ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΩΝ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ
1 ΟΝΟΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ
KARVOFIL 150 mg, δισκία
KARVOFIL 300 mg , δισκία
2 ΠΟΙΟΤΙΚΗ ΚΑΙ ΠΟΣΟΤΙΚΗ ΣΥΝΘΕΣΗ
KARVOFIL 150 mg, δισκία
Κάθε δισκίο περιέχει 150 mg .ιρβεσαρτάνη
KARVOFIL 300 mg , δισκία.
300Κάθε δισκίο περιέχει mg ιρβεσαρτάνη
Για τον πλήρη κατάλογο των εκδόχων, βλ. παράγραφο 6.1.
3 ΦΑΡΜΑΚΟΤΕΧΝΙΚΗ ΜΟΡΦΗ
Δισκία.
Λευκά, ωοειδή και αμφίκυρτα δισκία.
4 ΚΛΙΝΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
4.1 Θεραπευτικές ενδείξεις
Θεραπεία της ιδιοπαθούς υπέρτασης.
Θεραπεία της νεφροπάθειας σε ενήλικες ασθενείς με αρτηριακή υπέρταση
2, μ μ και σακχαρώδη διαβήτη τύπου σαν έρος της αγωγής ε αντιυπερτασικό
μ φαρ ακευτικό προϊόν
( 5.1). βλέπε παράγραφο
4.2Δοσολογία και τρόπος χορήγησης
Η συνήθης συνιστώμενη αρχική δόση και δόση συντήρησης είναι 150 mg μία φορά
την ημέρα, με ή χωρίς τροφή. Το KARVOFIL με δόση 150 mg μία φορά την ημέρα
γενικά εξασφαλίζει μία καλύτερη 24 ωρη ρύθμιση της αρτηριακής πίεσης από ότι η
δόση των 75 mg. Ωστόσο, έναρξη της θεραπείας με 75 mg θα πρέπει να εξετάζεται,
κυρίως σε ασθενείς σε αιμοκάθαρση και στους ηλικιωμένους πάνω από 75 ετών.
Στους ασθενείς που δεν έχει ικανοποιητικά ρυθμισθεί η αρτηριακή πίεση με δόση
150 mg μία φορά την ημέρα, η δόση του KARVOFIL μπορεί να αυξηθεί στα 300 mg ή
να προστεθούν άλλοι αντιυπερτασικοί παράγοντες. Ιδιαιτέρως, η προσθήκη ενός
διουρητικού όπως η υδροχλωροθειαζίδη έχει αποδειχθεί ότι έχει αθροιστική δράση
με το KARVOFIL (βλέπε παράγραφο 4.5).
Σε υπερτασικούς ασθενείς με διαβήτη τύπου 2, η θεραπεία πρέπει να αρχίζει με
150 mg ιρβεσαρτάνης μία φορά την ημέρα και να προσαρμόζεται μέχρι 300 mg μία
φορά την ημέρα, ως επιθυμητή δόση συντήρησης για την θεραπεία της
νεφροπάθειας. Η απόδειξη του οφέλους στους νεφρούς από το KARVOFIL σε
υπερτασικούς με διαβήτη τύπου 2 ασθενείς, στηρίζεται σε μελέτες, όπου η
1/14
ιρβεσαρτάνη χρησιμοποιήθηκε μαζί με άλλους αντιυπερτασικούς παράγοντες,
όπου χρειαζόταν, για να επιτευχθεί η
μ ( 5.1).επιθυ ητή αρτηριακή πίεση βλέπε παράγραφο
Έκπτωση της νεφρικής λειτουργίας: δεν απαιτείται προσαρμογή της δοσολογίας
σε ασθενείς με έκπτωση της νεφρικής λειτουργίας. Μία χαμηλότερη αρχική δόση
(75 mg) θα πρέπει να εξετάζεται για ασθενείς που βρίσκονται σε αιμοκάθαρση
(βλέπε παράγραφο 4.4).
Έκπτωση της ηπατικής λειτουργίας: δεν απαιτείται προσαρμογή της δοσολογίας
σε ασθενείς με ελαφρά ως μετρίου βαθμού έκπτωση της ηπατικής λειτουργίας. Δεν
υπάρχει κλινική εμπειρία για ασθενείς με σοβαρή έκπτωση της ηπατικής
λειτουργίας.
Ηλικιωμένοι ασθενείς: αν και θα πρέπει να εξετάζεται έναρξη της θεραπείας με 75
mg για ασθενείς μεγαλύτερους των 75 χρόνων, ρύθμιση της δοσολογίας δεν είναι
συνήθως απαραίτητη για τους ηλικιωμένους ασθενείς.
Παιδιατρικός πληθυσμός: η ασφάλεια και αποτελεσματικότητα του KARVOFIL σε
παιδιά ηλικίας 0 έως
18 μ . μ μ ετών δεν έχουν τεκ ηριωθεί Τα παρόντα διαθέσι α δεδο ένα περιγράφονται στην
4.8,παράγραφο
5.1 5.2 μ .και αλλά δε πορεί να γίνει σύσταση για τη δοσολογία
Τρόπος χορήγησης
Από στόματος χρήση.
4.3Αντενδείξεις
Y (περευαισθησία στο δραστικό συστατικό ή σε οποιοδήποτε από τα έκδοχα βλέπε
6.1).παράγραφο
Δ μ ( 4.4 4.6).εύτερο και τρίτο τρί ηνο της κύησης βλέπε παραγράφους και
4.2 Special warnings and precautions for use
M ειωμένος ενδοαγγειακός όγκος: συμπτωματική υπόταση, ιδίως μετά την πρώτη
δόση, μπορεί να εμφανισθεί σε ασθενείς με μειωμένο όγκο πλάσματος ή/και
νατρίου λόγω έντονης θεραπείας με διουρητικά, δίαιτας με περιορισμένο αλάτι,
διάρροιας ή εμέτου. Tέτοιου είδους καταστάσεις πρέπει να διορθώνονται πριν από
τη χορήγηση του KARVOFIL.
Nεφραγγειακή υπέρταση: μ υπάρχει αυξη ένος κίνδυνος για βαρεία υπόταση και
νεφρική ανεπάρκεια
σε ασθενείς με αμφοτερόπλευρη στένωση της νεφρικής αρτηρίας ή με στένωση της
αρτηρίας σε ένα νεφρό που λειτουργεί μόνος του, οι οποίοι υποβάλλονται σε
θεραπεία με φαρμακευτικά προϊόντα που επηρεάζουν το σύστημα ρενίνης-
αγγειοτασίνης-αλδοστερόνης. A μ ν και αυτό δεν έχει αποδειχθεί ε το
2/14
KARVOFIL, ένα παρόμοιο αποτέλεσμα θα μπορούσε να είναι αναμενόμενο με
ανταγωνιστές των υποδοχέων της αγγειοτασίνης-II.
Έκπτωση της νεφρικής λειτουργίας και μεταμόσχευση νεφρού: όταν το KARVOFIL
χρησιμοποιείται σε ασθενείς με έκπτωση της νεφρικής λειτουργίας, συνιστάται
περιοδικός έλεγχος του καλίου και της κρεατινίνης του ορού. Δεν υπάρχει
εμπειρία σχετικά με την χορήγηση του KARVOFIL σε ασθενείς που έχουν κάνει
πρόσφατα μεταμόσχευση νεφρού.
Υπερτασικοί ασθενείς με διαβήτη τύπου 2 και νεφροπάθεια: οι δράσεις της
ιρβεσαρτάνης στους νεφρούς και στα καρδιαγγεικά επεισόδια δεν ήταν
ομοιόμορφες σε όλες τις υπο-ομάδες, σε μία ανάλυση που έγινε στη μελέτη με
ασθενείς με προχωρημένη νεφροπάθεια. Ιδιαιτέρως, εμφανίσθηκαν λιγότερο
ευνοϊκές στις γυναίκες και στους έγχρωμους εθελοντές (βλέπε παράγραφο 5.1).
