
ενδέχεται να μειώνεται. Η ταυτόχρονη χορήγηση του Memantine/Genepharm
με τους αντισπασμωδικούς παράγοντες, δαντρολένιο και βακλοφαίνη,
μπορεί να τροποποιεί τη δράση τους και πιθανόν να απαιτείται ρύθμιση
της δοσολογίας.
Η ταυτόχρονη χρήση του Memantine/Genepharm και αμανταδίνης θα πρέπει
να αποφεύγεται, εξαιτίας του κινδύνου φαρμακοτοξικής ψύχωσης. Και
τα δύο σκευάσματα είναι χημικώς συγγενείς ανταγωνιστές-NMDA. Το
ίδιο μπορεί να ισχύει και για την κεταμίνη και τη δεξτρομεθορφάνη (βλ.
επίσης παράγραφο 4.4). Υπάρχει επίσης μία δημοσιευμένη αναφορά
περίπτωσης πιθανού κινδύνου σχετικά με το συνδυασμό μεμαντίνης και
φαινυτοΐνης.
Υπάρχει πιθανότητα και άλλες δραστικές ουσίες όπως η σιμετιδίνη,
ρανιτιδίνη, προκαϊναμίδη, κινιδίνη, κινίνη και νικοτίνη οι οποίες
χρησιμοποιούν το ίδιο νεφρικό κατιονικό σύστημα μεταφοράς όπως και
η αμανταδίνη να αλληλεπιδρούν με το Memantine/Genepharm και να
οδηγούν σε ενδεχόμενο κίνδυνο αυξημένων επιπέδων πλάσματος.
Μπορεί να υπάρξει πιθανότητα μειωμένων επιπέδων
υδροχλωροθειαζίδης (HCT) στον ορό όταν η μεμαντίνη συγχορηγείται με
HCT ή οποιοδήποτε συνδυασμό με HCT.
Μετά την κυκλοφορία της μεμαντίνης στην αγορά έχουν καταγραφεί
μεμονωμένα περιστατικά αύξησης του INR (international normalised
ratio) σε ασθενείς που ταυτόχρονα λάμβαναν θεραπεία με βαρφαρίνη.
Παρόλο που δεν έχει τεκμηριωθεί κάποια αιτιολογική συσχέτιση,
συνιστάται τακτικός έλεγχος του χρόνου προθρομβίνης ή του INR σε
ασθενείς που λαμβάνουν ταυτόχρονα θεραπεία με χορηγούμενα από τους
στόματος αντιπηκτικά.
Σε φαρμακοκινητικές (PK) μελέτες μιας δόσης σε υγιής νεαρούς εθελοντές
δεν παρατηρήθηκε σχετική αλληλεπίδραση δραστική ουσία με δραστική
ουσία, της μεμαντίνης με τις γλυμπουρίδη/μετφορμίνη και δονεπεζίλη.
Σε μια κλινική μελέτη σε υγιής νεαρούς εθελοντές δεν παρατηρήθηκε
σχετική επίδραση της μεμαντίνης στην φαρμακοκινητική της
γκαλανταμίνης.
Το μεμαντίνη δεν ανέστειλε τα CYP 1A2, 2A6, 2C9, 2D6, 2E1, 3A, τη
φλαβίνη που περιείχε μονοξυγενάση, το εποξείδιο υδρολάσης ή τη
σουλφούρωση in
vitro
(σε συνθήκες δοκιμαστικού σωλήνα).
4.6 Γονιμότητα, κύηση και γαλουχία
Εγκυμοσύνη
Δεν υπάρχουν ή υπάρχουν περιορισμένα διαθέσιμα δεδομένα για τη χρήση
της μεμαντίνης σε εγκυμονούσες γυναίκες. Οι μελέτες σε ζώα
υποδηλώνουν κάποια πιθανότητα μείωσης της ενδομήτριας αύξησης σε
επίπεδα έκθεσης, τα οποία είναι όμοια ή ελαφρώς υψηλότερα από την
ανθρώπινη έκθεση (βλ. παράγραφο 5.3). Ο ενδεχόμενος κίνδυνος για τους