ημερησίως, βελτίωσε τις παραμέτρους ελέγχου του άσθματος συγκριτικά με το
εικονικό φάρμακο ανεξάρτητα από την ταυτόχρονη θεραπεία ελέγχου
(εισπνεόμενα/χορηγούμενα με εκνεφωτή κορτικοστεροειδή ή
εισπνεόμενο/χορηγούμενο με εκνεφωτή χρωμογλυκικό νάτριο). Το εξήντα τοις
εκατό των ασθενών δεν ελάμβαναν άλλη θεραπεία ελέγχου. Η μοντελουκάστη
βελτίωσε τα συμπτώματα κατά τη διάρκεια της ημέρας (συμπεριλαμβανομένου
του βήχα,του συριγμού,της δυσκολίας στην αναπνοή και της περιορισμένης
δραστηριότητας) και τα συμπτώματα της νύχτας σε σύγκριση με το εικονικό
φάρμακο. Η μοντελουκάστη επίσης μείωσε σημαντικά τη χορήγηση β-αγωνιστή
“όταν χρειάζεται” και την θεραπεία διαφυγής κρίσεως με κορτικοστεροειδή
κατά την επιδείνωση του άσθματος, συγκρινόμενη με το εικονικό φάρμακο. Oι
ασθενείς που ελάμβαναν μοντελουκάστη είχαν σημαντικά περισσότερες ημέρες
χωρίς άσθμα από αυτούς που ελάμβαναν εικονικό φάρμακο. Η θεραπευτική
δράση επιτεύχθηκε μετά την πρώτη δόση.
Σε μία μελέτη 12 μηνών, ελεγχόμενη με εικονικό φάρμακο, σε παιδιατρικούς
ασθενείς ηλικίας 2 έως 5 ετών με ήπιο άσθμα και επεισοδιακές εξάρσεις, η
μοντελουκάστη 4 mg μία φορά ημερησίως μείωσε σημαντικά (p0,001) την
ετήσια συχνότητα των επεισοδίων έξαρσης του άσθματος (ΕΕ) σε σύγκριση με
το εικονικό φάρμακο (1,60 ΕΕ έναντι 2,34 ΕΕ, αντίστοιχα), ΕΕ ορίζεται ως 3
συνεχόμενες ημέρες με ημερήσια συμπώματα για τα οποία απαιτήθηκε χρήση
β-αγωνιστή, ή κορτικοστεροειδών (από του στόματος ή εισπνεόμενα) ή
εισαγωγή σε νοσοκομείο για το άσθμα. Η ποσοστιαία μείωση ως προς την
ετήσια συχνότητα ΕΕ ήταν 31,9%, με 95% διάστημα αξιοπιστίας ΔΑ, μεταξύ
16,9 και 44,1.
Σε μία μελέτη 8 εβδομάδων σε παιδιατρικούς ασθενείς, ηλικίας 6 έως 14 ετών,
η μοντελουκάστη 5 mg εφάπαξ ημερησίως, συγκρινόμενη με εικονικό φάρμακο,
βελτίωσε σημαντικά την αναπνευστική λειτουργία (FEV
1
: 8,71% έναντι 4,16%
μεταβολή από το αρχικό στάδιο, ΠΜ PEFR 27,9 L/min έναντι 17,8 L/min
μεταβολή από το αρχικό στάδιο) και μείωσε τη χορήγηση β-αγωνιστή “όταν
χρειάζεται” (-11,7% έναντι +8,2% μεταβολή από το αρχικό στάδιο).
Σε μία μελέτη 12 μηνών που συνέκρινε την αποτελεσματικότητα της
μοντελουκάστης έναντι της εισπνεόμενης φλουτικαζόνης σχετικά με τον
έλεγχο του άσθματος σε παιδιατρικούς ασθενείς ηλικίας 6 ως 14 ετών με ήπιο
επιμένον άσθμα, η μοντελουκάστη δεν ήταν κατώτερη της φλουτικαζόνης ως
προς την αύξηση του ποσοστού των ημερών χωρίς θεραπεία διάσωσης (ΗΧΘΔ)
για το άσθμα, τον πρωταρχικό στόχο. Κατά μέσο όρο, στη διάρκεια μίας
περιόδου θεραπείας 12 μηνών, το ποσοστό των ΗΧΘΔ για το άσθμα αυξήθηκε
από 61,6 σε 84,0 στην ομάδα της μοντελουκάστης και από 60,9 σε 86,7 στην
ομάδα της φλουτικαζόνης. Η διαφορά μεταξύ των ομάδων ως προς την κατά
μέσο όρο αύξηση του ποσοστού των ημερών ΗΧΘΔ για το άσθμα ήταν
στατιστικά σημαντική (-2,8 με 95% ΔΑ μεταξύ -4,7 και -0,9), αλλά μέσα στα
προκαθορισμένα όρια ώστε να μην υπάρχει κλινικά κατωτερότητα.
Τόσο η μοντελουκάστη όσο και η φλουτικαζόνη βελτίωσαν επίσης τον έλεγχο
του άσθματος ως προς τους δευτερεύοντες παράγοντες που αξιολογήθηκαν
κατά την περίοδο θεραπείας 12 μηνών:
Το FEV
1
αυξήθηκε από 1,83 L σε 2,09 L στην ομάδα της μοντελουκάστης και
από 1,85 L σε 2,14 L στην ομάδα της φλουτικαζόνης.
Η διαφορά μεταξύ των ομάδων υπολογισμένη με βάση τις ευθείες ελαχίστων
τετραγώνων (LS), ως προς την μέση αύξηση του FEV
1
ήταν -0,02 L με 95% ΔΑ
μεταξύ 0,06 και 0,02. Η μέση προβλεπόμενη αύξηση του FEV
1
σε σύγκριση με
την αρχική τιμή σε εκατοστιαία μεταβολή % ήταν 0,6% στην ομάδα θεραπείας
με μοντελουκάστη και 2,7% στην ομάδα θεραπείας με φλουτικαζόνη. Η
διαφορά των μέσων LS τιμών μεταξύ των ομάδων ως προς την μεταβολή σε