Υπερκαλιαιμία: όπως και με άλλα φαρμακευτικά προϊόντα που δρουν στο σύστημα
ρενίνης- αγγειοτασίνης-αλδοστερόνης, υπερκαλιαιμία μπορεί να εμφανισθεί κατά
την διάρκεια της θεραπείας με KARVOFIL, ειδικά όταν υπάρχει έκπτωση της
νεφρικής λειτουργίας, εμφανής πρωτεϊνουρία που οφείλεται σε διαβητική
νεφροπάθεια και/ή καρδιακή ανεπάρκεια. Συνιστάται διαρκής έλεγχος του καλίου
του ορού για ασθενείς που βρίσκονται σε κίνδυνο (βλέπε παράγραφο 4.5).
Λίθιο: ο συνδυασμός λιθίου με KARVOFIL δεν συνιστάται (βλέπε παράγραφο 4.5).
Στένωση της αορτικής και μιτροειδούς βαλβίδας, αποφρακτική υπερτροφική
καρδιομυοπάθεια: όπως
και με άλλους αγγειοδιασταλτικούς παράγοντες, συνιστάται ειδική προσοχή για
τους ασθενείς που υποφέρουν από στένωση της αορτικής ή μιτροειδούς βαλβίδας ή
από αποφρακτική, υπερτροφική καρδιομυοπάθεια.
Πρωτογενής αλδοστερονισμός: ασθενείς με πρωτογενή αλδοστερονισμό γενικά
δεν θα ανταποκριθούν σε αντιϋπερτασικά φαρμακευτικά προϊόντα που δρουν με
αναστολή του συστήματος ρενίνης- αγγειοτασίνης. Ως εκ τούτου δεν συνιστάται η
χρήση του KARVOFIL.
Γενικά: σε ασθενείς των οποίων ο αγγειακός τόνος και η νεφρική λειτουργία
εξαρτώνται βασικά από
τη δραστικότητα του συστήματος ρενίνης-αγγειοτασίνης-αλδοστερόνης (π.χ.
ασθενείς με σοβαρή συμφορητική καρδιακή ανεπάρκεια ή με υποκείμενη νεφρική
νόσο, συμπεριλαμβανομένης και της στένωσης της νεφρικής αρτηρίας), η θεραπεία
με αναστολείς του μετατρεπτικού ενζύμου της αγγειοτασίνης ή ανταγωνιστές των
υποδοχέων της αγγειοτασίνης-ΙΙ που επηρεάζουν αυτό το σύστημα
έχει συσχετιστεί με οξεία υπόταση, αζωθαιμία, ολιγουρία, ή σπανίως με οξεία
νεφρική ανεπάρκεια.
Όπως και με κάθε αντιυπερτασικό παράγοντα, υπερβολική μείωση της αρτηριακής
πίεσης σε ασθενείς
με ισχαιμική καρδιοπάθεια ή ισχαιμική καρδιαγγειακή νόσο μπορεί να προκαλέσει
έμφραγμα του
3/14
μυοκαρδίου ή εγκεφαλικό αγγειακό επεισόδιο.
Όπως έχει παρατηρηθεί με τους αναστολείς του μετατρεπτικού ενζύμου της
αγγειοτασίνης, η ιρβεσαρτάνη και οι άλλοι ανταγωνιστές της αγγειοτασίνης,
είναι προφανώς λιγότερο αποτελεσματικοί
στη μείωση της αρτηριακής πίεσης στούς μαύρους ασθενείς από ότι σε μη μαύρους
ασθενείς, πιθανόν
λόγω υψηλότερης επίπτωσης καταστάσεων με χαμηλή ρενίνη στον πληθυσμό των
μαύρων υπερτασικών (βλέπε παράγραφο 5.1).
Κύηση: Η θεραπεία με Ανταγωνιστές των Υποδοχέων της Αγγειοτασίνης II
(AIIRAs) δεν πρέπει να
ξεκινά κατά τη διάρκεια της κύησης. Εκτός εάν η συνεχιζόμενη θεραπεία με AIIRA
θεωρηθεί απαραίτητη, στους ασθενείς που σχεδιάζουν εγκυμοσύνη πρέπει να
γίνεται αλλαγή σε εναλλακτικές αντιυπερτασικές θεραπείες που έχουν
καθιερωμένη εικόνα ασφάλειας για χρήση κατά την κύηση. Όταν διαπιστώνεται
εγκυμοσύνη, η θεραπεία με AIIRAs πρέπει να διακόπτεται αμέσως, και εάν
αρμόζει, πρέπει να ξεκινά εναλλακτική θεραπεία (βλέπε παραγράφους 4.3 και 4.6).
Λακτόζη: αυτό το φαρμακευτικό προϊόν περιέχει λακτόζη. Ασθενείς με σπάνια
κληρονομικά προβλήματα δυσανεξίας στη γαλακτόζη, ανεπάρκεια λακτάσης Lapp
ή δυσαπορρόφηση γλυκόζης- γαλακτόζης, δεν πρέπει να λαμβάνουν αυτό το
φαρμακευτικό προϊόν.
Παιδιατρικός πληθυσμός: η ιρβεσαρτάνη έχει μελετηθεί σε παιδιατρικούς
πληθυσμούς με ηλικία από
6 έως 16 ετών, αλλά τα μέχρι τώρα δεδομένα είναι ανεπαρκή για να υποστηρίξουν
τη χρήση σε παιδιά μέχρι να υπάρξουν επιπλέον δεδομένα (βλέπε παραγράφους
4.8, 5.1 και 5.2).
4.5Αλληλεπιδράσεις με άλλα φαρμακευτικά προϊόντα και άλλες μορφές
αλληλεπίδρασης
Διουρητικά και άλλοι αντιυπερτασικοί παράγοντες: άλλοι αντιυπερτασικοί
παράγοντες είναι δυνατόν να αυξήσουν την υποτασική δράση της ιρβεσαρτάνης,
ωστόσο το KARVOFIL έχει χορηγηθεί με ασφάλεια με άλλους αντιυπερτασικούς
παράγοντες, όπως β-αποκλειστές, μακράς διάρκειας δράσεως ανταγωνιστές
διαύλων ασβεστίου και θειαζιδικού τύπου διουρητικά. Προηγούμενη θεραπεία με
υψηλή δόση διουρητικών μπορεί να οδηγήσει σε μειωμένο όγκο και να
δημιουργήσει κίνδυνο εμφανίσεως υπότασης κατά την έναρξη της θεραπείας με
KARVOFIL (βλέπε παράγραφο 4.4).
Συμπληρώματα καλίου και καλιοπροστατευτικά διουρητικά: με βάση την εμπειρία
από την χρήση άλλων φαρμακευτικών προϊόντων που επηρεάζουν το σύστημα
ρενίνης-αγγειοτασίνης, ταυτόχρονη χορήγηση καλιοπροστατευτικών διουρητικών,
συμπληρωμάτων καλίου, υποκαταστάτων άλατος που περιέχουν κάλιο ή άλλων
φαρμακευτικών προϊόντων που μπορούν να αυξήσουν τα επίπεδα του καλίου στον
4/14
ορό (π.χ. ηπαρίνη) μπορεί να οδηγήσει σε αυξήσεις του καλίου στον ορό και ως εκ
τούτου, δεν συνιστάται (βλέπε παράγραφο 4.4).
Λίθιο: αναστρέψιμες αυξήσεις στις συγκεντρώσεις του λιθίου στον ορό και
τοξικότητα έχουν αναφερθεί κατά την διάρκεια ταυτόχρονης χορήγησης λιθίου με
αναστολείς του μετατρεπτικού ενζύμου της αγγειοτασίνης. Παρόμοιες δράσεις
έχουν μέχρι στιγμής πολύ σπάνια αναφερθεί με την ιρβεσαρτάνη. ,Ως εκ τούτου
μ ( 4.4). αυτός ο συνδυασ ός δεν συνιστάται βλέπε παράγραφο Εάν υπάρχει ανάγκη να
χρησιμοποιηθεί ο συνδυασμός, συνιστάται προσεκτική παρακολούθηση των
επιπέδων του λιθίου στον ορό.
Μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη φάρμακα: όταν ανταγωνιστές της αγγειοτασίνης ΙΙ
χορηγηθούν ταυτοχρόνως με μη-στεροειδή αντιφλεγμονώδη φάρμακα (δηλ.
εκλεκτικοί αναστολείς COX-2, ακετυλοσαλικυλικό οξύ (> 3 g/ημέρα) και μη-
εκλεκτικοί NSAIDs), μπορεί να παρουσιασθεί εξασθένηση της αντιυπερτασικής
δράσης της ιρβεσαρτάνης.
