Το διάστημα των 21 ημερών των δισκίων ακολουθεί, συνήθως, αιμορραγία εκ
διακοπής. Ενίοτε, και ιδιαίτερα τους πρώτους μήνες της λήψης των δισκίων, μπορεί
να μην παρατηρείται αιμορραγία εκ διακοπής. Ωστόσο, αυτό δεν είναι απαραίτητα
σημείο μειωμένης αντισυλληπτικής αποτελεσματικότητας. Εάν δεν παρατηρηθεί η
αιμορραγία μετά τον κύκλο λήψης του δισκίου, στον οποίο δεν ξεχάσθηκε κανένα
δισκίο, και εάν το διάστημα χωρίς δισκία των 7 ημερών δεν παρατάθηκε, δεν
λαμβάνονταν ταυτόχρονα άλλα φάρμακα και δεν παρατηρήθηκε έμετος ή διάρροια,
δεν είναι πιθανόν να έχει συμβεί σύλληψη και μπορεί να εξακολουθήσει η λήψη του
Labous. Εάν το Labous δεν χρησιμοποιήθηκε σύμφωνα με τις οδηγίες, πριν την πρώτη
μη εμφάνιση της αιμορραγίας εκ διακοπής ή εάν δεν παρατηρηθεί αιμορραγία εκ
διακοπής σε δύο διαδοχικούς κύκλους εμμηνορρυσίας, πρέπει πρώτα να αποκλεισθεί
το ενδεχόμενο κυήσεως, πριν συνεχισθεί η χρήση του Labous.
Σκευάσματα φυτικής προελέυσεως που περιέχουν το St. John’s wort (Hyperricum
perforatum/) δεν πρέπει να λαμβάνονται ταυτόχρονα με το Labous (βλ. παράγραφο 4.5).
4.5 Αλληλεπιδράσεις με άλλα φαρμακευτικά προϊόντα και άλλες μορφές
αλληλεπίδρασης
Οι αλληλεπιδράσεις μεταξύ της αιθινυλοιστραδιόλης, του συστατικού οιστρογόνου
του Labous και άλλων φαρμακευτικών προϊόντων μπορεί να αυξήσουν ή να μειώσουν
τη συγκέντρωση της αιθινυλοιστραδιόλης στον ορό. Εάν απαιτείται μακροχρόνια
θεραπεία με τις ουσίες αυτές, πρέπει να χρησιμοποιηθούν κατά προτίμηση μη
ορμονικές αντισυλληπτικές μέθοδοι. Η μείωση των συγκεντρώσεων
αιθινυλοιστραδιόλης στον ορό μπορεί να οδηγήσει σε αύξηση της αιμορραγίας εκ
διακοπής και διαταραχές του κύκλου και να επιβαρύνει την αντισυλληπτική
αποτελεσματικότητα του Labous. Η αύξηση των επιπέδων αιθινυλοιστραδιόλης στον
όρο μπορεί να προκαλέσει αύξηση της συχνότητας και της σοβαρότητας των
ανεπιθύμητων ενεργειών.
Τα παράκατω φαρμακευτικά προϊόντα/δραστικές ουσίες μπορούν να μειώσουν τη
συγκέντρωση της αιθινυλοιστραδιόλης στον ορό:
- Όλα τα φάρμακα που αυξάνουν την κινητικότητα του γαστρεντερικού
συστήματος (π.χ. μετοκλοπραμίδη) ή επιβαρύνουν την απορρόφηση (π.χ. ενεργός
άνθρακας)
- Ουσίες που επάγουν τα ηπατικά μικροσωμιακά ένζυμα όπως ριφαμπικίνη,
ριφαμπουτίνη, βαρβιτουρικά, αντιεπιληπτικά (όπως καρβαμαζεπίνη, φαινυτοΐνη
και τοπιραμάτη), γκριζεοφουλβίνη, μπαρμπεξακλόνη, πριμιδόνη, μονταφινίλη,
κάποιοι αναστολείς πρωτεινάσης (π.χ. ριτοναβίρη) και St. John’s wort (βλ.
παράγραφο 4.4).
- Ορισμένα αντιβιοτικά (π.χ. αμπικιλίνη, τετρακυκλίνη) σε ορισμένες γυναίκες
λόγω μείωσης της εντεροηπατικής κυκλοφορίας των οιστρογόνων.
Κατά τη διάρκεια της θεραπείας και επί 7 ημέρες μετά από την ταυτοχρόνη αγωγή
με τα φαρμακευτικά αυτά προϊόντα/δραστικές ουσίες και το Labous, πρέπει να
εφαρμόζονται επιπλέον μηχανικές μέθοδοι αντισύλληψης. Επί 28 ημέρες μετά την
διακοπή της ταυτόχρονης αγωγής με ουσίες που μειώνουν τη συγκέντρωση
αιθινυλοιστραδιόλης στον ορό μέσω της επαγωγής των ηπατικών μικροσωμικών
ενζύμων, πρέπει να χρησιμοποιούνται επιπλέον μηχανικές μέθοδοι αντισύλληψης.
Εάν το χρονικό διάστημα ταυτόχρονης χορήγησης του φαρμακευτικού προϊόντος
ξεπερνά το τέλος μίας συσκευασίας blister αντισυλληπτικών δισκίων, η επόμενη
10