4.3 Αντενδείξεις
Υπερευαισθησία στη δραστική ουσία ή σε κάποιο από τα έκδοχα που
6.1.αναφέρονται στην παράγραφο
Η linezolid δεν θα πρέπει να χρησιμοποιείται σε ασθενείς που λαμβάνουν
οποιοδήποτε φάρμακο το οποίο αναστέλλει τις μονοαμινο-οξειδάσες Α ή Β (π.χ.
φαινελζίνη, ισοκαρβοξαζίδη, σελεγιλίνη, μοκλοβεμίδη) ή εντός δύο εβδομάδων
από την τελευταία λήψη τέτοιου φαρμάκου.
Εκτός εάν διατίθενται κατάλληλα μέσα για συχνή παρακολούθηση της
αρτηριακής πίεσης, η linezolid δεν πρέπει να χορηγείται σε ασθενείς με τις
ακόλουθες υποκείμενες κλινικές καταστάσεις ή που λαμβάνουν ταυτόχρονα τα
εν συνεχεία αναφερόμενα φάρμακα:
- Ασθενείς με μη ελεγχόμενη υπέρταση, φαιοχρωμοκύτωμα, καρκινοειδές,
θυρεοτοξίκωση, διπολική διαταραχή, σχιζομανιοκαταθλιπτική διαταραχή,
οξείες καταστάσεις σύγχυσης.
- Ασθενείς που λαμβάνουν οποιοδήποτε από τα εξής φάρμακα: αναστολείς
επαναπρόσληψης σεροτονίνης (βλέπε παράγραφο 4.4), τρικυκλικά
αντικαταθλιπτικά, αγωνιστές υποδοχέων 5-HT1 σεροτονίνης (triptans),
συμπαθομιμητικούς παράγοντες με άμεση ή έμμεση δράση
(συμπεριλαμβανομένων και των αδρενεργικών βρογχοδιασταλτικών,
ψευδοεφεδρίνη, και φαινυλοπροπανολαμίνη), αγγειοσυσπαστικούς παράγοντες
(π.χ. επινεφρίνη, νορεπινεφρίνη), ντοπαμινεργικούς παράγοντες (π.χ.
ντοπαμίνη, δοβουταμίνη), πεθιδίνη ή βουσπιρόνη.
Τα στοιχεία από πειραματόζωα υποδηλώνουν ότι η linezolid και οι μεταβολίτες
της μπορούν να περάσουν στο μητρικό γάλα και, επομένως, ο θηλασμός θα
πρέπει να διακόπτεται πριν από και κατά τη διάρκεια της χορήγησης του
φαρμάκου (βλέπε παράγραφο 4.6).
4.4 Ειδικές προειδοποιήσεις και προφυλάξεις κατά τη χρήση
Mυελοκαταστολή
Μυελοκαταστολή (που περιλαμβάνει αναιμία, λευκοπενία, πανκυττοπενία και
θρομβοκυττοπενία) έχει αναφερθεί σε άτομα που λαμβάνουν linezolid. Στις
περιπτώσεις όπου η έκβαση είναι γνωστή, όταν διακόπηκε η χορήγηση της
linezolid, οι αιματολογικές παράμετροι που είχαν επηρεασθεί αυξήθηκαν προς
τα πριν από τη θεραπεία επίπεδά τους. Ο κίνδυνος για τις επιδράσεις αυτές
φαίνεται πως σχετίζεται με τη διάρκεια της θεραπείας. Οι ηλικιωμένοι
ασθενείς που βρίσκονται υπό θεραπεία με linezolid ενδέχεται να βρίσκονται σε
μεγαλύτερο κίνδυνο εμφάνισης δυσκρασιών του αίματος από ότι οι πιο νέοι
ασθενείς. Η θρομβοκυττοπενία μπορεί να παρατηρηθεί με μεγαλύτερη
συχνότητα σε ασθενείς με σοβαρή νεφρική ανεπάρκεια, ανεξάρτητα από το αν
υποβάλλονται ή όχι σε αιμοκάθαρση. Επομένως, συνιστάται η στενή
παρακολούθηση της αιματολογικής εικόνας σε ασθενείς με προϋπάρχουσα
αναιμία, κοκκιοκυττοπενία ή θρομβοκυττοπενία, οι οποίοι λαμβάνουν
παράλληλα φάρμακα που θα μπορούσαν να μειώσουν τα επίπεδα της
αιμοσφαιρίνης, τον αριθμό ή τη λειτουργικότητα των αιμοπεταλίων, σε
ασθενείς με σοβαρή νεφρική ανεπάρκεια ή σε ασθενείς που υποβάλλονται σε
θεραπεία για διάστημα άνω των 10-14 ημερών. Συνιστάται η χορήγηση της
linezolid στους ασθενείς αυτούς να γίνεται μόνον όταν υπάρχει δυνατότητα για
5