Όπως και με τους αναστολείς ΜΕΑ, ταυτόχρονη χρήση ανταγωνιστών της
αγγειοτασίνης ΙΙ και NSAIDs μπορεί να οδηγήσει σε αυξημένο κίνδυνο
επιδείνωσης της νεφρικής λειτουργίας, περιλαμβανομένης πιθανής οξείας
νεφρικής ανεπάρκειας, και αύξηση του καλίου ορού, ιδιαιτέρως σε ασθενείς με
προϋπάρχουσα πτωχή νεφρική λειτουργία. Ο συνδυασμός θα πρέπει να χορηγείται
με προσοχή, ιδιαίτερα στους ηλικιωμένους. Οι ασθενείς θα πρέπει να λαμβάνουν
επαρκή ποσότητα υγρών και θα πρέπει να δίδεται προσοχή στην παρακολούθηση
της νεφρικής λειτουργίας μετά την έναρξη της θεραπείας συνδυασμού, και
περιοδικά μετά από αυτή.
Πρόσθετες πληροφορίες για αλληλεπιδράσεις της ιρβεσαρτάνης: σε κλινικές
μελέτες, η φαρμακοκινητική της ιρβεσαρτάνης δεν επηρεάζεται από την
υδροχλωροθειαζίδη. Η ιρβεσαρτάνη μεταβολίζεται κυρίως από το CYP2C9 και σε
μικρότερη έκταση με γλυκουρονίδωση. Δεν παρατηρήθηκαν σημαντικές
φαρμακοκινητικές ή φαρμακοδυναμικές αλληλεπιδράσεις όταν η ιρβεσαρτάνη
συγχορηγήθηκε με βαρφαρίνη, ένα φαρμακευτικό προϊόν που μεταβολίζεται από το
CYP2C9. Οι επιδράσεις των επαγωγέων του CYP2C9 όπως η ριφαμπικίνη στη
φαρμακοκινητική της ιρβεσαρτάνης δεν έχουν αξιολογηθεί. Η φαρμακοκινητική
της διγοξίνης δεν επηρεάσθηκε από συγχορήγηση με ιρβεσαρτάνη.
4.6Γονιμότητα, κύηση και γαλουχία
:Κύηση
Η χρήση AIIRAs δεν συνιστάται κατά τη διάρκεια του πρώτου τριμήνου της κύησης
(βλέπε παράγραφο 4.4). Η χρήση AIIRAs αντενδείκνυται κατά τη διάρκεια του
δεύτερου και του τρίτου τριμήνου της κύησης (βλέπε παραγράφους 4.3 και 4.4).
Οι επιδημιολογικές ενδείξεις σχετικά με τον κίνδυνο τερατογένεσης μετά από
έκθεση σε αναστολείς ΜΕΑ κατά τη διάρκεια του πρώτου τριμήνου της κύησης δεν
οδήγησαν σε ασφαλή συμπεράσματα. Ωστόσο, δεν μπορεί να αποκλειστεί μια
μικρή αύξηση του κινδύνου. Παρότι δεν υπάρχουν ελεγχόμενα επιδημιολογικά
δεδομένα για τον κίνδυνο με τους Ανταγωνιστές των Υποδοχέων της
Αγγειοτασίνης ΙΙ (AIIRAs), τέτοιοι κίνδυνοι μπορεί να υπάρχουν για την κατηγορία
5/14
αυτή των φαρμάκων. Εκτός εάν η συνεχιζόμενη θεραπεία με AIIRA θεωρηθεί
απαραίτητη, στους ασθενείς που σχεδιάζουν εγκυμοσύνη πρέπει να γίνεται
αλλαγή σε εναλλακτικές αντιυπερτασικές θεραπείες που έχουν καθιερωμένη
εικόνα ασφάλειας για χρήση κατά την κύηση. Όταν διαπιστώνεται εγκυμοσύνη, η
θεραπεία με AIIRAs, πρέπει να σταματά αμέσως, και εάν αρμόζει, πρέπει να ξεκινά
εναλλακτική θεραπεία.
Είναι γνωστό ότι η έκθεση στη θεραπεία με AIIRA κατά τη διάρκεια του δεύτερου
και του τρίτου τριμήνου της κύησης, επάγει εμβρυοτοξικότητα στον άνθρωπο
(μειωμένη νεφρική λειτουργία, ολιγοϋδράμνιο, επιβράδυνση της οστεοποίησης του
κρανίου) και νεογνική τοξικότητα (νεφρική ανεπάρκεια, υπόταση, υπερκαλιαιμία).
(Bλέπε παράγραφο 5.3). Εάν υπάρξει έκθεση σε AIIRAs από το δεύτερο τρίμηνο της
κύησης, συνιστάται υπερηχογραφικός έλεγχος της νεφρικής λειτουργίας και του
κρανίου.
Βρέφη των οποίων οι μητέρες έχουν λάβει AIIRAs πρέπει να παρακολουθούνται
στενά για υπόταση (βλέπε επίσης τις παραγράφους 4.3 και 4.4).
μΘηλασ ός:
Δεδομένου ότι δεν υπάρχουν πληροφορίες σχετικά με τη χρήση του KARVOFIL
κατά τη διάρκεια του
θηλασμού, το KARVOFIL δε συνιστάται και προτιμώνται εναλλακτικές θεραπείες
με καλύτερα καθιερωμένη εικόνα ασφάλειας κατά τη διάρκεια της γαλουχίας,
ιδιαίτερα όταν πρόκειται για το θηλασμό νεογέννητου ή πρόωρου βρέφους.
Δεν είναι γνωστό εάν η ιρβεσαρτάνη ή οι μεταβολίτες της απεκκρίνονται στο
ανθρώπινο γάλα. Τα διαθέσιμα φαρμακοδυναμικά/τοξικολογικά δεδομένα σε
αρουραίους έδειξαν απέκκριση της ιρβεσαρτάνης ή των μεταβολιτών της στο γάλα
(για λεπτομέρειες βλέπε παράγραφο 5.3).
Γονιμότητα:
Η ιρβεσαρτάνη δεν είχε επίδραση στην γονιμότητα αρουραίων που έλαβαν
θεραπεία και στους απογόνους τους μέχρι τα επίπεδα δόσης που προκαλούν τα
πρώτα σημάδια της γονικής τοξικότητας (βλέπε παράγραφο 5.3)
4.7Επιδράσεις στην ικανότητα οδήγησης και χειρισμού μηχανών
Δεν πραγματοποιήθηκαν μελέτες σχετικά με τις επιδράσεις στην ικανότητα
οδήγησης και χειρισμού μηχανών. Με βάση τις φαρμακοδυναμικές της ιδιότητες, η
ιρβεσαρτάνη είναι απίθανο να επηρεάζει την ικανότητα αυτή. Όταν οδηγείτε
οχήματα ή χειρίζεσθε μηχανές, θα πρέπει να λαμβάνετε υπόψη ότι ζάλη ή
εξάντληση μπορεί να εμφανισθούν κατά την διάρκεια της θεραπείας.
6/14
4.8Ανεπιθύμητες ενέργειες
Σε ελεγχόμενες με εικονικό φάρμακο μελέτες ασθενών με υπέρταση, η συνολική
συχνότητα εμφανίσεως ανεπιθύμητων συμβαμάτων δεν διέφερε μεταξύ των
ομάδων της ιρβεσαρτάνης (56,2%) και του εικονικού φαρμάκου (56,5%). Διακοπή
της θεραπείας λόγω κάποιου κλινικού ή εργαστηριακού ανεπιθύμητου συμβάματος
ήταν λιγότερο συχνή στους ασθενείς που έλαβαν ιρβεσαρτάνη (3,3%) από ότι
στους ασθενείς που έλαβαν εικονικό φάρμακο (4,5%). Η συχνότητα εμφανίσεως
ανεπιθυμήτων συμβαμάτων δε συσχετίσθηκε με την δόση (στο εύρος των
συνιστωμένων δόσεων), το γένος, την ηλικία, τη φυλή, ή τη διάρκεια της
θεραπείας.
