οι περισσότερες αναστρέψιμες αλλά
και μερικές θανατηφόρες. Οι θανατηφόρες περιπτώσεις αφορούσαν κυρίως ασθενείς με ηλικία άνω
των 65. Ο ιατρός πρέπει να ερευνά συμπτώματα όπως πυρετός, πονόλαιμος, στοματίτιδα ή άλλα
συμπτώματα που υποδηλώνουν λοίμωξη. Αν εμφανισθούν τέτοια συμπτώματα, η αγωγή πρέπει να
διακόπτεται και να διεξάγεται αιματολογικός έλεγχος.
Ίκτερος
Η αγωγή πρέπει να διακόπτεται εάν εμφανιστεί ίκτερος.
Καταστάσεις που χρειάζονται στενή παρακολούθηση
Προσεκτικά επιλεγμένη δοσολογία και στενή παρακολούθηση είναι απαραίτητη σε ασθενείς με:
− επιληψία και οργανικό εγκεφαλικό σύνδρομο: Μολονότι η κλινική εμπειρία
δείχνει ότι οι επιληπτικές κρίσεις είναι σπάνιες κατά τη αγωγή με μιρταζαπίνη,
όπως και με άλλα αντικαταθλιπτικά, το Mirtamor θα πρέπει να ξεκινά προσεκτικά
σε ασθενείς με ιστορικό κρίσεων. Η θεραπεία πρέπει να σταματήσει εάν κάποιος
ασθενής εμφανίσει κρίσεις ή όταν υπάρχει αύξηση στη συχνότητα των κρίσεων.
− ηπατική ανεπάρκεια: Μετά από μια εφάπαξ από τους στόματος δόση 15 mg
μιρταζαπίνης, η κάθαρση της μιρταζαπίνης είχε κατά προσέγγιση μειωθεί κατά
35% σε ασθενείς με ήπια έως μέτρια ηπατική ανεπάρκεια, σε σύγκριση με
ασθενείς με φυσιολογική ηπατική λειτουργία. Η μέση συγκέντρωση της
μιρταζαπίνης στο πλάσμα του αίματος είχε αυξηθεί κατά 55%.
− νεφρική ανεπάρκεια: Μετά από μια εφάπαξ από τους στόματος δόση 15 mg
μιρταζαπίνης, σε ασθενείς με μέτρια (κάθαρση κρεατινίνης <40 ml/min) έως
σοβαρή (κάθαρση κρεατινίνης ≤10 ml/min) νεφρική ανεπάρκεια, η κάθαρση της
μιρταζαπίνης μειώθηκε κατά 30% και 50% αντίστοιχα σε σύγκριση με ασθενείς
με φυσιολογική νεφρική λειτουργία. Η μέση συγκέντρωση της μιρταζαπίνης στο
πλάσμα του αίματος είχε αυξηθεί κατά 55% και 115% αντιστοίχως. Καμία
σημαντική διαφορά δε βρέθηκε σε ασθενείς με ήπια νεφρική ανεπάρκεια
(κάθαρση κρεατινίνης <80 ml/min) σε σύγκριση με την ομάδα ελέγχου.
− καρδιακές παθήσεις όπως διαταραχές της αγωγιμότητας, στηθάγχη και πρόσφατα
έμφραγμα του μυοκαρδίου, όπου θα πρέπει να λαμβάνονται οι συνήθεις
προφυλάξεις και προσοχή στη συγχορήγηση φαρμακευτικής αγωγής.
− χαμηλή αρτηριακή πίεση
− σακχαρώδη διαβήτη: Σε ασθενείς με διαβήτη τα αντικαταθλιπτικά μπορεί να
μεταβάλλουν το γλυκαιμικό έλεγχο. Η ινσουλίνη και/ή από του στόματος
δοσολογία για την υπογλυκαιμία μπορεί να χρειαστεί να προσαρμοστεί και
συστήνεται στενή παρακολούθηση.
Όπως συμβαίνει και με άλλα αντικαταθλιπτικά φάρμακα, τα ακόλουθα πρέπει να λαμβάνονται υπ’
όψη:
− Μπορεί να παρουσιασθεί επιδείνωση των ψυχωσικών συμπτωμάτων, όταν τα
αντικαταθλιπτικά χορηγούνται σε ασθενείς με σχιζοφρένεια ή άλλες ψυχωσικές
διαταραχές. Οι παρανοϊκές σκέψεις μπορεί να ενταθούν.
− Όταν θεραπεύεται η καταθλιπτική φάση της διπολικής διαταραχής, μπορεί να
μεταπέσει στη φάση μανίας. Ασθενείς με ιστορικό μανίας/ υπομανίας πρέπει να
παρακολουθούνται στενά. Η μιρταζαπίνη πρέπει να διακόπτεται όταν κάποιος
ασθενής εισέλθει στη φάση μανίας.
− Αν και η μιρταζαπίνη δεν προκαλεί εξάρτηση, η εμπειρία μετά την κυκλοφορία της
δείχνει ότι η απότομη διακοπή της θεραπείας μετά από μακροχρόνια χορήγηση
μπορεί μερικές φορές να έχει σαν αποτέλεσμα συμπτώματα απόσυρσης. Στην
πλειονότητά τους τα συμπτώματα απόσυρσης είναι ήπια και περιορίζονται από