επί της λειτουργίας του θυρεοειδούς, του μεταβολισμού των
υδατανθράκων ή επί των επιπέδων στην κυκλοφορία της
παραθυρεοειδούς ορμόνης, κορτιζόλης, οιστρογόνων, τεστοστερόνης,
προλακτίνης, χολεκυστοκινίνης, σεκρετίνης, γλυκαγόνου,
ωοθυλακιοτρόπου ορμόνης (FSH), ωχρινοτρόπου ορμόνης (LH), ρενίνης,
αλδοστερόνης ή σωματοτρόπου ορμόνης.
Μελέτες σε υγιείς εθελοντές έχουν αποδείξει ότι η νατριούχος
ραμπεπραζόλη δεν εμφανίζει κλινικώς σημαντικές αλληλεπιδράσεις με
την αμοξυκιλλίνη. Η ραμπεπραζόλη δεν επηρεάζει αρνητικά τις
συγκεντρώσεις στο πλάσμα της αμοξυκιλλίνης ή της κλαριθρομυκίνης
όταν συγχορηγούνται με σκοπό την εκρίζωση της λοίμωξης από το H
.
pylori
από το ανώτερο γαστρεντερικό σύστημα.
5.2 Φαρμακοκινητικές ιδιότητες
Απορρόφηση
: το Bepraren είναι ιδιοσκεύασμα εντεροδιαλυτών (γαστρο-
ανθεκτικών) δισκίων της νατριούχου ραμπεπραζόλης. Η μορφή αυτή είναι
απαραίτητη επειδή η νατριούχος ραμπεπραζόλη είναι ασταθής σε όξινο
περιβάλλον. Συνεπώς, η απορρόφηση της νατριούχου ραμπεπραζόλης
άρχεται μόνο αφότου το δισκίο απομακρυνθεί από τον στόμαχο. Η
απορρόφηση είναι ταχεία, με μέγιστα επίπεδα πλάσματος της νατριούχου
ραμπεπραζόλης να παρατηρούνται περίπου 3,5 ώρες μετά τη λήψη μίας
δόσης 20 mg. Οι μέγιστες συγκεντρώσεις πλάσματος (C
max
) της
νατριούχου ραμπεπραζόλης και η AUC είναι γραμμικές σε δοσολογικό
εύρος 10 mg έως 40 mg. Η απόλυτη βιοδιαθεσιμότητα μίας από στόματος
δόσης 20 mg (σε σύγκριση με την ενδοφλέβια χορήγηση) είναι περίπου
52% εν πολλοίς λόγω του προ-συστηματικού μεταβολισμού. Επιπλέον, η
βιοδιαθεσιμότητα δε φαίνεται να αυξάνει με την επαναλαμβανόμενη
χορήγηση. Σε υγιείς εθελοντές η ημίσεια ζωή στο πλάσμα είναι περίπου
μία ώρα (εύρος 0,7 έως 1,5 ώρες) και η συνολική κάθαρση από τον
οργανισμό υπολογίζεται στα 283 ± 98 ml/min. Δεν παρατηρήθηκε καμία
κλινικώς σχετική αλληλεπίδραση με την τροφή. Ούτε η τροφή, ούτε η ώρα
της ημέρας κατά τη χορήγηση της θεραπείας επιδρούν στην απορρόφηση
της νατριούχου ραμπεπραζόλης.
Κατανομή
: η ραμπεπραζόλη δεσμεύεται κατά περίπου 97% στις πρωτεΐνες
πλάσματος στον άνθρωπο.
Βιομετασχηματισμός και αποβολή
: Η νατριούχος ραμπεπραζόλη, όπως
στην περίπτωση άλλων μελών της κατηγορίας των αναστολέων της
αντλίας πρωτονίων (PPIs), μεταβολίζεται μέσω του ηπατικού μεταβολικού
συστήματος των φαρμάκων, του κυτοχρώματος Ρ450 (CYP 450). Μελέτες
in
vitro με μικροσώματα ανθρώπινου ήπατος υπέδειξαν ότι η νατριούχος
ραμπεπραζόλη μεταβολίζεται από τα ισοένζυμα του CYP450 (CYP2C19 και
CYP3A4). Σε αυτές τις μελέτες, σε αναμενόμενες συγκεντρώσεις
πλάσματος στον άνθρωπο, η ραμπεπραζόλη δεν επάγει ούτε αναστέλλει
το CYP3A4 και παρόλο που οι in
vitro μελέτες δεν μπορούν πάντα να
προβλέψουν την in
vivo κατάσταση αυτά τα ευρήματα δείχνουν ότι δεν
αναμένεται αλληλεπίδραση μεταξύ ραμπεπραζόλης και κυκλοσπορίνης.
Στον άνθρωπο ο θειοαιθέρας (Μ1) και το καρβοξυλικό οξύ (Μ6) είναι οι
κύριοι μεταβολίτες στο πλάσμα, με την σουλφόνη (Μ2), τον δισμέθυλ-
θειοαιθέρα (Μ4) και το συσσωμάτωμα του μερκαπτουρικού οξέος (Μ5) ως
ελάσσονες μεταβολίτες που παρατηρούνται σε χαμηλότερα επίπεδα.
Μόνο ο απομεθυλιωμένος μεταβολίτης (Μ3) έχει μικρή αντι-εκκριτική
δράση, αλλά δεν εμφανίζεται στο πλάσμα.