Σε διαβητικούς υπερτασικούς ασθενείς με μικρολευκωματινουρία και φυσιολογική
νεφρική λειτουργία, αναφέρθηκε ορθοστατική ζάλη και ορθοστατική υπόταση σε
0,5% των ασθενών (δηλ. όχι συχνά), ωστόσο υψηλότερο απ' ό,τι με εικονικό
φάρμακο.
Ο παρακάτω πίνακας παρουσιάζει τις ανεπιθύμητες ενέργειες του φαρμάκου που
αναφέρθηκαν σε μελέτες ελεγχόμενες με εικονικό φάμρακο, στις οποίες 1.965
υπερτασικοί ασθενείς έλαβαν ιρβεσαρτάνη. Οι όροι που έχουν επισημανθεί με
αστερίσκο (*) αναφέρονται στις ανεπιθύμητες ενέργειες, που αναφέρθηκαν
επιπλέον σε >2% διαβητικών υπερτασικών ασθενών με χρόνια νεφρική
ανεπάρκεια και έκδηλη λευκωματινουρία και σε ποσοστό υψηλότερο του εικονικού
φαρμάκου.
Η συχνότητα των ανεπιθύμητων ενεργειών που αναφέρονται παρακάτω, έχει
ορισθεί χρησιμοποιώντας την ακόλουθη σύμβαση: πολύ συχνές (≥ 1/10)˙ συχνές
(≥ 1/100 έως < 1/10)˙ όχι συχνές (≥ 1/1.000 έως < 1/100)˙ σπάνιες (≥ 1/10.000
έως < 1/1.000)˙ πολύ σπάνιες (< 1/10.000).
Εντός κάθε κατηγορίας συχνότητας εμφάνισης, οι ανεπιθύμητες ενέργειες
παρατίθενται κατά φθίνουσα σειρά σοβαρότητας.
Οι επιπλέον ανεπιθύμητες ενέργειες που έχουν αναφερθεί κατά τη διάρκεια της
μετά την κυκλοφορία
εμπειρίας αναφέρονται παρακάτω επίσης. Αυτές οι ανεπιθύμητες ενέργειες
προέρχονται από αυθόρμητες αναφορές.
Διαταραχές του ανοσοποιητικού συστήματος:
Μη γνωστές: αντιδράσεις υπερευαισθησίας όπως αγγειοοίδημα, εξάνθημα,
κνίδωση
Διαταραχές του μεταβολισμού και της θρέψης:
Μη γνωστές: υπερκαλιαιμία
Διαταραχές του νευρικού συστήματος:
Συχνές: ζάλη, ορθοστατική ζάλη*
Μη γνωστές: ίλιγγος, κεφαλαλγία
Διαταραχές του ωτός και του λαβυρίνθου:
Μη γνωστές: εμβοές
Καρδιακές διαταραχές:
Όχι συχνές: ταχυκαρδία
7/14
Αγγειακές διαταραχές:
Συχνές: ορθοστατική υπόταση*
Όχι συχνές: έξαψη
Διαταραχές του αναπνευστικού συστήματος, του θώρακα και του μεσοθωράκιου:
Όχι συχνές: βήχας
Διαταραχές του γαστρεντερικού:
Συχνές: ναυτία/έμετος
Όχι συχνές: διάρροια, δυσπεψία/αίσθημα καύσου
Μη γνωστές: δυσγευσία
Διαταραχές του ήπατος και των χοληφόρων:
Όχι συχνές: ίκτερος
Μη γνωστές: ηπατίτιδα, μη φυσιολογική ήπατικη λειτουργία
Διαταραχές του δέρματος και του υποδόριου ιστού:
Μη γνωστές: λευκοκυτταροκλαστική αγγειίτιδα
Διαταραχές του μυοσκελετικού συστήματος και του συνδετικού ιστού:
Συχνές: μυοσκελετικός πόνος*
Μη γνωστές: αρθραλγία, μυαλγία (σε ορισμένες περιπτώσεις σχετιζόμενη με
αυξημένα επίπεδα
κινάσης της κρεατίνης στο πλάσμα), μυϊκές κράμπες
Διαταραχές των νεφρών και των ουροφόρων οδών:
Μη γνωστές: διαταραχή νεφρικής λειτουργίας περιλαμβανομένων περιπτώσεων
νεφρικής
ανεπάρκειας σε ασθενείς σε κίνδυνο (βλέπε παράγραφο 4.4)
Διαταραχές του αναπαραγωγικού συστήματος και του μαστού:
Όχι συχνές: σεξουαλική δυσλειτουργία
Γενικές διαταραχές και καταστάσεις της οδού χορήγησης:
Συχνές: κόπωση
Όχι συχνές: πόνος στο στήθος
Έρευνες
:
Πολύ συχνές: υπερκαλιαιμία* εμφανίσθηκε πιο συχνά σε διαβητικούς ασθενείς
στους οποίους χορηγήθηκε ιρβεσαρτάνη απ' ό,τι σε αυτούς που έλαβαν εικονικό
φάρμακο. Σε διαβητικούς υπερτασικούς ασθενείς με μικρολευκωματινουρία και
φυσιολογική νεφρική λειτουργία εμφανίσθηκε υπερκαλιαιμία (≥ 5,5 mEq/L) στο
29,4% των ασθενών στην ομάδα της ιρβεσαρτάνης 300 mg και στο 22% των
ασθενών στην ομάδα του εικονικού φαρμάκου. Σε διαβητικούς υπερτασικούς
ασθενείς με χρόνια νεφρική ανεπάρκεια και εμφανή πρωτεϊνουρία εμφανίσθηκε
υπερκαλιαιμία (≥ 5,5 mEq/L) στο 46,3% των ασθενών στην ομάδα της
ιρβεσαρτάνης και στο 26,3% των ασθενών στην ομάδα του εικονικού φαρμάκου.
Συχνές: συχνά (1,7%) παρατηρήθηκαν σημαντικές αυξήσεις της κινάσης της
κρεατίνης στο πλάσμα σε ασθενείς που χορηγήθηκε ιρβεσαρτάνη. Καμία από τις
αυξήσεις αυτές δεν συνδέθηκε με κλινικά ανιχνεύσιμα μυοσκελετικά συμβάματα.
8/14
Στο 1,7% των υπερτασικών ασθενών με προχωρημένη διαβητική νεφρική
ανεπάρκεια στους οποίους χορηγήθηκε ιρβεσαρτάνη, παρατηρήθηκε μείωση της
αιμοσφαιρίνης*, που δεν ήταν κλινικά σημαντικ
μ :Παιδιατρικός πληθυσ ός
Σε μια τυχαιοποιημένη δοκιμή με 318 υπερτασικά παιδιά και εφήβους ηλικίας από
6 έως 16 ετών, παρατηρήθηκαν οι ακόλουθες ανεπιθύμητες ενέργειες κατά τη
διάρκεια της διπλής-τυφλής φάσης των 3 εβδομάδων: κεφαλαλγία (7,9%), υπόταση
(2,2%), ζάλη (1,9%), βήχας (0,9%). Κατά τις 26 εβδομάδες της ανοικτής περιόδου
της δοκιμής αυτής, οι πιο συχνά παρατηρηθείσες μη φυσιολογικές εργαστηριακές
εξετάσεις ήταν αυξήσεις της κρεατινίνης (6,5%) και αυξημένες τιμές της CK στο
2% των παιδιών που συμμετείχαν.
Αναφορά πιθανολογούμενων ανεπιθύμητων ενεργειών
Η αναφορά πιθανολογούμενων ανεπιθύμητων ενεργειών μετά από τη
χορήγηση άδειας κυκλοφορίας του φαρμακευτικού προϊόντος είναι
σημαντική. Επιτρέπει τη συνεχή παρακολούθηση της σχέσης οφέλους-
κινδύνου του φαρμακευτικού προϊόντος. Ζητείται από τους επαγγελματίες
του τομέα της υγειονομικής περίθαλψης να αναφέρουν οποιεσδήποτε
πιθανολογούμενες ανεπιθύμητες ενέργειες στον Εθνικό Οργανισμό
Φαρμάκων (Μεσογείων 284, 15562, Χολαργός, www.eof.gr).
4.9Υπερδοσολογία
Eμπειρία σε ενήλικες που έλαβαν δόσεις έως 900 mg/ημέρα επί 8 εβδομάδες δεν
έδειξε τοξικότητα.
Οι πιο πιθανές εκδηλώσεις υπερδοσολογίας αναμένεται να είναι η υπόταση και η
ταχυκαρδία. Βραδυκαρδία επίσης είναι δυνατόν να εμφανισθεί σε υπερδοσολογία.
Δεν υπάρχει ειδική πληροφόρηση για την αντιμετώπιση υπερδοσολογίας με το
KARVOFIL . Ο ασθενής πρέπει να παρακολουθείται στενά και η αντιμετώπιση
πρέπει να είναι συμπτωματική και υποστηρικτική. Στα προτεινόμενα μέτρα
περιλαμβάνονται πρόκληση εμέτου ή και πλύση στομάχου. Ενεργός άνθρακας
ίσως να είναι χρήσιμος για την αντιμετώπιση της υπερδοσολογίας. Η ιρβεσαρτάνη
δεν απομακρύνεται με αιμοκάθαρση.
5. ΔΦΑΡΜΑΚΟΛΟΓΙΚΕΣ Ι ΙΟΤΗΤΕΣ
5.1Φαρμακοδυναμικές ιδιότητες
Φαρμακοθεραπευτική κατηγορία: Ανταγωνιστές της αγγειοτασίνης-ΙΙ, απλοί.
Κωδικός ATC: C09C A04.
Μηχανισμός δράσης: Η ιρβεσαρτάνη είναι ένας ισχυρός, δραστικός μετά την από
του στόματος λήψη
εκλεκτικός ανταγωνιστής των υποδοχέων της αγγειοτασίνης-II (τύπου AT1).
Αναμένεται να αποκλείει
9/14
όλες τις δράσεις της αγγειοτασίνης-II στις οποίες μεσολαβεί ο υποδοχέας AT1,
ανεξάρτητα από την πηγή ή την οδό σύνθεσης της αγγειοτασίνης-II. O εκλεκτικός
ανταγωνισμός των υποδοχέων της αγγειοτασίνης-II (AT1) οδηγεί σε αυξήσεις των
επιπέδων της ρενίνης και της αγγειοτασίνης-II στο πλάσμα και μία μείωση της
συγκέντρωσης της αλδοστερόνης στο πλάσμα. επίπεδα του καλίου στον ορό
δεν επηρεάζονται σημαντικά από την ιρβεσαρτάνη μόνο στις συνιστώμενες
δόσεις. Η ιρβεσαρτάνη δεν αναστέλλει το MEA (κινινάση-II), ένα ένζυμο που
συμμετέχει στην παραγωγή της αγγειοτασίνης-II και επίσης διασπά τη
βραδυκινίνη σε ανενεργούς μεταβολίτες.Η ιρβεσαρτάνη δεν χρειάζεται μεταβολική
ενεργοποίηση για τη δράση του.
Κλινική αποτελεσματικότητα:
Υπέρταση
Η ιρβεσαρτάνη ελαττώνει την αρτηριακή πίεση αλλάζοντας ελάχιστα τον
καρδιακό ρυθμό. H μείωση
της αρτηριακής πίεσης είναι δοσοεξαρτώμενη για δόσεις μία φορά την ημέρα με
τάση προς οριζοντίωση (plateau) με δόσεις μεγαλύτερες των 300 mg. Δόσεις των
150-300 mg μία φορά την ημέρα ελαττώνουν την αρτηριακή πίεση σε ύπτια ή
καθήμενη στάση στην κοιλάδα (δηλαδή 24 ώρες μετά τη χορήγηση της δόσεως)
κατά μέσο όρο 8-13/5-8 mmHg (συστολική/διαστολική) μεγαλύτερη από αυτές που
σχετίζονται με λήψη εικονικού φαρμάκου.
H μέγιστη μείωση της αρτηριακής πίεσης επιτυγχάνεται 3-6 ώρες μετά τη
χορήγηση και το αποτέλεσμα της μείωσης της αρτηριακής πίεσης διατηρείται για
τουλάχιστον 24 ώρες. Σε 24 ώρες η αρτηριακή πίεση μειώθηκε κατά 60%-70% της
αντίστοιχης μέγιστης τιμής των διαστολικών και συστολικών ανταποκρίσεων
στις συνιστώμενες δόσεις. Η χορήγηση μία φορά την ημέρα 150 mg έδωσε
κατώτερες και μέσες 24 ώρες ανταποκρίσεις, ανάλογες με χορήγηση δύο φορές
την ημέρα με την ίδια ολική δοσολογία.
H δράση του KARVOFIL στην ελάττωση της αρτηριακής πίεσης είναι εμφανής μέσα
σε 1-2 εβδομάδες με την μέγιστη δράση να εμφανίζεται σε 4-6 εβδομάδες μετά από
την έναρξη της θεραπείας. H αντιυπερτασική δράση διατηρείται κατά τη
μακροχρόνια θεραπεία. Μετά την διακοπή της θεραπείας, η αρτηριακή πίεση
επανέρχεται σταδιακά στην αρχική τιμή. Με την απότομη διακοπή της θεραπείας,
δεν έχει παρατηρηθεί απότομη αύξηση της αρτηριακής πίεσης.
Οι επιδράσεις στην ελάττωση της αρτηριακής πίεσης της ιρβεσαρτάνης και των
θειαζιδικού τύπου διουρητικών είναι αθροιστικές. Στους ασθενείς που δεν έχει
ρυθμισθεί ικανοποιητικά η αρτηριακή τους πίεση και λαμβάνουν μόνο
ιρβεσαρτάνη, η προσθήκη χαμηλής δόσεως υδροχλωροθειαζίδης (12,5 mg) στην
ιρβεσαρτάνη μία φορά ημερησίως, έχει αποτέλεσμα περαιτέρω προσαρμοσμένη ως
προς το εικονικό φάρμακο ελάττωση της αρτηριακής πίεσης στην κοιλάδα κατά 7-
10/3-6 mmHg (συστολική/διαστολική).
H αποτελεσματικότητα του KARVOFIL δεν επηρεάζεται από την ηλικία ή το φύλο.
Όπως στην περίπτωση με τα άλλα φαρμακευτικά προϊόντα που επιδρούν στο
σύστημα ρενίνης-αγγειοτασίνης, μαύροι υπερτασικοί ασθενείς έχουν αξιόλογα
χαμηλότερη ανταπόκριση στη μονοθεραπεία με ιρβεσαρτάνη. Όταν η ιρβεσαρτάνη
χορηγείται ταυτόχρονα με μία μικρή δόση υδροχλωροθειαζίδης (π.χ. 12,5 mg
ημερησίως), η αντιυπερτασική ανταπόκριση στους μαύρους ασθενείς πλησιάζει
εκείνη των λευκών ασθενών.
10/14
Δεν υπάρχει κλινικώς σημαντική δράση στο ουρικό οξύ του ορού ή στην απέκκριση
του ουρικού οξέος στα ούρα.
Παιδιατρικός πληθυσμός
Μείωση της αρτηριακής πίεσης με 0,5 mg/kg (χαμηλές), 1,5 mg/kg (μέτριες) και
4,5 mg/kg (υψηλές) τιτλοποιημένες δόσεις στόχους της ιρβεσαρτάνης
αξιολογήθηκαν σε 318 υπερτασικά ή σε κίνδυνο (διαβητικά, με οικογενειακό
ιστορικό υπέρτασης) παιδιά και εφήβους ηλικίας από 6 έως 16 ετών για
μια περίοδο τριών εβδομάδων. Κατά το πέρας των τριών εβδομάδων η μέση μείωση
από την έναρξη της κύριας μεταβλητής αποτελεσματικότητας, η τιμή της
αρτηριακής συστολικής πίεσης σε καθιστή θέση στο κατώτατο σημείο (SeSBP)
ήταν 11,7 mmHg (χαμηλή δόση), 9,3 mmHg (μέτρια δόση), 13,2 mmHg (υψηλή
δόση). Δεν εμφανίσθηκε σημαντική διαφορά μεταξύ των δόσεων αυτών.
Προσαρμοσμένη μέση αλλαγή της διαστολικής αρτηριακής πίεσης στο κατώτατο
σημείο (SeDBP) ήταν όπως ακολουθεί: 3,8 mmHg (χαμηλή δόση), 3,2 mmHg
(μέτρια δόση), 5,6 mmHg (υψηλή δόση). Κατά τη διάρκεια περιόδου δύο
εβδομάδων, που επακολούθησε, όπου οι ασθενείς επανατυχαιοποιήθηκαν είτε σε
δραστικό φαρμακευτικό προϊόν ή σε εικονικό φάρμακο, οι ασθενείς σε εικονικό
φάρμακο είχαν αύξηση κατά 2,4 και 2,0 mmHg στην SeSBP και SeDBP σε
σύγκριση με +0,1 and -0,3 mmHg μεταβολές αντίστοιχα, ιδιαίτερα σε αυτούς σε
όλες τις δόσεις της ιρβεσαρτάνης (βλέπε παράγραφο 4.2).
Υπέρταση και διαβήτης τύπου 2 με νεφροπάθεια
Η Μελέτη Ιρβεσαρτάνη Διαβητική Νεφροπάθεια "Irbesartan Diabetic Nephropathy
Trial (IDNT)" δείχνει ότι η ιρβεσαρτάνη ελαττώνει την εξέλιξη της νεφροπάθειας
σε ασθενείς με χρόνια νεφρική ανεπάρκεια και εμφανή πρωτεϊνουρία Η IDNT ήταν
μία διπλά τυφλή, ελεγχόμενη μελέτη νοσηρότητας και θνησιμότητας, που
συνέκρινε το KARVOFIL, μ μ .την α λοδιπίνη και το εικονικό φάρ ακο
1715 μ 2, 900 mg/ μΣε υπερτασικούς ασθενείς ε διαβήτη τύπου πρωτεϊνουρία η ερησίως
και κρεατινίνη μ 1,0-3,0 mg/dl, ορού που κυ αίνονταν από εξετάσθηκαν οι δράσεις
μ (μακράς διάρκειας έση 2,6 ) KARVOFIL διάρκεια έτη του στην εξέλιξη της
μ νεφροπάθειας και στη θνησι ότητα από όλες τις . αιτίες Οι ασθενείς
75 mg μ μ 300 mg KARVOFIL, τιτλοποιήθηκαν από έχρι ία δόση συντήρησης από 2,5 mg
μ 10 mg μ , μ μ . έχρι α λοδιπίνης ή εικονικό φάρ ακο ανάλογα ε την ανοχή των ασθενών Οι
μ μ 2 4ασθενείς σε όλες τις ο άδες θεραπείας έλαβαν τυπικά εταξύ και
αντιυπερτασικούς παραγόντες ( . , , π χ διουρητικά βήτα αποκλειστές άλφα
) μ μαποκλειστές για να επιτύχουν ία προκαθορισ ένη 135/85 mmHg αρτηριακή πίεση ή
μ 10 mmHg , μία ελάττωση κατά στη συστολική πίεση εάν η τι ή κατά την έναρξη της
160 mmHg. μ θεραπείας ήταν Στην επιθυ ητή αυτή αρτηριακή πίεση έφθασε το 60% των
μ μ , μασθενών της ο άδας του εικονικού φαρ άκου ενώ το ποσοστό αυτό για τις ο άδες
της μ 76% 78%. ιρβεσαρτάνης και της α λοδιπίνης ήταν αντιστοίχως και Η
μ μιρβεσαρτάνη είωσε ση αντικά το σχετικό κίνδυνο ως προς το πρωταρχικό
μ μ μ συνδυασ ένο τελικό ση είο διπλασιασ ού της , κρεατινίνης του ορού νεφροπάθεια
(end-stage renal disease-ESRD) τελικού σταδίου ή τη μ . θνησι ότητα από όλες τις αιτίες
33% μ Περίπου το των ασθενών στην ο άδα της ιρβεσαρτάνης έφθασε το πρωταρχικό
μ , μ 39% 41% σύνθετο τελικό ση είο νεφρικής λειτουργίας σε σύγκριση ε το και το στις
μ μ μ [20% ο άδες του εικονικού φαρ άκου και της α λοδιπίνης σχετικός κίνδυνος
μ είωσης σε σύγκριση μ μ (p= 0,024) 23% ε το εικονικό φάρ ακο και σχετικός κίνδυνος
11/14
μ μ είωσης σε σύγκριση ε την μ (p= 0,006)]. μ μ μ α λοδιπίνη Όταν οι ε ονω ένοι παράγοντες
μτου πρωταρχικού τελικού ση είου , μ αναλύθηκαν δεν παρατηρήθηκε κα ία επίδραση
μ , στη θνησι ότητα από όλες τις αιτίες ενώ μ παρατηρήθηκε ία θετική δράση στη
μ ESRD μ μ μ μείωση της και ία ση αντική είωση στο διπλασιασ ό τ ης κρεατινίνης του
.ορού
- μ μ , , , , Υπο ο άδες ανάλογα ε το φύλο τη φυλή την ηλικία την διάρκεια του διαβήτη την
αρτηριακή πίεση , , κατά την έναρξη της θεραπείας την κρεατινίνη ορού το ποσοστό
μ ,έκκρισης λευκω ατίνης μ αξιολογήθηκαν για την αποτελεσ ατικότητα της
. - μ μ μθεραπείας Στις υπο ο άδες ε γυναίκες και αύρους
32% 26% μ μασθενείς που αντιπροσώπευαν το και το του ολικού πληθυσ ού προς ελέτη
,αντιστοίχως μ μ , ία ευνοϊκή δράση στους νεφρούς δεν ήταν ε φανής αν και τα όρια
.αξιοπιστίας δεν την εξαιρούν
μ μ Όσον αφορά το δευτερεύον τελικό ση είο θανατηφόρων ή η θανατηφόρων
καρδιαγγειακών ,επεισοδίων μ μ δεν υπήρξε διαφορά εταξύ των τριών ο άδων στον
μ , μολικό πληθυσ ό αν και ία μ μ μ αυξη ένη συχνότητα ε φάνισης η θανατηφόρου
μ μ μ ε φράγ ατος του υοκαρδίου παρατηρήθηκε για μ μ μτις γυναίκες και ία ειω ένη
μ μ μ μ μσυχνότητα ε φάνισης η θανατηφόρου ε φράγ ατος του υοκαρδίου με φανίσθηκε
μ μ μστους άνδρες στην ο άδα της ιρβεσαρτάνης σε σύγκριση ε το δοσολογικό σχή α
μ στηριζό ενο στο εικονικό μ . μ μ μφάρ ακο Μία αυξη ένη συχνότητα ε φάνισης η
θανατηφόρου μ μ μ ε φράγ ατος του υοκαρδίου και αγγειακού εγκεφαλικού επεισοδίου
παρουασιάσθηκε στις γυναίκες μ μ μ ε το δοσολογικό σχή α ε ιρβεσαρτάνη σε
μ μ μ μ , σύγκριση ε το δοσολογικό σχή α ε α λοδιπίνη ενώ η μπερίθαλψη στο νοσοκο είο
μ μλόγω καρδιακής ανεπάρκειας ειώθηκε για όλο το πληθυσ ό. , Ωστόσο δεν έχει
, μ .διατυπωθεί σαφής εξήγηση για τα ευρή ατα αυτά στις γυναίκες
μ " μ Η ελέτη Επιδράσεις της ιρβεσαρτάνης στην Μικρολευκω ατουρία σε
μΥπερτασικούς Ασθενείς ε
Δ 2" (Effects of Irbesartan on Microalbuminuria in Hypertensive PatientsΣακχαρώδη ιαβήτη τύπου
with type 2 Diabetes Mellitus -IRMA 2) 300 mg δείχνει ότι ιρβεσαρτάνης καθυστερούν την
μ μ μ μ . μεξέλιξη της ε φανούς πρωτεϊνουρίας σε ασθενείς ε ικρολευκω ατουρία Η ελέτη
IRMA 2, μήταν ία μελεγχό ενη μ μ , μ ,ε εικονικό φάρ ακο διπλά τυφλή ελέτη νοσηρότητας
590 μ σε ασθενείς ε διαβήτη 2,τύπου μ μ (30-300 mg/ μ ) ικρολευκω ατουρία η ερησίως και
φυσιολογική νεφρική λειτουργία ( 1,5 mg/dl < 1,1κρεατινίνη ορού στους άνδρες και
mg/dl ). μ στις γυναίκες Η ελέτη εξέτασε τις μ (2 ) επιδράσεις ακράς διάρκειας έτη του
KARVOFIL ( μ )στην εξέλιξη της κλινικής ε φανούς ( πρωτεϊνουρίας ποσοστό έκκρισης
μ , urinary albumin excretion rateλευκω ατίνης στα ούρα (UAER)> 300 mg/ μ μη ερησίως και ία
UAER 30% αύξηση στην τουλάχιστον κατά από την αρχική μ ). μτι ή Η προκαθορισ ένη
μ μ 135/85 mmHg.επιθυ ητή τι ή αρτηριακής πίεσης ήταν
μ μ ( μ Συ πληρω ατικοί αντιυπερτασικοί παράγοντες εξαιρου ένων των αναστολέων
, ΜΕΑ των ανταγωνιστών των υποδοχέων της αγγειοτασίνης ΙΙ και των
διϋδροπυριδινικών ανταγωνιστών ), , , ασβεστίου προστέθηκαν όπου χρειάσθηκε για
μ . να επιτευχθεί η επιθυ ητή αρτηριακή πίεση Αν και
μ μ , ό οια αρτηριακή πίεση επιτεύχθηκε σε όλες τις ο άδες θεραπείας λιγότεροι
μ 300 mg (5,2%) μ μ ασθενείς στην ο άδα των ιρβεσαρτάνης από ότι στην ο άδα ε το
μ (14,9%) μ 150 mg εικονικό φάρ ακο ή στην ο άδα των ιρβεσαρτάνης (9,7%) πλησίασε το
μ μ , τελικό ση είο ε φανούς πρωτεϊνουρίας επιδεικνύοντας μ 70% ία ελάττωση κατά του
μ μ (p= 0,0004), σχετικού κινδύνου σε σύγκριση ε το εικονικό φάρ ακο για την
. Δ μ υψηλότερη δόση εν παρατηρήθηκε ία συνοδός βελτίωση στο ποσοστό της
μσπειρα ατικής μ . διήθησης κατά την διάρκεια των τριών πρώτων ηνών θεραπείας Η
12/14
επιβράδυνση στην εξέλιξη της μ μ κλινικής πρωτεϊνουρίας ήταν ε φανής ετά από τρεις
μ 2 .ήνες και συνεχίσθηκε για περίοδο ετών
μ (< 30 mg/ μ ) Υποχώρηση της φυσιολογικής λευκω ατουρίας η ερησίως ήταν
περισσότερο συχνή στην
μ 300 mg KARVOFIL (34%), μ μ μο άδα των σε σύγκριση ε την ο άδα του εικονικού φαρ άκου
(21%).
13/14
5.2Φαρμακοκινητικές ιδιότητες
M μ , . ετά την από του στό ατος χορήγηση η ιρβεσαρτάνη απορροφάται καλά Μελέτες
απολύτου μ μ 60-80%. H βιοδιαθεσι ότητας έδωσαν τι ές περίπου σύγχρονη λήψη τροφής
δεν επηρεάζει μ ση αντικά τη μ . H μ μ βιοδιαθεσι ότητα της ιρβεσαρτάνης δέσ ευση ε τις
μ πρωτεΐνες του πλάσ ατος είναι 96%,περίπου μ ενώ η δέσ ευση από τα κυτταρικά
μ μ . O συστατικά του αί ατος ασή αντη όγκος μ 53-93 . M κατανο ής είναι λίτρα ετά την
μ μαπό του στό ατος ή ενδοφλέβια χορήγηση ιρβεσαρτάνης ε 14C, 80%-85% το της
μ ραδιενέργειας που κυκλοφορεί στο πλάσ α αποδίδεται στην ιρβεσαρτάνη που δεν
μ . έχει εταβολισθεί Η μ μ ιρβεσαρτάνη εταβολίζεται από το ήπαρ ε γλυκουρονική
σύζευξη και . O μοξείδωση ση αντικότερος μ εταβολίτης που κυκλοφορεί είναι το
μ μ συζευγ ένο ε τη γλυκουρονική ( 6%). In vitro μ ιρβεσαρτάνη περίπου ελέτες δείχνουν
ότι η ιρβεσαρτάνη οξειδώνεται πρωτίστως από μ CYP2C9 μτο ένζυ ο του κυτοχρώ ατος
P450. μ CYP3A4 μ .Το ισοένζυ ο έχει α ελητέα δράση
μ μμ μ μ Η ιρβεσαρτάνη ε φανίζει γρα ική και αναλογική ε την δόση φαρ ακοκινητική στο
εύρος δόσεων
10-600 mg. , μ Μία λιγότερο από αναλογική αύξηση στην απορρόφηση ετά την από του
μστό ατος , μ μ 600 mg ( μχορήγηση ε δόσεις εγαλύτερες από τα δύο φορές την έγιστη
μ )συνιστώ ενη δόση . μ μ παρατηρήθηκε Ο ηχανισ ός αυτής της δράσεως είναι
. άγνωστος Μέγιστες συγκεντρώσεις στο μ , 1,5-2 μπλάσ α επιτυγχάνονται σε ώρες ετά
μτην χορήγηση από το στό α. μ 157-176Η ολική σω ατική και νεφρική κάθαρση είναι
3-3,5 ml/min . μ μκαι αντίστοιχα Η η ιπερίοδος τελικής απο άκρυνσης της ιρβεσαρτάνης
11-15 . μ μ είναι ώρες Οι συγκεντρώσεις πλάσ ατος στη σταθεροποιη ένη κατάσταση
μεπιτυγχάνονται έσα 3 μ μ μ μ σε η έρες ετά από την έναρξη της αγωγής ε ία δόση την
μ . M η έρα ετά από μ μ μ μ , επαναλα βανό ενες δόσεις ία φορά την η έρα παρατηρείται
μ περιορισ ένη συσσώρευση της μ (< 20%). μ μ ,ιρβεσαρτάνης στο αί α Σε ία ελέτη
ελαφρώς υψηλότερες συγκεντρώσεις ιρβεσαρτάνης μ παρατηρήθηκαν στο πλάσ α σε
. υπερτασικές γυναίκες Ωστόσο δεν παρατηρήθηκε διαφορά στην μ η ίσεια ζωή και
. Δ μ στην συσσώρευση της ιρβεσαρτάνης εν είναι απαραίτητες προσαρ ογές της
. μ AUC Cmax δοσολογίας σε γυναίκες ασθενείς Οι τι ές και για την ιρβεσαρτάνη ήταν
ελαφρώς μ μ ( 65 ) εγαλύτερες στους ηλικω ένους ασθενείς ετών από εκείνες των
(18-40 ).νέων ασθενών ετών
μ μ . Δ Ωστόσο η τελική η ίσεια ζωή δεν επηρεάσθηκε ση αντικά εν απαιτούνται
μ προσαρ ογές της
μ .δοσολογίας για ηλικιω ένους ασθενείς
μ μ Η ιρβεσαρτάνη και οι εταβολίτες του απο ακρύνονται τόσο δια της χοληφόρου όσο
και δια της . M μ νεφρικής οδού ετά την από του στό ατος ή ενδοφλέβια χορήγηση
μ 14C, ιρβεσαρτάνης ε περίπου το
20% μ .της ραδιενέργειας ε φανίζεται στα ούρα και το υπόλοιπο στα κόπρανα
2% Λιγότερο από το της
μ μ μ δόσης εκκρίνεται στα ούρα ως η εταβολισ ένη ιρβεσαρτάνη.
μΠαιδιατρικός πληθυσ ός
μ 23 μΗ φαρ ακοκινητική της ιρβεσαρτάνης αξιολογήθηκε σε υπερτασικά παιδιά ετά
από χορήγηση
μ (2 mg/kg) μ μεφάπαξ ή πολλαπλών η ερήσιων δόσεων ιρβεσαρτάνης έχρι έγιστη
μ η ερήσια δόση 150 mg μ . 23 21 για τέσσερις εβδο άδες Από τα αυτά παιδιά τα ήταν
μ αξιολογήσι α ως προς τη μ μ δυνατότητα σύγκρισης φαρ ακοκινητικής ε ενήλικες
( 12 , δώδεκα παιδιά άνω των ετών εννέα παιδιά μ 6 12 ). εταξύ και ετών Τα
14/14
μ Cmax, AUC αποτελέσ ατα δείχνουν ότι η η και η ταχύτητα κάθαρσης ήταν
μ μ μ 150συγκρίσι ες ε αυτές που παρατηρήθηκαν σε ενήλικες ασθενείς που ελά βαναν
mg μ . μ (18%) ιρβεσαρτάνης η ερησίως Μια περιορισ ένη συσσώρευση ιρβεσαρτάνης στο
μπλάσ α μ μ μ μ μ .παρατηρήθηκε ετά από επαναλα βανό ενη δοσολογία ια φορά την η έρα
Έκπτωση της νεφρικής λειτουργίας: μ σε ασθενείς ε έκπτωση της νεφρικής
λειτουργίας ή σε εκείνους
μ , μ μ που υποβάλλονται σε αι οκάθαρση οι φαρ ακοκινητικές παρά ετροι της
ιρβεσαρτάνης δεν μ μ . μ μεταβάλλονται ση αντικά Η ιρβεσαρτάνη δεν απο ακρύνεται ε
μ .αι οκάθαρση
Έκπτωση της ηπατικής λειτουργίας: μ μ σε ασθενείς ε ήπια έως έτριας βαρύτητος
,κίρρωση του ήπατος
μ μ μ μ .οι φαρ ακοκινητικές παρά ετροι της ιρβεσαρτάνης δεν εταβάλλονται ση αντικά
Δ εν έχουν γίνει
μ μ .ελέτες σε ασθενείς ε σοβαρή έκπτωση της ηπατικής λειτουργίας
5.3Προκλινικά δεδομένα για την ασφάλεια
Δ μ εν υπάρχουν ενδείξεις παθολογικής συστη ατικής τοξικότητας ή τοξικότητας σε
όργανα στόχους σε
. μ - μ , κλινικά σχετικές δόσεις Σε η κλινικές ελέτες ασφαλείας υψηλές δόσεις
ιρβεσαρτάνης ( 250 mg/kg/ μ 100 mg/kg/ μ η ερησίως σε αρουραίους και η ερησίως σε
macacus) πιθήκους είχαν σαν μ μ μ αποτέλεσ α ία ελάττωση των παρα έτρων των
μμ μ , ( ,ε όρφων στοιχείων του αί ατος ερυθροκύτταρα
μ , μ ). ( 500mg/kg/ μ )αι οσφαιρίνη αι ατοκρίτης Σε πολύ υψηλές δόσεις η ερησίως
προκλήθηκαν από την macacusιρβεσαρτάνη σε αρουραίους και σε πιθήκους
(εκφυλιστικές αλλαγές στους νεφρούς όπως
μ , , , μδιά εση νεφρίτιδα σωληναριακή διάταση βασεόφιλα σωληνάρια αυξη ένες
συγκεντρώσεις ουρίας μ ) και κρεατινίνης στο πλάσ α και θεωρούνται δευτερογενείς
μ των υποτασικών αποτελεσ άτων του μ φαρ ακευτικού προϊόντος οι οποίες οδηγούν
μ μ μ . , σε ειω ένη νεφρική αι άτωση Επιπλέον η ιρβεσαρτάνη προκάλεσε
/ μ (υπερπλασία υπερτροφία των παρασπειρα ατικών νεφρικών κυττάρων στους
90 mg/kg/ μ macacus 10αρουραίους σε η ερησίως και στους πιθήκους σε
mg/kg/ μ ). η ερησίως Όλες αυτές οι αλλαγές θεωρήθηκαν ότι προκαλούνται από την
μ .φαρ ακολογική δράση της ιρβεσαρτάνης
, /Για θεραπευτικές δόσεις ιρβεσαρτάνης στους ανθρώπους η υπερπλασία υπερτροφία
των μ .παρασπειρα ατικών νεφρικών κυττάρων δεν φαίνεται να έχει κάποια σχέση
Δ μ , εν υπάρχουν ενδείξεις για εταλλαξιογόνο δράση για αύξηση της διαιρετότητας ή
για .καρκινογένεση
μ μΗ γονι ότητα και η αναπαραγωγική ικανότητα δεν επηρεάστηκαν σε ελέτες
αρσενικών και θηλυκών
μ μ αρουραίων ακό α και σε από του στό ατος δόσεις ιρβεσαρτάνης που προκαλούν
μ ορισ ένες γονικές
( 50 650 mg/kg/ μ ), μ μ μ μτοξικότητες από έως η έρα συ περιλα βανο ένης της θνησι ότητας
στην . Δ μ μ υψηλότερη δόση εν παρατηρήθηκαν ση αντικές επιπτώσεις στον αριθ ό των
μ ωχρών σω ατίων των , μ μ μ . ωοθηκών των ε φυτευ άτων ή των ζωντανών ε βρύων Η
15/14
,ιρβεσαρτάνη δεν επηρεάζει την επιβίωση την ανάπτυξη ή την αναπαραγωγή
. μ μαπογόνων Μελέτες σε ζώα δείχνουν ότι η ραδιοση ασ ένη ιρβεσαρτάνη
μ . ανιχνεύεται σε έ βρυα αρουραίων και κουνελιών Η ιρβεσαρτάνη εκκρίνεται στο
γάλα .των αρουραίων που θηλάζουν
μ μ Μελέτες σε πειρα ατόζωα ε την ιρβεσαρτάνη έδειξαν παροδικές τοξικές δράσεις
( μαυξη ένο μ μ , σχη ατισ ό κοιλοτήτων στη νεφρική πύελο ύδρωπα του ουρητήρα ή
μ ) μυποδόρια οίδη α σε έ βρυα μ . αρουραίων που υποχώρησαν ετά την γέννηση Σε
μκουνέλια παρουσιάσθηκε αποβολή ή πρώι η απορρόφηση σε δόσεις που προκαλούν
μ μ , μ μ μ ση αντική τοξικότητα στη ητέρα συ περιλα βανο ένου και
. Δ .του θανάτου εν παρουσιάσθηκαν τερατογόνες δράσεις σε αρουραίους ή κουνέλια
6. ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
6.1Κατάλογος εκδόχων
Mannitol
Sodium Starch Glycolate
Hydroxypropylcellulose 6cP
Isomaltose
Magnesium Stearate (Magnesium stearate Eur. Ph. Vegetable)
Colloidal Silicon Dioxide Anhydrous (Aerosil
®
)
6.2Ασυμβατότητες
Δεν εφαρμόζεται
6.3Διάρκεια ζωής
3 χρόνια.
6.4Ιδιαίτερες προφυλάξεις κατά την φύλαξη του προϊόντος
Αυτό το φαρμακευτικό προϊόν δεν απαιτεί ιδιαίτερες συνθήκες φύλαξης.
6.5 Φύση και συστατικά του περιέκτη
Τα δισκία KARVOFIL διατίθενται σε συσκευασίες blister των 28, 30, 56 δισκίων.
Μπορεί να μη κυκλοφορούν όλες οι συσκευασίες.
6.6Ιδιαίτερες προφυλάξεις απόρριψης και άλλος χειρισμός
Κάθε αχρησιμοποίητο φαρμακευτικό προϊόν ή υπόλειμμα πρέπει να απορρίπτεται
σύμφωνα με τις κατά τόπους ισχύουσες σχετικές διατάξεις. Αυτά τα μέτρα θα
βοηθήσουνστην προστασία του περιβάλλοντος.
16/14
7. Δ ΚΑΤΟΧΟΣ ΤΗΣ Α ΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ
[ μ ]Να συ πληρωθεί σε εθνικό επίπεδο
8. ( ) Δ ΑΡΙΘΜΟΣ ΟΙ Α ΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ
[ μ ]Να συ πληρωθεί σε εθνικό επίπεδο
9. / ΔΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΠΡΩΤΗΣ ΕΓΚΡΙΣΗΣ ΑΝΑΝΕΩΣΗΣ ΤΗΣ Α ΕΙΑΣ
[ μ ]Να συ πληρωθεί σε εθνικό επίπεδο
10.ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗΣ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ
[ μ ]Να συ πληρωθεί σε εθνικό επίπεδο
17/14